Νομοθεσία -
Νομολογία |
I. Επιβολή και ύψος τελών
II. Υποχρέωση τήρησης αρχής ανταποδοτικότητας
III. Είσπραξη ανταποδοτικών τελών μέσω λογαριασμών της ΔΕΗ
IV. Προϋποθέσεις νομιμότητας αποφάσεων
V. Βεβαίωση τέλους
VI. Χρήση εσόδων ανταποδοτικών τελών
VII. Προϋπολογισμός
VIII. Δημοσίευση
IX. Έλεγχος
X. Ειδικό Τέλος Καθαριότητας Διαφημίσεων
XI. Τέλη σε αυθαίρετες κατασκευές
XII. Τέλη από μισθώματα Δημοσίων Μεταλλείων
XIII. Νομολογία
XIV. Γνωμοδοτήσεις Νομικού Συμβουλίου του Κράτους
I. Επιβολή και ύψος τελών
Με απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου μπορεί να επιβάλλονται τέλη ή εισφορές για υπηρεσίες, τοπικά έργα της περιοχής τους, που συμβάλλουν στη βελτίωση της ποιότητας ζωής, της ανάπτυξης της περιοχής και στην καλύτερη εξυπηρέτηση των πολιτών. Τα τέλη αυτά ή οι εισφορές έχουν ανταποδοτικό χαρακτήρα. Το ύψος των τελών ή εισφορών, οι υπόχρεοι στην καταβολή τους και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια ορίζονται με την ίδια απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου .
Όταν το ύψος των τελών ή εισφορών κλιμακώνεται, με βάση τα τετραγωνικά μέτρα έκτασης ή κτίσματος ή άλλη μονάδα υπολογισμού, η διαφορά του συντελεστή μεταξύ της πρώτης και της τελευταίας κατηγορίας δεν μπορεί να υπερβαίνει το εικοσαπλάσιο της πρώτης. (άρθρο 25 παρ.13 Ν.1828/89 όπως τροποποιήθηκε από την παρ. 16 του άρθρου 11 του Ν. 2503/97)
Για περισσότερα σχετικά με τη διαδικασία λήψης της απόφασης δείτε και την ενότητα:
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΤΩΝ ΟΤΑ » ΒΕΒΑΙΩΣΗ & ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΕΣΟΔΩΝ » ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ » Τοπικές κανονιστικές αποφάσεις του άρθρου 79 του ΔΚΚ & αποφάσεις αναφορικά με επιβολή φόρων, τελών και δικαιωμάτων
II. Υποχρέωση τήρησης αρχής ανταποδοτικότητας
Τα δημοτικά Συμβούλια είναι υποχρεωμένα, κατά τη λήψη των σχετικών κανονιστικών αποφάσεων περί επιβολής ανταποδοτικών τελών, να θεσπίζουν τέτοιους κανόνες, κριτήρια και συντελεστές, ώστε τα επιβαλλόμενα τέλη να είναι αντικειμενικά, δίκαια και ανάλογα της παρεχόμενης υπηρεσίας και της ωφελιμότητας σε κάθε κατηγορία υπόχρεων. Θα πρέπει αυστηρά να τηρείται η θεμελιώδης αρχή της ανταποδοτικότητας και κατά συνέπεια η αύξηση των τελών πρέπει να είναι ανάλογη με την αύξηση του κόστους των παρεχομένων υπηρεσιών. Η μη ικανοποίηση των ανωτέρω κριτηρίων, που επιτάσσεται από τη φύση των τελών ανταποδοτικού χαρακτήρα, αποστερεί τις αποφάσεις επιβολής τους από το στοιχείο της νομιμότητας.(ΥΠΕΣΔΔΑ 2/2077/14-1-2005)
Η αναλογική σχέση μεταξύ του κόστους για την πραγματοποίηση έργων και υπηρεσιών και των προσδοκώμενων εσόδων που θα προκύψουν από τα τέλη εκφράζεται όχι κατ' ανάγκην με την απόλυτη ισοσκέλιση των δύο κονδυλίων (εσόδων-εξόδων), αλλά με μία κατά προσέγγιση αναλογική μεταξύ τους σχέση, η οποία αναγκαίως υπόκειται και στις διαφοροποιήσεις από την επαλήθευση ή μη των προβλέψεων. (ΥΠΕΣΔΔΑ εγκ.1/605/03-01-2007) (Πόρισμα Συνήγορου του Πολίτη 3526/2007, 8717/2007, 13854/2007, 07.01.2008)
Η σχέση αναλογίας ανταποδοτικού τέλους και δαπάνης πρέπει να προκύπτει από την κανονιστική πράξη επιβολής του τέλους και ειδικότερα από ενταγμένο σε αυτήν λογαριασμό, με σκέλη εσόδων και εξόδων, ή από λογαριασμό που θα συνοδεύει την κανονιστική πράξη (ΣτΕ 3263/1982, 3850/1985, 981/1992) (ΥΠΕΣΔΔΑ εγκ.1/605/03-01-2007)
Τα έσοδα από ανταποδοτικά τέλη και δικαιώματα, πρέπει να καλύπτουν υποχρεωτικά τις δαπάνες των αντίστοιχων υπηρεσιών, αλλά να μην υπερβαίνουν το ύψος των δαπανών αυτών, γιατί διαφορετικά υποκρύπτεται φορολογία, πράγμα το οποίο είναι αντίθετο με το χαρακτήρα των υπηρεσιών αυτών, ως ανταποδοτικών. (ΥΠΕΣΔΔΑ εγκ.46-59239/25.10.2006)
Κατά τα παγίως γενόμενα δεκτά στη νομολογία (ΣτΕ 2462/1999, 649, 950/81) και τη δημοσιονομική θεωρία, το ανταποδοτικό τέλος διακρίνεται από το φόρο κατά το ότι αποτελεί μεν και αυτό, όπως ο φόρος, αναγκαστική οικονομική παροχή, καταβάλλεται, όμως, έναντι ειδικής αντιπαροχής, δηλαδή έναντι ειδικώς παρεχόμενης δημόσιας υπηρεσίας, προς την οποία μάλιστα τελεί σε σχέση αντιστοιχίας, καθώς αποσκοπεί στην κάλυψη του κόστους παροχής της. Η δημόσια δε αυτή υπηρεσία, χάριν της οποίας επιβάλλεται το ανταποδοτικό τέλος, παρέχεται μεν χάριν δημοσίου σκοπού, εξυπηρετούνται όμως με αυτήν ταυτοχρόνως και όποιοι τη χρησιμοποιούν, που φέρουν και το βάρος των δαπανών της. Πρόκειται δηλαδή, για μονομερώς επιβαλλόμενες χρηματικές υποχρεώσεις, διακρινόμενες από τους φόρους, κατά το ότι η καταβολή αυτών, συνδέεται με την παροχή ειδικής ωφέλειας. Λόγω δε ακριβώς του δημόσιου χαρακτήρα της ειδικής αντιπαροχής, η υποχρέωση καταβολής του ανταποδοτικού τέλους δεν προϋποθέτει κατ' ανάγκην την πραγματική χρησιμοποίηση της υπηρεσίας, ούτε την ακριβή αντιστοιχία μεταξύ εσόδων - εξόδων, δεδομένου ότι αρκεί απλώς η δυνατότητα (ετοιμότητα) παροχής της υπηρεσίας και η κατ' αρχήν κάλυψη των δαπανών της από το τέλος που καταβάλλουν οι χρήστες της. (Ειδική Έκθεση Συνηγόρου του Πολίτη Ιούλιος 2014)
III. Είσπραξη ανταποδοτικών τελών μέσω λογαριασμών της ΔΕΗ
Επίσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 82 ν. 1943/1991, για την είσπραξη των ανταποδοτικών τελών μέσω των λογαριασμών κατανάλωσης ρεύματος από τη Δ.Ε.Η., απαιτείται κοινή απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και του Υπουργού Οικονομικών ή του εποπτεύοντος τη συγκεκριμένη Επιχείρηση υπουργού, με την οποία και ρυθμίζονται ειδικότερα λεπτομερειακά, διαδικαστικά και τεχνικά θέματα για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών. (Πόρισμα Συνήγορου του Πολίτη 3526/2007, 8717/2007, 13854/2007, 07.01.2008)
IV. Προϋποθέσεις νομιμότητας αποφάσεων
Για να είναι νόμιμες οι αποφάσεις των συλλογικών οργάνων των Ο.Τ.Α που αφορούν την επιβολή ανταποδοτικών τελών πρέπει να ικανοποιούνται τα ακόλουθα κριτήρια :
α) Πρέπει να αναφέρονται σε συγκεκριμένο έργο ή παροχή συγκεκριμένων υπηρεσιών τα οποία πρέπει να συμβάλλουν στη βελτίωση της ποιότητας ζωής, στην ανάπτυξη της περιοχής και στην καλύτερη εξυπηρέτηση των πολιτών (σχετ. η υπ' αριθμ. 12/1997 Γνωμοδότηση Ν.Σ.Κ)
β) Να προσδιορίζουν με ακρίβεια τον κύκλο των ωφελούμενων προσώπων για το ειδικό συμφέρον των οποίων προορίζεται η λειτουργία του έργου ή η παροχή των υπηρεσιών, ανεξάρτητα από το αν η ειδική ωφέλεια είναι για όλα τα πρόσωπα πραγματική ή εν δυνάμει (ΣτΕ 3231/2005, 2462/1999)
γ)Να ορίζουν ρητά και με σαφήνεια την ειδική ωφέλεια που απορρέει για τους υπόχρεους ώστε να είναι εφικτή η δικαιολόγηση της επιβολής του ανταποδοτικού τέλους.
δ) Να αιτιολογούνται ειδικώς, με την παράθεση συγκεκριμένων στοιχείων, όσον αφορά στον προϋπολογισμό των εσόδων και εξόδων αλλά και στο εύρος του κύκλου των ωφελουμένων προσώπων, προκειμένου να είναι δυνατός ο έλεγχος της τήρησης της αρχής της ανταποδοτικότητας και να διασφαλισθεί η δίκαιη και αντικειμενική επιβάρυνση κάθε υπόχρεου. (ΥΠΕΣΔΔΑ 2/2077/14-1-2005) (ΥΠΕΣΔΔΑ εγκ.1/605/03-01-2007)
Ειδικότερα, αναφορικά με τα δυνητικά ανταποδοτικά τέλη που μπορούν να επιβάλλουν οι ΟΤΑ α' και β' βαθμού, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.1828/1989 και Ν.2214/1998 αντίστοιχα, επισημαίνονται επιπλέον τα ακόλουθα :
α)Δεν είναι επιτρεπτή η επιβολή τελών προς τους πολίτες, για την παροχή σε αυτούς κρατικών υπηρεσιών, δηλαδή υπηρεσιών που στο παρελθόν ανήκαν στην αρμοδιότητα του Κράτους και μεταβιβάστηκαν στους ΟΤΑ ως αρμοδιότητές τους (π.χ. έκδοση διαβατηρίων, τεχνικός έλεγχος οχημάτων). Η παροχή των υπηρεσιών αυτών αποτελεί υποχρέωση των Ο.Τ.Α, για τις οποίες δεν μπορούν να απαιτούν από τους πολίτες πρόσθετες επιβαρύνσεις.
β)Οι υπόχρεοι σε καταβολή τελών πρέπει να είναι αυτοί ακριβώς που πρόκειται να απολαμβάνουν την ωφέλεια από την παρεχόμενη υπηρεσία ή το εκτελεσθέν έργο. Η επιβολή τελών σε συγκεκριμένο κύκλο προσώπων, με ταυτόχρονη διάχυση του οφέλους σε ένα αόριστο πλήθος ατόμων δεν είναι σύμφωνη με την αρχή της ανταποδοτικότητας. (ΥΠΕΣΔΔΑ 2/2077/14-1-2005)
Tο Συμβούλιο Επικρατείας κατά πάγια νομολογία κρίνει, ότι οι κανονιστικές αποφάσεις των δήμων, που επιβάλλουν ανταποδοτικά τέλη πρέπει να μνημονεύουν τις παρεχόμενες υπηρεσίες ή τα εκτελούμενα έργα. Η αόριστη αναφορά σε υπηρεσίες ή αγαθά που θα παρέχονται,χωρίς αυτά να προσδιορίζονται με συγκεκριμένο τρόπο, καθιστούν αυτές τις αποφάσεις παράνομες.
Επίσης, οι υπηρεσίες ή τα έργα για τα οποία επιβάλλονται τα τέλη, πρέπει να έχουν εξαιρετικό χαρακτήρα, δηλαδή να μην περιλαμβάνονται σε υποχρεωτικά παρεχόμενες υπηρεσίες ή έργα που χρηματοδοτούνται από άλλες πηγές.
Τέλος, το ύψος τους πρέπει να είναι ανάλογο του κόστους παροχής των αντίστοιχων υπηρεσιών ή εκτέλεσης των αντίστοιχων έργων και να καθορίζονται σε τέτοιο ύψος,ώστε να εξασφαλίζεται η είσπραξη εσόδων, κατά βάση ανάλογων προς τα αντίστοιχα έξοδα. Στην περίπτωση κατά την οποία τα κριτήρια καθορισμού του ύψους του τέλους δεν πληρούν αυτές τις προϋποθέσεις, δεν πρόκειται για επιβολή ανταποδοτικού τέλους, αλλά φόρου, που επιβάλλεται κατά παράβαση της συνταγματικής διάταξης του άρθ. 78 παρ. 4, βάσει της οποίας αυτή δε μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο νομοθετικής εξουσιοδότησης. (Ειδική Έκθεση Συνηγόρου του Πολίτη Ιούλιος 2014)
Η αναλογική σχέση μεταξύ του κόστους για την πραγματοποίηση έργων και υπηρεσιών και των προσδοκώμενων εσόδων που θα προκύψουν από τα τέλη εκφράζεται όχι κατ' ανάγκην με την απόλυτη ισοσκέλιση των δύο κονδυλίων (εσόδων-εξόδων), αλλά με μία κατά προσέγγιση αναλογική μεταξύ τους σχέση, η οποία αναγκαίως υπόκειται και στις διαφοροποιήσεις από την επαλήθευση ή μη των προβλέψεων. (Πόρισμα Συνήγορου του Πολίτη 3526/2007, 8717/2007, 13854/2007, 07.01.2008)
∆ιευκρινιστικά και προς εμπέδωση των ανωτέρω, αναφέρονται στη συνέχεια ορισμένες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικράτειας, με τις οποίες κρίθηκε ότι η κανονιστική απόφαση περί επιβολής ανταποδοτικού τέλους πάσχει νομιμότητας, λόγω μη συνδρομής των όρων της εξουσιοδοτικής διάταξης. Συνιστάται η μελέτη του κειμένου των κατωτέρω αποφάσεων, προκειμένου να καταστούν σαφείς, κατά περίπτωση, οι λόγοι που οδήγησαν στην κρίση του ∆ικαστηρίου.
- ΣτΕ 3231/2005: Περίπτωση επιβολής δημοτικού τέλους για τη χρηματοδότηση πολιτιστικών και μορφωτικών εκδηλώσεων, από τις οποίες ωφελείται αόριστος κύκλος προσώπων.
- ΣτΕ 648/2005: Περίπτωση επιβολής τελών ρύπανσης που κρίθηκε ότι στερούνται ανταποδοτικού χαρακτήρα
- ΣτΕ 380/2005: Περίπτωση επιβολής τέλους ρύπανσης σε επιχειρήσεις που ασκούν βιοτεχνική, βιομηχανική, μεταφορική, κυκλοφοριακή και εμπορική δραστηριότητα εντός των ορίων του ∆ήμου που δεν αντικρίζει ειδική αντιπαροχή προς τους βαρυνόμενους με αυτό.
- ΣτΕ 2203/2003: Περίπτωση επιβολής ειδικού τέλους σε βιομηχανίες και βιοτεχνίες για την εκτέλεση έργων βελτίωσης της ποιότητας ζωής, τα οποία ωφελούν αόριστο κύκλο προσώπων.
- ΣτΕ 1717/2003: Περίπτωση επιβολής τέλους σε βάρος επιχειρήσεων που ασκούν βιομηχανική δραστηριότητα και προκαλούν μεγάλη ρύπανση στο περιβάλλον, που κρίθηκε ότι δεν έχει ανταποδοτικό χαρακτήρα και ως εκ τούτου δεν ευρίσκει έρεισμα στην εξουσιοδοτική διάταξη. (ΥΠΕΣΔΔΑ εγκ.1/605/03-01-2007)
V. Βεβαίωση τέλους
[embed_object_post post_id="617018" post_title="Βεβαίωση οφειλών λόγω μη υποβολής δήλωσης (παρ. 2 άρθρο 166Α ν. 3463/06, όπως προστέθηκε από το άρθρο 39 του ν. 5027/23)"]embed_object_post[/embed_object_post]
Για περισσότερα δείτε την ενότητα
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΤΩΝ ΟΤΑ » ΒΕΒΑΙΩΣΗ & ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΕΣΟΔΩΝ » ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΕΣΟΔΩΝ » Αποσβεστική προθεσμία - Παραγραφή
VI. Χρήση εσόδων ανταποδοτικών τελών
Τα έσοδα από τα ανταποδοτικά τέλη της παρ. 14 του άρθρου 25 ν. 1828/1989, πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο για την κάλυψη των δαπανών που έχουν σχέση με τις υπηρεσίες ή τα έργα για τα οποία επιβάλλονται, και όχι για άλλες δαπάνες των Ο.Τ.Α. (Πόρισμα Συνήγορου του Πολίτη 3526/2007, 8717/2007, 13854/2007, 07.01.2008)
VII. Προϋπολογισμός
Σχετικά με την απόφαση ψήφισης προϋπολογισμού για τις ανταποδοτικές υπηρεσίες δείτε την ενότητα:
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ » 16. Προυπολογισμός » Προϋπολογισμός- Βήματα
VIII. Δημοσίευση
Η απόφαση αυτή του Δημοτικού και Κοινοτικού Συμβουλίου για την επιβολή του τέλους, δημοσιεύεται εντός 5 ημερών από της ημέρας λήψεως αυτής, προκειμένου περί Δήμων παρά της εισόδου του Δημαρχιακού Καταστήματος και εν περιλήψει δια μιας των εν τω Δήμω εκδιδομένων ημερησίων εφημερίδων
προκειμένου δε περί Κοινοτήτων παρά την είσοδο του Κοινοτικού Καταστήματος και των εκκλησιών της Κοινότητος και των συνοικισμών αυτής. (άρθρο 66 του Β.Δ 24-9/20-10-1958)
Σχετική για τη δημοσίευση των κανονιστικών αποφάσεων είναι και η εγκύκλιος ΥΠΕΣΔΔΑ Εγκ. 49-62650 -23.11.2006.
IX. Έλεγχος
Στο από 07.01.2008 Πόρισμα Συνήγορου του Πολίτη με Α.Π. 3526/2007, 8717/2007, 13854/2007 επισημαίνονται τα εξής:
"Στο σημείο αυτό, θα θέλαμε να επισημάνουμε μια σημαντική παράμετρο του όλου ζητήματος, την οποία έχει επίσης αναδείξει ο Συνήγορος του Πολίτη στην Ετήσια Έκθεση 2004. Οι αποφάσεις των δημοτικών συμβουλίων που επιβάλλουν ανταποδοτικά τέλη ελέγχονται ως προς τη νομιμότητά τους από τα όργανα της οικείας Περιφέρειας, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπει ο Κώδικας Δήμων και Κοινοτήτων. Με βάση τα στοιχεία που διαθέτει η Αρχή, συνάγεται ότι ο έλεγχος που ασκείται είναι συχνά ελλιπής, με αποτέλεσμα να εκτελούνται αποφάσεις αμφισβητούμενης νομιμότητας, όπως συμβαίνει και στη συγκεκριμένη περίπτωση. Η πλημμελής εποπτεία, ειδικά στο συνταγματικώς κρίσιμο ζήτημα της δημοτικής φορολογίας, επιτρέπει την έκδοση παράνομων πράξεων, οι οποίες είναι εκτελεστές και, όπως φαίνεται, στην πράξη η νομιμότητα τους δεν αμφισβητείται δικαστικώς, καθώς οι πολίτες αποφεύγουν την άσκηση ενδίκων βοηθημάτων κατά των καταλογιστικών πράξεων των Ο.Τ.Α. που επιβάλλουν ανταποδοτικά τέλη, λόγω του δυσανάλογα μεγάλου κόστους της δικαστικής δαπάνης σε σχέση με τα επιβαλλόμενα τέλη. Επίσης, ο τοπικός και ειδικός χαρακτήρας τους συχνά δεν ευνοεί την ανάδειξη της ενδεχόμενης παρανομίας και οι σχετικές πράξεις παραμένουν ενεργές.
Ο Συνήγορος του Πολίτη θεωρεί το ζήτημα της επιβολής οικονομικών επιβαρύνσεων στους διοικούμενους με τον προαναφερθέντα τρόπο μείζονος σημασίας, διότι το φαινόμενο που κυρίως καταδεικνύεται στις εξεταζόμενες υποθέσεις είναι η ενσυνείδητη παραβίαση της νομοθεσίας, των εγκυκλίων και των νομολογιακών αρχών.
Ο Συνήγορος του Πολίτη θεωρεί υποχρέωσή να τονίσει και πάλι το αυτονόητο, ότι δηλαδή η διοίκηση των τοπικών υποθέσεων από τους Ο.Τ.Α. οφείλει να γίνεται στο πλαίσιο της έννομης τάξης και με σεβασμό των επιταγών που απορρέουν από αυτή. Η αρμοδιότητα των Ο.Τ.Α. να επιβάλλουν ανταποδοτικού χαρακτήρα τέλη παρέχεται εξαιρετικά και η άσκησή της δεν πρέπει να προσκρούει στις διατάξεις του Συντάγματος και των νόμων."
Κατεβάστε επίσης την εγκ ΥΠΕΣΔΔΑ Α.Π.: 58421/57274/56627/54358/21.12.2004
X. Ειδικό Τέλος Καθαριότητας Διαφημίσεων
Παρέχεται, δυνατότητα νόμιμης επιβολής, από τους Ο.Τ.Α., "ειδικού τέλους καθαριότητος διαφημίσεων", κατ εφαρμογή της παραγράφου 13 του άρθρου 25 του Ν.1828/1989, δοθέντος ότι έχει διάφορη και αυτοτελή αιτία επιβολής, έναντι του γενικού τέλους διαφημίσεων του άρθρου 5 του Ν.1990/90. Η αναφορά, στην οικεία απόφαση επιβολής, των ειδικών υπηρεσιών, που συνιστούν την αντιπαροχή, είναι αναγκαία και για το προκείμενο τέλος. (ΓνΝΣΚ 12/1997)
XI. Τέλη σε αυθαίρετες κατασκευές
Δείτε την ενότητα:
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΤΩΝ ΟΤΑ » ΕΣΟΔΑ ΟΤΑ » 0 ΤΑΚΤΙΚΑ ΕΣΟΔΑ » 03 ΕΣΟΔΑ ΑΠΟ ΑΝΤΑΠΟΔΟΤΙΚΑ ΤΕΛΗ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ » 031 Υπηρεσίες καθαριότητας και ηλεκτροφωτισμού » 0311 Τέλος καθαριότητας και φωτισμού (άρθρο 25 Ν. 1828/89) »Αυθαίρετες κατασκευές και αλλαγές χρήσης
XII. Τέλη από μισθώματα Δημοσίων Μεταλλείων
Από τα μισθώματα που βεβαιώνονται και εισπράττονται ετησίως από το Ελληνικό Δημόσιο για την εκμίσθωση δικαιωμάτων μεταλλειοκτησίας του Δημοσίου σε Δημόσιους Μεταλλευτικούς Χώρους, ποσοστό ύψους είκοσι τοις εκατό (20%) διατίθεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής στους Δήμους εντός των ορίων των οποίων διενεργείται η μεταλλευτική δραστηριότητα. (παρ. 2 του άρθρου 84 του ν.δ. 210/1973 (Α' 277 περί Μεταλλευτικού Κώδικος) όπως αντικαταστάθηκε με την παρ.2 του άρθρου 63 του Ν.4042/12)
Όπως ορίζεται από το νόμο 4042/2012 (ΦΕΚ Α΄ 24), τόσο η απόδοση ποσοστού στους οικείους Δήμους από τα εισπραττόμενα μισθώματα δημόσιων μεταλλείων, όσο και τα τέλη υπέρ του Δημοσίου από τα ιδιωτικά μεταλλεία ισχύουν από 1/1/2013 και η είσπραξή τους θα γίνει αναδρομικά και απολογιστικά, αφού αφορούν δραστηριότητες που έγιναν κατά το προηγούμενο κάθε φορά έτος.
Η απόδοση του ποσοστού σε οικείους Δήμους από μισθώματα δημόσιων μεταλλείων και η είσπραξη τελών υπέρ του Δημοσίου από ιδιωτικά μεταλλεία ισχύουν για πρώτη φορά στην Ελληνική νομοθεσία, καθώς δεν προβλέπονταν στον Μεταλλευτικό Κώδικα που βρίσκεται σε ισχύ εδώ και 40 χρόνια.
Με την καθιέρωσή τους, ενισχύονται περαιτέρω τα ανταποδοτικά οφέλη υπέρ του ελληνικού Δημοσίου και ιδίως των περιοχών στις οποίες πραγματοποιούνται μεταλλευτικές δραστηριότητες. Ειδικότερα, όσον αφορά στην καθιέρωση τελών από ιδιωτικά μεταλλεία, είναι η πρώτη φορά που συνδέεται άμεσα η επιτυχής εξόρυξη μεταλλευμάτων με την είσπραξη προκαθορισμένων και συγκεκριμένων ποσών υπέρ του Δημοσίου, επιπλέον των φορολογικών, ασφαλιστικώνκαι λοιπών εσόδων. (Δελτίο Τύπου Υπ.Περιβ.Ενεργ. & Κλιμ.Αλ. 06.03.2013)
XIII. Νομολογία
Επιβολή πολιτιστικού τέλους με απόφαση δημοτικού συμβουλίου, ανά μετρητή παροχής ηλεκτρικής ενέργειας. Οι πολιτιστικές και μορφωτικές εκδηλώσεις για τη χρηματοδότηση ίων οποίων επιβάλλεται το επίδικο τέλος, ωφελούν από τη φύση τους κατ' αρχήν αόριστο κύκλο προσώπων, δεν προκύπτει δε από τα στοιχεία του φακέλου ότι ωφελούνται οι καταβάλλοντες τα τέλη και μάλιστα σε κάποια αντιστοιχία με το ύψος του τέλους που τους βαρύνει. (ΣτΕ 42/07 (7μ), Δημοσίευση: Διοικητική Δίκη, Τεύχος 5, Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 2008, έτος Κ΄ σ. 1212)
Τα έργα, για την χρηματοδότηση των οποίων επιβάλλεται με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, το επίδικο τέλος, ανεξάρτητα από τις ανάγκες που υπαγόρευσαν την εκτέλεσή τους, ωφελούν πάντως, από τη φύση τους, αόριστο κύκλο προσώπων και όχι ειδικώς την βαρυνόμενη με το τέλος κατηγορία υποχρέων / με το δεδομένο αυτό, το επίδικο τέλος, αφού δεν αντικρίζει ειδική αντιπαροχή προς τους εν λόγω βαρυνομένους με αυτό, δεν έχει ανταποδοτικό γι' αυτούς χαρακτήρα - (ΣτΕ 1717/2003 Τμ. Β' )
Εφ΄ όσον τα αναφερόμενα στην απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου έργα δεν θα χρησιμοποιούνται αποκλειστικώς από τους βαρυνομένους με την καταβολή του επιδίκου τέλους οδηγούς των οχημάτων που διακινούνται από τον λιμένα της πόλεως, αλλά από εντελώς αόριστο κύκλο προσώπων, το επιβαλλόμενο με την απόφαση οικονομικό βάρος δεν έχει χαρακτήρα ανταποδοτικού τέλους, αλλά αποτελεί φόρο και συνεπώς, η επιβολή του δεν δύναται να εύρει έρεισμα στο άρθρο 25 παρ. 14 του Ν. 1828/1989, διότι το άρθρο αυτό, σύμφωνα άλλωστε και με τη ρητή επιταγή του άρθρου 78 παρ. 4 και 4 του Συντάγματος, παρέχει στους Ο.Τ.Α. εξουσιοδότηση για την επιβολή οικονομικών βαρών που συγκεντρώνουν τα χαρακτηριστικά ανταποδοτικού τέλους, δεδομένου δε ότι το άρθρο 26 παρ. 13 του Ν. 1828/1989, το οποίο θα ηδύνατο να αποτελέσει, εν μέρει μόνον, έρεισμα για την έκδοση της προσβαλλομένης αποφάσεως, είναι ανίσχυρο, ως αντικείμενο στο άρθρο 59 Συνθ. Ε.Κ., η προσβαλλόμενη απόφαση, με την οποία επιβάλλεται φόρος, του οποίου τα ουσιώδη στοιχεία (υποκείμενο, αντικείμενο, συντελεστής) δεν προβλέπονται από διάταξη τυπικού νόμου, αντίκειται στο άρθρο 78 του Συντάγματος (ΣτΕ 1004/2002 Τμ. ΣΤ)
Παραπέμπεται λόγω μείζονος σπουδαιότητος στην επταμελή σύνθεση το ζήτημα αν συνιστά ανταποδοτικό τέλος, το επιβαλλόμενο από Δήμο στην περιφέρεια του οποίου λειτουργεί λιμένας, τα έσοδα από το οποίο θα διατεθούν για την κατασκευή έργων διευκολύνσεως της κυκλοφορίας στον λιμένα.... (ΣτΕ 2482/2001 Τμ. ΣΤ΄)
Το οικονομικό βάρος που επιβλήθηκε με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου κατ' επίκληση του άρθρου 25 παρ. 14 του Ν. 1828/1989, υπό την ονομασία τέλος, δεν συνιστά αντάλλαγμα ιδιαίτερης υπηρεσίας παρεχομένης προς τα πρόσωπα που βαρύνονται με την καταβολή του, αλλά επιβάλλεται για τη δημιουργία εσόδων προκειμένου ο οικείος δήμος να οργανώσει, να εξοπλίσει με μηχανικά μέσα και να επανδρώσει με προσωπικό μια υπηρεσία που θα συνδράμει την τοπική πυροσβεστική υπηρεσία στην προστασία των πευκοφύτων περιοχών του Δήμου / επιβάλλεται δηλαδή για τη δημιουργία υπηρεσίας που θα ωφελήσει εντελώς αόριστο κύκλο προσώπων και όχι ειδικώς τα πρόσωπα που βαρύνονται με αυτό / υπό τα δεδομένα αυτά η ως άνω οικονομική επιβάρυνση δεν έχει τον χαρακτήρα ανταποδοτικού τέλους . . (
ΣτΕ 3938/00 Τμ.Στ')
Τέλη επιβαλλόμενα με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 25 παρ. 14 Ν. 1828/1989, έχουν ανταποδοτικό χαρακτήρα. Τέλος ρύπανσης σε βάρος βιομηχανικών και άλλων επιχειρήσεων, προς εξεύρεση πόρων για την ανάπλαση και δενδροφύτευση κοινόχρηστων χώρων κλπ., αφορά έργα που ωφελούν αόριστο κύκλο προσώπων κι όχι ειδικά τις επιχειρήσεις σε βάρος των οποίων επιβάλλεται το τέλος. Η σχετική απόφαση του δημοτικού συμβουλίου δεν βρίσκει έρεισμα στις διατάξεις του άρθρου 25 παρ. 14 Ν. 1828/1989. (ΣτΕ 3323/06) (Δικ. Δίκη σ. 449)
ΣτΕ 2462/99
ΣτΕ 605/04
ΣτΕ 380/05
ΔΠρΑθ 1422/01
XIV. Γνωμοδοτήσεις Νομικού Συμβουλίου του Κράτους
Η επιβολή ανταποδοτικού τέλους, εις βάρος ετεροδημοτών, για χρήση των υπηρεσιών Ληξιαρχείου αντιστοίχου Ο.Τ.Α., ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι δεν συνιστά, αποκλειστικώς, διαχείριση τοπικής υπόθεσης, που να δικαιολογεί τη νόμιμη επιβολή του ανωτέρω τέλους, προσκρούει και στη διάταξη του άρθρου 4 του Συντάγματος, εφόσον κριτήριο παροχής ληξιαρχικών υπηρεσιών, δεν είναι η δημοτικότητα, αλλά τα διοικητικά όρια εκάστου ΟΤΑ, εντός των οποίων επισυμβαίνουν ληξιαρχικά γεγονότα. (ΓνΝΣΚ(Τμ.Δ) 680 / 1999)
Α. ι) Το οικείο δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο έχει αρμοδιότητα, με απόφασή του, να επιβάλει τα προβλεπόμενα από την παρ.14 του άρθρου 25 του Ν.1828/1989 τέλη ή εισφορές. ιι) Η επιβολή των άνω τελών ή εισφορών, ενόψη του ανταποδοτικού χαρακτήρα τους, συναρτάται, αναγκαίως, με την ειδική αναφορά υπηρεσιών και έργων που συνιστούν τις αντιπαροχές (βελτίωση ποιότητας ζωής, ανάπτυξη περιοχής κλπ), που προβλέπονται, ρητώς, από την άνω διάταξη. Β. ι) Παρέχεται, επίσης, δυνατότητα νόμιμης επιβολής, από τους Ο.Τ.Α., "ειδικού τέλους καθαριότητος διαφημίσεων", κατ εφαρμογή της ίδιας παραγράφου 14 του άρθρου 25 του Ν.1828/1989, δοθέντος ότι έχει διάφορη και αυτοτελή αιτία επιβολής, έναντι του γενικού τέλους διαφημίσεων του άρθρου 5 του Ν.1990/90. ιι) Η αναφορά, στην οικεία απόφαση επιβολής, των ειδικών υπηρεσιών, που συνιστούν την αντιπαροχή, είναι αναγκαία και για το προκείμενο τέλος. (ΓνΝΣΚ (Τμ.Γ)12 / 1997)
Δεν είναι νόμιμη η υπό του Δήμου επιβολή τέλους ή εισφοράς, στους επισκέπτες του Αρχαιολογικού Μουσείου Ηρακλείου και του αρχαιολογικού χώρου της Κνωσσού, δεδομένου ότι τα ακίνητα αυτά κατέχονται, διοικούνται, διαχειρίζονται και εκμεταλλεύονται από τις Αρχαιολογικές υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού και τα έσοδα τα προκύπτοντα από την εκμετάλλευσή τους ως και εκ των εισιτηρίων εισόδου σ αυτά περιέρχονται αποκλειστικώς, κατ εφαρμογή των οικείων διατάξεων του Ν.736/1977, στο Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων (Τ.Α.Π.Α.). (ΓνΝΣΚ (Τμ.Β)183 / 1993 )
Η επιβολή τέλους με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, με βάση τη διάταξη της παρ.14 του άρθρου 25 του Ν. 1828/1989, σε βάρος των επιβατών τουριστικών πλοίων, που αποβιβάζονται στο λιμάνι, δεν είναι νόμιμη. (ΓνΝΣΚ (Τμ.Α)704 / 1992)
Η διάταξη του άρθρου 25 παρ.14 του Ν. 1828/1989, που επιτρέπει την επιβολή δημοτικών τελών ή εισφορών για υπηρεσίες ή τοπικά έργα, που συμβάλλουν στη βελτίωση της ποιότητας ζωής κ.λ.π., δεν έχει εφαρμογή επί εντάξεως ή επεκτάσεως του πολεοδομικού σχεδίου κατά τις διατάξεις του Ν. 1337/1983, που γίνεται με πρωτοβουλία του οικείου δήμου ή κοινότητας και δεν αποτελεί παροχή διαρκούς φύσεως ούτε εκτέλεση συγκεκριμένου τοπικού έργου. (ΓνΝΣΚ (Τμ.Β)729 / 1992 )
|