Έλεγχος στοιχείων-Κυρώσεις-Προσφυγές
Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 53, παρ. 3 του Ν. 1416/84, οι δήμοι και οι κοινότητες μπορούν οποτεδήποτε να διενεργούν ελέγχους στους χώρους λειτουργίας των επιχειρήσεων που υπάγονται στο τέλος, προκειμένου να διαπιστώσουν αν τηρούνται κανονικά τα στοιχεία που απαιτούνται από το νόμο για την είσπραξη του τέλους.
Δύνανται δε οι ΟΤΑ σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 47 του Ν. 1416/84 και των άρθρων 6 και 7 του Ν. 1080/80, για την επιβολή και τον έλεγχο του συγκεκριμένου τέλους να ζητούν τα αναγκαία στοιχεία από τους φορείς του δημοσίου, οι οποίοι αντίστοιχα υποχρεούνται να τα χορηγούν εντός 15 ημερών από την παραλαβή του σχετικού εγγράφου του δήμου ή της κοινότητας. Για τη χορήγηση των στοιχείων υποβάλλεται εγγράφως σχετικό αίτημα του ΟΤΑ, στο οποίο αναφέρεται και ο σκοπός για τον οποίοι ζητούνται.
Σχετικά με τους όρους και τις προϋποθέσεις του ελέγχου για την απόδοση των τελών διαμονής παρεπιδημούντων και επί των ακαθάριστων εσόδων κέντρων διασκεδάσεως, εστιατορίων κλπ. εκδόθηκε η Κ.Υ.Α. 5214/1985 (ΦΕΚ 74 Β').
Επίσης με το άρθρο 52 του Ν. 2065/92 επιτρέπεται οι δήμοι και κοινότητες να ενεργούν σε επιχειρήσεις της περιφέρειάς τους, οι οποίες υπόκεινται σε τέλος παρεπιδημούντων, έλεγχο για την κανονική έκδοση απ' αυτά των προβλεπόμενων από τις κείμενες διατάξεις φορολογικών στοιχείων. Οι υπάλληλοι που ενεργούν τους ελέγχους αυτούς έχουν όλες τις υποχρεώσεις και ευθύνες που ορίζονται στο άρθρο 47 του ιδίου νόμου (Ν.2065/92).
-Υπόδειγμα Δημοτικού Συμβουλίου για τον ορισμό Δημοτικού Συμβούλου για τους ελέγχους προβλέπονται από τις διατάξεις των άρθρ. 53 και 54 του Ν. 1416/84 και του άρθρου 52 του Ν. 2065/92.
-Υπόδειγμα Δημάρχου για τον ορισμό υπαλλήλου για τους ελέγχους προβλέπονται από τις διατάξεις των άρθρ. 53 και 54 του Ν. 1416/84 και του άρθρου 52 του Ν. 2065/92.
α) Οι οικείοι ΟΤΑ, στο πλαίσιο ελέγχου προς διαπίστωση της ακρίβειας των υποβληθεισών δηλώσεων που αφορούν τα αναλογούντα τέλη επί των ακαθαρίστων εσόδων σε ποσοστό 0,5% και 5% (ανά περίπτωση) και τα τέλη παρεπιδημούντων σε ποσοστό 0,5%, μπορούν να λάβουν υπ' όψιν και τα στοιχεία που παρέχονται από τις αρμόδιες Δ.Ο.Υ. σχετικά με το ύψος των ακαθαρίστων εσόδων όπως αυτά προσδιορίσθηκαν και έγιναν αποδεκτά από τον επιτηδευματία κατ' εφαρμογήν των διατάξεων των άρθρων 13 έως 17 του Ν 3296/2004 για την περαίωση δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος και ΦΠΑ, καθώς και λοιπών φορολογιών, και των διατάξεων του άρθρου 79 του Ν 3842/2010 περί αυτοελέγχου, τα οποία άλλωστε δεν θα μπορούσαν να είναι κατώτερα από τα προκύπτοντα από τα οικεία βιβλία. (ομοφ.)
Δεν συντρέχει περίπτωση επιβολής του προβλεπομένου από το άρθρο 6 παρ.5 του Ν 1080/1980, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 18 παρ.1 του Ν 2946/2001 προστίμου σε ποσοστό 2% του τέλους. (πλειοψ.) (ΓνΝΣΚ 425/2010)
Επί μη υποβολής ή υποβολής ανακριβούς ή εκπροθέσμου δηλώσεως ή καταβολής ή ελλιπούς ή εκπροθέσμου καταβολής του τέλους επιβάλλεται εις βάρος του υπόχρεου βάσει των παρεχόμενων στον δήμο ή κοινότητα υπό της αρμοδίας οικονομικής εφορίας σχετικών στοιχείων και πρόστιμο ίσον προς το δύο επί τοις εκατόν (2%) του τέλους δι' έκαστο μήνα καθυστερήσεως μη δυνάμενο να υπερβεί το ισόποσο του τέλους. (άρθρο 6 παρ. 5 του Ν. 1080/1980 όπως αντικαταστάθηκε από την παρ. 1 του άρθρου 18 του Ν. 2946/01, ΦΕΚ 224/01 τεύχος Α')
Το πρόστιμο επιβάλλεται από το Δήμαρχο σύμφωνα με το άρθρο 73 του ΒΔ 9-24/10.10.58.
Υπόχρεος για την καταβολή του τέλους του άρθρου 7 του Ν. 1080/1980 είναι ο κατά τον κρίσιμο χρόνο εκμεταλλευόμενος το εστιατόριο/σε περίπτωση δε κατά την οποία ο προαναφερθείς υπόχρεος δεν καταβάλλει το ποσό του οφειλομένου τέλους στο δικαιούχο δήμο ή κοινότητα, τότε επιβάλλεται με πράξη του δημάρχου ή προέδρου της κοινότητας το μη καταβληθέν τέλος καθώς και το πρόστιμο που προβλέπεται/η είσπραξη εξ άλλου των ποσών που έχουν βεβαιωθεί με την οριστικοποιηθείσα πράξη του δημάρχου ή του προέδρου της κοινότητας γίνεται από τα οικεία δημοτικά ή κοινοτικά ταμεία, τα οποία συντάσσουν σχετική ατομική ειδοποίηση που αποστέλλουν προς τον οφειλέτη/κατά της προαναφερθείσας ατομικής ειδοποιήσεως χωρεί η κατά το άρθρο 73 παρ 1 του ΚΕΔΕ ανακοπή, με την οποία όμως, εν όψει του ότι στον οφειλέτη παρέχεται από τις σχετικές διατάξεις δικαίωμα προσφυγής κατά της πράξεως προσδιορισμού της οφειλής του, δεν είναι δυνατή η προβολή λόγων αναφερομένων στο κατ' ουσία βάσιμο της απαιτήσεως του Δήμου ή της Κοινότητας. (ΣτΕ 186/1998 Τμ. ΣΤ')
Εξαιρετικώς στις φορολογικές και τελωνειακές διαφορές εν γένει η προσφυγή ασκείται εντός τριάντα (30) ημερών και η προθεσμία για την άσκησή της αρχίζει:
(παρ.2α άρθρο 66 Ν.2717/99-ΚΔΔ)
Α. Σε περίπτωση ρητής πράξης:
α) Για εκείνους τους οποίους αφορά:
ι. από την κατά νομό επίδοση της σε αυτούς, ή
ιι. σε κάθε άλλη περίπτωση, από τότε που αυτοί έλαβαν αποδεδειγμένως πλήρη γνώση του περιεχομένου της. (παρ.1Αα άρθρο 66 Ν.2717/99-ΚΔΔ)
β) Για τους τρίτους
ι. από τη δημοσίευση της, αν δεν προβλέπεται από το νομό άλλος ειδικότερος τρόπος γνωστοποίησης της, η
ιι. σε κάθε άλλη περίπτωση, από τότε που αυτοί έλαβαν αποδεδειγμένως πλήρη γνώση του περιεχομένου της. (παρ.1Αβ άρθρο 66 Ν.2717/99-ΚΔΔ)
Β. Σε περίπτωση παράλειψης, από τη συντέλεση της. (παρ.1Β άρθρο 66 Ν.2717/99-ΚΔΔ)
Οι διαφορές που αναφύονται μεταξύ δήμων και τρίτων και αφορούν τέλος επί των ακαθαρίστων εσόδων και μη υποβολή δηλώσεως, ή για υποβολή ανακριβούς δηλώσεως, ή για εκπρόθεσμη υποβολή δηλώσεως τόσο από την διατύπωση των ανωτέρω διατάξεων, όσο και από το περιεχόμενο που αναγκαίως περιέχουν οι σχετικές ατομικές διοικητικές πράξεις περί επιβολής, ευθέως, των ανωτέρω βαρών, προκύπτει ότι έχουν τον χαρακτήρα διοικητικών (φορολογικών) διαφορών και με την ως άνω ιδιότητα αντιμετωπίζονται από την νομολογία. Επομένως, σύμφωνα με το άρθρο 66 παρ. 2α του ΚΔΔ, όπως ισχύει, η προθεσμία ασκήσεως προσφυγής κατά των πράξεων αυτών, είναι 30 ημερών.(Ατομ.ΓνΝΣΚ 124/2015, η οποία έγινε αποδεκτή με το έγγραφο ΥΠ.ΕΣ.Δ.Α. οικ. 26463/30.07.2015)