[post_tabs][post_tab title="Ισχύον καθεστώς"]
ΠΡΟΣΤΙΜΟ ΜΗ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΦΟΡΟΥ- ΚΥΡΩΣΕΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΑΡΑΒΑΣΕΩΝ
II. Πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής
III. Πρόστιμο μη καταβολής παρακρατούμενων φόρων
V. Σώρευση προστίμων για την ίδια παράβαση
VI. Καταλογιστικές πράξεις ποσών άνω του 1.000.000 ευρώ
Με το υπ' αριθ. Δ12Α 1048002 ΕΞ 2014/18.03.2014 έγγραφο του Υπ. Οικ. διευκρινίζεται ότι οι παρακρατούμενοι φόροι εισοδήματος, με βάση τις δηλώσεις απόδοσης παρακρατούμενοι φόρων, εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013) (ήδη ν.4987/22).
II. Πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής
Με την παρ.1 του άρθρου 19 του Ν.4321/15 καταργούνται τα πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής του άρθρου 57 του ν. 4174/2013 (Α' 170) και του άρθρου 6 του ν.δ. 356/ 1974 (Α' 90). Η κατάργηση των προστίμων της προηγούμενης παραγράφου καταλαμβάνει οφειλές που καταχωρίζονται στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης από τη δημοσίευση του Ν.4321/15 (ημερ.δημοσ.21.03.2015).
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του Ν.4321/15 με την ανωτέρω κατάργηση επιδιώκεται η αποφυγή της υπέρμετρης επιβάρυνσης του οφειλέτη με πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής πλέον του τόκου εκπρόθεσμης καταβολής του άρθρου 53 του Κ.Φ.Δ. και του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε., κατά περίπτωση, η οποία οδηγεί αφενός σε παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας και αφετέρου σε επιβάρυνση του χαρτοφυλακίου των ληξιπροθέσμων οφειλών με υπέρογκα πρόστιμα. Επιπλέον, η επιβολή στις εκπρόθεσμα καταβαλλόμενες οφειλές, αφενός του τόκου του άρθρου 53 και του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε., και αφετέρου του προστίμου του άρθρου 57 του Κ.Φ.Δ. (10%, 20%, 30%), στο οποίο παραπέμπουν και οι διατάξεις του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε., αποτελεί κατ' ουσία διπλή χρηματική κύρωση.
III. Πρόστιμο μη καταβολής παρακρατούμενων φόρων
Για παραβάσεις σχετικές με παρακρατούμενους φόρους οι οποίες διαπιστώνονται κατόπιν ελέγχου, επιβάλλονται τα ακόλουθα πρόστιμα.
1.Σε περίπτωση μη υποβολής δήλωσης παρακρατούμενου φόρου από την οποία θα προέκυπτε υποχρέωση απόδοσης φόρου, επιβάλλεται πρόστιμο ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) επί του ποσού του φόρου που αναλογεί στη μη υποβληθείσα δήλωση.
2.Σε περίπτωση υποβολής ανακριβούς δήλωσης παρακρατούμενου φόρου, επιβάλλεται πρόστιμο ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) επί της διαφοράς του φόρου. (άρθρο 59 ν.4987/22)
Τα ανωτέρω πρόστιμα επιβάλλονται μόνο σε περίπτωση που οι σχετικές παραβάσεις διαπιστωθούν κατόπιν ελέγχου. (άρθρο 62 παρ.7 ν.4987/22)
Στην περίπτωση της εκπρόθεσμης υποβολής δήλωσης παρακρατούμενου φόρου και εκπρόθεσμης απόδοσης αυτού, επιβάλλεται μόνο το πρόστιμο του άρθρου 54 του Ν.4174/13 (ήδη άρθρου 54 ν.4987/22) και υπολογίζεται και ο τόκος του άρθρου 53 (ήδη άρθρου 53 ν.4987/22). (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Στην περίπτωση που επιβάλλεται το πρόστιμο του άρθρου 59, δεν επιβάλλεται αυτό του άρθρου 58 (άρθρο 62 παρ.7 ν.4987/22)
Ειδικότερα:
-Σε περίπτωση μη υποβολής δήλωσης παρακρατούμενου φόρου από την οποία θα προέκυπτε υποχρέωση απόδοσης φόρου επιβάλλεται πρόστιμο ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) επί του ποσού του φόρου που αναλογεί στη μη υποβληθείσα δήλωση.
-Σε περίπτωση υποβολής ανακριβούς δήλωσης παρακρατούμενου φόρου επιβάλλεται πρόστιμο ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) επί της διαφοράς του φόρου. Διευκρινίζεται ότι στην περίπτωση μη υποβολής δήλωσης παρακρατούμενου φόρου από την οποία προκύπτει φόρος προς καταβολή, που διαπιστώνεται κατόπιν ελέγχου και για την οποία εκδίδεται πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, έχει εφαρμογή και η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 54. Επειδή σωρεύονται περισσότερα πρόστιμα που επιβάλλονται για την ίδια παράβαση, υπερισχύει η διάταξη που προβλέπει το μεγαλύτερο πρόστιμο (άρθ. 62, παρ. 6), και στην περίπτωση αυτή θα επιβάλλεται το μεγαλύτερο κάθε φορά πρόστιμο μεταξύ αυτών, δηλαδή του άρθρου 54 παρ. 2 και του άρθρου 59 παρ. 1. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Τα ανωτέρω εφαρμόζονται, κατά περίπτωση, για πράξεις προσδιορισμού οποιουδήποτε φόρου ή επιβολής προστίμου, τέλους ή εισφοράς που εκδίδονται από την ημερομηνία κατάθεσης του Ν.4337/15 και αφορούν φορολογικές υποχρεώσεις, περιόδους ή χρήσεις που λήγουν μετά τις 31.12.2013 ή υποθέσεις από 1.1.2014, για τις οποίες είχαν εφαρμογή από 1.1.2014 οι διατάξεις των άρθρων 58 και 59 του ν. 4174/2013 (ήδη άρθρων 58 και 59 του ν.4987/22), εφόσον η εφαρμογή τους συνεπάγεται ευνοϊκότερο καθεστώς για τον υπόχρεο. (παρ.1 άρθρο 7 Ν.4337/15)
Διευκρινίζεται δε ότι για εκπρόθεσμη υποβολή δηλώσεων παρακρατούμενων φόρων, που έπρεπε να υποβληθούν ή υποβλήθηκαν από 1.1.2014 και μετά και για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί πράξη επιβολής προστίμου, σύμφωνα με το άρθρο 59, όπως αυτό ίσχυε πριν τον ν. 4337/2015, θα επιβάλλεται το πρόστιμο του άρθρου 54. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Για την καλύτερη κατανόηση των ανωτέρω, δείτε την ΠΟΛ 1252/20.11.2015 στην οποία παρατίθεται σχετικό παράδειγμα.
Η δυνατότητα εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του Ν.4337/15 (ευνοϊκότερο καθεστώς) παρέχεται και για εκκρεμείς υποθέσεις.
Ως εκκρεμείς υποθέσεις, νοούνται οι υποθέσεις οι οποίες, κατά την ημερομηνία κατάθεσης του Ν.4337/15 (12.10.2015), εκκρεμούν ενώπιον της διεύθυνσης επίλυσης διαφορών ή των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων ή του Συμβουλίου της Επικρατείας κατόπιν άσκησης εμπρόθεσμης ενδικοφανούς ή δικαστικής προσφυγής ή τακτικού ενδίκου μέσου ή αίτησης αναίρεσης για τις οποίες εκκρεμεί η προθεσμία άσκησης ενδικοφανούς ή δικαστικής προσφυγής ή τακτικού ενδίκου μέσου ή αίτησης αναίρεσης, καθώς και υποθέσεις για τις οποίες έχουν εκδοθεί οι σχετικές πράξεις αλλά δεν έχουν κοινοποιηθεί κατά την ημερομηνία κατάθεσης του παρόντος. Ως εκκρεμείς υποθέσεις νοούνται και οι υποθέσεις για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί οριστική δικαστική απόφαση αλλά προδικαστική απόφαση και δεν έχει γίνει εκ νέου συζήτηση της υπόθεσης.
Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 1 απαιτείται ανέκκλητη δήλωση ανεπιφύλακτης αποδοχής, για την υπαγωγή στις ανωτέρω διατάξεις του συνόλου των παραβάσεων κάθε πράξης ή απόφασης της διεύθυνσης επίλυσης διαφορών ή του δικαστηρίου, και καταβολή του συνόλου της οφειλής, που προκύπτει μετάτον επανυπολογισμό του προστίμου με το ευνοϊκότερο καθεστώς, άμεσα ή το αργότερο εντός δύο (2) εργασίμων ημερών από την υποβολή της δήλωσης αποδοχής, άλλως δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 1.
Η δήλωση υποβάλλεται στον προϊστάμενο της αρχής που εξέδωσε την πράξη, εντός ανατρεπτικής προθεσμίας ενενήντα (90) ημερών από τη δημοσίευση του Ν.4337/15 (δηλαδή έως την 15.1.2016) ή την κοινοποίηση στον φορολογούμενο της πράξης ή της απόφασης, κατά περίπτωση. (παρ.2 άρθρο 7 Ν.4337/15) (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Η προθεσμία που προβλέπεται από το πέμπτο εδάφιο των παραγράφων 2 και 4 του άρθρου 7 του ν. 4337/2015 (Α' 129), παρατείνεται από τη λήξη της και μέχρι την 30.10.2016. (περίπτ. α άρθρο 45 Ν.4410/16)
Για την καταβολή εξακολουθούν να ισχύουν τα προβλεπόμενα από το τέταρτο εδάφιο των ως άνω παραγράφων. Εξαιρετικά, για δηλώσεις που έχουν υποβληθεί μετά τη λήξη της προβλεπόμενης από το πέμπτο εδάφιο των παραγράφων 2 και 4 του άρθρου 7 του ν. 4337/2015 (Α' 129) προθεσμίας και μέχρι την έναρξη ισχύος του Ν.4410/16 (03.08.2016), η καταβολή γίνεται εντός δεκαπέντε (15) εργασίμων ημερών από την έναρξη ισχύος του Ν.4410/16 (δηλ. από 03.08.2016) (περίπτ. β άρθρο 45 Ν.4410/16)
Στις περιπτώσεις που η υπόθεση εκκρεμεί ενώπιον των δικαστηρίων, με την ως άνω δήλωση αποδοχής συνυποβάλλεται και σχετική βεβαίωση του αρμόδιου δικαστηρίου ότι η υπόθεση δεν έχει συζητηθεί και δήλωση παραίτησης από το σχετικό δικόγραφο ή δικαίωμα.Ποσά που έχουν καταβληθεί δεν επιστρέφονται, δεν συμψηφίζονται και δεν αναζητούνται, λόγω εφαρμογής της παρούσας παραγράφου.Στις περιπτώσεις της κατά τα άνω αποδοχής, όπου συντρέχει περίπτωση, έχουν ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις της περίπτωσης α' της παρ. 1 του άρθρου 142 του ν. 2717/1999 (Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας, Α' 97), τα αποτελέσματα της οποίας επέρχονται με την περιέλευση στη γραμματεία του Διοικητικού Δικαστηρίου σχετικής βεβαίωσης του Προϊσταμένου της φορολογικής αρχής που εξέδωσε την πράξη. (παρ.2 άρθρο 7 Ν.4337/15) (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Διευκρινίζεται ότι, σε περίπτωση που ο αιτών δεν καταβάλει το σύνολο της οφειλής του εντός δύο (2) εργασίμων ημερών από την υποβολή της δήλωσης αποδοχής, μπορεί να υποβάλει εκ νέου αίτηση έως την καταληκτική ημερομηνία υποβολής της. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Επισημαίνεται ότι ποσά που τυχόν έχουν καταβληθεί πλέον αυτών που τελικά προκύπτουν με το ευνοϊκότερο καθεστώς που έχουν καταβληθεί δεν επιστρέφονται, δεν συμψηφίζονται και δεν αναζητούνται, λόγω εφαρμογής της παραγράφου αυτής. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Είκοσι (20) ημέρες τουλάχιστον πριν την έκδοση της πράξης επιβολής προστίμου ο φορολογούμενος καλείται εγγράφως, προκειμένου να υποβάλει τις αντιρρήσεις του ή γενικά τις απόψεις του. Η διαδικασία αυτή δεν εφαρμόζεται σε περιπτώσεις επιβολής προστίμου για διαδικαστικές παραβάσεις του άρθρου 54 καθώς και πρόστιμα τα οποία προκύπτουν και επιβάλλονται κατά τον άμεσο, διοικητικό ή προληπτικό προσδιορισμό του φόρου. Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος αμφισβητεί την πράξη επιβολής προστίμου που έχει εκδοθεί σε βάρος του από την Φορολογική Διοίκηση, υποβάλλει ενδικοφανή προσφυγή στα πλαίσια της Ειδικής Διοικητικής Διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 63 του Ν.4174/13 (ήδη άρθρου 63 του ν.4987/22), με αίτημα την επανεξέταση της πράξης από τη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών (Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης) (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 63 του Ν.4174/13 δείτε την ΠΟΛ 1064/12.04.2017 (ΦΕΚ 1440/27.04.2017 τεύχος Β')
Δείτε και την Α.Α.Δ.Ε. Α. 1165/22.11.2022 (ΦΕΚ 6009/25.11.2022 τεύχος Β'): Υποβολή ενδικοφανών προσφυγών και αιτημάτων αναστολής του άρθρου 63 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4987/2022, Α’ 206), αποκλειστικά ψηφιακά μέσω διαδικτύου από τον δικτυακό τόπο της Α.Α.Δ.Ε.
Για καθεμία από τις παρακάτω παραβάσεις επιβάλλεται πρόστιμο στον φορολογούμενο ή οποιοδήποτε πρόσωπο, εφόσον υπέχει αντίστοιχη υποχρέωση από τον Κώδικα ή τη φορολογική νομοθεσία που αναφέρεται στο πεδίο εφαρμογής του:
α) δεν υποβάλλει ή υποβάλλει εκπρόθεσμα ή υποβάλλει ελλιπή δήλωση πληροφοριακού χαρακτήρα ή φορολογική δήλωση από την οποία δεν προκύπτει υποχρέωση καταβολής φόρου,
β) δεν υποβάλλει ή υποβάλλει εκπρόθεσμα φορολογική δήλωση,
γ) δεν υποβάλλει ή υποβάλλει εκπρόθεσμα δήλωση παρακράτησης φόρου,
δ) δεν ανταποκριθεί σε αίτημα της Φορολογικής Διοίκησης για παροχή πληροφοριών ή στοιχείων,
ε) δεν συνεργαστεί στη διάρκεια φορολογικού ελέγχου,
στ) δεν γνωστοποιήσει στη Φορολογική Διοίκηση τον διορισμό του φορολογικού εκπροσώπου του,
ζ) δεν προβαίνει σε εγγραφή στο φορολογικό μητρώο ή εγγράφεται στο φορολογικό μητρώο περισσότερες φορές,
η) δεν συμμορφώνεται με τις κατά το άρθρο 13 υποχρεώσεις του,
θ) [Έχει καταργηθεί, με την περ. β’ της παρ. 3 του άρθρου 3 του ν. 4337/2015 (Α’ 129)],
ι) [Έχει καταργηθεί με την παρ. 4 του άρθρου 101 του ν. 4714/2020 (Α’ 148)],
ια) εκδίδει στοιχεία λιανικής πώλησης χωρίς τη χρήση φορολογικού ηλεκτρονικού μηχανισμού ή από εγκεκριμένο και μη δηλωμένο φορολογικό ηλεκτρονικό μηχανισμό,
ιβ) εκδίδει δελτία και αποδείξεις από το Ολοκληρωμένο Σύστημα Ελέγχου Εισροών - Εκροών, χωρίς τη χρήση εγκεκριμένου μοντέλου μηχανισμού σήμανσης (Ε.Α.Φ.Δ.Σ.Σ.),
ιγ) δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις της παρ. 1 του άρθρου 20 του ν. 3842/2010 (Α’ 58),
ιδ) δεν υποβάλλει ή υποβάλλει ανακριβή στοιχεία αναφορικά με τις κατά την παρ. 8 του άρθρου 62 του ν. 4170/2013 (Α’ 163) υποχρεώσεις του,
ιε) δεν εκδίδει λογιστικά αρχεία ή εκδίδει ή λαμβάνει ανακριβή λογιστικά αρχεία (παραστατικά), για πράξεις που δεν επιβαρύνονται με Φ.Π.Α.,
ιστ) διακινεί αγαθά χωρίς την ύπαρξη παραστατικών στοιχείων διακίνησης,
ιζ) δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις της παρ. 3 του άρθρου 20 του ν. 3842/2010 (Α΄ 58). (παρ.1 άρθρο 54 ν.4987/22)
Δείτε την ΠΟΛ 1026/12.02.2018 με την οποία παρέχονται διευκρινίσεις σχετικά με τις περιπτ.η και ι-ιβ και ιε-ιζ.
Τα πρόστιμα για τις παραβάσεις που αναφέρονται στην παρ. 1 καθορίζονται ως εξής:
α) εκατό (100) ευρώ, σε περίπτωση μη υποβολής ή εκπρόθεσμης υποβολής σχετικά με την περ. α’ της παρ. 1 και, στις φορολογίες κεφαλαίου, για κάθε παράβαση των περ. α’, β’, γ’, δ’, στ’ και ιγ’ της παρ. 1,
β) εκατό (100) ευρώ, για κάθε παράβαση των περ. β’, γ’ και δ’ της παρ. 1 σε περίπτωση που ο φορολογούμενος δεν είναι υπόχρεος τήρησης λογιστικών αρχείων (βιβλίων),
γ) διακόσια πενήντα (250) ευρώ, για κάθε παράβαση των περ. β’, γ’, δ’ και στ’ της παρ. 1, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και
δ) πεντακόσια (500) ευρώ, για κάθε παράβαση των περ. β’, γ’, δ’ και στ’ της παρ. 1, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος,
ε) δύο χιλιάδες πεντακόσια (2.500) ευρώ, στις περ. ε’, ζ’, η’ και ιδ’ της παρ. 1,
στ) στο ύψος των προβλεπόμενων προστίμων της περ. β’ της παρ. 1 του άρθρου 54ΣΤ,
ζ) [Έχει καταργηθεί με την παρ. 4 του άρθρου 101 του ν. 4714/2020, (Α’ 148)],
η) πεντακόσια (500) ευρώ, ανά φορολογικό έλεγχο, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος, και χίλια (1.000) ευρώ, ανά φορολογικό έλεγχο, αν ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος στις περ. ιε’ και ιστ’ της παρ. 1,
θ) εκατό (100) ευρώ, για κάθε παράβαση της περ. ιζ’ της παρ. 1.
ι) Σε περίπτωση μη υποβολής, εκπρόθεσμης υποβολής ή υποβολής ανακριβούς δήλωσης στοιχείων ακινήτων (Ε9), επιβάλλεται πρόστιμο γι’ αυτήν με την πράξη προσδιορισμού του φόρου, η οποία εκδίδεται βάσει της ως άνω δήλωσης. Σε περίπτωση υποβολής δηλώσεων στοιχείων ακινήτων για περισσότερα του ενός (1) έτη, επιβάλλεται ένα μόνο πρόστιμο, εφόσον στις δηλώσεις αυτές επαναλαμβάνονται οι ίδιες μεταβολές. Με απόφαση του Διοικητή καθορίζονται η διαδικασία επιβολής του ανωτέρω προστίμου, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των δύο πρώτων εδαφίων της παρούσας περίπτωσης. Δεν επιβάλλεται πρόστιμο στις δηλώσεις ΕΝ.Φ.Ι.Α. - πράξεις προσδιορισμού φόρου, οι οποίες συντίθενται μηχανογραφικά από τη Φορολογική Διοίκηση.
Δεν επιβάλλονται τα πρόστιμα του παρόντος άρθρου, σε περίπτωση υποβολής εκπρόθεσμης τροποποιητικής δήλωσης Φ.Π.Α. ή δήλωσης παρακρατούμενου φόρου, εφόσον η σχετική αρχική δήλωση έχει υποβληθεί εμπρόθεσμα. Τα πρόστιμα του παρόντος δεν επιβάλλονται, σε περίπτωση υποβολής:
α) εκπρόθεσμης αρχικής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φυσικού προσώπου ή νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας, από την οποία το ποσό φόρου που προκύπτει προς καταβολή είναι έως εκατό (100) ευρώ,
β) εκπρόθεσμης τροποποιητικής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φυσικού προσώπου ή νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας, από την οποία το επιπλέον ποσό φόρου που προκύπτει προς καταβολή, σε σχέση με την αρχική δήλωση, είναι έως εκατό (100) ευρώ. (παρ.2 άρθρο 54 ν.4987/22, όπως τροποποιήθηκε από την παρ.1 του άρθρου 35 του ν.5036/23)
Πράξεις επιβολής προστίμου που εκδόθηκαν για εκπρόθεσμες αρχικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φυσικού προσώπου ή νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας, από τις οποίες το ποσό φόρου που προέκυψε προς καταβολή είναι έως εκατό (100) ευρώ και πράξεις επιβολής προστίμου που εκδόθηκαν για εκπρόθεσμες τροποποιητικές δηλώσεις νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας, από τις οποίες το ποσό φόρου που προέκυψε προς καταβολή, σε σχέση με την αρχική δήλωση, είναι έως εκατό (100) ευρώ, για τις οποίες:
α) είτε δεν έχει παρέλθει η προθεσμία άσκησης ενδικοφανούς προσφυγής ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών ή εκκρεμεί η έκδοση απόφασης επί της ενδικοφανούς προσφυγής που έχει ασκηθεί ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών,
β) είτε δεν έχει παρέλθει η προθεσμία άσκησης δικαστικής προσφυγής κατά της απορριπτικής απόφασης της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών ή εκκρεμεί, ενώπιον των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, εμπρόθεσμη προσφυγή κατά της απόφασης ή της σιωπηρής απόρριψης της ενδικοφανούς προσφυγής από τη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών, ακυρώνονται ή, εφόσον έχουν εισπραχθεί, συμψηφίζονται με οφειλές και, στην περίπτωση που δεν υπάρχει οφειλή, επιστρέφονται. Τα οριζόμενα στο προηγούμενο εδάφιο καταλαμβάνουν και εκκρεμείς κατά τα ως άνω πράξεις επιβολής προστίμου για πράξεις διοικητικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος ποσού φόρου προς καταβολή έως εκατό (100) ευρώ, οι οποίες εκδόθηκαν σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 32, με βάση διαθέσιμες πληροφορίες κατόπιν διασταυρώσεων. (άρθρο 70 παρ.41 ν.4987/22, όπως προστέθηκε από την παρ.2 του άρθρου 35 του ν.5036/23)
Για εκπρόθεσμες τροποποιητικές δηλώσεις στοιχείων ακινήτων (Ε9) ετών 2010 και επόμενων, που υποβλήθηκαν ή θα υποβληθούν από τις 31.12.2014 μέχρι την ανάρτηση των κτηματολογικών στοιχείων στο σύνολο της Ελληνικής Επικράτειας, όπως αυτή προκύπτει από σχετική διαπιστωτική πράξη του Δ.Σ. του Ν.Π.Δ.Δ. «Ελληνικό Κτηματολόγιο», η οποία κοινοποιείται προς τον Υπουργό Οικονομικών, δεν επιβάλλονται το πρόστιμο του άρθρου 54 του ν. 4174/2013 (Α΄ 170) ή το αυτοτελές πρόστιμο του άρθρου 4 του ν. 2523/1997 (Α΄179). Πρόστιμα που έχουν βεβαιωθεί δεν διαγράφονται. Πρόστιμα που έχουν καταβληθεί, δεν επιστρέφονται. (παρ.3 άρθρο 73 Ν.4607/19, όπως αντικαταστάθηκε από την παρ.1 του άρθρου 76 του Ν.4764/20)
Τα πρόστιμα των περιπτ.στ και ζ εφαρμόζονται για παραβάσεις που διαπιστώνονται από την 1.1.2016 και εφεξής. (περίπτ. γ' της παρ. 14 του άρθρου 40 του Ν.4410/16)
Τα πρόστιμα των περιπτ.η και θ εφαρμόζονται από 7.6.2017 και εξεφής. (ΠΟΛ 1026/12.02.2018)
Τα πρόστιμα του άρθρου 54 επιβάλλονται ανεξαρτήτως του αν οι σχετικές παραβάσεις διαπιστώνονται στο πλαίσιο ελέγχου ή όχι. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Το πρόστιμο για την παράβαση της περ. η) της παρ. 1 του άρθρου 54 δεν επιβάλλεται όπου επιβάλλεται το πρόστιμο του άρθρου 54Ε. (άρθρο 62 παρ.7 ν.4987/22)
Επισημαίνεται ότι για τις μη υποβληθείσες ή εκπρόθεσμες μηδενικές δηλώσεις απόδοσης παρακρατούμενου φόρου, εκτός του φόρου μισθωτών υπηρεσιών (ΠΟΛ.1072/2015 εγκύκλιος), εφαρμόζονται τα οριζόμενα στην περ.α' της παρ.1 του άρθρου 54 Ν.4174/2013 (ήδη άρθρο 54 ν.4987/22) (σχετ. η παρ. 2α της ΠΟΛ.1252/2015 εγκυκλίου). (ΠΟΛ 1080/22.06.2016)
Εάν ο φορολογούμενος ήταν υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών με βάση τις διατάξεις του ΚΦΑΣ που ίσχυσαν μέχρι 31.12.2014 και για τις δραστηριότητές του που εντασσόταν σε διαφορετικές κατηγορίες βιβλίων (π.χ. απλογραφικά και διπλογραφικά βιβλία) επιβάλλεται το πρόστιμο που αντιστοιχεί στη μεγαλύτερη κατηγορία βιβλίων. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Δεν επιβάλλεται πρόστιμο σε περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής δήλωσης χωρίς να υπάρχει αντίστοιχη φορολογική υποχρέωση (εκ παραδρομής).
Δεδομένου ότι η μη υποβολή δήλωσης διαπιστώνεται μόνον κατόπιν ελέγχου, το πρόστιμο του άρθρου 54, κατόπιν ελέγχου, επιβάλλεται μόνον εφόσον είναι μεγαλύτερο από το προβλεπόμενο στα άρθρα 58, 58Α (περ. 2) ή 59, κατά περίπτωση, αντί αυτών, κατ' εφαρμογή της παραγράφου 6 του άρθρου 62 του Ν.4174/13. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Για την καλύτερη κατανόηση των ανωτέρω δείτε την ΠΟΛ 1252/20.11.2015 στην οποία παρατίθενται σχετικά παραδείγματα.
Τροποποιητικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος που υποβάλλονται για τη συμπλήρωση ή μεταβολή αμιγώς πληροφοριακών στοιχείων, δηλαδή στοιχείων που δεν επηρεάζουν το αποτέλεσμα της φορολογικής δήλωσης, σκοπό έχουν τη διόρθωση υποβληθεισών ελλιπών δηλώσεων.
Ενδεικτικά παραδείγματα τέτοιων περιπτώσεων είναι η εισαγωγή ή η διόρθωση του αριθμού παροχής της ΔΕΗ, του ΑΜΚΑ του υπόχρεου ή κάποιου εξαρτώμενου μέλους του, του ΑΦΜ του αντισυμβαλλόμενου στις περιπτώσεις που ζητείται από την ηλεκτρονική εφαρμογή, η τροποποίηση του αριθμού του τραπεζικού λογαριασμού (ΙBAN), η εισαγωγή κενού ή ημιτελούς ακινήτου ή των στοιχείων των συνιδιοκτητών ακινήτων στο Ε2, η μεταβολή κάποιου πληροφοριακού στοιχείου του Πίνακα Β΄ της πρώτης σελίδας του Ε3, η τροποποίηση στοιχείων του υπόχρεου νομικού προσώπου/οντότητας ή του εκπροσώπου αυτού, κλπ. Αντίθετα, δεν αποτελεί διόρθωση ελλιπούς δήλωσης η προσθήκη εξαρτώμενων μελών, η συμπλήρωση του κωδικού που αφορά στη φορολόγηση σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. στ΄ της παρ. 2 του άρθρου 12 του ΚΦΕ, στην αναπηρία, στην ηλικία προκειμένου να υπολογιστούν μειώσεις ή απαλλαγές που προβλέπονται (τεκμήρια, τέλος επιτηδεύματος), στον χαρακτηρισμό του κατ΄ επάγγελμα αγρότη, καθώς και στην υπαγωγή στην παρ. 2 του άρθρου 58 του ΚΦΕ για νομικά πρόσωπα που είναι εγγεγραμμένα στο Μητρώο του άρθρου 19 του ν.4384/2016 κ.λπ., καθόσον τα στοιχεία αυτά επηρεάζουν τον προσδιορισμό της φορολογικής υποχρέωσης.
Από όλα όσα αναφέρθηκαν παραπάνω και δεδομένου ότι στη φορολογία εισοδήματος δεν επιβάλλεται πρόστιμο στην περίπτωση υποβολής ελλιπούς δήλωσης, συνάγεται ότι η διόρθωση πληροφοριακών στοιχείων των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων (έντυπα Ε1 και Ν) ή των συνυποβαλλόμενων με αυτές εντύπων (Ε2, Ε3, κλπ), σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην προηγούμενη παράγραφο, εμπίπτει στην έννοια της διόρθωσης ελλιπούς δήλωσης και συνεπώς, κατά την υποβολή τέτοιων τροποποιητικών δηλώσεων δεν επιβάλλεται το πρόστιμο της περ. α’ της παρ. 2 του άρθρου 54 του ΚΦΔ, ακόμη κι αν αυτές υποβληθούν εκπρόθεσμα. (ΠΟΛ 1215/26.11.2018)
Δεδομένου ότι μέχρι σήμερα δεν έχει τεθεί σε λειτουργία η ηλεκτρονική εφαρμογή για την υποβολή των δηλώσεων απόδοσης παρακρατούμενου φόρου στα εισοδήματα από μερίσματα, τόκους και δικαιώματα με αποτέλεσμα οι σχετικές δηλώσεις να υποβάλλονται χειρόγραφα στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ., το υποσύστημα εσόδων των οποίων συχνά δεν υποστηρίζει την καταχώρηση των δηλώσεων αυτών όταν περιλαμβάνουν περισσότερες της μίας εγγραφές, διευκρινίζεται ότι η τυχόν τροποποιητική δήλωση απόδοσης παρακρατούμενου φόρου που υποβάλλεται για τη διόρθωση μιας παράλειψης μετά τη νόμιμη προθεσμία υποβολής της δήλωσης απόδοσης παρακρατούμενου φόρου για πληρωμές από την ίδια κατηγορία (π.χ. δικαιούχος που εκ παραδρομής δεν συμπεριελήφθη στην αρχική δήλωση απόδοσης παρακρατούμενων φόρων, αμοιβές μελών ΔΣ που εμπίπτουν στην έννοια των μερισμάτων και εκ παραδρομής δεν συμπεριελήφθησαν μαζί με τις υπόλοιπες πληρωμές μερισμάτων στην αρχική δήλωση απόδοσης παρακρατούμενου φόρου στα εισοδήματα από μερίσματα), υπέχει θέση τροποποιητικής, λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν προβλέπεται ξεχωριστό έντυπο δήλωσης απόδοσης παρακρατούμενου φόρου για πληρωμές της αυτής κατηγορίας. Επομένως, σε περίπτωση υποβολής τροποποιητικής δήλωσης απόδοσης παρακρατούμενου φόρου στα εισοδήματα από μερίσματα, τόκους ή δικαιώματα, κατά περίπτωση, για τη διόρθωση μιας παράλειψης, δεν επιβάλλονται κυρώσεις εκπροθέσμου, εφόσον έχει υποβληθεί εμπρόθεσμα δήλωση απόδοσης παρακρατούμενου φόρου για πληρωμές της αυτής κατηγορίας στην οποία θα περιλαμβανόταν και η παραλειπόμενη πληρωμή (αρχική δήλωση). (ΠΟΛ 1035/28.02.2018)
Σε περίπτωση διαπίστωσης, στο πλαίσιο ελέγχου, εκ νέου διάπραξης της ίδιας παράβασης, εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, τα σύμφωνα με το παρόν άρθρο πρόστιμα επιβάλλονται στο διπλάσιο και, στην περίπτωση κάθε επόμενης ίδιας παράβασης, στο τετραπλάσιο του αρχικώς επιβληθέντος προστίμου. (παρ. 3 άρθρο 54 ν.4987/22)
Εάν μέχρι την εκ νέου διάπραξη έχουν ισχύσει ευνοϊκότερες διατάξεις, επιβάλλεται, κατά περίπτωση, το διπλάσιο ή το τετραπλάσιο του οφειλομένου προστίμου με βάση τις ευνοϊκότερες διατάξεις. Επανάληψη της ίδιας παράβασης (και όχι απλώς παράβασης που εμπίπτει στην ίδια περίπτωση της παραγράφου 1 του άρθρου 54), για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης, θεωρείται η διαπίστωση της ίδιας παράβασης εντός πενταετίας, στο πλαίσιο διαφορετικού ελέγχου και εφόσον έχει ήδη εκδοθεί η αρχική πράξη. Έτσι για παράδειγμα δεν αποτελεί ίδια παράβαση η εκπρόθεσμη ή ανακριβής υποβολή δήλωσης πληροφοριακού χαρακτήρα όταν οι δηλώσεις αυτές υποβάλλονται δυνάμει διαφορετικών διατάξεων νόμου ή κανονιστικών πράξεων (λ.χ. δεν θεωρείται ίδια παράβαση η μη υποβολή δήλωσης πληροφοριακών στοιχείων μισθώσεων ακίνητης περιουσίας με τη μη υποβολή τριμηνιαίας κατάστασης συμφωνητικών).
Επίσης, ως προς τις παραβάσεις της περίπτωσης η', που αφορούν την παρ. 1 του άρθρου 13, εξετάζονται ως ενιαίο σύνολο και νοείται επανάληψη παράβασης εφόσον διαπιστώνονται σε διαφορετικό έλεγχο και για διαφορετική χρήση.
Επίσης, νοείται επανάληψη παράβασης μη διαφύλαξης, σε κάθε περίπτωση, που αυτή αφορά διαφορετικό βιβλίο ή στοιχείο.
Τα πρόστιμα της παραγράφου αυτής επιβάλλονται μόνο εφόσον η αρχική παράβαση έχει διαπραχθεί μετά την έναρξη ισχύος του ΚΦΔ. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Είκοσι (20) ημέρες τουλάχιστον πριν την έκδοση της πράξης επιβολής προστίμου ο φορολογούμενος καλείται εγγράφως, προκειμένου να υποβάλει τις αντιρρήσεις του ή γενικά τις απόψεις του. Η διαδικασία αυτή δεν εφαρμόζεται σε περιπτώσεις επιβολής προστίμου για διαδικαστικές παραβάσεις του άρθρου 54 του Ν.4174/13 (ήδη άρθρου 54 ν.4987/22) καθώς και πρόστιμα τα οποία προκύπτουν και επιβάλλονται κατά τον άμεσο, διοικητικό ή προληπτικό προσδιορισμό του φόρου. Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος αμφισβητεί την πράξη επιβολής προστίμου που έχει εκδοθεί σε βάρος του από την Φορολογική Διοίκηση, υποβάλλει ενδικοφανή προσφυγή στα πλαίσια της Ειδικής Διοικητικής Διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 63 του Ν.4174/13 (ήδη άρθρου 63 ν.4987/22), με αίτημα την επανεξέταση της πράξης από τη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών (Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης) (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 63 του Ν.4174/13 δείτε την ΠΟΛ 1064/12.04.2017 (ΦΕΚ 1440/27.04.2017 τεύχος Β')
Για πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου που αφορούν εν γένει φορολογικές υποχρεώσεις, χρήσεις, περιόδους ή υποθέσεις έως και τις 31.12.2013 επιβάλλεται, αντί του πρόσθετου φόρου του άρθρου 1 του ν. 2523/1997 (Α’ 179), πρόστιμο που ισούται με το άθροισμα του προστίμου του άρθρου 58, της παρ. 2 του άρθρου 58Α ή του άρθρου 59 του Κώδικα, κατά περίπτωση, πλέον του τόκου του άρθρου 53 του Κώδικα, ο οποίος υπολογίζεται από την 1η.1.2014 και μέχρι την έκδοση του εκτελεστού τίτλου, εφόσον αυτό συνεπάγεται επιεικέστερη μεταχείριση του φορολογούμενου. Σε κάθε περίπτωση, μετά την απόκτηση του εκτελεστού τίτλου, εφαρμόζεται το άρθρο 53 του Κώδικα. (παρ. 14 άρθρο 70 ν.4987/22)
Οι διατάξεις της παρ. 17 του άρθρου 72 του ν. 4174/2013, όπως αντικαθίστανται με την παράγραφο 1 του άρθρου 49 του Ν.4509/17, εφαρμόζονται και επί εκκρεμών, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, υποθέσεων. Ως εκκρεμείς υποθέσεις νοούνται οι υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών ή των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων ή του Συμβουλίου της Επικρατείας κατόπιν άσκησης ενδικοφανούς ή δικαστικής προσφυγής ή τακτικού ενδίκου μέσου ή αίτησης αναίρεσης ή εκείνες για τις οποίες εκκρεμεί η προθεσμία άσκησης ενδικοφανούς ή δικαστικής προσφυγής ή τακτικού ενδίκου μέσου ή αίτησης αναίρεσης, καθώς και οι υποθέσεις για τις οποίες έχουν εκδοθεί οι σχετικές πράξεις ή αποφάσεις αλλά δεν έχουν κοινοποιηθεί στον φορολογούμενο. Ως εκκρεμείς νοούνται, επίσης, οι υποθέσεις οι οποίες έχουν συζητηθεί και δεν έχει εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση του δικαστηρίου ή έχει εκδοθεί μη αμετάκλητη απόφαση αλλά δεν έχει κοινοποιηθεί στον φορολογούμενο. (παρ.2 άρθρο 49 Ν.4509/17)
Εξαιρετικά, οι ρυθμίσεις της παραγράφου 2 εφαρμόζονται και στην περίπτωση που ο φορολογούμενος δεν επιθυμεί τη συνέχιση της δίκης ή την εξέταση της ενδικοφανούς προσφυγής του. Προς το σκοπό αυτόν, ο φορολογούμενος υποβάλλει αίτηση - ανέκκλητη δήλωση ανεπιφύλακτης αποδοχής της πράξης προσδιορισμού του φόρου ή της απόφασης της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών ή του δικαστηρίου. Στην περίπτωση αυτή, για την εφαρμογή των διατάξεων του πρώτου εδαφίου της παρ. 17 του άρθρου 72 του ν. 4174/2013, όπως αντικαθίσταται με την παράγραφο 1 του παρόντος, το ποσό του τόκου υπολογίζεται μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης - ανέκκλητης δήλωσης ανεπιφύλακτης αποδοχής. Η αίτηση - δήλωση αυτή υποβάλλεται στον προϊστάμενο της υπηρεσίας που εξέδωσε την πράξη. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να μην έχει εκδοθεί αμετάκλητη δικαστική απόφαση κατά το χρόνο υποβολής της δήλωσης αποδοχής. Στις περιπτώσεις που η υπόθεση εκκρεμεί ενώπιον των δικαστηρίων, με την ως άνω αίτηση - δήλωση αποδοχής συνυποβάλλεται και σχετική βεβαίωση της γραμματείας του αρμοδίου δικαστηρίου για το στάδιο στο οποίο βρίσκεται η υπόθεση. Αν έχει εκδοθεί μη αμετάκλητη απόφαση, η ως άνω βεβαίωση πρέπει να διαλαμβάνει αν η απόφαση επιδόθηκε στον αντίδικο του Δημοσίου και, σε καταφατική περίπτωση, την ημεροχρονολογία της επίδοσης. Επί υποθέσεων που έχουν ήδη συζητηθεί, αλλά δεν έχει εκδοθεί ακόμη απόφαση ή έχει εκδοθεί αλλά δεν έχει καταστεί αμετάκλητη, λόγω ύπαρξης προθεσμίας άσκησης ή λόγω άσκησης ενδίκου μέσου κατά της απόφασης, η κατά τα ανωτέρω αίτηση - δήλωση ανέκκλητης αποδοχής περιλαμβάνει, κατά περίπτωση, και δήλωση παραίτησης των διαδίκων από του δικαιώματος τους να απαιτήσουν τη συμμόρφωση προς την τυχόν εκδοθησομένη δικαστική απόφαση ή να ασκήσουν οποιοδήποτε τακτικό ή έκτακτο ένδικο μέσο κατ' αυτής ή παραίτηση από το δικόγραφο του ήδη ασκηθέντος ενδίκου μέσου. Ειδικώς δε, σε υποθέσεις που δεν έχουν συζητηθεί ή έχουν συζητηθεί και δεν έχει εκδοθεί απόφαση του δικαστηρίου, έχουν ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις της περίπτωσης α' της παρ. 1 του άρθρου 142 του ν. 2717/1999 (Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας, Α' 97), τα αποτελέσματα της οποίας επέρχονται με την υποβολή στη γραμματεία του δικαστηρίου σχετικής βεβαίωσης του Προϊσταμένου της φορολογικής αρχής που εξέδωσε την πράξη, με περιεχόμενο την περάτωση της διαδικασίας της παρούσας παραγράφου.
Με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων δύναται να καθορίζεται η διαδικασία επιβολής των προστίμων, ζητήματα αρμοδιοτήτων και κάθε αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή της παρ. 17 του άρθρου 72 του ν. 4174/2013, όπως αντικαθίσταται με την παράγραφο 1 του παρόντος, καθώς και των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος. (παρ.3 άρθρο 49 Ν.4509/17)
Κατ' εξουσιοδότηση της ανωτέρω διάταξης εκδόθηκε η ΠΟΛ 1214/22.12.2017 (ΦΕΚ 4618/28.12.2017 τεύχος Β')
V. Σώρευση προστίμων για την ίδια παράβαση
Εφόσον, για την ίδια παράβαση, επιβάλλονται, σύμφωνα με τον Κώδικα, περισσότερα πρόστιμα, υπερισχύει η διάταξη που προβλέπει το μεγαλύτερο πρόστιμο. (παρ.6 άρθρο 62 ν.4987/22)
Για την καλύτερη κατανόηση των ανωτέρω, δείτε την ΠΟΛ 1252/20.11.2015 στην οποία παρατίθενται σχετικά παραδείγματα.
VI. Καταλογιστικές πράξεις ποσών άνω του 1.000.000 ευρώ
Καταλογιστικές πράξεις φόρου, τέλους, εισφοράς ή προστίμου που εκδίδονται από φορολογικές ή τελωνειακές αρχές στις οποίες το ανά πράξη καταλογισθέν ποσόν υπερβαίνει το ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ, επιδίδονται αποκλειστικά με δικαστικούς επιμελητές. (παρ.1 άρθρο 1 ΠΟΛ 1188/06.09.2011 (ΦΕΚ 1993/08.09.2011 τεύχος Β') όπως αντικαταστάθηκε από την παρ. α' του άρθρου 1 της ΠΟΛ 1043/06.03.2018 (ΦΕΚ 1002/21.03.2018 τεύχος Β’)
Οι πράξεις αυτές αφορούν φόρο εισοδήματος, φόρο προστιθέμενης αξίας, πρόστιμα για παραβάσεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, φόρο ακίνητης περιουσίας, τέλη χαρτοσήμου, παρακρατούμενους η επιρριπτόμενους φόρους, φόρο υπεραξίας από αναπροσαρμογή ακινήτων, φόρο μεταβίβασης ακινήτων, φόρο κληρονομιών, δωρεών και γονικών παροχών καθώς και οποιουδήποτε φόρου, τέλους ή εισφοράς, ή προστίμου, καθώς και εν γένει κάθε πράξης που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013) συμπληρωματικές πράξεις χρέωσης δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων, καταλογιστικές πράξεις επιβολής προστίμων και πολλαπλών τελών για παραβάσεις της τελωνειακής νομοθεσίας. (παρ.2 άρθρο 1 ΠΟΛ 1188/06.09.2011 (ΦΕΚ 1993/08.09.2011 τεύχος Β') όπως συμπληρώθηκε από την παρ. β' του άρθρου 1 της ΠΟΛ 1043/06.03.2018 (ΦΕΚ 1002/21.03.2018 τεύχος Β’)
Για περισσότερα δείτε το πλήρες κείμενο της ΠΟΛ 1188/06.09.2011 (ΦΕΚ 1993/08.09.2011 τεύχος Β')
[/post_tab][post_tab title="Προϊσχύον καθεστώς"]
[post_tabs]
ΠΡΟΣΤΙΜΟ ΜΗ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΦΟΡΟΥ- ΚΥΡΩΣΕΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΑΡΑΒΑΣΕΩΝ
II. Πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής
III. Πρόστιμο μη καταβολής παρακρατούμενων φόρων
V. Σώρευση προστίμων για την ίδια παράβαση
VI. Καταλογιστικές πράξεις ποσών άνω του 1.000.000 ευρώ
Με το υπ' αριθ. Δ12Α 1048002 ΕΞ 2014/18.03.2014 έγγραφο του Υπ. Οικ. διευκρινίζεται ότι οι παρακρατούμενοι φόροι εισοδήματος, με βάση τις δηλώσεις απόδοσης παρακρατούμενοι φόρων, εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013).
II. Πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής
Αν οποιοδήποτε ποσό φόρου δεν καταβληθεί το αργότερο εντός δύο (2) μηνών από την παρέλευση της νόμιμης προθεσμίας καταβολής, υπολογίζεται πρόστιμο ίσο με ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) του φόρου που δεν καταβλήθηκε εμπρόθεσμα. Μετά την πάροδο ενός έτους από τη λήξη της νόμιμης προθεσμίας καταβολής το παραπάνω πρόστιμο ανέρχεται σε είκοσι τοις εκατό (20%) του φόρου. Μετά την πάροδο δύο (2) ετών ανέρχεται σε τριάντα τοις εκατό (30%) του φόρου. Το πρόστιμο των προηγούμενων εδαφίων υπολογίζεται και στις περιπτώσεις εκπρόθεσμης υποβολής δήλωσης με βάση το χρόνο, κατά τον οποίο έληγε η σχετική προθεσμία υποβολής. (άρθρο 57 Ν.4174/13, όπως αντικαταστάθηκε από την παρ. 14 του άρθρου 48 του Ν. 4223/13)
Με την παρ.1 του άρθρου 19 του Ν.4321/15 καταργούνται τα πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής του άρθρου 57 του ν. 4174/2013 (Α' 170) και του άρθρου 6 του ν.δ. 356/ 1974 (Α' 90). Η κατάργηση των προστίμων της προηγούμενης παραγράφου καταλαμβάνει οφειλές που καταχωρίζονται στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης από τη δημοσίευση του Ν.4321/15 (ημερ.δημοσ.21.03.2015).
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του Ν.4321/15 με την ανωτέρω κατάργηση επιδιώκεται η αποφυγή της υπέρμετρης επιβάρυνσης του οφειλέτη με πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής πλέον του τόκου εκπρόθεσμης καταβολής του άρθρου 53 του Κ.Φ.Δ. και του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε., κατά περίπτωση, η οποία οδηγεί αφενός σε παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας και αφετέρου σε επιβάρυνση του χαρτοφυλακίου των ληξιπροθέσμων οφειλών με υπέρογκα πρόστιμα. Επιπλέον, η επιβολή στις εκπρόθεσμα καταβαλλόμενες οφειλές, αφενός του τόκου του άρθρου 53 και του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε., και αφετέρου του προστίμου του άρθρου 57 του Κ.Φ.Δ. (10%, 20%, 30%), στο οποίο παραπέμπουν και οι διατάξεις του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε., αποτελεί κατ' ουσία διπλή χρηματική κύρωση.
III. Πρόστιμο μη καταβολής παρακρατούμενων φόρων
Για παραβάσεις σχετικές με παρακρατούμενους φόρους οι οποίες διαπιστώνονται κατόπιν ελέγχου, επιβάλλονται τα ακόλουθα πρόστιμα:
1. Σε περίπτωση μη υποβολής δήλωσης παρακρατούμενου φόρου από την οποία θα προέκυπτε υποχρέωση απόδοσης φόρου επιβάλλεται πρόστιμο ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) επί του ποσού του φόρου που αναλογεί στη μη υποβληθείσα δήλωση.
2. Σε περίπτωση υποβολής ανακριβούς δήλωσης παρακρατούμενου φόρου επιβάλλεται πρόστιμο ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) επί της διαφοράς του φόρου. (άρθρο 59 Ν.4174/13
, όπως τροποποιήθηκε από την περίπτ. 11 της υποπαρ. Δ.2 του άρθρου πρώτου του Ν. 4254/14 αντικαταστάθηκε από την παρ.9 του άρθρου 3 του Ν. 4337/15)
Τα ανωτέρω πρόστιμα επιβάλλονται μόνο σε περίπτωση που οι σχετικές παραβάσεις διαπιστωθούν κατόπιν ελέγχου. (παρ.7 άρθρο 62 Ν.4174/13, όπως προστέθηκε με την παρ. 10 του άρθρου 3 του Ν. 4337/15)
Στην περίπτωση της εκπρόθεσμης υποβολής δήλωσης παρακρατούμενου φόρου και εκπρόθεσμης απόδοσης αυτού, επιβάλλεται μόνο το πρόστιμο του άρθρου 54 του Ν.4174/13 και υπολογίζεται και ο τόκος του άρθρου 53. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Στην περίπτωση που επιβάλλεται το πρόστιμο του άρθρου 59, δεν επιβάλλεται αυτό του άρθρου 58 (άρθρο 62 παρ. 7)
Ειδικότερα:
-Σε περίπτωση μη υποβολής δήλωσης παρακρατούμενου φόρου από την οποία θα προέκυπτε υποχρέωση απόδοσης φόρου επιβάλλεται πρόστιμο ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) επί του ποσού του φόρου που αναλογεί στη μη υποβληθείσα δήλωση.
-Σε περίπτωση υποβολής ανακριβούς δήλωσης παρακρατούμενου φόρου επιβάλλεται πρόστιμο ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) επί της διαφοράς του φόρου. Διευκρινίζεται ότι στην περίπτωση μη υποβολής δήλωσης παρακρατούμενου φόρου από την οποία προκύπτει φόρος προς καταβολή, που διαπιστώνεται κατόπιν ελέγχου και για την οποία εκδίδεται πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, έχει εφαρμογή και η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 54. Επειδή σωρεύονται περισσότερα πρόστιμα που επιβάλλονται για την ίδια παράβαση, υπερισχύει η διάταξη που προβλέπει το μεγαλύτερο πρόστιμο (άρθ. 62, παρ. 6), και στην περίπτωση αυτή θα επιβάλλεται το μεγαλύτερο κάθε φορά πρόστιμο μεταξύ αυτών, δηλαδή του άρθρου 54 παρ. 2 και του άρθρου 59 παρ. 1. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Τα ανωτέρω εφαρμόζονται, κατά περίπτωση, για πράξεις προσδιορισμού οποιουδήποτε φόρου ή επιβολής προστίμου, τέλους ή εισφοράς που εκδίδονται από την ημερομηνία κατάθεσης του Ν.4337/15 και αφορούν φορολογικές υποχρεώσεις, περιόδους ή χρήσεις που λήγουν μετά τις 31.12.2013 ή υποθέσεις από 1.1.2014, για τις οποίες είχαν εφαρμογή από 1.1.2014 οι διατάξεις των άρθρων 58 και 59 του ν. 4174/2013, εφόσον η εφαρμογή τους συνεπάγεται ευνοϊκότερο καθεστώς για τον υπόχρεο. (παρ.1 άρθρο 7 Ν.4337/15)
Διευκρινίζεται δε ότι για εκπρόθεσμη υποβολή δηλώσεων παρακρατούμενων φόρων, που έπρεπε να υποβληθούν ή υποβλήθηκαν από 1.1.2014 και μετά και για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί πράξη επιβολής προστίμου, σύμφωνα με το άρθρο 59, όπως αυτό ίσχυε πριν τον ν. 4337/2015, θα επιβάλλεται το πρόστιμο του άρθρου 54. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Για την καλύτερη κατανόηση των ανωτέρω, δείτε την ΠΟΛ 1252/20.11.2015 στην οποία παρατίθεται σχετικό παράδειγμα.
Η δυνατότητα εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του Ν.4337/15 (ευνοϊκότερο καθεστώς) παρέχεται και για εκκρεμείς υποθέσεις.
Ως εκκρεμείς υποθέσεις, νοούνται οι υποθέσεις οι οποίες, κατά την ημερομηνία κατάθεσης του Ν.4337/15 (12.10.2015), εκκρεμούν ενώπιον της διεύθυνσης επίλυσης διαφορών ή των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων ή του Συμβουλίου της Επικρατείας κατόπιν άσκησης εμπρόθεσμης ενδικοφανούς ή δικαστικής προσφυγής ή τακτικού ενδίκου μέσου ή αίτησης αναίρεσης για τις οποίες εκκρεμεί η προθεσμία άσκησης ενδικοφανούς ή δικαστικής προσφυγής ή τακτικού ενδίκου μέσου ή αίτησης αναίρεσης, καθώς και υποθέσεις για τις οποίες έχουν εκδοθεί οι σχετικές πράξεις αλλά δεν έχουν κοινοποιηθεί κατά την ημερομηνία κατάθεσης του παρόντος. Ως εκκρεμείς υποθέσεις νοούνται και οι υποθέσεις για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί οριστική δικαστική απόφαση αλλά προδικαστική απόφαση και δεν έχει γίνει εκ νέου συζήτηση της υπόθεσης.
Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 1 απαιτείται ανέκκλητη δήλωση ανεπιφύλακτης αποδοχής, για την υπαγωγή στις ανωτέρω διατάξεις του συνόλου των παραβάσεων κάθε πράξης ή απόφασης της διεύθυνσης επίλυσης διαφορών ή του δικαστηρίου, και καταβολή του συνόλου της οφειλής, που προκύπτει μετάτον επανυπολογισμό του προστίμου με το ευνοϊκότερο καθεστώς, άμεσα ή το αργότερο εντός δύο (2) εργασίμων ημερών από την υποβολή της δήλωσης αποδοχής, άλλως δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 1.
Η δήλωση υποβάλλεται στον προϊστάμενο της αρχής που εξέδωσε την πράξη, εντός ανατρεπτικής προθεσμίας ενενήντα (90) ημερών από τη δημοσίευση του Ν.4337/15 (δηλαδή έως την 15.1.2016) ή την κοινοποίηση στον φορολογούμενο της πράξης ή της απόφασης, κατά περίπτωση. (παρ.2 άρθρο 7 Ν.4337/15) (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Η προθεσμία που προβλέπεται από το πέμπτο εδάφιο των παραγράφων 2 και 4 του άρθρου 7 του ν. 4337/2015 (Α' 129), παρατείνεται από τη λήξη της και μέχρι την 30.10.2016. (περίπτ. α άρθρο 45 Ν.4410/16)
Για την καταβολή εξακολουθούν να ισχύουν τα προβλεπόμενα από το τέταρτο εδάφιο των ως άνω παραγράφων. Εξαιρετικά, για δηλώσεις που έχουν υποβληθεί μετά τη λήξη της προβλεπόμενης από το πέμπτο εδάφιο των παραγράφων 2 και 4 του άρθρου 7 του ν. 4337/2015 (Α' 129) προθεσμίας και μέχρι την έναρξη ισχύος του Ν.4410/16 (03.08.2016), η καταβολή γίνεται εντός δεκαπέντε (15) εργασίμων ημερών από την έναρξη ισχύος του Ν.4410/16 (δηλ. από 03.08.2016) (περίπτ. β άρθρο 45 Ν.4410/16)
Στις περιπτώσεις που η υπόθεση εκκρεμεί ενώπιον των δικαστηρίων, με την ως άνω δήλωση αποδοχής συνυποβάλλεται και σχετική βεβαίωση του αρμόδιου δικαστηρίου ότι η υπόθεση δεν έχει συζητηθεί και δήλωση παραίτησης από το σχετικό δικόγραφο ή δικαίωμα.Ποσά που έχουν καταβληθεί δεν επιστρέφονται, δεν συμψηφίζονται και δεν αναζητούνται, λόγω εφαρμογής της παρούσας παραγράφου.Στις περιπτώσεις της κατά τα άνω αποδοχής, όπου συντρέχει περίπτωση, έχουν ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις της περίπτωσης α' της παρ. 1 του άρθρου 142 του ν. 2717/1999 (Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας, Α' 97), τα αποτελέσματα της οποίας επέρχονται με την περιέλευση στη γραμματεία του Διοικητικού Δικαστηρίου σχετικής βεβαίωσης του Προϊσταμένου της φορολογικής αρχής που εξέδωσε την πράξη. (παρ.2 άρθρο 7 Ν.4337/15) (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Διευκρινίζεται ότι, σε περίπτωση που ο αιτών δεν καταβάλει το σύνολο της οφειλής του εντός δύο (2) εργασίμων ημερών από την υποβολή της δήλωσης αποδοχής, μπορεί να υποβάλει εκ νέου αίτηση έως την καταληκτική ημερομηνία υποβολής της. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Επισημαίνεται ότι ποσά που τυχόν έχουν καταβληθεί πλέον αυτών που τελικά προκύπτουν με το ευνοϊκότερο καθεστώς που έχουν καταβληθεί δεν επιστρέφονται, δεν συμψηφίζονται και δεν αναζητούνται, λόγω εφαρμογής της παραγράφου αυτής. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Είκοσι (20) ημέρες τουλάχιστον πριν την έκδοση της πράξης επιβολής προστίμου ο φορολογούμενος καλείται εγγράφως, προκειμένου να υποβάλει τις αντιρρήσεις του ή γενικά τις απόψεις του. Η διαδικασία αυτή δεν εφαρμόζεται σε περιπτώσεις επιβολής προστίμου για διαδικαστικές παραβάσεις του άρθρου 54 καθώς και πρόστιμα τα οποία προκύπτουν και επιβάλλονται κατά τον άμεσο, διοικητικό ή προληπτικό προσδιορισμό του φόρου. Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος αμφισβητεί την πράξη επιβολής προστίμου που έχει εκδοθεί σε βάρος του από την Φορολογική Διοίκηση, υποβάλλει ενδικοφανή προσφυγή στα πλαίσια της Ειδικής Διοικητικής Διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 63 του Ν.4174/13, με αίτημα την επανεξέταση της πράξης από τη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών (Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης) (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 63 του Ν.4174/13 δείτε την ΠΟΛ 1064/12.04.2017 (ΦΕΚ 1440/27.04.2017 τεύχος Β')
Για καθεμία από τις παρακάτω παραβάσεις επιβάλλεται πρόστιμο στον φορολογούμενο ή οποιοδήποτε πρόσωπο, εφόσον υπέχει αντίστοιχη υποχρέωση από τον Κώδικα ή τη φορολογική νομοθεσία που αναφέρεται στο πεδίο εφαρμογής του:
α) δεν υποβάλλει ή υποβάλλει εκπρόθεσμα ή υποβάλει ελλιπή δήλωση πληροφοριακού χαρακτήρα ή φορολογική δήλωση από την οποία δεν προκύπτει φορολογική υποχρέωση καταβολής φόρου,
β) δεν υποβάλλει ή υποβάλλει εκπρόθεσμα φορολογική δήλωση,
γ) δεν υποβάλλει ή υποβάλει εκπρόθεσμα δήλωση παρακράτησης φόρου,
δ) δεν ανταποκριθεί σε αίτημα της Φορολογικής Διοίκησης για παροχή πληροφοριών ή στοιχείων,
ε) δεν συνεργαστεί στη διάρκεια φορολογικού ελέγχου,
στ) δεν γνωστοποιήσει στη Φορολογική Διοίκηση το διορισμό του φορολογικού εκπροσώπου του,
ζ) δεν προβαίνει σε εγγραφή στο φορολογικό μητρώο ή εγγράφεται στο φορολογικό μητρώο περισσότερες φορές,
η) δεν συμμορφώνεται με τις κατά το άρθρο 13 υποχρεώσεις του.
ι) παραβιάζει ή παραποιεί ή επεμβαίνει κατά οποιονδήποτε τρόπο στη λειτουργία των φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών,
ια) εκδίδει στοιχεία λιανικής πώλησης χωρίς τη χρήση φορολογικού ηλεκτρονικού μηχανισμού ή από εγκεκριμένο και μη δηλωμένο φορολογικό ηλεκτρονικό μηχανισμό,
ιβ) εκδίδει δελτία και αποδείξεις από το Ολοκληρωμένο Σύστημα Ελέγχου Εισροών - Εκροών, χωρίς τη χρήση εγκεκριμένου μοντέλου μηχανισμού σήμανσης (Ε.Α.Φ.Δ.Σ.Σ.),
ιγ) δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις της παρ. 1 του άρθρου 20 του ν. 3842/2010 (Α' 58),
ιδ) δεν υποβάλει ή υποβάλλει ανακριβή στοιχεία, αναφορικά με τις κατά την παρ. 8 του άρθρου 62 του ν. 4170/2013 υποχρεώσεις του.
ιε) δεν εκδίδει λογιστικά αρχεία ή εκδίδει ή λαμβάνει ανακριβή λογιστικά αρχεία (παραστατικά), για πράξεις που δεν επιβαρύνονται με Φ.Π.Α.,
ιστ) διακινεί αγαθά χωρίς την ύπαρξη παραστατικών στοιχείων διακίνησης,
ιζ) δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις της παρ. 3 του άρθρου 20 του ν. 3842/2010 (Α΄ 58).
(παρ.1 άρθρο 54 Ν.4174/2013, όπως συμπληρώθηκε από την παρ. 4 του άρθρου 48 του Ν. 4223/13 και τροποποιήθηκε από την περίπτ. 9 της υποπαρ. Δ.2 του άρθρου πρώτου του Ν. 4254/14, τις περιπτ. α' και β' της παρ. 3 του άρθρου 3 Ν. 4337/15 και συμπληρώθηκε με την περίπτ. α' της παρ. 14 του άρθρου 40 του Ν.4410/16 και την παρ. 1 του άρθρου 73 του Ν. 4446/16 και την παρ.4α του άρθρου 12 του Ν.4474/17 και το άρθρο 54 του Ν. 4583/18 και τροποποιήθηκε από τις παρ. 4 και 5 του άρθρου 101 του Ν. 4714/20)
Δείτε την ΠΟΛ 1026/12.02.2018 με την οποία παρέχονται διευκρινίσεις σχετικά με τις περιπτ.η και ι-ιβ και ιε-ιζ.
Τα πρόστιμα για τις παραβάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καθορίζονται ως εξής:
α) εκατό (100) ευρώ, σε περίπτωση μη υποβολής ή εκπρόθεσμης υποβολής σχετικά με την περίπτωση α' της παραγράφου 1 και, στις φορολογίες κεφαλαίου, για κάθε παράβαση των περιπτώσεων α', β', γ', δ' και στ' και ιγ' της παραγράφου 1,
β) εκατό (100) ευρώ, για κάθε παράβαση των περιπτώσεων β', γ' και δ' της παραγράφου 1 που ο φορολογούμενος δεν είναι υπόχρεος τήρησης λογιστικών βιβλίων,
γ) διακόσια πενήντα (250) ευρώ, για κάθε παράβαση των περιπτώσεων β', γ', δ' και στ' της παραγράφου 1, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης βιβλίων και στοιχείων με βάση απλοποιημένα λογιστικά πρότυπα και
δ) πεντακόσια (500) ευρώ, για κάθε παράβαση των περιπτώσεων β', γ', δ' και στ' της παραγράφου 1, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης βιβλίων και στοιχείων με βάση πλήρη λογιστικά πρότυπα.
ε) δύο χιλιάδες πεντακόσια (2.500) ευρώ στις περιπτώσεις ε', ζ', η' και ιδ' της παραγράφου 1.
στ) Στο ύψος των προβλεπομένων προστίμων της περ. β) της παρ. 1 του άρθρου 54ΣΤ,
ζ) πέντε, δέκα, και είκοσι χιλιάδες (5.000, 10.000, 20.000) ευρώ, για κάθε παράβαση της περίπτωσης ι' της παραγράφου 1, κατά περίπτωση και ως εξής: πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ, όταν υπαίτιος της παράβασης είναι ο κάτοχος-χρήστης του φορολογικού ηλεκτρονικού μηχανισμού, δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ, όταν υπαίτιος της παράβασης είναι η επιχείρηση μεταπώλησης ή τεχνικής υποστήριξης και είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ σε περίπτωση που υπαίτιος της παράβασης είναι η επιχείρηση που έχει λάβει έγκριση λογισμικού (software) και υλισμικού (hardware) από τα αρμόδια όργανα.
η) πεντακόσια (500) ευρώ, ανά φορολογικό έλεγχο, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος, και χίλια (1.000) ευρώ, ανά φορολογικό έλεγχο, αν ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος στις περιπτώσεις ιε' και ιστ' της παραγράφου 1,
θ) εκατό (100) ευρώ, για κάθε παράβαση της περίπτωσης ιζ' της παραγράφου 1.
ι) Σε περίπτωση μη υποβολής, εκπρόθεσμης υποβολής ή υποβολής ανακριβούς δήλωσης στοιχείων ακινήτων (Ε9) επιβάλλεται πρόστιμο γι’ αυτήν με την πράξη προσδιορισμού του φόρου, η οποία εκδίδεται βάσει της ως άνω δήλωσης. Σε περίπτωση υποβολής δηλώσεων στοιχείων ακινήτων για περισσότερα του ενός (1) έτη, επιβάλλεται ένα μόνο πρόστιμο, εφόσον στις δηλώσεις αυτές επαναλαμβάνονται οι ίδιες μεταβολές. Με απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. καθορίζεται η διαδικασία επιβολής του ανωτέρω προστίμου, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των δύο πρώτων εδαφίων της παρούσας περίπτωσης.
Δεν επιβάλλεται πρόστιμο στις δηλώσεις ΕΝ.Φ.Ι.Α. πράξεις προσδιορισμού φόρου, οι οποίες συντίθενται μηχανογραφικά από τη Φορολογική Διοίκηση.
Δεν επιβάλλονται τα πρόστιμα του άρθρου 54 του Ν.4174/13, σε περίπτωση υποβολής εκπρόθεσμης τροποποιητικής δήλωσης ΦΠΑ ή δήλωσης παρακρατούμενου φόρου, εφόσον η σχετική αρχική δήλωση έχει υποβληθεί εμπρόθεσμα.
Τα πρόστιμα του παρόντος άρθρου δεν επιβάλλονται σε περίπτωση υποβολής εκπρόθεσμης τροποποιητικής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φυσικού προσώπου, από την οποία το επιπλέον ποσό φόρου που προκύπτει προς καταβολή, σε σχέση με την αρχική δήλωση, είναι έως εκατό (100) ευρώ. (παρ.2 άρθρο 54 Ν.4174/2013, όπως τροποποιήθηκε από την περίπτ. 9 της υποπαρ. Δ.2 του άρθρου πρώτου του Ν. 4254/14 και τις περίπτ. γ', δ' και ε' της παρ. 3 του άρθρου 3 του Ν. 4337/15 και συμπληρώθηκε με την περίπτ. β' της παρ. 14 του άρθρου 40 του Ν.4410/16 και τροποποιήθηκε από τις παρ. 2 και 3 του άρθρου 73 του Ν. 4446/16, από την παρ. 1 του άρθρου 33 του Ν. 4465/17, την παρ.4 του άρθρου 12 του Ν.4474/17, την παρ.2 του άρθρου 73 του Ν.4607/19, τις παρ. 4 και 6 του άρθρου 101 του Ν. 4714/20 και την παρ. 1 του άρθρου 77 του Ν. 4916/22)
Η αντικατάσταση της περίπτ.ε της παρ.2 του άρθρου 54 του Ν.4174/13 από την παρ. 1 του άρθρου 33 του Ν. 4465/17 έχει ισχύ σύμφωνα με την παρ.2 του άρθρου 33 του ίδιου νόμου από την έναρξη ισχύος του ν. 4446/2016.
Για εκπρόθεσμες τροποποιητικές δηλώσεις στοιχείων ακινήτων (Ε9) ετών 2010 και επόμενων, που υποβλήθηκαν ή θα υποβληθούν από τις 31.12.2014 μέχρι την ανάρτηση των κτηματολογικών στοιχείων στο σύνολο της Ελληνικής Επικράτειας, όπως αυτή προκύπτει από σχετική διαπιστωτική πράξη του Δ.Σ. του Ν.Π.Δ.Δ. «Ελληνικό Κτηματολόγιο», η οποία κοινοποιείται προς τον Υπουργό Οικονομικών, δεν επιβάλλονται το πρόστιμο του άρθρου 54 του ν. 4174/2013 (Α΄ 170) ή το αυτοτελές πρόστιμο του άρθρου 4 του ν. 2523/1997 (Α΄179). Πρόστιμα που έχουν βεβαιωθεί δεν διαγράφονται. Πρόστιμα που έχουν καταβληθεί, δεν επιστρέφονται. (παρ.3 άρθρο 73 Ν.4607/19, όπως αντικαταστάθηκε από την παρ.1 του άρθρου 76 του Ν.4764/20)
Οι διατάξεις του άρθρου 54 του ν. 4174/2013 δεν εφαρμόζονται στις εκπρόθεσμες τροποποιητικές δηλώσεις στοιχείων ακινήτων (Ε9) που υποβάλλονται μέχρι την ανάρτηση των κτηματολογικών στοιχείων στο σύνολο της ελληνικής επικράτειας, όπως αυτή προκύπτει από σχετική, Διαπιστωτική Πράξη του Δ.Σ. του Ν.Π.Δ.Δ.
«Ελληνικό Κτηματολόγιο», η οποία κοινοποιείται προς τον Υπουργό Οικονομικών. (παρ.4 άρθρο 73 Ν.4607/19)-καταργήθηκε με την παρ.2 του άρθρου 76 του Ν.4764/20
Τα πρόστιμα των περιπτ.στ και ζ εφαρμόζονται για παραβάσεις που διαπιστώνονται από την 1.1.2016 και εφεξής. (περίπτ. γ' της παρ. 14 του άρθρου 40 του Ν.4410/16)
Τα πρόστιμα των περιπτ.η και θ εφαρμόζονται από 7.6.2017 και εξεφής. (ΠΟΛ 1026/12.02.2018)
Τα πρόστιμα του άρθρου 54 επιβάλλονται ανεξαρτήτως του αν οι σχετικές παραβάσεις διαπιστώνονται στο πλαίσιο ελέγχου ή όχι. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Το πρόστιμο για την παράβαση της περ. η) της παρ. 1 του άρθρου 54 δεν επιβάλλεται όπου επιβάλλεται το πρόστιμο του άρθρου 54Ε. (παρ.7 άρθρο 62 Ν.4174/13, όπως συμπληρώθηκε με την παρ. 7 του άρθρου 101 Ν. 4714/20)
Επισημαίνεται ότι για τις μη υποβληθείσες ή εκπρόθεσμες μηδενικές δηλώσεις απόδοσης παρακρατούμενου φόρου, εκτός του φόρου μισθωτών υπηρεσιών (ΠΟΛ.1072/2015 εγκύκλιος), εφαρμόζονται τα οριζόμενα στην περ.α' της παρ.1 του άρθρου 54 Ν.4174/2013 (σχετ. η παρ. 2α της ΠΟΛ.1252/2015 εγκυκλίου). (ΠΟΛ 1080/22.06.2016)
Εάν ο φορολογούμενος ήταν υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών με βάση τις διατάξεις του ΚΦΑΣ που ίσχυσαν μέχρι 31.12.2014 και για τις δραστηριότητές του που εντασσόταν σε διαφορετικές κατηγορίες βιβλίων (π.χ. απλογραφικά και διπλογραφικά βιβλία) επιβάλλεται το πρόστιμο που αντιστοιχεί στη μεγαλύτερη κατηγορία βιβλίων. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Δεν επιβάλλεται πρόστιμο σε περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής δήλωσης χωρίς να υπάρχει αντίστοιχη φορολογική υποχρέωση (εκ παραδρομής).
Δεδομένου ότι η μη υποβολή δήλωσης διαπιστώνεται μόνον κατόπιν ελέγχου, το πρόστιμο του άρθρου 54, κατόπιν ελέγχου, επιβάλλεται μόνον εφόσον είναι μεγαλύτερο από το προβλεπόμενο στα άρθρα 58, 58Α (περ. 2) ή 59, κατά περίπτωση, αντί αυτών, κατ' εφαρμογή της παραγράφου 6 του άρθρου 62 του Ν.4174/13. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Για την καλύτερη κατανόηση των ανωτέρω δείτε την ΠΟΛ 1252/20.11.2015 στην οποία παρατίθενται σχετικά παραδείγματα.
Τροποποιητικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος που υποβάλλονται για τη συμπλήρωση ή μεταβολή αμιγώς πληροφοριακών στοιχείων, δηλαδή στοιχείων που δεν επηρεάζουν το αποτέλεσμα της φορολογικής δήλωσης, σκοπό έχουν τη διόρθωση υποβληθεισών ελλιπών δηλώσεων.
Ενδεικτικά παραδείγματα τέτοιων περιπτώσεων είναι η εισαγωγή ή η διόρθωση του αριθμού παροχής της ΔΕΗ, του ΑΜΚΑ του υπόχρεου ή κάποιου εξαρτώμενου μέλους του, του ΑΦΜ του αντισυμβαλλόμενου στις περιπτώσεις που ζητείται από την ηλεκτρονική εφαρμογή, η τροποποίηση του αριθμού του τραπεζικού λογαριασμού (ΙBAN), η εισαγωγή κενού ή ημιτελούς ακινήτου ή των στοιχείων των συνιδιοκτητών ακινήτων στο Ε2, η μεταβολή κάποιου πληροφοριακού στοιχείου του Πίνακα Β΄ της πρώτης σελίδας του Ε3, η τροποποίηση στοιχείων του υπόχρεου νομικού προσώπου/οντότητας ή του εκπροσώπου αυτού, κλπ. Αντίθετα, δεν αποτελεί διόρθωση ελλιπούς δήλωσης η προσθήκη εξαρτώμενων μελών, η συμπλήρωση του κωδικού που αφορά στη φορολόγηση σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. στ΄ της παρ. 2 του άρθρου 12 του ΚΦΕ, στην αναπηρία, στην ηλικία προκειμένου να υπολογιστούν μειώσεις ή απαλλαγές που προβλέπονται (τεκμήρια, τέλος επιτηδεύματος), στον χαρακτηρισμό του κατ΄ επάγγελμα αγρότη, καθώς και στην υπαγωγή στην παρ. 2 του άρθρου 58 του ΚΦΕ για νομικά πρόσωπα που είναι εγγεγραμμένα στο Μητρώο του άρθρου 19 του ν.4384/2016 κ.λπ., καθόσον τα στοιχεία αυτά επηρεάζουν τον προσδιορισμό της φορολογικής υποχρέωσης.
Από όλα όσα αναφέρθηκαν παραπάνω και δεδομένου ότι στη φορολογία εισοδήματος δεν επιβάλλεται πρόστιμο στην περίπτωση υποβολής ελλιπούς δήλωσης, συνάγεται ότι η διόρθωση πληροφοριακών στοιχείων των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων (έντυπα Ε1 και Ν) ή των συνυποβαλλόμενων με αυτές εντύπων (Ε2, Ε3, κλπ), σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην προηγούμενη παράγραφο, εμπίπτει στην έννοια της διόρθωσης ελλιπούς δήλωσης και συνεπώς, κατά την υποβολή τέτοιων τροποποιητικών δηλώσεων δεν επιβάλλεται το πρόστιμο της περ. α’ της παρ. 2 του άρθρου 54 του ΚΦΔ, ακόμη κι αν αυτές υποβληθούν εκπρόθεσμα. (ΠΟΛ 1215/26.11.2018)
Δεδομένου ότι μέχρι σήμερα δεν έχει τεθεί σε λειτουργία η ηλεκτρονική εφαρμογή για την υποβολή των δηλώσεων απόδοσης παρακρατούμενου φόρου στα εισοδήματα από μερίσματα, τόκους και δικαιώματα με αποτέλεσμα οι σχετικές δηλώσεις να υποβάλλονται χειρόγραφα στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ., το υποσύστημα εσόδων των οποίων συχνά δεν υποστηρίζει την καταχώρηση των δηλώσεων αυτών όταν περιλαμβάνουν περισσότερες της μίας εγγραφές, διευκρινίζεται ότι η τυχόν τροποποιητική δήλωση απόδοσης παρακρατούμενου φόρου που υποβάλλεται για τη διόρθωση μιας παράλειψης μετά τη νόμιμη προθεσμία υποβολής της δήλωσης απόδοσης παρακρατούμενου φόρου για πληρωμές από την ίδια κατηγορία (π.χ. δικαιούχος που εκ παραδρομής δεν συμπεριελήφθη στην αρχική δήλωση απόδοσης παρακρατούμενων φόρων, αμοιβές μελών ΔΣ που εμπίπτουν στην έννοια των μερισμάτων και εκ παραδρομής δεν συμπεριελήφθησαν μαζί με τις υπόλοιπες πληρωμές μερισμάτων στην αρχική δήλωση απόδοσης παρακρατούμενου φόρου στα εισοδήματα από μερίσματα), υπέχει θέση τροποποιητικής, λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν προβλέπεται ξεχωριστό έντυπο δήλωσης απόδοσης παρακρατούμενου φόρου για πληρωμές της αυτής κατηγορίας. Επομένως, σε περίπτωση υποβολής τροποποιητικής δήλωσης απόδοσης παρακρατούμενου φόρου στα εισοδήματα από μερίσματα, τόκους ή δικαιώματα, κατά περίπτωση, για τη διόρθωση μιας παράλειψης, δεν επιβάλλονται κυρώσεις εκπροθέσμου, εφόσον έχει υποβληθεί εμπρόθεσμα δήλωση απόδοσης παρακρατούμενου φόρου για πληρωμές της αυτής κατηγορίας στην οποία θα περιλαμβανόταν και η παραλειπόμενη πληρωμή (αρχική δήλωση). (ΠΟΛ 1035/28.02.2018)
Σε περίπτωση διαπίστωσης, στο πλαίσιο ελέγχου, εκ νέου διάπραξης της ίδιας παράβασης, εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, τα σύμφωνα με το άρθρο 54 του Ν.4174/13 πρόστιμα επιβάλλονται στο διπλάσιο και, στην περίπτωση κάθε επόμενης ίδιας παράβασης, στο τετραπλάσιο του αρχικώς επιβληθέντος προστίμου. (παρ.3 άρθρο 54 Ν.4174/2013, όπως αντικαταστάθηκε από την περίπτ. 9 της υποπαρ. Δ.2 του άρθρου πρώτου του Ν. 4254/14 και από την περίπτ. στ' της παρ. 3 του άρθρου 3 του Ν. 4337/15)
Εάν μέχρι την εκ νέου διάπραξη έχουν ισχύσει ευνοϊκότερες διατάξεις, επιβάλλεται, κατά περίπτωση, το διπλάσιο ή το τετραπλάσιο του οφειλομένου προστίμου με βάση τις ευνοϊκότερες διατάξεις. Επανάληψη της ίδιας παράβασης (και όχι απλώς παράβασης που εμπίπτει στην ίδια περίπτωση της παραγράφου 1 του άρθρου 54), για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης, θεωρείται η διαπίστωση της ίδιας παράβασης εντός πενταετίας, στο πλαίσιο διαφορετικού ελέγχου και εφόσον έχει ήδη εκδοθεί η αρχική πράξη. Έτσι για παράδειγμα δεν αποτελεί ίδια παράβαση η εκπρόθεσμη ή ανακριβής υποβολή δήλωσης πληροφοριακού χαρακτήρα όταν οι δηλώσεις αυτές υποβάλλονται δυνάμει διαφορετικών διατάξεων νόμου ή κανονιστικών πράξεων (λ.χ. δεν θεωρείται ίδια παράβαση η μη υποβολή δήλωσης πληροφοριακών στοιχείων μισθώσεων ακίνητης περιουσίας με τη μη υποβολή τριμηνιαίας κατάστασης συμφωνητικών).
Επίσης, ως προς τις παραβάσεις της περίπτωσης η', που αφορούν την παρ. 1 του άρθρου 13, εξετάζονται ως ενιαίο σύνολο και νοείται επανάληψη παράβασης εφόσον διαπιστώνονται σε διαφορετικό έλεγχο και για διαφορετική χρήση.
Επίσης, νοείται επανάληψη παράβασης μη διαφύλαξης, σε κάθε περίπτωση, που αυτή αφορά διαφορετικό βιβλίο ή στοιχείο.
Τα πρόστιμα της παραγράφου αυτής επιβάλλονται μόνο εφόσον η αρχική παράβαση έχει διαπραχθεί μετά την έναρξη ισχύος του ΚΦΔ. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Είκοσι (20) ημέρες τουλάχιστον πριν την έκδοση της πράξης επιβολής προστίμου ο φορολογούμενος καλείται εγγράφως, προκειμένου να υποβάλει τις αντιρρήσεις του ή γενικά τις απόψεις του. Η διαδικασία αυτή δεν εφαρμόζεται σε περιπτώσεις επιβολής προστίμου για διαδικαστικές παραβάσεις του άρθρου 54 του Ν.4174/13 καθώς και πρόστιμα τα οποία προκύπτουν και επιβάλλονται κατά τον άμεσο, διοικητικό ή προληπτικό προσδιορισμό του φόρου. Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος αμφισβητεί την πράξη επιβολής προστίμου που έχει εκδοθεί σε βάρος του από την Φορολογική Διοίκηση, υποβάλλει ενδικοφανή προσφυγή στα πλαίσια της Ειδικής Διοικητικής Διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 63 του Ν.4174/13, με αίτημα την επανεξέταση της πράξης από τη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών (Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης) (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 63 του Ν.4174/13 δείτε την ΠΟΛ 1064/12.04.2017 (ΦΕΚ 1440/27.04.2017 τεύχος Β')
Για πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρου που αφορούν εν γένει φορολογικές υποχρεώσεις, χρήσεις, περιόδους ή υποθέσεις έως και τις 31.12.2013 επιβάλλεται, αντί του πρόσθετου φόρου του άρθρου 1 του ν. 2523/1997, πρόστιμο που ισούται με το άθροισμα του προστίμου των άρθρων 58, 58Α παράγραφος 2 ή 59 του Ν.4174/13 κατά περίπτωση, πλέον του τόκου του άρθρου 53 του Ν.4174/13, ο οποίος υπολογίζεται από την 1.1.2014 και μέχρι την έκδοση του εκτελεστού τίτλου, εφόσον αυτό συνεπάγεται επιεικέστερη μεταχείριση του φορολογούμενου. Σε κάθε περίπτωση, μετά την απόκτηση του εκτελεστού τίτλου εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 53 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας. (παρ.17 άρθρο 72 Ν.4174/13, όπως αντικαταστάθηκε από την παρ.1 του άρθρου 49 του Ν.4509/17)
Οι διατάξεις της παρ. 17 του άρθρου 72 του ν. 4174/2013, όπως αντικαθίστανται με την παράγραφο 1 του άρθρου 49 του Ν.4509/17, εφαρμόζονται και επί εκκρεμών, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, υποθέσεων. Ως εκκρεμείς υποθέσεις νοούνται οι υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών ή των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων ή του Συμβουλίου της Επικρατείας κατόπιν άσκησης ενδικοφανούς ή δικαστικής προσφυγής ή τακτικού ενδίκου μέσου ή αίτησης αναίρεσης ή εκείνες για τις οποίες εκκρεμεί η προθεσμία άσκησης ενδικοφανούς ή δικαστικής προσφυγής ή τακτικού ενδίκου μέσου ή αίτησης αναίρεσης, καθώς και οι υποθέσεις για τις οποίες έχουν εκδοθεί οι σχετικές πράξεις ή αποφάσεις αλλά δεν έχουν κοινοποιηθεί στον φορολογούμενο. Ως εκκρεμείς νοούνται, επίσης, οι υποθέσεις οι οποίες έχουν συζητηθεί και δεν έχει εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση του δικαστηρίου ή έχει εκδοθεί μη αμετάκλητη απόφαση αλλά δεν έχει κοινοποιηθεί στον φορολογούμενο. (παρ.2 άρθρο 49 Ν.4509/17)
Εξαιρετικά, οι ρυθμίσεις της παραγράφου 2 εφαρμόζονται και στην περίπτωση που ο φορολογούμενος δεν επιθυ-μεί τη συνέχιση της δίκης ή την εξέταση της ενδικοφανούς προσφυγής του. Προς το σκοπό αυτόν, ο φορολογούμενος υποβάλλει αίτηση - ανέκκλητη δήλωση ανεπιφύλακτης αποδοχής της πράξης προσδιορισμού του φόρου ή της απόφασης της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών ή του δικαστηρίου. Στην περίπτωση αυτή, για την εφαρμογή των διατάξεων του πρώτου εδαφίου της παρ. 17 του άρθρου 72 του ν. 4174/2013, όπως αντικαθίσταται με την παράγραφο 1 του παρόντος, το ποσό του τόκου υπολογίζεται μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης - ανέκκλητης δήλωσης ανεπιφύλακτης αποδοχής. Η αίτηση - δήλωση αυτή υποβάλλεται στον προϊστάμενο της υπηρεσίας που εξέδωσε την πράξη. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να μην έχει εκδοθεί αμετάκλητη δικαστική απόφαση κατά το χρόνο υποβολής της δήλωσης αποδοχής. Στις περιπτώσεις που η υπόθεση εκκρεμεί ενώπιον των δικαστηρίων, με την ως άνω αίτηση - δήλωση αποδοχής συνυποβάλλεται και σχετική βεβαίωση της γραμματείας του αρμοδίου δικαστηρίου για το στάδιο στο οποίο βρίσκεται η υπόθεση. Αν έχει εκδοθεί μη αμετάκλητη απόφαση, η ως άνω βεβαίωση πρέπει να διαλαμβάνει αν η απόφαση επιδόθηκε στον αντίδικο του Δημοσίου και, σε καταφατική περίπτωση, την ημεροχρονολογία της επίδοσης. Επί υποθέσεων που έχουν ήδη συζητηθεί, αλλά δεν έχει εκδοθεί ακόμη απόφαση ή έχει εκδοθεί αλλά δεν έχει καταστεί αμετάκλητη, λόγω ύπαρξης προθεσμίας άσκησης ή λόγω άσκησης ενδίκου μέσου κατά της απόφασης, η κατά τα ανωτέρω αίτηση - δήλωση ανέκκλητης αποδοχής περιλαμβάνει, κατά περίπτωση, και δήλωση παραίτησης των διαδίκων από του δικαιώματος τους να απαιτήσουν τη συμμόρφωση προς την τυχόν εκδοθησομένη δικαστική απόφαση ή να ασκήσουν οποιοδήποτε τακτικό ή έκτακτο ένδικο μέσο κατ' αυτής ή παραίτηση από το δικόγραφο του ήδη ασκηθέντος ενδίκου μέσου. Ειδικώς δε, σε υποθέσεις που δεν έχουν συζητηθεί ή έχουν συζητηθεί και δεν έχει εκ-δοθεί απόφαση του δικαστηρίου, έχουν ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις της περίπτωσης α' της παρ. 1 του άρθρου 142 του ν. 2717/1999 (Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας, Α' 97), τα αποτελέσματα της οποίας επέρχονται με την υποβολή στη γραμματεία του δικαστηρίου σχετικής βεβαίωσης του Προϊσταμένου της φορολογικής αρχής που εξέδωσε την πράξη, με περιεχόμενο την περάτωση της διαδικασίας της παρούσας παραγράφου.
Με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων δύναται να καθορίζεται η διαδικασία επιβολής των προστίμων, ζητήματα αρμοδιοτήτων και κάθε αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή της παρ. 17 του άρθρου 72 του ν. 4174/2013, όπως αντικαθίσταται με την παράγραφο 1 του παρόντος, καθώς και των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος. (παρ.3 άρθρο 49 Ν.4509/17)
Κατ' εξουσιοδότηση της ανωτέρω διάταξης εκδόθηκε η ΠΟΛ 1214/22.12.2017 (ΦΕΚ 4618/28.12.2017 τεύχος Β')
V. Σώρευση προστίμων για την ίδια παράβαση
Εφόσον, για την ίδια παράβαση, επιβάλλονται, σύμφωνα με τον Κώδικα, περισσότερα πρόστιμα, υπερισχύει η διάταξη που προβλέπει το μεγαλύτερο πρόστιμο, μεταξύ των προστίμων του άρθρου 54 και των προστίμων των άρθρων 58, 58Α ή 59, κατά περίπτωση. (παρ.6 άρθρο 62 Ν.4174/13, όπως προστέθηκε από την περίπτ. 13 της υποπαρ. Δ.2 του άρθρου πρώτου του Ν. 4254/14) (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Για την καλύτερη κατανόηση των ανωτέρω, δείτε την ΠΟΛ 1252/20.11.2015 στην οποία παρατίθενται σχετικά παραδείγματα.
VI. Καταλογιστικές πράξεις ποσών άνω του 1.000.000 ευρώ
Καταλογιστικές πράξεις φόρου, τέλους, εισφοράς ή προστίμου που εκδίδονται από φορολογικές ή τελωνειακές αρχές στις οποίες το ανά πράξη καταλογισθέν ποσόν υπερβαίνει το ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ, επιδίδονται αποκλειστικά με δικαστικούς επιμελητές. (παρ.1 άρθρο 1 ΠΟΛ 1188/06.09.2011 (ΦΕΚ 1993/08.09.2011 τεύχος Β') όπως αντικαταστάθηκε από την παρ. α' του άρθρου 1 της ΠΟΛ 1043/06.03.2018 (ΦΕΚ 1002/21.03.2018 τεύχος Β’)
Οι πράξεις αυτές αφορούν φόρο εισοδήματος, φόρο προστιθέμενης αξίας, πρόστιμα για παραβάσεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, φόρο ακίνητης περιουσίας, τέλη χαρτοσήμου, παρακρατούμενους η επιρριπτόμενους φόρους, φόρο υπεραξίας από αναπροσαρμογή ακινήτων, φόρο μεταβίβασης ακινήτων, φόρο κληρονομιών, δωρεών και γονικών παροχών καθώς και οποιουδήποτε φόρου, τέλους ή εισφοράς, ή προστίμου, καθώς και εν γένει κάθε πράξης που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013) συμπληρωματικές πράξεις χρέωσης δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων, καταλογιστικές πράξεις επιβολής προστίμων και πολλαπλών τελών για παραβάσεις της τελωνειακής νομοθεσίας. (παρ.2 άρθρο 1 ΠΟΛ 1188/06.09.2011 (ΦΕΚ 1993/08.09.2011 τεύχος Β') όπως συμπληρώθηκε από την παρ. β' του άρθρου 1 της ΠΟΛ 1043/06.03.2018 (ΦΕΚ 1002/21.03.2018 τεύχος Β’)
Για περισσότερα δείτε το πλήρες κείμενο της ΠΟΛ 1188/06.09.2011 (ΦΕΚ 1993/08.09.2011 τεύχος Β')
[/post_tab][/post_tabs]