Επίλυση Φορολογικών Διαφορών

I. Επιτροπή Συμβιβαστικής Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών

1. Σκοπός σύστασης Επιτροπής
2. Αριθμός Επιτροπών
3. Χρόνος συγκρότησης επιτροπής
4. Σύνθεση επιτροπής
5. Συνεδριάσεις Επιτροπής
6. Αποζημίωση Μελών

II. Διαδικασία Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών
1. Άσκηση προσφυγής από τον οφειλέτη
2. Επίδοση της προσφυγής στο Δήμο
3. Διαβίβαση της προσφυγής στην επιτροπή
4. Ορισμός ημέρας συζήτησης - Κλήση του αιτούντα ή του αντικλήτου του
5. Εξέταση του παραδεκτού της προσφυγής
6. Έκδοση Πρακτικού
7. Έγκριση από το Δήμο - Έλεγχος νομιμότητας - Ολοκλήρωση Συμβιβασμού
8. Άσκηση έφεσης σε περίπτωση μη συμβιβασμού
9. Συνοπτικά βήματα
 




I. Επιτροπή Συμβιβαστικής Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών

1. Σκοπός σύστασης Επιτροπής
Συνιστάται σε κάθε δήμο ή κοινότητα επιτροπή συμβιβαστικής επιλύσεως των φορολογικών διαφορών και αμφισβητήσεων για τη βεβαίωση ή αναγνώριση φορολογικής απαλλαγής ή μειώσεως οποιουδήποτε αυτοτελούς φόρου, τέλους, δικαιώματος, εισφοράς, αντιτίμου προσωπικής εργασίας και προστίμου μεταξύ δήμου ή κοινότητα ή συνδέσμου δήμων και κοινοτήτων και φορολογουμένων. (παρ.1 άρθρο 32 Ν.1080/80, όπως αντικαταστάθηκε από την παρ. 8 του άρθρου 7 του Ν. 2307/1995)

 



2. Αριθμός Επιτροπών
Σε δήμους με πληθυσμό μεγαλύτερο από εκατό χιλιάδες (100.000) κατοίκους μπορεί να συνιστώνται περισσότερες από μία επιτροπές. (παρ.1 άρθρο 32 Ν.1080/80, όπως αντικαταστάθηκε από την παρ. 8 του άρθρου 7 του Ν. 2307/1995)
 



3. Χρόνος συγκρότησης επιτροπής
Η επιτροπή συγκροτείται τον Ιανουάριο κάθε χρόνου.  (παρ.2 άρθρο 32 Ν.1080/80, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 13 του Ν. 1468/1984, και αντικαταστάθηκε εκ νέου από την παρ. 8 του άρθρου 7 του Ν. 2307/1995)  
 



4. Σύνθεση επιτροπής
α.
Σε δήμους και κοινότητες με απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου και αποτελείται από δύο δημοτικούς ή κοινοτικούς συμβούλους και από ένα φορολογούμενο δημότη.
Ο φορολογούμενος δημότης επιλέγεται με τον αναπληρωτή του από το δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο από τον κατάλογο των φορολογουμένων.
Ο πρόεδρος της επιτροπής με τον αναπληρωτή του ορίζεται με την απόφαση συγκρότησης της επιτροπής. (περίπτ.α παρ.2 άρθρο 32 Ν.1080/80 όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 13 του Ν. 1468/1984, και αντικαταστάθηκε εκ νέου από την παρ. 8 του άρθρου 7 του Ν. 2307/1995)

Χρέη γραμματέα της επιτροπής εκτελεί δημοτικός ή κοινοτικός υπάλληλος που ορίζεται με τον αναπληρωτή του με την ίδια απόφαση. (περίπτ.α παρ.2 άρθρο 32 Ν.1080/80 όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 13 του Ν. 1468/1984, και αντικαταστάθηκε εκ νέου από την παρ. 8 του άρθρου 7 του Ν. 2307/1995)

- Απόφαση Δημοτικού Συμβουλίου για συγκρότηση Επιτροπής

β.
Προκειμένου για τους δήμους της τέως διοικήσεως πρωτευούσης, η επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του οικείου δημοτικού συμβουλίου και αποτελείται από έναν δημοτικό σύμβουλο και δύο υπαλλήλους (μόνιμους ή Ι.Δ.Α.Χ.), κατηγορίας ΠΕ κλάδου Διοικητικού ή Διοικητικού-Οικονομικού είτε κατηγορίας ΤΕ κλάδου Διοικητικού-Λογιστικού που ασκούν καθήκοντα προϊσταμένου Διεύθυνσης ή Τμήματος.
Της επιτροπής προεδρεύει το μέλος που προΐσταται Διεύθυνσης και επί ομοιοβάθμων προϊσταμένων του ίδιου επιπέδου ο προϊστάμενος που έχει ασκήσει για περισσότερο χρόνο καθήκοντα προϊσταμένου.
Με την ίδια απόφαση ορίζονται οι αναπληρωτές των μελών της Επιτροπής.
Χρέη γραμματέα της επιτροπής εκτελεί δημοτικός υπάλληλος που ορίζεται με τον αναπληρωτή του με απόφαση δημάρχου. (περίπτ.β παρ.2 άρθρο 32 Ν.1080/80 όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 3β του άρθρου 17 του Ν. 3491/2006, και την παρ. 15 του άρθρου 18 του Ν. 3731/2008 και αντικαταστάθηκε εκ νέου με το άρθρο 18 του Ν.4456/17)

- Απόφαση Δημάρχου για ορισμό γραμματέα Επιτροπής και αναπληρωτή του

- Απόφαση Δημοτικού Συμβουλίου για συγκρότηση Επιτροπής

 



5. Συνεδριάσεις Επιτροπής
 Η επιτροπή βρίσκεται σε απαρτία όταν είναι παρόντα όλα τα μέλη ή οι αναπληρωτές τους. (παρ.2 άρθρο 32 Ν.1080/80 όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 13 του Ν. 1468/1984, και αντικαταστάθηκε από την παρ. 8 του άρθρου 7 του Ν. 2307/1995 και αντικαταστάθηκε εκ νέου με το άρθρο 18 του Ν.4456/17) 
 



6. Αποζημίωση Μελών
Στον πρόεδρο, στα μέλη και στο γραμματέα της επιτροπής καταβάλλεται αποζημίωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 1505/1984, όπως ισχύει κάθε φορά. Η σχετική δαπάνη βαρύνει τον προϋπολογισμό του δήμου ή της κοινότητας. (παρ.2 άρθρο 32 Ν.1080/80 όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 13 του Ν. 1468/1984, και αντικαταστάθηκε εκ νέου από την παρ. 8 του άρθρου 7 του Ν. 2307/1995)

Σχετικά με την αποζημίωση των μελών της επιτροπής φορολογικών διαφορών δείτε την καρτέλα των ΔΑΠΑΝΩΝ ΟΤΑ 6133 Αποζημιώσεις μελών και γραμματέως φορολογικών Επιτρόπων



II. Διαδικασία Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών

1. Άσκηση προσφυγής από τον οφειλέτη

Κάθε φορολογούμενος που ασκεί προσφυγή κατά τις διατάξεις του νόμου 505/1976 "περί υπαγωγής εις τα Τακτικά Φορολογικά Δικαστήρια των φορολογικών διαφορών δήμων και κοινοτήτων και της μετονομασίας τούτων εις Τακτικά Διοικητικά Δικαστήρια", δικαιούται να αιτείται, με το δικόγραφο της προσφυγής του και την επίλυση δια συμβιβασμού της μεταξύ αυτού και του δήμου ή της κοινότητος ή του ενοικιαστού υφισταμένης διαφοράς ή αμφισβητήσεως. (παρ.3 άρθρο 32 Ν.1080/80)

Τα ένδικα βοηθήματα ασκούνται με δικόγραφο, το οποίο, μαζί με τρία αντίγραφα, κατατίθενται στη γραμματεία της κύριας έδρας του δικαστηρίου, στο οποίο απευθύνεται. (παρ.1 άρθρο 126 Ν.2717/99, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 12 του Ν. 3659/08, και αντικαταστάθηκε από το άρθρο 27 του  N. 3900/10) (ΥΠ.ΕΣ.Α.&Η.Δ. οικ. 18812/14.04.2011)

 

Μαζί με τα ένδικα βοηθήματα ή μέσα κατατίθεται και αντίγραφο της προσβαλλόμενης ατομικής διοικητικής πράξης ή της δικαστικής απόφασης, εφόσον έχουν κοινοποιηθεί. (παρ.3 άρθρο 126 Ν.2717/99,, όπως συμπληρώθηκε από την παρ.5 του άρθρου 25 του Ν.4509/17
 

Η εκδίκαση των φορολογικών και τελωνειακών εν γένει διαφορών, των οποίων το αντικείμενο δεν υπερβαίνει τις εξήντα χιλιάδες (60.000) ευρώ, ανήκει σε πρώτο βαθμό στο μονομελές πρωτοδικείο. Εάν το αντικείμενο υπερβαίνει το ποσό των εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ και μέχρι του ποσού των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ, ανήκει σε πρώτο βαθμό στο τριμελές πρωτοδικείο. Εάν το αντικείμενο υπερβαίνει το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ, ανήκει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό στο τριμελές εφετείο. (παρ.2β άρθρο 6 Ν.2717/99, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 18 του Ν. 4446/16)

 

Για το παραδεκτό των ένδικων βοηθημάτων και μέσων πρέπει, κατά την κατάθεση τους, στην περίπτωση δε των φορολογικών και τελωνειακών εν γένει διαφορών ως την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης, να προσαχθεί το προβλεπόμενο από τις κείμενες διατάξεις αποδεικτικό καταβολής παράβολου. (παρ.1 άρθρο 277 Ν.2717/99)

Yπενθυμίζεται ότι υπό το προισχύσαν καθεστώς του άρθρου 126 του ν. 2717/99, στις φορολογικές διαφορές, η κατάθεση των προσφυγών γίνονταν είτε στο δήμο που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, είτε στη γραμματεία του δικαστηρίου στο οποίο απευθύνονταν, η οποία τις διαβίβαζε στον οικείο δήμο προκειμένου ο τελευταίος να συντάξει και αποστείλει τον κατ΄ άρθρο 149 του ν. 2717/99 διοικητικό φάκελο της διαφοράς στο δικαστήριο. (ΥΠ.ΕΣ.Α.&Η.Δ. οικ. 18812/14.04.2011)


Σε περίπτωση άσκησης δεύτερης προσφυγής, αναπτύσσονται πλήρως όλα τα δικαιώματα που, κατά νόμο, παρέχονται στον προσφεύγοντα, κατά την άσκηση της πρώτης προσφυγής του. Κατά συνέπεια, δεν νοείται να στερηθεί αυτός του βασικού του δικαιώματος να υποβάλει αίτημα προς υπαγωγή της υπόθεσης του σε διοικητική επίλυση, είτε με ιδιαίτερη αίτηση (ή ενδικοφανή προσφυγή) είτε δια της ασκούμενης δεύτερης δικαστικής προσφυγής. Και τούτο, διότι, το δικαίωμα υπαγωγής στη διαδικασία της διοικητικής επίλυσης της φορολογικής διαφοράς εξακολουθεί να υφίσταται και να ασκείται σε κάθε στάση της δίκης και για όσο διάστημα η σχετική διαφορά δεν έχει εισέτι κριθεί αμετακλήτως, ήτοι ακόμη και μετά την άσκηση αιτήσεως αναιρέσεως (βλ. ΣτΕ 3520/2010, 2429/2009 κλπ.).
Το ενδεχόμενο δε να επέλθει - εξ αιτίας της διοικητικής επίλυσης - ανατροπή πράξεων ή γεγονότων που, εν τω μεταξύ, είχαν λάβει χώρα (ταμειακή βεβαίωση, πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης, είσπραξη του χρέους κλπ.), δεν αποτελεί λόγο αποκλεισμού της νόμιμης δυνατότητας προς διοικητική επίλυση της διαφοράς, αφού, σε κάθε περίπτωση, το ενδεχόμενο αυτό δύναται να επέλθει και μετά την κατάρτιση δικαστικού συμβιβασμού (ακόμη και ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας), ο οποίος, ως γνωστόν, αποτελεί θεσμό που εφαρμόζεται απρόσκοπτα επί πολλά έτη στο πλαίσιο της φορολογικής διαδικασίας. (ΓνΝΣΚ 282/2013)

Προθεσμία άσκησης προσφυγής
Στις φορολογικές και τελωνειακές διαφορές εν γένει η προσφυγή ασκείται εντός τριάντα (30) ημερών. (παρ.2 άρθρο 66 Ν.2717/99 όπως τροποποιήθηκε από την περίπτ. 2 της υποπαρ. ΙΓ.2. του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/12) (ΠΟΛ 1007/10.01.2013)

Η ανωτέρω προθεσμία όπως τροποποιήθηκε από το Ν.4093/12 καταλαμβάνει πράξεις που εκδίδονται ή παραλείψεις που συντελούνται μετά τη δημοσίευση του ν.4093/12, μετά τις 12.11.2012. (περίπτ. 3 της υποπαρ. ΙΓ.2. του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/12)

Επισημαίνουμε ωστόσο ότι η προθεσμία είχε τροποποιηθεί εξαρχής με την παρ. 2 α της ενότητας Β του άρθρου πέμπτου του ν. 4079/2012 και είχαν οριστεί και πάλι οι 30 ημέρες. 

Με τις διατάξεις της υποπαραγράφου 2 της παραγράφου ΙΓ του ν. 4093/2012 (Α΄222), επήλθαν νομοτεχνικές διορθώσεις επί του άρθρου 66 παρ. 2 του ν. 2717/1999 (Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας). Στο πλαίσιο αυτό επισημαίνεται ότι η προθεσμία για την άσκηση προσφυγής επί φορολογικών διαφορών παραμένει τριάντα ημέρες (όπως αναφέρεται στο ΥΠ.ΕΣ. Οίκ. 39600/17.10.2012, σύμφωνα με την πρόβλεψη της παρ. 2 α της ενότητας Β του άρθρου πέμπτου του ν. 4079/2012), η δε διαλαμβανόμενη ρύθμιση καταλαμβάνει πράξεις που εκδόθηκαν ή παραλείψεις που συντελέστηκαν μετά τη δημοσίευση του ν. 4093/2012 (δηλ. τις 12-11-2012).  (ΥΠ.ΕΣ. Οίκ. 47140/13.12.2012) (περίπτ. 3 της υποπαρ. ΙΓ.2. του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/12)

Οι ανωτέρω διατάξεις των άρθρων 126 παρ. 1 και 277 παρ. 3 του ΚΔΔ, αναφερόμενες σε φορολογικές διαφορές "εν γένει" και σκοπούσα στην ταχύτερη εκκαθάριση αυτών, καταλαμβάνει και υποθέσεις περί επιβολής δημοτικών τελών και συναφών προστίμων, τούτο δε ανεξαρτήτως του κατά πόσο το τέλος το οποίο αφορούν συνιστά φόρο, ανταποδοτικό τέλος ή οικονομικό βάρος με χαρακτήρα ανταλλάγματος ή αποζημίωσης. (ΣτΕ 761/2014)

Ως φορολογικές διαφορές κατά την στενή τους έννοια, μπορούν να ορισθούν ως οι διοικητικές διαφορές ουσίας που προκύπτουν από την έκδοση ατομικών διοικητικών πράξεων φορολογικών αρχών, με τις οποίες επιβάλλεται αμέσως και εξουσιαστικώς από το Κράτος προς τους πολίτες φορολογικό βάρος ή φορολογική κύρωση, δηλαδή φόροι, πρόστιμα ή συναφή δικαιώματα, υπό την έννοια της υπαγωγής των βαρών αυτών στις διατάξεις της φορολογικής γενικώς νομοθεσίας ή και από την αμφισβήτηση αντικειμένων, τα οποία από την φύση τους συνάπτονται αναγκαίος προς την φορολογική υποχρέωση, λαμβανομένου υπόψη, ως αντικειμενικού κριτηρίου, του περιεχομένου εκάστης ατομικής διοικητικής πράξεως και όχι της ιδιότητας του εκδότου της. Συνακόλουθα προς τα ανωτέρω και σε συνδυασμό με τα άρθρα 78 παρ. 4 και 102 παρ. 1,2,6 του Συντάγματος και 6 παρ. 2 περ. β' του ΚΔΔ, στις φορολογικές διαφορές συγκαταλέγονται και αυτές που προκύπτουν από την έκδοση ατομικών διοικητικών πράξεων των δήμων, που είχαν υπαχθεί, προ της εισαγωγής του ΚΔΔ, στον ΚΦΔ και στον ΚΟΦΔ, προς τους οποίους δύναται να παρέχεται από τον νομοθέτη εξουσιοδότηση να κρίνουν ως προς την σκοπιμότητα για την επιβολή του φόρου και να ορίσουν το ύψος αυτού και τον φορολογικό συντελεστή στο πλαίσιο, όμως των ορίων που τίθενται κατά συγκεκριμένο τρόπο με τυπικό νόμο. (Ατομ.ΓνΝΣΚ 124/2015, η οποία έγινε αποδεκτή με το έγγραφο ΥΠ.ΕΣ.Δ.Α. οικ. 26463/30.07.2015)


Η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής αρχίζει:

Α. Σε περίπτωση ρητής πράξης:
α) Για εκείνους τους οποίους αφορά:
ι. από την κατά νομό επίδοση της σε αυτούς, ή
ιι. σε κάθε άλλη περίπτωση, από τότε που αυτοί έλαβαν αποδεδειγμένως πλήρη γνώση του περιεχομένου της. (παρ.1 άρθρο 66 Ν.2717/99)

β) Για τους τρίτους
ι. από τη δημοσίευση της, αν δεν προβλέπεται από το νομό άλλος ειδικότερος τρόπος γνωστοποίησης της, η
ιι. σε κάθε άλλη περίπτωση, από τότε που αυτοί έλαβαν αποδεδειγμένως πλήρη γνώση του περιεχομένου της. (παρ.1 άρθρο 66 Ν.2717/99)

Β Σε περίπτωση παράλειψης, από τη συντέλεση της. (αντικαταστάθηκε από την περίπτ. 2της υποπαρ. ΙΓ.2. του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/12. (παρ.1 άρθρο 66 Ν.2717/99)

 

Η προθεσμία άσκησης της προσφυγής και στις υποθέσεις δημοτικής και κοινοτικής φορολογίας ρυθμίζεται πλέον από τη διάταξη του άρθρου 66 παρ. 1 του Κ.Δ.Δ., που είναι εξήντα (πλέον τριάντα) ημέρες και αρχίζει από την κατά νόμο επίδοση στο φορολογούμενο της πράξης ή απόφασης και πάντως από τότε που αυτός έλαβε αποδεδειγμένα πλήρη γνώση του περιεχομένου της. Νόμιμη η κρίση της αναιρεσιβαλλομένης απόφασης. Πλημμελής η αιτιολογία της αναιρεσιβαλλομένης απόφασης ως προς τη διαλαμβανόμενη κρίση της ότι η ο Δήμος, ο οποίος φέρει το βάρος απόδειξης, δεν επικαλέστηκε κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει ότι η αναιρεσίβλητη εταιρία τοποθέτησε χωρίς άδεια σε χώρους που ανήκουν στον Δήμο επί συνόλω 37 διαφημιστικών πινακίδων, 11 πινακίδες που έφεραν την επίδικη επωνυμία. (ΣτΕ 550/2010)


Ενημέρωση οφειλέτη
Συνεπώς κάθε ενδιαφερόμενος θα πρέπει να είναι ενήμερος:
-για την κατά το άρθρο 2 του ν. 505/76 δυνατότητα ασκήσεως του ενδίκου βοηθήματος της προσφυγής κατά της εγγραφής του σε βεβαιωτικό κατάλογο, δια της σχετικής έγγραφης ειδοποιήσεως (κοινοποίηση αποσπάσματος εγγραφής), (ΥΠ.ΕΣ.Α.&Η.Δ. οικ. 18812/14.04.2011) (προσοχή: η προθεσμία της παρ.2 του άρθρου 2 του Ν.505/76 δεν ισχύει. Για την ισχύουσα προθεσμία δείτε παρακάτω την υποενότητα: Προθεσμία Άσκησης προσφυγής.)

-για τη δυνατότητά του να υποβάλλει με το ίδιο δικόγραφο της προσφυγής παράλληλο αίτημα για τη συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς, στο πλαίσιο της πρόβλεψης της παρ. 3 του άρθρο 32, του ν. 1080/80 και (ΥΠ.ΕΣ.Α.&Η.Δ. οικ. 18812/14.04.2011)

-για την υποχρέωσή του, εφόσον ασκήσει προσφυγή ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου, να προβεί στην επίδοση στον οικείο δήμο επικυρωμένου αντιγράφου αυτής, μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) ημερών από τη λήξη της προθεσμίας για την άσκησή της προσφυγής, ανεξαρτήτως εάν στο δικόγραφο εμπεριέχεται αίτημα συμβιβαστικής επίλυσης της διαφοράς με το δήμο (άρθρο 126 παρ. 1 ν. 2717/99, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 27 του ν. 3900/10). (ΥΠ.ΕΣ.Α.&Η.Δ. οικ. 18812/14.04.2011)

 


 

2. Επίδοση της προσφυγής στο Δήμο
 

Αντίγραφο του δικογράφου που κατατέθηκε, με μνεία της χρονολογίας κατάθεσής του, επιδίδεται, με τη φροντίδα της γραμματείας, στους καθ' ων τούτο στρέφεται, εξήντα (60) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη δικάσιμο. Ειδικώς, αν πρόκειται για ένδικο βοήθημα που στρέφεται κατά πράξης οργάνου του Δημοσίου, με την οποία εγκρίθηκε πράξη νομικού προσώπου δημοσίου δίκαιου, η επίδοση γίνεται και προς το νομικό πρόσωπο, καθίσταται δε διάδικος και αυτό. (παρ.1 άρθρο 128 Ν.2717/99, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 21 του Ν. 4446/16)

 


Η γραμματεία φροντίζει, επίσης, ώστε να επιδοθούν κλήσεις προς τους διαδίκους για να παρασταθούν κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στα ακροατήριο. Η κλήση αυτή επιδίδεται εξήντα τουλάχιστον ημέρες πριν από τη δικάσιμο. (παρ.2 άρθρο 128 Ν.2717/99, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 28 του N. 3900/2010)

 

Η κατά την προηγούμενη παράγραφο Κλήση μπορεί να γίνει και με προφορική ανακοίνωση της δικασίμου από τη γραμματεία. Τούτο βεβαιώνεται με έγγραφο, που υπογράφεται από τον αρμόδιο υπάλληλο και από εκείνον προς τον οποίο έγινε η ανακοίνωση. (παρ.3 άρθρο 128 Ν.2717/99)

 

 

Εφόσον συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι, οι προθεσμίες των προηγούμενων παραγράφων μπορούν, με πράξη του προέδρου του συμβουλίου ή του δικαστή που διευθύνει το δικαστήριο, να συντέμνονται, σε κάθε περίπτωση όμως δεν μπορούν να είναι μικρότερες των δεκαπέντε ημερών. (παρ.4 άρθρο 128 Ν.2717/99, όπως αντικαταστάθηκε από την παρ. 3 του άρθρου 28 του Ν. 3900/10)

 

Σε περίπτωση ματαίωσης της συζήτησης του συνόλου των υποθέσεων της δικασίμου για οποιονδήποτε λόγο, οι υποθέσεις που είχαν προσδιορισθεί, επαναπροσδιορίζονται οίκοθεν με πράξη του προέδρου του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης ή του δικαστή που διευθύνει το δικαστήριο, σε προσεχείς δικασίμους, χωρίς κλήτευση των διαδίκων, εφόσον είχαν κλητευθεί νομίμως. Οι διάδικοι ενημερώνονται από την ανάρτηση των πινακίων στα αντίστοιχα Τμήματα και την εμφάνιση των εκθεμάτων στην ηλεκτρονική σελίδα του Δικαστηρίου, οι οποίες, στην περίπτωση αυτή, γίνονται δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη δικάσιμο. Ειδικά, σε περίπτωση ματαίωσης συζήτησης σε μεταβατική έδρα, η ενημέρωση των διαδίκων γίνεται και με προφορική ανακοίνωση από τη γραμματεία με σχετική επισημείωση στον φάκελο της υπόθεσης. (παρ.5 άρθρο 128 Ν.2717/99, όπως προστέθηκε από την παρ. 4 του άρθρου 361 του Ν. 4700/20)

 

Στις φορολογικές και τελωνειακές εν γένει διαφορές απαιτείται επί ποινή απαραδέκτου της άσκησής τους, η επίδοση επικυρωμένου αντιγράφου του δικογράφου της προσφυγής, με επιμέλεια του διαδίκου στην αρχή που εξέδωσε την προσβαλλόμενη ή που, παρά το νόμο, παρέλειψε την έκδοσή της, μέσα σε προθεσμία είκοσι ημερών από τη λήξη της προθεσμίας για την άσκηση της προσφυγής. (παρ.1 άρθρο 126 Ν.2717/99, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 27 του  N. 3900/10- καταργήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 21 του Ν. 4446/16) (ΥΠ.ΕΣ.Α.&Η.Δ. οικ. 18812/14.04.2011)

Οι ανωτέρω διατάξεις των άρθρων 126 παρ. 1 και 277 παρ. 3 του ΚΔΔ, αναφερόμενες σε φορολογικές διαφορές "εν γένει" και σκοπούσα στην ταχύτερη εκκαθάριση αυτών, καταλαμβάνει και υποθέσεις περί επιβολής δημοτικών τελών και συναφών προστίμων, τούτο δε ανεξαρτήτως του κατά πόσο το τέλος το οποίο αφορούν συνιστά φόρο, ανταποδοτικό τέλος ή οικονομικό βάρος με χαρακτήρα ανταλλάγματος ή αποζημίωσης. (ΣτΕ 761/2014)

Κατά την έννοια των διατάξεων του αρ.32 του ν.1080/80, αν εκείνος κατά του οποίου έχει γίνει εγγραφή σε χρηματικό κατάλογο Δήμου για δημοτικά τέλη, φόρο ή πρόστιμο, υποβάλει στον οικείο Δήμο, εντός της νόμιμης προθεσμίας, με το δικόγραφο της προσφυγής, πρόταση διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, αργεί η διαδικασία για την εκδίκαση της προσφυγής, μέχρις ότου πραγματοποιηθεί, εν όλω ή εν μέρει, ή ματαιωθεί, κατά οποιοδήποτε τρόπο, η επίλυση αυτή, δεδομένου ότι, αν επιτευχθεί τέτοια επίλυση, επέρχεται μερική ή ολική κατάργηση της δίκης, κατά περίπτωση. Θεωρείται νομοτύπως υποβληθείσα η σχετική πρόταση με το δικόγραφο της προσφυγής, όταν ρητά αυτό χαρακτηρίζεται στην επικεφαλίδα και ως αίτηση διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, δεν απαιτείται δε η σχετική πρόταση να αναλύεται, ειδικότερα, με το δικόγραφο και να επαναλαμβάνεται στο αιτητικό της προσφυγής, δεδομένου ότι, το αίτημα της προσφυγής, περί ακυρώσεως ή τροποποιήσεως της καταλογιστικής πράξεως, αποτελεί και αίτημα της πρότασης διοικητικής επίλυσης της διαφοράς. Στην προκειμένη περίπτωση, με την κρινόμενη προσφυγή, το προσφεύγον ν.π.δ.δ. υπέβαλε πρόταση διοικητικής επίλυσης της διαφοράς για τις εν λόγω καταλογιστικές πράξεις, εφόσον ρητά αναγράφεται στην επικεφαλίδα του δικογράφου αυτής «ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΚΑΙ ΑΙΤΗΜΑ ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΥ». Όμως, από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν προκύπτει ότι εξετάστηκε το ως άνω αίτημα από το αρμόδιο όργανο και αυτό ικανοποιήθηκε, ολικώς ή μερικώς, ή αντιθέτως, ο ζητούμενος συμβιβασμός ματαιώθηκε. (ΔΕΦ ΑΘ 4048/2013)


Aν ο διάδικος δεν τήρησε την παραπάνω υποχρέωσή του και το Δημόσιο παρίσταται ενώπιον του Δικαστηρίου κατά την εκδίκαση της προσφυγής και δεν αντιλέγει, αίρεται το κατά τα ανωτέρω απαράδεκτο και το Δικαστήριο προχωρεί κανονικά στην εκδίκαση της προσφυγής. (παρ.1 άρθρο 126 Ν.2717/99, όπως προστέθηκε από το άρθρο 26 του Ν. 4274/14-καταργήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 21 του Ν. 4446/16)

Η ανωτέρω κατάργηση καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς δίκες. (παρ. 1 του άρθρου 21 του Ν. 4446/16)


 
3. Διαβίβαση της προσφυγής στην επιτροπή
H υπηρεσία του δήμου ή της κοινότητος που παραλαμβάνει την προσφυγή, υποχρεούται να διαβιβάσει αμελλητί αντίγραφό της στην επιτροπή επίλυσης φορολογικών διαφορών του Δήμου (παρ. 1). (παρ.3 άρθρο 32 Ν.1080/80)

 


4. Ορισμός ημέρας συζήτησης - Κλήση του αιτούντα ή του αντικλήτου του
Η επιτροπή υποχρεούται, εντός δεκαημέρου προθεσμίας από της παραλαβής του δικογράφου της προσφυγής, να ορίσει ημερομηνία συζητήσεως, όχι μεταγενέστερη των είκοσι ημερών από τη λήξη της δεκαημέρου προθεσμίας, και να καλέσει τον αιτούντα ή τον αντίκλητο του, τρεις τουλάχιστον ημέρες πριν από την ορισθείσα συζήτηση της υπόθεσης. Η πρόσκληση απευθύνεται στον αιτούντα ή στον αντίκλητο του και στην αναφερόμενη στο δικόγραφο της προσφυγής διεύθυνση. (παρ.4 άρθρο 32 Ν.1080/80)

 



5. Εξέταση του παραδεκτού της προσφυγής


Υπό το πρίσμα της ανωτέρω τροποποίησης του άρθρου 126 του Ν.2717/99 από το άρθρο 27 του Ν.3900/10, η επιτροπή συμβιβαστικής επίλυσης φορολογικών διαφορών και αμφισβητήσεων, οφείλει πριν τη συζήτηση κάθε υπόθεσης να διαπιστώνει επί ποινή απαραδέκτου τη σωρευτική πλήρωση των κατωτέρω προϋποθέσεων:
-Tην ύπαρξη δικογράφου, το οποίο απευθύνεται σε δικαστική αρχή.
-Την κατάθεση του δικογράφου στη γραμματεία της κύριας έδρας του δικαστηρίου στο οποίο απευθύνεται, πιστοποιούμενης αυτής με τη σχετική πράξη κατάθεσης.
-Επί του αυτού δικογράφου να εμπεριέχεται ρητά το αίτημα του ενδιαφερόμενου για διοικητική επίλυση της διαφοράς με τον οικείο δήμο, στο πλαίσιο της παρ. 3 του άρθρου 32 του ν. 1080/80. (ΥΠ.ΕΣ.Α.&Η.Δ. οικ. 18812/14.04.2011) (ΥΠ.ΕΣ. Οίκ. 39600/17.10.2012)

Εφόσον η επιτροπή διαπιστώσει το απαράδεκτο της προσφυγής, συντάσσει πρακτικό,στο οποίο αναφέρει το λόγο περί ύπαρξης απαραδέκτου, ο δε φάκελος διαβιβάζεται αμελλητί στο αρμόδιο δικαστήριο. (ΥΠ.ΕΣ.Α.&Η.Δ. οικ. 18812/14.04.2011)

 


6. Έκδοση Πρακτικού
Η επιτροπή εφόσον διαπιστώσει ότι συντρέχουν λόγοι μειώσεως ή διαγραφής του βεβαιωθέντος ποσού συντάσσει πρακτικό εντός εικοσαημέρου από της συζητήσεως της υποθέσεως, που υπογράφεται και από τον αιτούντα ή τον αντίκλητό του. (παρ.5 άρθρο 32 Ν.1080/80)

Εάν η επιτροπή διαπιστώσει ότι δεν συντρέχουν λόγοι διαγραφής του βεβαιωθέντος ποσού για το οποίο επιβλήθηκε το πρόστιμο ή εάν πρόκειται περί προστίμου αυτοτελώς επιβληθέντος, η μείωση του προστίμου δεν δύναται να είναι μεγαλύτερη του πεντήκοντα επί τοις εκατόν (50%) αυτού. (παρ.5 άρθρο 32 Ν.1080/80)

 


7. Έγκριση από το Δήμο - Έλεγχος νομιμότητας - Ολοκλήρωση Συμβιβασμού
Το πρακτικό διαβιβάζεται στο οικείο δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο εντός πενθημέρου από της λήξεως του κατά την παράγραφο 5 εικοσαημέρου, το οποίο κατά την πρώτη συνεδρίασή του αποφασίζει περί αποδοχής ή μη της προτάσεως της επιτροπής. (παρ.6 άρθρο 32 Ν.1080/80)

Ωστόσο, σύμφωνα με την περίπτ.ι' της παρ.1 του άρθρου 72 του Ν.3852/10, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, η Οικονομική Επιτροπή αποφασίζει τον συμβιβασμό ή την κατάργηση δίκης που έχει αντικείμενο ποσό έως εξήντα χιλιάδες (60.000) ευρώ, πλέον ΦΠΑ. Όταν το αντικείμενο της δίκης είναι άνω του ποσού αυτού, τότε εισηγείται τη λήψη απόφασης από το δημοτικό συμβούλιο. [...] Η απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής για τις περιπτώσεις των προηγούμενων εδαφίων, λαμβάνεται ύστερα από γνωμοδότηση δικηγόρου, η έλλειψη της οποίας συνεπάγεται ακυρότητα της σχετικής απόφασης. Η παρούσα ρύθμιση ισχύει και όταν η αρμοδιότητα ασκείται από το δημοτικό συμβούλιο.

Συνεπώς, για διαφορές με αντικείμενο έως 60.000€ πλέον ΦΠΑ το συμβιβασμό αποφασίζει η Οικονομική Επιτροπή.

Με την απόφαση του δημοτικού συμβουλίου που αποδέχεται την πρόταση της και μετά τον κατά νόμο έλεγχό της από το Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας, ολοκληρώνεται ο συμβιβασμός της ασκηθείσης προσφυγής, η οποία καθίσταται άνευ αντικειμένου. (παρ.7 άρθρο 32 Ν.1080/80)
Ωστόσο στην εγκ.41/12243/14.06.2007 του ΥΠ.ΕΣ. σημειώνεται ότι δεν εμπίπτουν στο πεδίο ελέγχου νομιμότητας κατά το άρθρο 149 του ΚΔΚ (ήδη άρθρο 225 του Ν.3852/10), οι αποφάσεις των δημοτικών συμβουλίων περί αποδοχής της πρότασης των επιτροπών συμβιβαστικής επίλυσης φορολογικών διαφορών.

Συνεπώς, μετά την έκδοση της ανωτέρω απόφασης από τα δημοτικά / κοινοτικά συμβούλια, δε νοείται εκκρεμοδικία ενώπιον των διοικητικών πρωτοδικείων. (ΥΠΕΣ 25005/22.04.2008)

Με την απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου περί αποδοχής του πρακτικού συμβιβασμού της Επιτροπής Επιλύσεως Φορολογικών Διαφορών με Συμβιβασμό του Δήμου, ολοκληρώνεται η διαδικασία του συμβιβασμού και αυτός καθίσταται οριστικός, χωρίς να είναι δυνατή πλέον η ανάκληση της απόφασης περί αποδοχής, ακόμη και αν το οικείο πρακτικό ενδεχομένως πάσχει πλημμέλειες στο σκεπτικό ή το συμπέρασμά του. (ΔΕφΑθ 83/2009)

 



8. Άσκηση έφεσης σε περίπτωση μη συμβιβασμού
Εάν δεν επιτευχθεί ο συμβιβασμός κατά την παρ. 5 ή δεν περαιωθεί η διαδικασία τούτου κατά την παρ.7, η υπηρεσία του δήμου ή της κοινότητος διαβιβάζει αμελλητί το πρακτικό και την απόφαση του δημοτικού συμβουλίου στο δικαστήριο με το διοικητικό φάκελο της υπόθεσης. (παρ.8 άρθρο 32 Ν.1080/80)

Η τήρηση της διαδικασίας της εξώδικης επίλυσής της διαφοράς όταν υποβάλλεται σχετική πρόταση αποτελεί προϋπόθεση της νόμιμης εισαγωγής της προσφυγής στο Δικαστήριο. (ΔΠρΑθ 1757/1988)

Δικαίωμα να ασκήσουν έφεση έχουν οι κατά την πρωτόδικη δίκη διάδικοι, εφόσον έχουν έννομο προς τούτο συμφέρον. (παρ.1 άρθρο 93 Ν.2717/99)

Σε περίπτωση άσκησης προσφυγής από φορολογούμενο, βεβαιώνεται σε βάρος του ποσοστό σαράντα τα εκατό (40%) επί του αμφισβητούμενου ποσού. (παρ.1 άρθρο 3 Ν.505/76, όπως αντικαταστάθηκε από την παρ.1 του άρθρου 27 του Ν. 1828/1989)

Μετά τη χορήγηση από το δικαστήριο αναστολής του υπό ευρεία έννοια νομίμου τίτλου, δεν είναι επιτρεπτή εκ μέρους του Δημοσίου η λήψη μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης εις βάρος του οφειλέτη για την είσπραξη του χρέους του. Περαιτέρω, η ταμειακή βεβαίωση αποτελεί μεν κατά νόμο, την πρώτη πράξη της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτελέσης, δεν συνεπάγεται όμως, αυτή και μόνη, ζημία δυσχερώς επανορθώσιμη σε περίπτωση ευδοκιμήσεως της προσφυγής, έχει, δε κατά βάση, ως έννομη συνέπεια ότι το οικείο χρέος καθίσταται ληξιπρόθεσμο και αρχίζει η επιβολή προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής. Αυτό ισχύει και για την ταμειακή βεβαίωση του ποσοστού του χρέους, η οποία εκδίδεται αμέσως μετά την άσκηση της προσφυγής σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 3 παρ. 1 του ν. 505/1976 (Α΄ 353), (27 παρ. 1 του 1828/89, Α΄ 2). Ο οφειλέτης εξάλλου, δεν οφείλει μέχρι του πέρατος της πρωτοβάθμιας δίκης κανένα ποσό, σε περίπτωση δε που δικαιωθεί, δεν θα καταβάλει ούτε τις προσαυξήσεις, οι οποίες συνακυρώνονται μαζί με τον υπό ευρεία έννοια νόμιμο τίτλο, ενώ εάν αυτός ηττηθεί, το Δημόσιο δεν θα ζημιωθεί κατά το ποσόν των προσαυξήσεων, τις οποίες θα είχε αποφύγει ο οφειλέτης εάν δεν είχε προηγηθεί η ταμειακή βεβαίωση του χρέους ή ποσοστού αυτού, με τον τρόπο δε αυτό επέρχεται μια εξισορρόπηση των συμφερόντων αφ' ενός του Δημοσίου και αφ' ετέρου του οφειλέτη -διαδίκου. Περαιτέρω, ρητώς ορίζεται στη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 6 του ΚΕΔΕ, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, ότι αναστολή καταβολής χρεών προς το Δημόσιο χορηγηθείσα από το δικαστήριο, δεν απαλλάσσει τα χρέη από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής όσο χρόνο διαρκεί η αναστολή, ενώ εξάλλου, η μεταγενέστερη προσθήκη με το άρθρο 67 παρ. 5 του ν. 3842/2010 (Α΄ 58) διατάξεως σύμφωνα με την οποία η εν λόγω ρύθμιση καταλαμβάνει, μεταξύ άλλων, και την αναστολή της ταμειακής βεβαίωσης που χορηγείται στα πλαίσια δικαστικής αμφισβήτησης για το ποσό που θα οφείλεται τελικά με βάση τη δικαστική απόφαση, έχει διευκρινιστικό απλώς χαρακτήρα και δεν μπορεί από αυτήν να συναχθεί εξ αντιδιαστολής επιχείρημα, περί του ότι προ της ισχύος του ως άνω άρθρου 67 παρ. 5, η εν λόγω διάταξη του άρθρου 6 παρ. 6 δεν καταλάμβανε και τις περιπτώσεις δικαστικής αναστολής του νόμιμου τίτλου ή της ταμειακής βεβαίωσης. (ΣτΕ 311/2016)

Η άσκηση προσφυγής, κατά πράξης βεβαίωσης δημοτικών ή κοινοτικών φόρων, τελών, δικαιωμάτων και εισφορών δεν αναστέλλει την είσπραξη του -ποσού που βεβαιώθηκε, εφόσον η βεβαίωση αυτή στηρίχτηκε σε στοιχεία που δηλώθηκαν από τον υπόχρεο στο δήμο ή την κοινότητα ή σε άλλη αρχή ή υπηρεσία του δημόσιου τομέα. (παρ.1 άρθρο 61 Ν.1416/84)

Προκειμένου για χρηματικού αντικειμένου φορολογικές και τελωνειακές εν γένει διαφορές, ο εκκαλών οφείλει να καταβάλει μέχρι την ημερομηνία της αρχικής δικασίμου, με ποινή απαραδέκτου της έφεσης, ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) του οφειλόμενου, σύμφωνα με την πρωτόδικη απόφαση, κύριου φόρου, δασμού ή τέλους εν γένει, εκτός αν έχει χορηγηθεί αναστολή σύμφωνα με τα άρθρα 206 επ. Το καταβλητέο ποσό υπολογίζεται από την αρμόδια φορολογική ή τελωνειακή αρχή, η οποία συντάσσει ατελώς, μετά από αίτηση του εκκαλούντος, ειδικό σημείωμα, με το οποίο βεβαιώνεται και η καταβολή του. (παρ.3 άρθρο 93 Ν.2717/99, όπως προστέθηκε με το άρθρο 22 του N. 3900/2010 και τροποποιήθηκε από την παρ. 2 του άρθρου 37 του Ν. 4446/16)- Οι ανωτέρω διατάξεις ισχύουν ένα μήνα μετά την δημοσίευση του Ν. 4446/16 (Ημερ. Δημοσίευσης: 22.12.2016) (άρθρο 45 του Ν. 4446/16

Κατά την εκάστοτε είσπραξη μετά την παρέλευση της νόμιμης προθεσμίας καταβολής, βεβαιωμένου στη Φορολογική Διοίκηση ποσού φόρου, προστίμου κτλ, μη εξαιρουμένης της περίπτωσης του άρθ. 93 του ΚΔΔ, συνεισπράττονται υποχρεωτικά οι αναλογούσες σε αυτό προσαυξήσεις, τόκοι ή πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής κατά περίπτωση. 
Από τις ως άνω διατάξεις προκύπτει ότι η καταβολή στο πλαίσιο της παρ. 3 του άρθρου 93 του ΚΔΔ προκειμένου να ασκηθεί έφεση, (50%, (ήδη 20% έπειτα από την τροποποίηση με την παρ. 2 του άρθρου 37 του Ν. 4446/16) του κύριου φόρου, προστίμου κτλ όπως έχει προσδιοριστεί με την πρωτόδικη απόφαση), αφορά στον προσδιορισμό του προς καταβολή ποσού (50 % (ήδη 20% έπειτα από την τροποποίηση με την παρ. 2 του άρθρου 37 του Ν. 4446/16) του κύριου φόρου) και όχι στον τρόπο πίστωσης αυτού, ο οποίος πρέπει να πραγματοποιείται κατ' αναλογία, σε όλα τα συμβεβαιούμενα ποσά και στις κατά Κ.Ε.Δ.Ε./Κ.Φ.Δ. προσαυξήσεις/τόκους/πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής. Κατόπιν των ανωτέρω, εφόσον ο φορολογούμενος έχει καταβάλει το προσδιορισθέν προς καταβολή ποσό (κύριου φόρου), ανεξαρτήτως του τρόπου πίστωσης αυτού στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων, λαμβάνει το κατά το άρθρο 93 Κ.Διοικητικής Δικονομίας ειδικό σημείωμα. (ΠΟΛ 1059/09.05.2016)


Στις φορολογικές και τελωνειακές εν γένει διαφορές, στις οποίες η άσκηση της προσφυγής αναστέλλει μερικώς ή στο σύνολό της την εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης, το δικαστήριο μπορεί μετά από αίτηση της αρχής που εξέδωσε την πράξη ή του οργάνου που ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, να διατάξει την εκτέλεση της πράξης, ακόμη και στο σύνολό της, αν:
α) η ασκηθείσα προσφυγή είναι προδήλως απαράδεκτη ή προδήλως αβάσιμη ή
β) η εκ του νόμου αναστολή της προσβαλλόμενης πράξης θα καταστήσει εξαιρετικά δυσχερή την εκτέλεσή της σε περίπτωση απόρριψης της προσφυγής και η εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης στο σύνολό της δεν θα επιφέρει ανεπανόρθωτη βλάβη στον προσφεύγοντα. (άρθρο 205Α Ν.2717/99, όπως προστέθηκε με το άρθρο 37 του  N. 3900/10)

 

Σε περίπτωση ενδίκων βοηθημάτων ή μέσων που έχουν απορριφθεί, αυτά μπορεί να ασκηθούν εκ νέου εντός προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από τη δημοσίευση του Ν.4509/17 (ημερ. δημος.22.12.2017) και με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του άρθρου 94 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, όπως ισχύει. (παρ.10 άρθρο 25 Ν.4509/17)

 



9. Συνοπτικά βήματα

1. Άσκηση προσφυγής στο δικαστήριο από τον οφειλέτη.

2. Επίδοση αντιγράφου του δικογράφου στο Δήμο από τη γραμματεία του δικαστηρίου στο οποίο αυτό κατατέθηκε εξήντα τουλάχιστον μέρες πριν τη δικάσιμο.

3. Διαβίβαση αντιγράφου δικογράφου προσφυγής αμελλητί από την υπηρεσία του δήμου που το παραλαμβάνει στην επιτροπή επίλυσης φορολογικών διαφορών του Δήμου. (άρθρο 32 παρ.3 του Ν.1080/80)
4. Ορισμός ημερομηνίας συζητήσεως του θέματος από την επιτροπή (εντός 10ημερης προθεσμίας από της παραλαβής του δικογράφου της προσφυγής, όχι μεταγενέστερη των 20 ημερών από τη λήξη της 10ημερης προθεσμίας)

5. Κλήση του αιτούντα ή του αντικλήτου του, τρεις τουλάχιστον ημέρες πριν από την ορισθείσα συζήτηση της υπόθεσης. (άρθρο 32 παρ.4 του Ν.1080/80)

6.   Εξέταση του παραδεκτού της προσφυγής

7.  Σύνταξη πρακτικού από την επιτροπή εντός 20ημέρου από τη συζήτηση της υπόθεσης.

  8.  Διαβίβαση πρακτικού στο δημοτικό συμβούλιο εντός πενθημέρου από της λήξεως του εικοσαημέρου για τη σύνταξη του πρακτικού. (άρθρο 32 παρ.6 Ν.1080/80)

9. Απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου κατά την πρώτη συνεδρίασή του περί αποδοχής ή μη της προτάσεως της επιτροπής. (άρθρο 32 παρ.6 Ν.1080/80)

Για ποσά έως 60.000€ πλέον ΦΠΑ το συμβιβασμό αποφασίζει η Οικονομική Επιτροπή (περίπτ.ι' της παρ.1 του άρθρου 72 του Ν.3852/10)

10. Έλεγχος της απόφασης από το Γενικό Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης. (εγκ.41/12243/14.06.2007 του ΥΠ.ΕΣ)

11.α. Σε περίπτωση αποδοχής της πρότασης, ο συμβιβασμός ολοκληρώνεται και η προσφυγή καθίσταται άνευ αντικειμένου
β. Σε περίπτωση μη αποδοχής της πρότασης, διαβιβάζεται το πρακτικό και η απόφαση του δημοτικού συμβουλίου στο δικαστήριο με το διοικητικό φάκελο της υπόθεσης