Κωλύματα - Ασυμβίβαστα υπαλλήλων

I. Έργα ασυμβίβαστα με το βουλευτικό αξίωμα
II. Δικηγορική ιδιότητα
III. Κατοχή δεύτερης θέσης
IV. Κώλυμα συμφέροντος
V. Άσκηση καθηκόντων Οργάνων Διοίκησης Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)
VI. Άσκηση επαγγέλματος εκπαιδευτή υποψηφίων οδηγών
VII. Συμμετοχή σε εταιρίες

VIII. Χορήγηση άδειας ιδιωτικού σχολείου εκπαίδευσης
IX. Ιδιότητα Ενεργειακού Επιθεωρητή
X. Μη εκπλήρωση στρατιωτικών υποχρεώσεων ως κώλυμα διορισμού

XI. Κωλύματα διορισμού λόγω προηγούμενης εγκληματικής δράσης

XII. Κώλυμα διορισμού λόγω απόλυσης από άλλη θέση για πειθαρχικούς λόγους

XIII. Άσκηση καθηκόντων Προέδρου, μελών Συμβουλίου Διοίκησης και Διοικητή Επιθεώρησης Εργασίας 




I. Έργα ασυμβίβαστα με το βουλευτικό αξίωμα

Απαγορεύεται στους υπαλλήλους η άσκηση έργων ασυμβίβαστων, κατά τις κείμενες διατάξεις, με το βουλευτικό αξίωμα, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 5 του άρθρου 39 του Ν.3584/07. (άρθρο 40 Ν.3584/07)

Τα ανωτέρω εφαρμόζονται αναλόγως και για το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. (άρθρο 171 Ν.3584/07)
 




II. Δικηγορική ιδιότητα

Η ιδιότητα του υπαλλήλου Ο.Τ.Α. είναι ασυμβίβαστη προς την ιδιότητα του δικηγόρου, εκτός αν ειδικές διατάξεις ορίζουν διαφορετικά. (άρθρο 41 Ν.3584/07)

Τα ανωτέρω εφαρμόζονται αναλόγως και για το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. (άρθρο 171 Ν.3584/07)

Το έργο των ειδικών συμβούλων δεν είναι ασυμβίβαστο με την ιδιότητα του δικηγόρου, αλλά αναστέλλει την άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος. (άρθρο 31 παρ 6 Ν. 3274/04)

Για περισσότερα δείτε σχετικά την ενότητα:
ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ » ΠΡΟΣΛΗΨΕΙΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ » ΜΕΤΑΚΛΗΤΟΙ ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ » Ειδικοί σύμβουλοι, ειδικοί και επιστημονικοί συνεργάτες Τ.Ε.Δ.Κ. - ΚΕΔΚΕ - ΕΝΑΕ




III. Κατοχή δεύτερης θέσης
 

Απαγορεύεται ο διορισμός υπαλλήλου, με οποιαδήποτε σχέση, σε δεύτερη θέση:
α. Δημοσίων Υπηρεσιών,
β. Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου,
γ. Δήμων, Κοινοτήτων, Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου αυτών και Ιδρυμάτων και Συνδέσμων Δήμων ή Κοινοτήτων ή Δήμων και Κοινοτήτων,
δ. Δημοσίων Επιχειρήσεων, Δημοσίων Οργανισμών και Δημοτικών ή Κοινοτικών Επιχειρήσεων,
ε. Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου, που ανήκουν στο κράτος ή επιχορηγούνται τακτικώς, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, από κρατικούς πόρους κατά 50% τουλάχιστον του ετήσιου προϋπολογισμού τους ή που το κράτος κατέχει το 51% τουλάχιστον του μετοχικού τους, κεφαλαίου και
στ. Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου, που ανήκουν στα υπό στοιχεία β', γ', δ' καίε' Νομικά Πρόσωπα ή επιχορηγούνται από αυτά τακτικώς, κατά 50% τουλάχιστον του ετήσιου προϋπολογισμού τους, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, ή κατά τα οικεία καταστατικά ή που τα ανωτέρω νομικά πρόσωπα κατέχουν το 51% τουλάχιστον του μετοχικού τους κεφαλαίου. (παρ.1 άρθρο 42 Ν.3584/07)

Διατάξεις ειδικών νόμων που επιτρέπουν το διορισμό σε δεύτερη θέση, εξακολουθούν να ισχύουν. (παρ.2 άρθρο 42 Ν.3584/07)

Υπάλληλος που κατά παράβαση των διατάξεων των παραπάνω παραγράφων διορίζεται σε δεύτερη θέση και αποδέχεται το διορισμό του, θεωρείται ότι παραιτείται αυτοδικαίως από την πρώτη θέση. (παρ.3 άρθρο 42 Ν.3584/07)

Για περισσότερα δείτε την ενότητα:
ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ » ΠΡΟΣΛΗΨΕΙΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ » ΔΙΑΦΟΡΑ » Πολυθεσία και πολυαπασχόληση

Τα ανωτέρω εφαρμόζονται αναλόγως και για το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. (άρθρο 171 Ν.3584/07)

Παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών από Ο.Ε. Ο διευθυντής, διαχειριστής και εκπρόσωπος της φερόμενης ως δικαιούχου ομόρρυθμης εταιρείας, κατέχει παράλληλα τις θέσεις υπαλλήλου αορίστου χρόνου σε ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Ο.Τ.Α. και στην αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία με την επωνυμία «ΚΕΝΤΡΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ Κ.Ε.Κ. ΔΗΜΟΥ», στις οποίες διάφοροι Ο.Τ.Α. κατέχουν το 51% τουλάχιστον του κεφαλαίου τους. Η νομιμότητα ή μη της κατοχής των ανωτέρω θέσεων από τον ομόρρυθμο εταίρο της φερόμενης ως δικαιούχου των υπό κρίση χρηματικών ενταλμάτων εταιρείας, δεν ασκεί επιρροή στη συγκεκριμένη περίπτωση, κατά την οποία ελέγχεται μόνο η νομιμότητα και κανονικότητα της δαπάνης παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών. Σε κάθε δε περίπτωση, ο διαφωνών Επίτροπος εσφαλμένα υπολαμβάνει ότι εν προκειμένω τυγχάνει εφαρμογής το άρθρο 35 του ν.2683/1999 - ΦΕΚ Α΄ 28 (και ήδη άρθρο 35 του ν.3528/2007 ΦΕΚ Α΄ 26), δεδομένου ότι ο προαναφερόμενος  δεν υπάγεται  στους πολιτικούς διοικητικούς υπαλλήλους του Δημοσίου και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου του άρθρου  2 του ν.2683/1999.  Ομοίως, τυχόν ανυπαρξία έγκρισης της γενικής συνέλευσης των μετόχων της ανωτέρω αναπτυξιακής ανώνυμης εταιρείας, προκειμένου ο διευθυντής αυτής να συμμετέχει παράλληλα σε επιχείρηση ή στη διοίκηση επιχειρήσεων ή να εργάζεται σε επιχειρήσεις που επιδιώκουν κάποιον από τους σκοπούς της, παραβιάζει μεν το  άρθρο 29 παρ. 1 του οικείου καταστατικού της προαναφερόμενης αναπτυξιακής εταιρείας, δε σχετίζεται όμως με τη νομιμότητα και κανονικότητα των εντελλόμενων με τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα δαπανών. Νόμιμη δαπάνη. (Ελ. Συν. Τμ. 7 Πράξη 109/2012)

 


IV. Κώλυμα συμφέροντος
Ο υπάλληλος δεν επιτρέπεται, είτε ατομικώς είτε ως μέλος συλλογικού οργάνου, να αναλαμβάνει την επίλυση ζητήματος ή να συμπράττει στην έκδοση πράξεων, εάν ο ίδιος ή σύζυγος του ή συγγενής του εξ αίματος ή εξ αγχιστείας έως και τον τρίτο βαθμό ή πρόσωπο με το οποίο τελεί σε σχέση ιδιαίτερης φιλίας ή έχθρας έχει πρόδηλο συμφέρον στην έκβαση της υπόθεσης. (παρ.1 άρθρο 43 Ν.3584/07)

Η παράβαση της διάταξης της προηγούμενης παραγράφου αποτελεί λόγο ακυρώσεως της σχετικής διοικητικής πράξης. (παρ.2 άρθρο 43 Ν.3584/07)

Υπάλληλοι που είναι σύζυγοι ή συγγενείς μεταξύ τους έως και τον τρίτο βαθμό εξ αίματος ή εξ αγχιστείας δεν επιτρέπεται να είναι μέλη του ίδιου συλλογικού οργάνου. (παρ.3 άρθρο 43 Ν.3584/07)

Ο υπάλληλος υποχρεούται να ζητήσει την εξαίρεση του από κάθε ενέργεια των παρ. 1 και 3 του άρθρου 43 του Ν.3584/07, όταν ο ίδιος έχει κώλυμα. Σε αντίθετη περίπτωση υπέχει πειθαρχική ευθύνη. (παρ.4 άρθρο 43 Ν.3584/07)

Τα ανωτέρω εφαρμόζονται αναλόγως και για το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. (άρθρο 171 Ν.3584/07)

 


V. Άσκηση καθηκόντων Οργάνων Διοίκησης Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)
 

Με το Κεφάλαιο Α του Ν.4389/16 συστήνεται Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή χωρίς νομική προσωπικότητα με την επωνυμία Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) (στο εξής η «Αρχή»), με σκοπό τον προσδιορισμό, τη βεβαίωση και την είσπραξη των φορολογικών, τελωνειακών και λοιπών δημοσίων εσόδων, που άπτονται του πεδίου των αρμοδιοτήτων της, η οποία καταργεί από την έναρξη λειτουργίας της τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών.

Τα όργανα Διοίκησης της Αρχής είναι όπως ορίζεται στο άρθρο 7 του Ν.4389/16, το Συμβούλιο Διοίκησης και ο Διοικητής.

Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης δεν είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης και δεν αναστέλλεται η άσκηση οποιουδήποτε δημοσίου λειτουργήματος, καθώς και η άσκηση καθηκόντων σε οποιαδήποτε θέση του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού και των επιχειρήσεών τους, των Ν.Π.Δ.Δ. και των κρατικών Ν.Π.Ι.Δ. ή δημοσίων επιχειρήσεων ή επιχειρήσεων, τη διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος. Κατά τη διάρκεια της θητείας τους δεν επιτρέπεται να ασκούν οποιοδήποτε έμμισθο ή άμισθο λειτούργημα ή οποιαδήποτε άλλη επαγγελματική δραστηριότητα που δεν συμβιβάζεται με την ιδιότητα ή τα καθήκοντα μέλους του Συμβουλίου Διοίκησης της Αρχής. Ιδίως δεν επιτρέπεται να παρέχουν υπηρεσίες ή να έχουν οποιαδήποτε έννομη σχέση με εταιρεία ή επιχείρηση, εκ της οποίας μπορεί να προκληθεί σύγκρουση συμφερόντων. (παρ.11 άρθρο 8 Ν.4389/16)

Αντίθετα, κατά τη διάρκεια της θητείας του Διοικητή αναστέλλεται η άσκηση έμμισθου ή άμισθου δημόσιου λειτουργήματος, η άσκηση καθηκόντων σε οποιαδήποτε θέση του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού και των επιχειρήσεών τους, των Ν.Π.Δ.Δ. και των κρατικών Ν.Π.Ι.Δ. ή δημοσίων επιχειρήσεων ή επιχειρήσεων, τη διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος, καθώς και οποιαδήποτε άλλη επαγγελματική δραστηριότητα. Ο Διοικητής οφείλει, πριν από την ανάληψη των καθηκόντων του, να παύσει οποιαδήποτε έννομη σχέση με επιχείρηση/εταιρεία/ νομική οντότητα, από την οποία μπορεί να προκληθεί σύγκρουση συμφερόντων.
Σε περίπτωση που ο Διοικητής είναι μόνιμος δημόσιος υπάλληλος ή όργανο ή λειτουργός φορέων του Δημοσίου, με τη λήξη της θητείας του επανέρχεται στην οργανική θέση που κατείχε πριν από το διορισμό του. (παρ.6 άρθρο 13 Ν.4389/16)

Τα ανωτέρω ισχύουν σύμφωνα με το άρθρο 43 του Ν.4389/16 από 1η Ιανουαρίου 2017.


 VI. Άσκηση επαγγέλματος εκπαιδευτή υποψηφίων οδηγών


Για τη χορήγηση άδειας άσκησης επαγγέλματος εκπαιδευτή υποψηφίων οδηγών, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να μην είναι υπάλληλοι με οποιαδήποτε σχέση εργασίας ή να μην ανήκουν στο προσωπικό του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός καθορίζεται με τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 1 του Ν.1256/1982 (Α' 65), όπως εκάστοτε ισχύει, καθώς και συνταξιούχοι αυτών. (άρθρο 3 παρ.2 του π.δ. 208/2002 (ΦΕΚ Α' 194) (ΥΠ.ΕΣ.Δ.Α. ΔΙΔΑΔ/Φ.69/80/οικ.11711/20.04.2016)

Από την έναρξη ισχύος του Ν.4413/16 (δηλ. από 08.08.2016) το ασυμβίβαστο της άσκησης του επαγγέλματος του εκπαιδευτή υποψηφίων οδηγών, όπως προβλέπεται στη διάταξη της περ. ε' της παρ. 2 του άρθρου 3 του Π.δ. 208/2002 (Α'194) σε συνδυασμό με τη διάταξη της περίπτωσης β' της παρ. 6 του άρθρου 94 του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας κ.ν. 2696/1999 (Α'57), όπως ισχύει, εφαρμόζεται καθολικά σε όλους τους υπαλλήλους και το προσωπικό με οποιαδήποτε σχέση εργασίας του Δημοσίου και των ΝΠΔΔ και του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός καθορίζεται με τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 1 του Ν. 1256/1982 (Α'65), όπως ισχύει, καθώς και στους συνταξιούχους αυτών. (παρ.2 άρθρο 73 Ν.4413/16)

Άδειες/Βεβαιώσεις άσκησης επαγγέλματος εκπαιδευτών υποψηφίων οδηγών που έχουν χορηγηθεί ή ανανεωθεί, είτε με προηγούμενες του παρόντος διατάξεις είτε με τις διατάξεις του παρόντος, σε υπάλληλους του δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός καθορίζεται με τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 1 του Ν. 1256/1982 (Α'65), όπως ισχύει, καθώς και σε συνταξιούχους αυτών, λήγουν αυτοδίκαια δύο μήνες μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος. (παρ. 6 άρθρο 19 Π.δ. 208/2002, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ.3 του άρθρου 73 του Ν.4413/16

Σχετική και η εγκύκλιος Υπ. Υποδομών Μεταφ. & Δικτ. Α3/37845/4412/09.08.2016.

 

Οι υπάλληλοι, μόνιμοι και με σχέση εργασίας Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου, που υπηρετούν σε υπηρεσίες, κεντρικές και περιφερειακές, του Δημοσίου, των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) α’ και β’ βαθμού και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου (ν.π.δ.δ.), καθώς και των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου (ν.π.ι.δ.), εφόσον ανήκουν στη Γενική Κυβέρνηση, όπως εκάστοτε οριοθετείται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή στο Μητρώο Φορέων Γενικής Κυβέρνησης, σύμφωνα με την περ. α’ της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α’ 143), καθώς και οι συνταξιούχοι αυτών, που έχουν λάβει την αρχική άδεια/βεβαίωση άσκησης επαγγέλματος του εκπαιδευτή υποψηφίων οδηγών με προγενέστερες του π.δ. 208/2002 (Α’ 194) διατάξεις και οι οποίες έληξαν αυτοδίκαια σύμφωνα με το άρθρο 73 του ν. 4413/2016 (Α’ 148), δύνανται, μετά από αίτησή τους προς την οικεία Υπηρεσία Μεταφορών και Επικοινωνιών της Περιφερειακής Ενότητας της περιοχής όπου επιθυμούν να επαναδραστηριοποιηθούν, να ανανεώνουν την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 4 του ως άνω διατάγματος. (άρθρο 27 Ν.4850/21)

Με το π.δ. 404/96 δεν υπήρχε ασυμβίβαστο στην άσκηση του επαγγέλματος εκπαιδευτή υποψηφίων οδηγών, με την ιδιότητα του υπαλλήλου του δημοσίου των ΝΠΔΔ και του ευρύτερου δημόσιου τομέα, καθώς και των συνταξιούχων αυτών.
Με τα π.δ. 208/02 και π.δ. 337/03 θεσπίστηκε η μη δυνατότητα άσκησης του επαγγέλματος εκπαιδευτή υποψηφίων οδηγών από υπαλλήλους του δημοσίου, των ΝΠΔΔ και του ευρύτερου δημόσιου τομέα, καθώς και συνταξιούχους αυτών (ασυμβίβαστο). Η ρύθμιση αυτή αφορούσε τόσο στους κατέχοντες άδεια εκπαιδευτή με προγενέστερες του π.δ. 208/02, όσο και σε όσους αιτούνται χορήγηση άδειας εκπαιδευτή μετά την εφαρμογή του εν λόγω διατάγματος (Σεπτέμβριος του 2002).
Κατόπιν σχετικών προσφυγών, το ΣτΕ με την απόφασή του 4342/2005, ακύρωσε το άρθρο 2 του π.δ. 337/2003 και την παράγραφο 3 του άρθρου 9 του ιδίου Π.Δ/τος κατά το μέρος που με αυτή προστέθηκε παράγραφος 7 στο άρθρο 19 του π.δ. 208/2002, δηλαδή το ασυμβίβαστο για όσους δημόσιους υπαλλήλους κατείχαν άδεια εκπαιδευτή με προηγούμενες του π.δ. 208 διατάξεις (πριν το 2002). Η απόφαση στηρίχτηκε στο σκεπτικό όπου για τις διατάξεις του άρθρου 94 του ν.2696/1999 ( Κ.Ο.Κ.) και ειδικότερα των εδαφίων α και γ οι οποίες προβλέπουν ότι με προεδρικό διάταγμα καθορίζονται οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση άδειας και τα της άσκησης του επαγγέλματος, δεν θεωρείται ότι παρέχεται εξουσιοδότηση για τη θέσπιση του ασυμβίβαστου αυτού.
Κατόπιν της αποφάσεως του ΣτΕ ο Υπουργός Μεταφορών και Επικοινωνιών αποδέχτηκε κατά μέρος την απόφαση και με την υπ' αρ. πρωτ. 5040/610/23.02.2006 αποδοχή απόφασης  έδωσε το δικαίωμα σε υπαλλήλους του δημοσίου των ΝΠΔΔ και του ευρύτερου δημόσιου τομέα καθώς και σε συνταξιούχους αυτών που έχουν λάβει άδεια εκπαιδευτή με προγενέστερες του π.δ. 208/02 διατάξεις να διατηρούν και να ανανεώσουν την άδεια αυτή.
Η 200/2007 γνωμοδότηση του Γ' τμήματος του ΝΣΚ αναφέρει ότι, το παραπάνω ασυμβίβαστο πρέπει να ακυρωθεί και για όσους δημόσιους υπαλλήλους αιτούνται χορήγηση άδειας εκπαιδευτή μετά την εφαρμογή του εν λόγω διατάγματος (8/2002), καθώς συνίσταται διάκριση και παραβίαση της συνταγματικής αρχής της ισότητας, ενώ παράλληλα το εν λόγω ασυμβίβαστο έχει θεσπιστεί καθ' υπέρβαση της εξουσιοδοτικής διάταξης του άρθρου 94 του ΚΟΚ (απόφαση ΣτΕ). Συνεπώς, θα πρέπει να χορηγούνται σχετικές άδειες και στους δημόσιους υπαλλήλους οι οποίοι αιτούνται σήμερα για πρώτη φορά, εφόσον αυτοί προμηθεύονται σχετική άδεια άσκησης ιδιωτικού έργου από την υπηρεσία τους.
Σήμερα εν ενεργεία δημόσιοι υπάλληλοι και υπάλληλοι των ΝΠΔΔ και ευρύτερου δημόσιου τομέα, μετά από προσφυγή τους σε εφετεία, βασισμένοι στην απόφαση του ΣτΕ άλλα και στην γνωμοδότηση του ΝΣΚ, αποκτούν ή ανανεώνουν την άδεια εκπαιδευτή υποψηφίων οδηγών(Αποφάσεις δικαστηρίων 2013,2014).

Στο ν.4313/14 (ΦΕΚ 261 Α'), η περίπτωση β' της παρ.6 του άρθρου 94 του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας (ν. 2696/1999) αντικαθίσταται ως εξής:
«Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών, καθορίζονται: β) Οι όροι, οι προϋποθέσεις και τα ασυμβίβαστα της άσκησης του επαγγέλματος του εκπαιδευτή υποψηφίων οδηγών μοτοποδηλάτων», και ως εκ τούτου εισάγεται στην εξουσιοδοτική διάταξη η δυνατότητα να μπορεί ο Υπουργός σε μελλοντική τροποποίηση του π.δ. να καθορίσει το ασυμβίβαστο ή όχι του συγκεκριμένου επαγγέλματος. (Υπ. Υποδομών Μεταφ. & Δικτ. Β2-23270/2779/07.06.2016)

 



VII. Συμμετοχή σε εταιρίες

Δείτε την ενότητα:
ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ » ΔΙΑΦΟΡΑ ΘΕΜΑΤΑ » ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΤΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ » Συμμετοχή σε εταιρείες

 


VIII. Χορήγηση άδειας ιδιωτικού σχολείου εκπαίδευσης

Για τη χορήγηση άδειας ιδιωτικού σχολείου Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, Κολλεγίου, Ιδιωτικού Ινστιτούτου Επαγγελματικής Κατάρτισης (Ι.Ι.Ε.Κ.), Κέντρου Δια Βίου Μάθησης Επιπέδου Ένα και Κέντρου Δια Βίου Μάθησης Επιπέδου Δύο, Φροντιστηρίου και Κέντρου Ξένων Γλωσσών σε νομικά πρόσωπα, 
εκτός των Ν.Π.Δ.Δ., των Ν.Π. του ευρύτερου δημόσιου τομέα και των νομικών προσώπων των οποίων τα μέλη ή μέρος των μελών του Δ.Σ. ή της Διοικήσεώς τους καθορίζονται ex officio, οι μέτοχοι ή οι εταίροι τους ή τα μέλη των διοικήσεών τους, δεν μπορούν να έχουν την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου, υπαλλήλου Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α., για δε τις ενώσεις προσώπων, τα μέλη Δ.Σ. ή της Διοικούσας Επιτροπής, δεν μπορούν να έχουν την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου, υπαλλήλου Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α.. (υποπερίπτ. γ΄ περίπτ. 5 υποπαρ. Θ.3 του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 60 του Ν.4407/16 και την περίπτ. 1 της παρ. 5 του άρθρου 36 του Ν. 4415/16)
 
 


IX. Ιδιότητα Ενεργειακού Επιθεωρητή
Η ιδιότητα του Ενεργειακού Επιθεωρητή είναι ασυμβίβαστη με την ιδιότητα του υπαλλήλου στο Δημόσιο ή ευρύτερο Δημόσιο τομέα, με σχέση δημοσίου δικαίου ή ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Για την εφαρμογή της διάταξης, το Δημόσιο ή ο ευρύτερος δημόσιος τομέας ορίζεται από τις «αναθέτουσες αρχές», του άρθρου 2 του π.δ. 60/2007 (Α΄64), (από 08.08.2016 του άρθρου 2 του Ν.4412/16) όπως κάθε φορά ισχύει. (παρ.2 άρθρο 53 Ν.4409/16)
 
 


X. Μη εκπλήρωση στρατιωτικών υποχρεώσεων ως κώλυμα διορισμού

Η μη εκπλήρωση στρατιωτικών υποχρεώσεων αποτελεί κώλυμα διορισμού, εφόσον αυτές δεν έχουν εκπληρωθεί κατά το χρόνο διορισμού του υπαλλήλου. (παρ.1 άρθρο 11 Ν.3584/07, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 29 του Ν.4440/16)

Ως εκ τούτου εφεξής για υποψηφίους,  οι οποίοι δεν έχουν εκπληρώσει τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις κατά το χρόνο λήξης της προθεσμίας υποβολής αιτήσεων, δεν συντρέχει κώλυμα διορισμού εφόσον αυτές έχουν εκπληρωθεί κατά το χρόνο διορισμού του υπαλλήλου. (Υπ. Διοικητικής Ανασυγκρότησης ΔΙΔΑΔ/Φ.49Κ /5/οικ.32342/19.12.2016)

 


XI. Κωλύματα διορισμού λόγω προηγούμενης εγκληματικής δράσης

Τα κωλύματα διορισμού σε δημόσιες υπηρεσίες, ν.π.δ.δ., υπηρεσίες δήμων και κοινοτήτων, που οφείλονται σε προηγούμενη εγκληματική δράση, δεν ισχύουν για άτομα τα οποία έχουν εκτίσει την ποινή ή τα μέτρα ασφαλείας που τους έχουν επιβληθεί ή έχουν απολυθεί υπό όρο, εφόσον προσλαμβάνονται σε θέσεις βοηθητικού ή ανειδίκευτου προσωπικού με σχέση εργασίας ορισμένου ή αορίστου χρόνου ή ως ωρομίσθιοι. (παρ.6 άρθρο 4 Ν.2207/94)

 

Κατά την αιτιολογική έκθεση του ανωτέρω νόμου, η ρύθμιση αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι το υφιστάμενο νομοθετικό καθεστώς εμπόδιζε την κοινωνική επανένταξη των εγκληματιών, βασικός παράγων της οποίας είναι η δυνατότητά τους να εργαστούν, την οποία, όμως, αναιρούσαν αφ’ ενός η δυσπιστία των εργοδοτών στον ιδιωτικό τομέα και αφ’ ετέρου οι διατάξεις που απαγορεύουν την πρόσληψη προσώπων που έχουν καταδικαστεί για σειρά εγκλημάτων στο δημόσιο τομέα έστω και σε θέσεις βοηθητικές ή προσωρινές. Έτσι, η καταδίκη για κάποια από τις πράξεις αυτές, ακόμη και με μικρή ποινή, προκαλούσε ισόβια στην ουσία αδυναμία ή ανυπέρβλητη δυσκολία εργασίας. Η αναγκαστική αυτή ανεργία ήταν φυσικό να φέρνει τους απολυόμενους σε επαφή με τον κίνδυνο της υποτροπής. Η επίμαχη ρύθμιση κατάργησε το σχετικό κώλυμα για θέσεις βοηθητικού ή ανειδίκευτου προσωπικού, στο οποίο περιλαμβάνονται όσοι ασκούν χειρωνακτική εργασία, μη συνδεόμενη με την άσκηση δημόσιας εξουσίας. 

Εξάλλου, από τις προαναφερθείσες διατάξεις των άρθρων 99 επόμ. του Ποινικού Κώδικα συνάγεται ότι, αν παρέλθει επιτυχώς ο χρόνος αναστολής εκτέλεσης της ποινής για το αδίκημα που αποτελεί κώλυμα διορισμού σε δημόσια θέση, το κώλυμα παύει να υφίσταται. Συνακόλουθα, η εξαίρεση που θεσπίζεται στο άρθρο 4 παρ.6 του ν. 2207/1994 ισχύει, για την ταυτότητα του νομικού λόγου, και στην περίπτωση που έχει χορηγηθεί αναστολή εκτέλεσης της ποινής και έχει παρέλθει επιτυχώς ο χρόνος της επιβληθείσας αναστολής, διότι ο καταδικασθείς, που δεν έχει εκτίσει ποινή, αλλά του έχει χορηγηθεί το ευεργέτημα της αναστολής, εφόσον έχει συμμορφωθεί με τους όρους της επιβληθείσας αναστολής, δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται διαφορετικά από εκείνον που έχει εκτίσει πραγματική ποινή. Αντίθετη άποψη, θα οδηγούσε στο άτοπο αυτός να βρίσκεται σε δυσμενέστερη θέση, από αυτόν που εξέτισε την ποινή της φυλάκισης, αναφορικά με την εφαρμογή των διατάξεων της ισχύουσας νομοθεσίας για την επανένταξή του στην κοινωνία και την πρόσβαση στην απασχόληση, προκειμένου να αποφευχθεί ο κοινωνικός στιγματισμός και η περιθωριοποίησή του, το οποίο δεν ήταν στο σκοπό του νομοθέτη.

Συντρεχουσών και των λοιπών νόμιμων προϋποθέσεων, δεν αποτελεί κώλυμα για τη μετατροπή σύμβασης από ορισμένου σε αορίστου χρόνου, κατά τις διατάξεις του π.δ/τος 164/2004, σε θέση βοηθητικού ή ανειδίκευτου προσωπικού, η προηγούμενη ποινική καταδίκη σε φυλάκιση με αναστολή, δεδομένου ότι, όταν το προσωπικό αυτό κλήθηκε να προσκομίσει τα δικαιολογητικά για τη μετατροπή της σύμβασής του σε ΙΔΑΧ, είχε ήδη παρέλθει επιτυχώς ο χρόνος της χορηγηθείσας αναστολής. (ομόφ.) (ΓνΝΣΚ 195/2018)

 


XII. Κώλυμα διορισμού λόγω απόλυσης από άλλη θέση για πειθαρχικούς λόγους

Δεν διορίζονται υπάλληλοι όσοι απολύθηκαν από θέση δημόσιας υπηρεσίας ή Ο.Τ.Α. ή άλλου Νομικού Προσώπου του δημόσιου τομέα, λόγω επιβολής της πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσεως ή λόγω καταγγελίας της σύμβασης εργασίας για σπουδαίο λόγο, οφειλόμενο σε υπαιτιότητα του εργαζομένου, αν δεν παρέλθει πενταετία από την απόλυση. (άρθρο 17 Ν.3584/07)

 

Για τη διαπίστωση του ως άνω κωλύματος διορισμού υποβάλλεται υπεύθυνη δήλωση από τον ενδιαφερόμενο, το αληθές περιεχόμενο της οποίας ελέγχεται αυτεπαγγέλτως από την αρμόδια υπηρεσία διορισμού με βάση τα στοιχεία που τηρούνται στο Μητρώο Απογραφής Ελληνικού Δημοσίου. (άρθρο 17 Ν.3584/07, όπως συμπληρώθηκε από την παρ.2 του άρθρου 33 του Ν.4590/19)

 

 

Κατ’ εφαρμογή των ως άνω ρυθμίσεων οι αρμόδιες υπηρεσίες προσωπικού θα αποστέλλουν σχετικό ερώτημα στο Μητρώο Απογραφής Ελληνικού Δημοσίου, με το ΑΦΜ του υποψήφιου προς διορισμό υπαλλήλου, προκειμένου να διαπιστώνεται ότι δεν συντρέχει το σχετικό κώλυμα. (Υπ. Διοικητικής Ανασυγκρότησης ΔΙΔΑΔ/Φ.35.53/2521/οικ.11469/14.03.2019)

 

Ωστόσο, με την εγκύκλιο ΥΠ.ΕΣ. ΔΙΠΑΑΔ/Φ.81/763/ οικ.43036/12.12.2019 επισημαίνεται ότι για τον έλεγχο του εν λόγω κωλύματος διορισμού/πρόσληψης υποψηφίου υπαλλήλου οι Υπηρεσίες δεν θα απευθύνουν πλέον έγγραφο ερώτημα στο Υπουργείο Εσωτερικών / Γενική Γραμματεία Ανθρώπινου Δυναμικού Δημόσιου Τομέα, αλλά θα έχουν τη δυνατότητα ελέγχου μέσω της εφαρμογής του Μητρώου Ανθρώπινου Δυναμικού Ελληνικού Δημοσίου, ακολουθώντας τις οδηγίες που παρέχονται στην εγκύκλιο.


XIII. Άσκηση καθηκόντων Προέδρου, μελών Συμβουλίου Διοίκησης και Διοικητή Επιθεώρησης Εργασίας 

Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης δεν είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης και δεν αναστέλλεται η άσκηση οποιουδήποτε δημοσίου λειτουργήματος, καθώς και η άσκηση καθηκόντων σε οποιαδήποτε θέση του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού και των επιχειρήσεών τους, των ν.π.δ.δ. και των κρατικών ν.π.ι.δ. ή δημοσίων επιχειρήσεων ή επιχειρήσεων, τη διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος. Κατά τη διάρκεια της θητείας τους δεν επιτρέπεται να ασκούν οποιοδήποτε έμμισθο ή άμισθο λειτούργημα ή οποιαδήποτε άλλη επαγγελματική δραστηριότητα που δεν συμβιβάζεται με την ιδιότητα ή τα καθήκοντα μέλους του Συμβουλίου Διοίκησης της Επιθεώρησης Εργασίας. Ιδίως δεν επιτρέπεται να παρέχουν υπηρεσίες ή να έχουν οποιαδήποτε έννομη σχέση με εταιρεία ή επιχείρηση, εκ της οποίας μπορεί να προκληθεί σύγκρουση συμφερόντων και έχουν υποχρέωση γνωστοποίησης όλων των καταστάσεων που μπορεί να συνιστούν σύγκρουση συμφερόντων. (άρθρο 108 παρ.9 Ν.4808/21)

 

Κατά τη διάρκεια της θητείας του Διοικητή αναστέλλεται η άσκηση έμμισθου ή άμισθου δημόσιου λειτουργήματος, η άσκηση καθηκόντων σε οποιαδήποτε θέση του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού και των επιχειρήσεών τους, των ν.π.δ.δ. και των κρατικών ν.π.ι.δ. ή δημοσίων επιχειρήσεων ή επιχειρήσεων, τη διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος, καθώς και οποιαδήποτε άλλη επαγγελματική δραστηριότητα. Ο Διοικητής οφείλει, πριν από την ανάληψη των καθηκόντων του, να παύσει οποιαδήποτε έννομη σχέση με επιχείρηση ή εταιρεία ή νομική οντότητα, από την οποία μπορεί να προκληθεί σύγκρουση συμφερόντων και κατά τη διάρκεια της θητείας του έχει υποχρέωση γνωστοποίησης των καταστάσεων που μπορεί να συνιστούν σύγκρουση συμφερόντων.
Σε περίπτωση που ο Διοικητής είναι μόνιμος δημόσιος υπάλληλος ή όργανο ή λειτουργός φορέων του Δημοσίου, με τη λήξη της θητείας του επανέρχεται στην οργανική θέση που κατείχε πριν από τον διορισμό του. Στην περίπτωση του προηγούμενου εδαφίου, ο χρόνος της θητείας του Διοικητή λογίζεται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για κάθε έννομη συνέπεια. (άρθρο 113 παρ.6 Ν.4808/21)