[post_tabs][post_tab title="Καθεστώς μετά τον ν. 5027/23"]
Αποσβεστική προθεσμία - Παραγραφή
I. Αποσβεστική προθεσμία βεβαίωσης
1. Πάσης φύσεως έσοδα
2. Οφειλές που προκύπτουν λόγω μη υποβολής των αναγκαίων δικαιολογητικών
3. Συνέπειες παρόδου προθεσμίας
4. Αναζήτηση στοιχείων οφειλετών
II. Παραγραφή
1. Έννοια-Νομοθετικό καθεστώς
2. Χρόνος παραγραφής
3. Αναστολή και παράταση παραγραφής
4. Διακοπή παραγραφής
5. Συνέπειες παραγραφής
III. Έκθεση μη βεβαίωσης και είσπραξης
V. Αναλογική εφαρμογή στα ΝΠΔΔ
Ι. Αποσβεστική προθεσμία βεβαίωσης
1. Πάσης φύσεως έσοδα
Οι δήμοι βεβαιώνουν ταμειακά τα κάθε είδους οφειλόμενα ποσά, από οποιαδήποτε πηγή, που καθίστανται εισπρακτέα έσοδα, εντός αποσβεστικής προθεσμίας πέντε (5) ετών, που αρχίζει το επόμενο έτος από τη γένεση της οφειλής, εκτός αν με ειδικές διατάξεις ορίζονται μικρότερες προθεσμίες. (παρ. 1 άρθρο 166Α ν. 3463/06, όπως προστέθηκε από το άρθρο 39 του ν. 5027/23) (ΥΠ.ΕΣ. εγκ. 534/38880/04.05.2023)
Με την αξιολογούμενη διάταξη προτείνεται η ενιαία αντιμετώπιση του θέματος με τη θέσπιση μίας ρύθμισης που να ορίζει ειδικά και μόνο για τους δήμους,
α) τους όρους βεβαίωσης των εσόδων,
β) μία προθεσμία ταμειακής βεβαίωσης (πενταετία από το επόμενο έτος της βεβαίωσης υπό ευρεία έννοια) και
γ) ενιαία, πενταετή προθεσμία είσπραξης που αρχίζει από το επόμενο έτος της ταμειακής βεβαίωσης. Η σύντμηση αυτή της προθεσμίας είσπραξης καθίσταται αναγκαία, λόγω των σύγχρονων αντιλήψεων για ταχεία εκκαθάριση των οικονομικών εκκρεμοτήτων, των ευρέων δυνατοτήτων χρήσης ψηφιακών εφαρμογών, που διευκολύνουν τις συναλλαγές, και εναρμονίζεται με τη γενικότερη λογική που επικρατεί για μία πενταετή προθεσμία σε όλες τις οφειλές προς το κράτος. (Αιτιολογική έκθεση ν. 5027/23)
Σημειώνεται ότι η ως άνω διαδικασία βεβαίωσης και είσπραξης εσόδων εφαρμόζεται από τους δήμους για όσο διαρκεί η μεταβατική περίοδος των δύο ετών μόνο για τις οφειλές που γεννήθηκαν μετά τις 31.12.2018 και θα εφαρμόζεται ως πάγια, μετά τις 2.3.2025 για όλες τις οφειλές, ανεξαρτήτως του χρόνου γέννησής τους. (ΥΠ.ΕΣ. εγκ. 534/38880/04.05.2023)
Σε ότι αφορά το ζήτημα των μικρότερων προθεσμιών, διευκρινίζεται ότι σύμφωνα με πάγια νομολογία, ελλείψει ειδικότερων διατάξεων στο νομικό καθεστώς που διέπει την είσπραξη των εσόδων των δήμων (ΔΠΑ 88166/2021, ΔΕφΑθ 3402/2019) για το δικαίωμα ταμειακής βεβαίωσης απαιτήσεων δήμων που αφορούν αυτοτελή πρόστιμα (π.χ. πρόστιμα από παραβάσεις Κ.Ο.Κ.), εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 71 του ν. 542/1977 σύμφωνα με τις οποίες οι ως άνω απαιτήσεις βεβαιώνονται εντός αποσβεστικής προθεσμίας τριών μηνών από τη λήξη του μήνα εντός του οποίου αποκτήθηκε ο τίτλος βεβαίωσης και σε κάθε περίπτωση όχι πέραν των τριών ετών, από τη λήξη του έτους εντός του οποίου αποκτήθηκε ο εν λόγω τίτλος βεβαίωσης. (ΥΠ.ΕΣ. εγκ. 534/38880/04.05.2023)
Η οικεία δημοτική αρχή δεν δύναται να προβεί (αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αιτήσεως) σε επανεξέταση και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, σε ανάκληση πράξεων επιβολής φόρου ή οικονομικού βάρους που έχει το χαρακτήρα φόρου, οι οποίες εκδόθηκαν μετά τη συμπλήρωση της αποσβεστικής προθεσμίας του άρθρου 2 παρ. 1 του α.ν. 344/1968 [πλέον παρ. 1 άρθρο 166Α ν. 3463/06, όπως προστέθηκε από το άρθρο 39 του ν. 5027/23], ούτε δύναται να προβεί στη διαγραφή των χρεών αυτών, δυνάμει του άρθρου 174 του ΚΔΚ. Αντίθετα, η ανωτέρω αρχή δύναται, κατά διακριτική ευχέρεια και εντός ευλόγου χρόνου, να προβεί σε επανεξέταση και ανάκληση, κατόπιν σχετικής αιτήσεως του ενδιαφερομένου, των πράξεων βεβαιώσεως ανταποδοτικών τελών, τα οποία βεβαιώθηκαν παρά το νόμο, ήτοι μετά τη συμπλήρωση της τασσομένης από το νόμο αποκλειστικής προθεσμίας. Περαιτέρω, σε περίπτωση που καταβλήθηκαν στο δήμο ή υπήχθησαν στη ρύθμιση του ν. 4321/2015, βεβαιωμένα ταμειακώς ποσά από ανταποδοτικά τέλη, είναι δυνατή η επιστροφή τους, κατόπιν αιτήσεων όσων έχουν έννομο συμφέρον, εφόσον ανακληθούν οι σχετικές πράξεις βεβαιώσεως και υπό την προϋπόθεση ότι η αξίωση των ανωτέρω έναντι του δήμου δεν έχει υποκύψει στην προβλεπόμενη στην τριετή παραγραφή που προβλέπεται στο άρθρο 26 παρ. 1 του π.δ. 318/1969 ( πλειοψ). (ΓνΝΣΚ 118/2017)
Με αφορμή ερώτημα Δήμου, που απεστάλη τον Οκτώβριο του 2022 (πριν την ισχύ του ν. 5027/23) προς το ΥΠ.ΕΣ. αλλά παρελήφθη τον Ιούλιο του 2023 (μετά την ισχύ του ν. 5027/23), σχετικά με το χρόνο παραγραφής των τελών ύδρευσης και των τελών καθαριότητας και φωτισμού που επιστρέφονται από τους παρόχους ηλεκτρικής ενέργειας προς βεβαίωση, το ΥΠ.ΕΣ. με το υπ’ αριθμ. 64349/31.07.2023 έγγραφο του επισημαίνει τα εξής:
«Σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 6 του α.ν. 344/1968 «... Κατ ́ εξαίρεσιν αι προερχόμεναι εκ φόρων εν γένει, τελών, δικαιωμάτων, εισφορών και αντιτίμου προσωπικής εργασίας παραγράφονται μετά πενταετίαν ως ανωτέρω».
Τα ανταποδοτικά τέλη ύδρευσης και αποχέτευσης, τα οποία σημειωτέον, διατηρούν την ιδιότητα αυτή (του ανταποδοτικού τέλους) και στην περίπτωση που τη σχετική υπηρεσία παρέχει ο οικείος δήμος και στην περίπτωση που αυτή παρέχεται από δημοτική επιχείρηση (ΔΕΥΑ), επιβάλλονται σε κάθε περίπτωση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του β.δ/τος 24-9/20-10/1958. Τα ως άνω τέλη συνεπώς εμπίπτουν στην πενταετή παραγραφή της προαναφερόμενης διάταξης του άρθρου 6 του α.ν. 344/1968 και όχι στην εικοσαετή παραγραφή απαιτήσεων του Δημοσίου της παρ. 3 του άρθρου 136 του ν.4270/2014, όπου ορίζονται ρητά οι εμπίπτουσες περιπτώσεις και στις οποίες δεν συμπεριλαμβάνονται τα συγκεκριμένα τέλη. Επιπλέον, οι Ο.Τ.Α. δεν εντάσσονται στο “Δημόσιο”, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 14 παρ. 1στ. του ν. 4270/2014. Ως εκ τούτου και αναφορικά με το ερώτημά σας, βεβαιωμένες οφειλές από τέλη ύδρευσης παραγράφονται μετά την παρέλευση πενταετίας από την ταμειακή τους βεβαίωση, με την επιφύλαξη τυχόν ενεργειών (διοικητικά μέτρα είσπραξης) για την επιδίωξη είσπραξής τους από τον δήμο, στο πλαίσιο του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.-ν.δ. 356/1974 που ίσχυε για το διάστημα αναφοράς, νέος Κ.Ε.Δ.Ε.-ν. 4978/2022). Τα ίδια ισχύουν και για την είσπραξη των τελών καθαριότητας και φωτισμού που αναφέρετε στο υπ ́ αριθμ. ΧΧΧ/5.10.2022 έγγραφό σας.
Τέλος, σας υπενθυμίζουμε ότι σε περίπτωση μη βεβαίωσης και είσπραξης εσόδων των δήμων εφαρμογή έχουν οι διατάξεις του άρθρου 277 του ν. 3852/2010, καθώς και οι νέες διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 39 του ν. 5027/2023, όπως ισχύουν οι νόμοι αυτοί. Σχετική και η υπ ́ αριθμ. 534/Α.Π. 38880/4-5-2023 εγκύκλιός μας που στάλθηκε στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις του Κράτους.»
2. Οφειλές που προκύπτουν λόγω μη υποβολής των αναγκαίων δικαιολογητικών
Αν οι υπόχρεοι δεν έχουν υποβάλει δήλωση αναγκαίων στοιχείων ή υπέβαλαν δήλωση με ανακριβή ή ελλιπή στοιχεία βεβαιώνονται σε βάρος τους οι οφειλές από τη γένεση της υποχρέωσής τους αλλά όχι πέραν της δεκαετίας και τα πρόστιμα που τους αναλογούν κατά περίπτωση επί των οφειλών των πέντε (5) τελευταίων ετών. (παρ. 2 άρθρο 166Α ν. 3463/06, όπως προστέθηκε από το άρθρο 39 του ν. 5027/23 και τροποποιήθηκε από το άρθρο 7 του ν. 5043/23)
Από την γραμματική και τελολογική ερμηνεία της εν λόγω διάταξης προκύπτει ότι στις περιπτώσεις αυτές η βεβαίωση της οφειλής δεν ανάγεται στο απώτερο παρελθόν αλλά περιορίζεται χρονικά στην τελευταία δεκαετία, δηλαδή, στα τελευταία δέκα οικονομικά έτη που προηγούνται του τρέχοντος έτους της βεβαίωσης. Ως οικονομικά έτη στις περιπτώσεις αυτές νοούνται τα οικονομικά έτη στο σύνολό τους, δηλαδή στη δωδεκάμηνη διάρκειά τους. (ΥΠ.ΕΣ. εγκ. 534/38880/04.05.2023)
Σημειώνεται ότι η ανωτέρω διάταξη είναι ειδική, καθώς αφορά οφειλές των προβλεπόμενων περιπτώσεων παρελθόντων ετών, που γίνονται με οποιοδήποτε τρόπο γνωστά στον οικείο δήμο μετά την ισχύ του ν. 5043/23.(ήτοι μετά τις 13.04.2023) (ΥΠ.ΕΣ. εγκ. 534/38880/04.05.2023)
Σημειώνεται επίσης ότι η συγκεκριμένη ειδική διάταξη εφαρμόζεται από τη δημοσίευση του νόμου και δεν εμπίπτει στις μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 72 του ν. 5027/2023 και ως εκ τούτου, η αποσβεστική προθεσμία βεβαίωσης που όριζε το άρθρο 32 του ν. 4304/2014 και εφαρμόζονταν μεταξύ άλλων και για την περίπτωση
«εσφαλμένης βεβαίωσης οφειλών», δεν τυγχάνει εφαρμογής στο πλαίσιο της νέας διάταξης του άρθρου 7 του ν. 5043/2023 η οποία είναι νεότερη και κατισχύει όλων των παλαιότερων και επομένως, δεν αποτελεί, ως περίπτωση, λόγο παράτασης της αποσβεστικής προθεσμίας.
Παράδειγμα: Περίπτωση ακινήτου του έτους του οποίου επιπλέον επιφάνεια δηλώνεται στον δήμο στις 20/04/2023, ο δήμος θα βεβαιώσει τις προβλεπόμενες οφειλές που αντιστοιχούν σε ολόκληρο το οικονομικό έτος 2013 έως και το οικονομικό έτος 2022. Εννοείται ότι και οι οφειλές του τρέχοντος έτους θα βεβαιωθούν και αυτές, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. (ΥΠ.ΕΣ. εγκ. 534/38880/04.05.2023)
Επισημαίνεται ότι τα πρόστιμα της ως άνω παρ. του άρθρου 166Α, όπως ισχύει, είναι παρακολουθηματικού χαρακτήρα των τελών που επιβάλλονται στο πλαίσιο της εν λόγω παραγράφου, που για τη βεβαίωσή τους απαιτείται υποχρεωτικά υποβολή δήλωσης των αναγκαίων στοιχείων εκ μέρους των υπόχρεων. Ως εκ τούτου, ως οριζόμενη σε ειδική διάταξη, η θεσπισθείσα σε αυτήν δεκαετία βεβαίωσης δεν εφαρμόζεται για άλλες περιπτώσεις παρά μόνο στις ρητά προσδιοριζόμενες. (ΥΠ.ΕΣ. εγκ. 534/38880/04.05.2023)
3. Συνέπειες παρόδου προθεσμίας
Για τις συνέπειες παρόδου της αποσβεστικής προθεσμίας υπάρχουν αντικρουόμενες απόψεις, όπως αυτές περιγράφονται στην Ειδική Έκθεση Συνηγόρου του Πολίτη Ιούλιος 2014:
Τόσο το Υπουργείο Εσωτερικών, όσο και οι ΟΤΑ θεωρούν ότι δικαιούνται να βεβαιώνουν ταμειακά την οφειλή και μετά την πάροδο της προβλεπόμενης από τον ΑΝ 344/68 [πλέον ν. 5027/23] αποσβεστικής προθεσμίας, επικαλούμενοι την ερμηνεία που δόθηκε με τις ΑΠ 139/2004 και 691/2003. Σύμφωνα με αυτήν, η πάροδος της αποσβεστικής προθεσμίας για ταμειακή βεβαίωση των αξιώσεων του ∆ημοσίου δεν συνεπάγεται αδυναμία ταμειακής βεβαίωσης, αλλά συνιστά το χρόνο έναρξης της παραγραφής της απαίτησης. Κατά συνέπεια αν η ταμειακή βεβαίωση πραγματοποιηθεί πέραν του ανωτέρω χρόνου, η παραγραφή αρχίζει από το τέλος του έτους μέσα στο οποίο έπρεπε να πραγματοποιηθεί. (ΑΠ 139/2004)
Αντίθετα το ΣτΕ (ΣτΕ 1783/2002, 1503/2006, 2944/2008,571/2009 και 1093/2010) έχει κρίνει ότι η έναρξη της παραγραφής προϋποθέτει την εντός της αποσβεστικής προθεσμίας έκδοση της ταμειακής βεβαίωσης του χρέους. Με την άπρακτη πάροδο της προβλεπόμενης από αυτές πενταετίας, το δικαίωμα του οικείου οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης προς βεβαίωση φόρων κτλ, κατ` αρχή, αποσβέννυται, εκτός αν ο οργανισμός επικαλεστεί και αποδείξει ότι ο υπόχρεος ήταν άγνωστος στη δημοτική αρχή και συνεπώς, δεν ήταν εφικτή η σε βάρος του βεβαίωση, οπότε δεν συμπληρώνεται η θεσπιζόμενη πενταετής αποσβεστική προθεσμία (ΣτΕ 2987/1987, 1143/1981). (ΔΕφΑθ 2465/1992)
Εν τούτοις, ελλείψει απόφασης του Ανωτάτου Ειδικού ∆ικαστηρίου που να επιλύει οριστικά τη σύγκρουση της νομολογίας των δύο ανώτατων δικαστηρίων, κρίνεται αναγκαία η αποσαφήνιση του ζητήματος με νομοθετική παρέμβαση.
4. Αναζήτηση στοιχείων οφειλετών
Για τον ακριβή καθορισμό των υπόχρεων και του οφειλόμενου ποσού, οι δήμοι, πέραν της χρήσης των μητρώων τους, δύνανται να ζητούν
το ονοματεπώνυμο του φυσικού προσώπου ή την επωνυμία του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας,
την ηλεκτρονική διεύθυνση επικοινωνίας,
τον αριθμό φορολογικού μητρώου και
τη διεύθυνση κατοικίας ή έδρας, από κάθε αρχή της Γενικής Κυβέρνησης κατά την έννοια της περ. β’ της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α’ 143), η οποία υποχρεούται να προσκομίσει τα αιτούμενα στοιχεία εντός ενός (1) μηνός, με κάθε πρόσφορο τρόπο. (παρ. 1 άρθρο 166Α ν. 3463/06, όπως προστέθηκε από το άρθρο 39 του ν. 5027/23)
Η μη εμπρόθεσμη ανταπόκριση στο αίτημα του δήμου, σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο, συνιστά λόγο πειθαρχικού ελέγχου των αρμόδιων οργάνων της Γενικής Κυβέρνησης. (παρ. 1 άρθρο 166Α ν. 3463/06, όπως προστέθηκε από το άρθρο 39 του ν. 5027/23)
II. Παραγραφή απαιτήσεων των Δήμων
1. Έννοια -Νομοθετικό καθεστώς
Η παραγραφή είναι η απόσβεση της αξίωσης του Δήμου λόγω μη ενάσκησής της μέσα στο χρόνο που προβλέπεται από τις σχετικές διατάξεις. Έχει σκοπό την εκκαθάρισή τους, ώστε να υπάρχει σαφής εικόνα των εσόδων. Αποτελεί θεσμό δημόσιας τάξης, συνεπώς είναι άκυρη κάθε συμφωνία, η οποία τροποποιεί τους όρους της παραγραφής.
Παραγραφή απαίτησης είναι το χρονικό διάστημα μετά τη συμπλήρωση του οποίου ο δανειστής δεν δύναται να επιδιώξει την είσπραξη αυτής και ο οφειλέτης έχει δικαίωμα να αρνηθεί την παροχή. Ό,τι καταβλήθηκε όμως χωρίς γνώση της παραγραφής δεν αναζητείται (βλ. άρθρο 272 του Αστικού Κώδικα, εφεξής ΑΚ).
Εάν παρέλθει άπρακτος ο χρόνος παραγραφής, παραλύει το εναγώγιμο της αξίωσης, παραμένει όμως φυσική ή ατελής ενοχή. (ΠΟΛ 1154/12.10.2016)
Οι διατάξεις του Ν.4270/14 εφαρμόζονται επί απαιτήσεων που δεν έχουν υποπέσει σε παραγραφή κατά την έναρξη ισχύος του Ν.4270/2014 (1/1/2015). (ΠΟΛ 1154/12.10.2016)
Δείτε αναλυτικότερα τη σχετική ΠΟΛ 1154/12.10.2016 στην οποία γίνεται συστηματική παρουσίαση των διατάξεων περί παραγραφής απαιτήσεων του Δημοσίου των Ν. 4270/2014, Ν.4174/2013, Ν. 2362/1995, Ν.Δ. 321/1969 και άλλων νομοθετημάτων.
2. Χρόνος παραγραφής
α. Γενική διάταξη
Οι δήμοι εξασφαλίζουν την είσπραξη των βεβαιωθέντων εσόδων εντός αποσβεστικής προθεσμίας πέντε (5) ετών, που αρχίζει από τη λήξη του έτους της ταμειακής τους βεβαίωσης. (παρ. 3 άρθρο 166Α ν. 3463/06, όπως προστέθηκε από το άρθρο 39 του ν. 5027/23) (ΥΠ.ΕΣ. εγκ. 534/38880/04.05.2023)
Επισημαίνεται ιδιαίτερα, πως η πενταετής προθεσμία ορίζεται ως «αποσβεστική», κάτι που σημαίνει ότι δεν είναι πλέον προθεσμία παραγραφής αλλά αμέσως μετά την παρέλευσή της, αποσβένηται (δηλαδή παύει, χάνεται) η αξίωση των δήμων να ζητούν την καταβολή ποσού. Πρακτική συνέπεια της απόσβεσης της αξίωσης του δήμου προς πληρωμή είναι η διαγραφή (ως αποσβεσθέντων) των ανείσπρακτων ποσών. Σε μια τέτοια περίπτωση βέβαια, οι υπηρεσίες των δήμων οφείλουν να αιτιολογήσουν προς το Υπουργείο Εσωτερικών και το Ελεγκτικό Συνέδριο τους λόγους της μη είσπραξης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 4 του άρθρου 39 του ν. 5027/23. (ΥΠ.ΕΣ. εγκ. 534/38880/04.05.2023)
Η προθεσμία του πρώτου εδαφίου παρατείνεται για ίσο χρονικό διάστημα δηλ. μέχρι άλλα 5 έτη με την κοινοποίηση πράξης βεβαίωσης ή ατομικής ειδοποίησης εν ευρεία ή εν στενή έννοια, προς τον υπόχρεο, ή σε εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 138 του ν. 4270/2014 (Α’ 143), περί του καθορισμού των περιπτώσεων διακοπής της παραγραφής των χρηματικών απαιτήσεων του Δημοσίου. (παρ. 3 άρθρο 166Α ν. 3463/06, όπως προστέθηκε από το άρθρο 39 του ν. 5027/23) (ΥΠ.ΕΣ. εγκ. 534/38880/04.05.2023)
Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στο γεγονός ότι στην περίπτωση της κοινοποίησης της πράξης βεβαίωσης ή ατομικής ειδοποίησης προς τον υπόχρεο, και μόνο στην περίπτωση που ο Δήμος έχει αδρανήσει να λάβει τα προβλεπόμενα μέτρα διοικητικής εκτέλεσης του ν. 4978/2022 νέου ΚΕΔΕ (Α΄ 190) ο χρόνος της παράτασης που θα δοθεί δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να υπερβαίνει στο σύνολό της το «ίσο χρονικό διάστημα» δηλ. τα πέντε (5) έτη που θέτει ο γενικός κανόνας για την είσπραξη των βεβαιωθέντων εσόδων. (ΥΠ.ΕΣ. εγκ. 534/38880/04.05.2023)
Για την δυνατότητα αυτή (παράταση της πενταετούς προθεσμίας) πάντως που έχουν οι δήμοι, επισημαίνεται ρητά πως από το πνεύμα των νέων διατάξεων (άρθρα 39, 72 και 73 του νόμου) αναδεικνύεται σαφώς η επιλογή του νομοθέτη για την πενταετή προθεσμία και μόνο ως εξαίρεση η δυνατότητα παράτασής της. Υπό το πνεύμα αυτό, είναι ξεκάθαρο πως οι δήμοι δεν έχουν τη δυνατότητα να παρατείνουν εις το διηνεκές την πενταετή αποσβεστική προθεσμία για την είσπραξη των βεβαιωθέντων εσόδων τους με την επαναλαμβανόμενη κοινοποίηση πράξεων βεβαίωσης ή ατομικής ειδοποίησης προς τους υπόχρεους. Σε κάθε περίπτωση η παράταση δεν δικαιολογείται λόγω αδράνειας της υπηρεσίας αλλά πρέπει να αιτιολογείται από συγκεκριμένους σοβαρούς λόγους. Επιπλέον, θα πρέπει να ερευνάται από την αρμόδια υπηρεσία του δήμου ο χρόνος έναρξης της παραγραφής, επί επιγενομένων λόγων (π.χ. δικαστικές αποφάσεις, δημόσια έγγραφα). (ΥΠ.ΕΣ. εγκ. 534/38880/04.05.2023)
Σημειώνεται επιπροσθέτως, ότι η παραγεγραμμένη απαίτηση του δήμου μπορεί να αντιταχθεί σε συμψηφισμό και για τρία (3) έτη μετά τη συμπλήρωση της παραγραφής (άρθρο 75 παρ. 2 του ν. 4978/2022) κάτι που δεν ισχύει για την απαίτηση που αποσβέστηκε. (ΥΠ.ΕΣ. εγκ. 534/38880/04.05.2023)
Σε ότι αφορά το δικαίωμα ταμειακής βεβαίωσης απαιτήσεων δήμων που αφορούν αυτοτελή πρόστιμα (π.χ. πρόστιμα από παραβάσεις Κ.Ο.Κ.), διευκρινίζεται σε συνέχεια όσων σημειώθηκαν προηγουμένως για τη συγκεκριμένη κατηγορία απαιτήσεων, ότι οφειλές από τα πρόστιμα αυτά που γεννήθηκαν πριν τις 31.12.2018 και δεν βεβαιώθηκαν μέσα σε τρία (3) έτη από τη γέννησή τους, δεν δύναται να αναζητηθούν-βεβαιωθούν-εισπραχθούν στο πλαίσιο της μεταβατικής διάταξης του άρθρου 72 του ν. 5027/2023. Σε περίπτωση που έχουν βεβαιωθεί και δεν έχουν υποπέσει σε παραγραφή (εικοσαετή) μέχρι την ισχύ του νόμου μπορούν να εισπραχθούν. Το αυτό ισχύει και για λοιπές αξιώσεις των δήμων που παραγράφονται μετά την πάροδο είκοσι (20) ετών από τη λήξη του οικονομικού έτους μέσα στο οποίο βεβαιώθηκαν οριστικά (όπως, μισθωμάτων, προστίμων αυθαίρετης κατάληψης κοινοχρήστου χώρου του οποίου δεν έχει επιτραπεί η χρήση, δαπανών κατασκευής αποχετευτικών αγωγών κ.λπ.) (ΥΠ.ΕΣ. εγκ. 534/38880/04.05.2023)
α) Οι απαιτήσεις του Δήμου κατά του Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-ΕΦΚΑ), ως καθολικού διαδόχου του τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, έχουν παραγραφεί βάσει των ειδικών περί παραγραφής διατάξεων του άρθρου 40 παρ. 6 του α.ν. 1846/1951, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε από το άρθρο 7 του ν. 825/1978, σύμφωνα με τις οποίες, οι εν γένει χρηματικές απαιτήσεις κατά του ΙΚΑ υπόκεινται στην πενταετή παραγραφή, β) ο e-ΕΦΚΑ, ως καθολικός διάδοχος του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, δεν μπορεί να παραιτηθεί από την συμπληρωθείσα υπέρ αυτού παραγραφή ή να αναγνωρίσει την παραγεγραμμένη απαίτηση, διότι τέτοια παραίτηση ή αναγνώριση είναι άκυρη και γ) ο Δήμος έχει απολέσει το δικαίωμά του να αντιτάξει σε συμψηφισμό την παραγραφείσα απαίτησή του, δεδομένου ότι έχει παρέλθει τριετία από τη συμπλήρωση του χρόνου παραγραφής (ομόφωνα). Παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του ΝΣΚ, κατόπιν της υπ’ αριθ. 37/2021 Γνωμοδότησης του ΣΤ΄ Τμήματος. (ΓνΝΣΚ 144/2021)
β. Ειδικές περιπτώσεις
- H απαίτηση του Δήμου που προέρχεται από καταλογισμό, υπόκειται στην εικοσαετή παραγραφή της παρ. 3 του άρθρου 86 του ν. 2362/1995 [πλέον παρ.3 άρθρου 136 του Ν.4270/2014], η οποία αρχίζει από τη λήξη του οικονομικού έτους εντός του οποίου βεβαιώθηκε ταμειακά. (Ελ. Συν. Τμ. VII Απόφαση 257/2012)
- Ως προς την παραγραφή της αξιώσεως του Δημοσίου προς επιστροφή των αποδοχών που έχει λάβει ο υπάλληλος κατά το χρόνο που τελούσε σε εκπαιδευτική άδεια, ελλείψει ειδικής διάταξης νόμου, η εν λόγω αξίωση του Δημοσίου προς καταλογισμό υπόκειται στην εικοσαετή παραγραφή του άρθρου 249 ΑΚ , η οποία άρχεται από τότε που γεννήθηκε η αξίωση και είναι δυνατή η δικαστική της επιδίωξη (251 ΑΚ). (Γνωμ. ΝΣΚ 55/2014)
-Η παραγραφή αξίωσης που ανήκει σε κληρονομία ή απευθύνεται κατά κληρονομίας δεν συμπληρώνεται πριν από την πάροδο εξαμήνου αφότου ο κληρονόμος απέκτησε την κληρονομία ή αφότου η αξίωση μπορεί να ασκηθεί από κηδεμόνα ή κατά κηδεμόνα κληρονομίας. (άρθρο 259 ΑΚ)
-Η παραγραφή τρέχει και σε βάρος προσώπων που είναι ανίκανα ή έχουν περιορισμένη ικανότητα για δικαιοπραξία.
Αν τα πρόσωπα αυτά δεν έχουν επίτροπο ή δικαστικό συμπαραστάτη, η παραγραφή δεν συμπληρώνεται πριν περάσουν έξι μήνες αφότου έγιναν απεριορίστως ικανά ή απέκτησαν επίτροπο ή δικαστικό συμπαραστάτη. Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται εφόσον ο ανίκανος ή ο περιορισμένα ικανός έχει την ικανότητα να παραστεί στο δικαστήριο. (άρθρο 258 ΑΚ)
-Η αξίωση του Δημοσίου από τραπεζική εγγυητική επιστολή αόριστης διάρκειας που εξέδωσε η Τράπεζα υπέρ του πράκτορα κρατικών λαχείων, παραγράφεται μετά εικοσαετία από το τέλος του έτους κατά το οποίο λαμβάνει χώρα η ταμειακή βεβαίωση της αξίωσης το Δημοσίου (ομοφ.) (ΓνΝΣΚ 39/2017)
-Προκειμένου περί απαιτήσεων του Δήμου κατά του e-ΕΦΚΑ ως καθολικού διαδόχου του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ έχουν εφαρμογή οι ειδικές περί παραγραφής διατάξεις του άρθρου 40 παρ. 6 του α.ν. 1846/1951, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε από το άρθρο 7 του ν. 825/1978, οι οποίες ως ειδικές κατισχύουν οιασδήποτε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης και σύμφωνα με τις οποίες, οι εν γένει χρηματικές απαιτήσεις κατά του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ υπόκεινται στην πενταετή παραγραφή και επομένως οι αξιώσεις του Δήμου που αναφέρονται στο ερώτημα, έχουν υποκύψει στην ως άνω πενταετή παραγραφή. Ο e-ΕΦΚΑ, ως καθολικός διάδοχος του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, αδυνατεί να παραιτηθεί από την συμπληρωθείσα υπέρ αυτού παραγραφή ή να αναγνωρίσει την παραγεγραμμένη απαίτηση, διότι τέτοια παραίτηση ή αναγνώριση είναι άκυρη, ο δε Δήμος έχει απολέσει το δικαίωμά του να αντιτάξει σε συμψηφισμό την, κατά τα ανωτέρω, παραγραφείσα απαίτησή του, δεδομένου ότι έχει παρέλθει τριετία από τη συμπλήρωση του χρόνου παραγραφής (ομόφωνα). Το ερώτημα παραπέμπεται στην Ολομέλεια του ΝΣΚ. (ΓνΝΣΚ 37/2021)
γ. Παραγραφή πριν την ταμειακή βεβαίωση
Χρηματική απαίτηση του Δημοσίου δεν παραγράφεται πριν να βεβαιωθεί πράγματι προς είσπραξη ως δημόσιο έσοδο στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή το αρμόδιο Τελωνείο (βεβαίωση με στενή έννοια), με την επιφύλαξη των διατάξεων περί επιβολής φόρων και λοιπών δημοσίων εσόδων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013, Α' 170). Η ρύθμιση αυτή παραμένει σε ισχύ και στην περίπτωση που καθυστερεί η βεβαίωση με στενή έννοια. (άρθρο 136 παρ.1 Ν.4270/2014)
Με τις ανωτέρω διατάξεις που έχουν εφαρμογή και επί αξιώσεων των Δήμων -οι οποίοι, κατά το άρθρο 304 του π.δ/τος 410/1995 και ήδη άρθρο 276 παρ. 1 εδ. 2 και 2 του ν. 3463/2006, έχουν όλα τα δικαστικά, διοικητικά και διοικητικά προνόμια που παρέχονται στο Δημόσιο - τίθεται ως κανόνας ότι καμία χρηματική αξίωση του Δημοσίου δεν υπόκειται σε παραγραφή πριν να βεβαιωθεί πράγματι ως δημόσιο έσοδο, με την έννοια του άρθρου 1 του Κ.Ε.Δ.Ε., στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείο. (Ελ. Συν. Τμ. VII Απόφαση 257/2012)
3. Αναστολή και παράταση παραγραφής
Αναστολή παραγραφής είναι ο μη υπολογισμός στον χρόνο της παραγραφής ορισμένου χρονικού διαστήματος κατά το οποίο διαρκεί ο λόγος της αναστολής. Η παραγραφή συνεχίζεται μετά την παύση της αναστολής (βλ. Α.Κ. 257) (ΠΟΛ 1154/12.10.2016)
Αναστολή παραγραφής έχουμε όταν ξεκινάει ο χρόνος παραγραφής, έπειτα συντρέχει ένας από τους λόγους που αναλύονται παρακάτω, και σταματάει να τρέχει o χρόνος παραγραφής. Όταν επέλθει ένα άλλο γεγονός, τότε συνεχίζει ο χρόνος παραγραφής από το σημείο που σταμάτησε.
Δεν υπάρχουν ειδικές διατάξεις για την αναστολή παραγραφής των αξιώσεων των Δήμων. Για το λόγο αυτό εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις του Δημόσιου Λογιστικού.
Συνοπτικά, λόγοι αναστολής της παραγραφής είναι:
α. Η χορήγηση αναστολής καταβολής του χρέους, ή διευκόλυνση τμηματικής καταβολής
β. Η αναστολή εκτέλεσης με νόμο
γ. Η ανηλικότητα
δ. Η δικαστική αμφισβήτηση της νομιμότητας (νομίμου τίτλου) της απαίτησης, ή της βεβαίωσης αυτής, ή της εγκυρότητας πράξης εκτέλεσης, από οιονδήποτε, καθώς και η ακύρωση πράξεων ∆ιοικητικής Εκτέλεσης.
ε. Το δικαιοστάσιο ή ανωτέρα βία του δικαιούχου
στ. Ο δόλος του υποχρέου
Αναλυτικότερα, η παραγραφή αναστέλλεται:
α. για χρονικό διάστημα ίσο με το χρόνο για τον οποίο είχε χορηγηθεί στον υπόχρεο ή σε συνυπόχρεο, κατά την τελευταία διετία της παραγραφής, αναστολή πληρωμής του χρέους του ή διευκόλυνση τμηματικής καταβολής είτε με νόμο είτε με δικαστική απόφαση είτε με πράξη της αρμόδιας αρχής, που εκδίδεται ύστερα από αίτηση του υπόχρεου, ανεξάρτητα αν έχει συμμορφωθεί ή όχι εν όλω ή εν μέρει ο υπόχρεος. (άρθρο 137 παρ. 2 του Ν. 4270/2014, πρώην άρθρο 87 παρ. 2 του Ν.2362/1995)
β. για χρονικό διάστημα ίσο με το χρόνο κατά τον οποίο έχει εμποδιστεί το Δημόσιο να επιδιώξει την είσπραξη του χρέους με αναγκαστικά μέτρα, λόγω αναστολής εκτέλεσης που έχει χορηγηθεί με διάταξη νόμου.
Στις περιπτώσεις αυτές (α' και β'), η παραγραφή συνεχίζεται μετά τη λήξη της αναστολής της και σε καμία περίπτωση δεν συμπληρώνεται πριν περάσει ένα (1) έτος από τη λήξη είτε της αναστολής πληρωμής ή της παραβιάσεως της υποχρέωσης τμηματικής καταβολής, είτε της αναστολής λήψης των αναγκαστικών μέτρων αντίστοιχα.
γ. Κατά τη διάρκεια ανηλικότητας του οφειλέτη ή και δύο (2) έτη μετά την ενηλικίωση αυτού, αν η κληρονομία στερείται ενεργητικού, ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή μη κηδεμόνα ή επιτρόπου του ανηλίκου. (άρθρο 137 παρ. 2 του Ν. 4270/2014, πρώην άρθρο 87 παρ. 2 του Ν.2362/1995)
δ. Σε περίπτωση δικαστικής αμφισβήτησης από οποιονδήποτε είτε του νόμιμου τίτλου γενικά της απαίτησης του Δημοσίου είτε της νομιμότητας της βεβαίωσης αυτής με στενή έννοια είτε της για οποιονδήποτε λόγο εγκυρότητας πράξης της αναγκαστικής εκτέλεσης προς είσπραξη απαίτησης του Δημοσίου (διοικητικής εκτέλεσης), η προβλεπόμενη παραγραφή της απαίτησης του Δημοσίου προς βεβαίωση (με ευρεία έννοια) ή προς είσπραξη της βεβαιωμένης απαίτησής του αναστέλλεται μέχρι την έκδοση επί της δικαστικής αυτής διένεξης τελεσίδικης δικαστικής απόφασης και δεν συμπληρώνεται σε κάθε περίπτωση πριν από την πάροδο ενός (1) έτους από την, με επιμέλεια των αντιδίκων του Δημοσίου, κοινοποίηση με δικαστικό επιμελητή στον Προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. ή του Τελωνείου και τον Υπουργό Οικονομικών της τελεσίδικης δικαστικής απόφασης. (άρθρο 137 παρ. 4 του Ν. 4270/2014, πρώην άρθρο 87 παρ. 4 του Ν.2362/1995)
Σε περίπτωση ακύρωσης κατάσχεσης ή άλλης πράξης της διοικητικής εκτέλεσης, και, εντός της προθεσμίας του προηγούμενου εδαφίου, επανάληψης της ίδιας ή άλλης πράξης αναγκαστικής (διοικητικής) εκτέλεσης, επί του ιδίου ή άλλου περιουσιακού στοιχείου, του ιδίου ή άλλου προσώπου κατά το νόμο ευθυνομένου, η, με την ακυρωθείσα πράξη, επελθούσα διακοπή της παραγραφής λογίζεται ως μηδέποτε εξαλειφθείσα. (άρθρο 137 παρ. 4 του Ν. 4270/2014, πρώην άρθρο 87 παρ. 4 του Ν.2362/1995)
ε. Η παραγραφή των απαιτήσεων αναστέλλεται επίσης για τους λόγους που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία. (άρθρο 137 παρ. 1 του Ν. 4270/2014, πρώην άρθρο 87 παρ. 1 του Ν.2362/1995). Δηλαδή:
- για όσο χρόνο ο δικαιούχος εμποδίστηκε από δικαιοστάσιο ή από άλλο λόγο ανώτερης βίας να ασκήσει την αξίωσή του μέσα στο τελευταίο εξάμηνο του χρόνου της παραγραφής. (άρθρο 255 ΑΚ)
- για όσο χρονικό διάστημα μέσα στο τελευταίο εξάμηνο του χρόνου της ο υπόχρεος απέτρεψε με δόλο το δικαιούχο να ασκήσει την αξίωση. (άρθρο 255 ΑΚ)
Η παραγραφή του χρέους αναστέλλεται επίσης μέχρις εκδόσεως τελεσιδίκου αποφάσεως, όταν υποβληθεί αίτηση στον αρμόδιο Εισαγγελέα για άσκηση της ποινικής δίωξης. (άρθρο 25 παρ. 7 του Ν. 1882/1990). Ωστόσο, η εν λόγω διάταξη δεν εφαρμόζεται στους Ο.Τ.Α. (ΥΠ.ΕΣ 37823/06.11.2013) Για περισσότερα δείτε ΕΣΟΔΑ ΟΤΑ » 9 ΔΙΑΦΟΡΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΣΟΔΩΝ » 905 Αναγκαστικά Μέτρα είσπραξης οφειλών
Παράταση
Ο χρόνος της παραγραφής κάθε απαίτησης του Δημοσίου παρατείνεται για δύο (2) έτη, σε περίπτωση που ο οφειλέτης κατά την τελευταία διετία του χρόνου της παραγραφής διέμεινε στο εξωτερικό για χρόνο μεγαλύτερο του μηνός, συνεχόμενα ή μη. (άρθρο 137 παρ. 3 του Ν. 4270/2014, πρώην άρθρο 87 παρ. 3 του Ν.2362/1995)
4. Διακοπή παραγραφής
α. Εισαγωγή
Διακοπή παραγραφής είναι η ματαίωση του χρόνου της παραγραφής που διανύθηκε πριν λάβει χώρα ο λόγος της διακοπής. Από την περάτωση της διακοπής αρχίζει νέος χρόνος παραγραφής (βλ. Α.Κ. 270) (ΠΟΛ 1154/12.10.2016)
Ειδικότερα, διακοπή παραγραφής έχουμε, όταν ξεκινάει η παραγραφή και όταν προκύψει κάποιος από τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 138 του Ν. 4270/2014 (πρώην άρθρο 88 του Ν. 2362/1995), η παραγραφή διακόπτεται και αρχίζει πάλι από την αρχή.
Δεν υπάρχουν ειδικές διατάξεις για την διακοπή παραγραφής των αξιώσεων των Δήμων. Για το λόγο αυτό εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις του Δημόσιου Λογιστικού.
β. Λόγοι διακοπής κατά το Ν. 4270/2014
Την παραγραφή χρηματικής απαίτησης του Δημοσίου, πλην εκείνων για τις οποίες εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013), διακόπτει:
1. Η κατάσχεση περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη ή συνοφειλέτη ή τρίτου εγγυητή αυτών, ανεξάρτητα αν αυτή ενεργείται εις χείρας αυτών ή εις χείρας τρίτου ή αν κοινοποιήθηκε στον καθ' ου η κατάσχεση. (άρθρο 138 παρ. 1 του Ν. 4270/2014)
2. Η έκδοση προγράμματος πλειστηριασμού, ανεξάρτητα από την κοινοποίηση ή μη αυτού στον καθ' ου έχει εκδοθεί το πρόγραμμα. (άρθρο 138 παρ. 1 του Ν. 4270/2014)
3. Η αναγγελία προς επαλήθευση στην πτώχευση είτε του οφειλέτη είτε φυσικού ή νομικού προσώπου συνυπόχρεου με αυτόν ή για τα χρέη του οποίου ευθύνεται το πρόσωπο αυτό. Η αναγγελία στην πτώχευση επάγεται τη διακοπή, εφόσον κοινοποιείται είτε στον γραμματέα του πτωχευτικού δικαστηρίου, είτε στο σύνδικο της πτώχευσης. Ειδικά, επί των μη προνομιακών απαιτήσεων του Δημοσίου, η παραγραφή αρχίζει και πάλι έξι (6) μήνες μετά την με επιμέλεια του οφειλέτη κοινοποίηση με δικαστικό επιμελητή στον αρμόδιο προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείου της τελεσίδικης απόφασης περί επικύρωσης του πτωχευτικού συμβιβασμού. Η ένωση των πιστωτών ή η αποκατάσταση του πτωχού, καθώς και η ανάκληση της περί κήρυξης της πτωχεύσεως δικαστικής απόφασης ή η ακύρωση ή διάρρηξη του πτωχευτικού συμβιβασμού δεν επάγονται έναρξη εκ νέου της διακοπείσας με την αναγγελία παραγραφής. (άρθρο 138 παρ. 1 του Ν. 4270/2014)
4. Η αναγγελία προς κατάταξη σε πλειστηριασμό περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη ή των λοιπών ανωτέρω στην περίπτωση γ' αναφερόμενων προσώπων. (άρθρο 138 παρ. 1 του Ν. 4270/2014)
5. Η αναγγελία στον εκκαθαριστή κληρονομίας ή στον εκκαθαριστή διαλυθέντος νομικού προσώπου. Εάν επί διάλυσης νομικού προσώπου δεν υπάρχει αμέσως γνωστός εκκαθαριστής βάσει του καταστατικού αυτού ή δικαστικής απόφασης, η παραγραφή της απαίτησης του Δημοσίου αναστέλλεται μέχρι ορισμού του εκκαθαριστή και έξι (6) μήνες μετά τον ορισμό αυτού. (άρθρο 138 παρ. 1 του Ν. 4270/2014)
6. Η εγγραφή υποθήκης ή προσημείωσης υποθήκης επί ακινήτου οποιουδήποτε από τα αναφερόμενα ανωτέρω στην περίπτωση γ' πρόσωπα. Η εξάλειψη αυτών εντός του χρόνου της νέας παραγραφής, χωρίς τη γραπτή συναίνεση του Δημοσίου, δεν αναιρεί τη διακοπή για ένα (1) έτος μετά τη γραπτή γνωστοποίηση υπό του οφειλέτη προς την αρμόδια Δ.Ο.Υ. της γενομένης εξάλειψης. (άρθρο 138 παρ. 1 του Ν. 4270/2014)
7. Κάθε πράξη της εκτέλεσης και κάθε διαδικαστική ως προς τον πίνακα κατάταξης πράξη των διαδίκων ή του δικαστηρίου από την έναρξη της κατά τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων διοικητικής (αναγκαστικής) εκτέλεσης μέχρι να καταστεί αμετάκλητος ο πίνακας κατατάξεως δανειστών. Η παραγραφή αρχίζει και πάλι έξι (6) μήνες από τη με δικαστικό επιμελητή, με επιμέλεια των αντιδίκων, κοινοποίησης στο Δημόσιο της επί του πίνακα κατάταξης δανειστών αμετάκλητης δικαστικής απόφασης. (άρθρο 138 παρ. 1 του Ν. 4270/2014)
8. Η κοινοποίηση ατομικής ειδοποίησης στον οφειλέτη ή συνοφειλέτη ή εγγυητή. (άρθρο 138 παρ. 1 του Ν. 4270/2014). Σημειώνεται ότι η περ. η΄ δεν προβλεπόταν στον προγενέστερο νόμο 2362/1995)
γ. Λόγοι διακοπής κατά τον Α.Κ.
Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 138 του Ν. 4270/2014 οι κατά τις γενικές διατάξεις λόγοι διακοπής της παραγραφής ισχύουν και για τις απαιτήσεις του Δημοσίου. (άρθρο 138 παρ. 4 του Ν. 4270/2014, πρώην άρθρο 88 παρ. 4 του Ν. 2362/1995)
Την παραγραφή διακόπτει:
1. Η αναγνώριση της αξίωσης από τον υπόχρεο με οποιοδήποτε τρόπο. (άρθρο 260 ΑΚ) Αναγνώριση της οφειλής αποτελεί η και η καταβολή έναντι της οφειλής.
2. Η άσκηση αγωγής. (άρθρο 261 ΑΚ) Για περισσότερα, δείτε τα άρθρα 261, 262 και 263 ΑΚ.
3. Η επίδοση επιταγής πληρωμής κάτω από εκτελεστό δικαιόγραφο. (άρθρο 264 περ.1 ΑΚ).
4. Η υποβολή ένστασης συμψηφισμού της αξίωσης. (άρθρο 264 περ.4 ΑΚ) Δείτε σχετικά και το άρθρο 267 ΑΚ.
5. Η υποβολή σε διαιτησία ή σε διοικητική αρχή ή σε διοικητικό δικαστήριο ή σε άλλο ειδικό δικαστήριο της διαφοράς που αναφέρεται στην αξίωση. Οι διατάξεις των άρθρων 261 έως 263, 267 έως 268 εφαρμόζονται αναλόγως. (άρθρο 269 ΑΚ)
6. Η αναγγελία σε πτώχευση. Η παραγραφή που διακόπηκε με αναγγελία σε πτώχευση αρχίζει και πάλι αφότου η πτώχευση περατώθηκε ή, αν επακολούθησαν αντιρρήσεις κατά της απαίτησης, από την τελευταία διαδικαστική πράξη των διαδίκων ή του δικαστηρίου. (άρθρο 266 ΑΚ)
7. Η εγγραφή υποθήκης ή προσημείωσης υποθήκης. Αν η υποθήκη ή προσημείωση αντίστοιχα εξαλειφθεί, η παραγραφή λογίζεται σαν να μη διακόπηκε. (άρθρα 1273, 1280 ΑΚ)
δ. Συνοπτικά οι λόγοι διακοπής της παραγραφής
1. Κατάσχεση (κινητών- ακινήτων- εις χείρας τρίτου)
2. Έκδοση προγράμματος πλειστ/σμού
3. Αναγγελία σε πτώχευση
4. Αναγγελία σε πλειστηριασμό
5. Αναγγελία σε εκκαθάριση (κάθε τύπου)
6. Εγγραφή υποθήκης - προσημείωσης
7. Κάθε πράξη εκτέλεσης
8. Κοινοποίηση ατομικής ειδοποίησης
9. Αναγνώριση της οφειλής (καταβολή έναντι)
10. Άσκηση αγωγής
11. Επίδοση επιταγής πληρωμής
12. Υποβολή ένστασης σε συμψηφισμό
Δείτε σχετικά και το ΙΚΑ Γ99/1/217/17.09.2008
ε. Ανάκλησης πράξης που επέφερε τη διακοπή
- η άρση της κατάσχεσης ή
- η εξάλειψη υποθήκης ή
- η ανάκληση άλλης εκ των ανωτέρω πράξης διοικητικής ή αναγκαστικής εκτέλεσης,
από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή από άλλη αρμόδια προς τούτο διοικητική αρχή, δεν εξαλείφει αναδρομικά τη διακοπή της παραγραφής, η οποία αρχίζει εκ νέου από την ημερομηνία της άρσης ή της εξάλειψης ή της ανάκλησης, αντίστοιχα. (άρθρο 138 παρ. 2 του Ν. 4270/2014, πρώην άρθρο 88 παρ. 2 του Ν. 2362/1995)
στ. Περισσότεροι συνοφειλέτες
Επί περισσότερων συνοφειλετών, που ευθύνονται διαιρετά ή εις ολόκληρον, στους οποίους περιλαμβάνεται και ο εγγυητής, η διακοπή της παραγραφής της απαίτησης του Δημοσίου ως προς έναν από αυτούς ενεργεί και κατά των λοιπών. (άρθρο 138 παρ. 3 του Ν. 4270/2014, πρώην άρθρο 88 παρ. 3 του Ν. 2362/1995)
5. Συνέπειες παραγραφής
Η παραγραφή έχει εκτός από την κατωτέρω αναφερόμενη συνέπεια του συμψηφισμού, και τις προβλεπόμενες από την κείμενη νομοθεσία συνέπειες, με την επιφύλαξη της ισχύος των διατάξεων του ν.δ. 356/1974 (ΚΕΔΕ) [πλέον ν. 4978/22]. (άρθρο 139 του Ν. 4270/2014, πρώην άρθρο 89 του Ν.2362/1995) Συνεπώς:
α. Συμψηφισμός
Η απαίτηση του Δημοσίου που έχει παραγραφεί αντιτάσσεται σε συμψηφισμό και για τρία (3) έτη μετά τη συμπλήρωση της παραγραφής. (άρθρο 139 του Ν. 4270/2014, πρώην άρθρο 89 του Ν.2362/1995)
Ο Δήμος έχει απολέσει το δικαίωμά του να αντιτάξει σε συμψηφισμό την παραγραφείσα απαίτησή του, δεδομένου ότι έχει παρέλθει τριετία από τη συμπλήρωση του χρόνου παραγραφής (ομόφωνα). Παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του ΝΣΚ, κατόπιν της υπ’ αριθ. 37/2021 Γνωμοδότησης του ΣΤ΄ Τμήματος. (ΓνΝΣΚ 144/2021)
β. Άρνηση παροχής
Όταν συμπληρωθεί η παραγραφή, ο υπόχρεος έχει δικαίωμα να αρνηθεί την παροχή. (άρθρο 272 ΑΚ)
Ό,τι καταβλήθηκε χωρίς γνώση της παραγραφής δεν αναζητείται.
Έγγραφη συμβατική αναγνώριση αξίωσης που έχει παραγραφεί, καθώς και η παροχή ασφάλειας, είναι έγκυρες αν έγιναν χωρίς γνώση της παραγραφής. (άρθρο 272 ΑΚ)
γ. Εξέταση από το δικαστήριο
Η παραγραφή της αξίωσης δεν εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο. Πρέπει να προβληθεί από τον οφειλέτη. (άρθρο 277 ΑΚ)
δ. Λόγος ανακοπής
Η ανακοπή του οφειλέτη μετά την έναρξη της εκτέλεσης ασκείται για τους παρακάτω περιοριστικά αναφερόμενους λόγους:
[...] δ) αν το χρέος παραγράφηκε, (άρθρο 65 παρ.2 ν.4978/22)
III. Έκθεση μη βεβαίωσης και είσπραξης
Για τα οφειλόμενα ποσά που έγιναν με οποιονδήποτε νόμιμο τρόπο γνωστά στον δήμο αλλά δεν βεβαιώθηκαν εντός της προθεσμίας της παρ. 1 του άρθρου 166Α του ν. 3463/06, καθώς και για τα ανείσπρακτα έσοδα μετά το πέρας της προθεσμίας της παρ. 3 του άρθρου 166Α του ν. 3463/06, συντάσσεται, με ευθύνη του Προϊσταμένου Οικονομικής Υπηρεσίας, έκθεση για τους λόγους της μη βεβαίωσης και της μη είσπραξης. Η έκθεση υποβάλλεται, εντός του πρώτου μήνα κάθε έτους, στην αρμόδια Διεύθυνση του Υπουργείου Εσωτερικών και αποστέλλεται στο αρμόδιο κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, το οποίο ενεργεί σύμφωνα με τον ν. 4820/2021 (Α’ 130). (παρ. 4 άρθρο 166Α ν. 3463/06, όπως προστέθηκε από το άρθρο 39 του ν. 5027/23) (ΥΠ.ΕΣ. εγκ. 534/38880/04.05.2023)
Με τη διάταξη αυτή, αφενός υλοποιείται η συνταγματική επιταγή (Σ 102 παρ. 5) περί απαιτούμενης διαφάνειας της δημοσιονομικής διαχείρισης των Ο.Τ.Α. και αφετέρου ολόκληρη η οικονομική λειτουργία των δήμων εντάσσεται κατά τρόπο συστηματικό στη γενικότερη λογική της οικονομικής λογοδοσίας, όπως απαιτείται στο άρθρο 98 παρ. 1γ του Συντάγματος. (ΥΠ.ΕΣ. εγκ. 534/38880/04.05.2023)
Οφειλές προς τους δήμους, από οποιαδήποτε αιτία, που γεννήθηκαν μέχρι και τις 31.12.2018, αν σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 73 του ν. 5027/23, μπορούσαν να αναζητηθούν-βεβαιωθούν, εξακολουθούν να αναζητούνται και να βεβαιώνονται για δύο (2) έτη από την έναρξη ισχύος του ν. 5027/23 (Ημ. έναρξης ισχύος: 02.03.2023). Με την κοινοποίηση πράξης βεβαίωσης ή ατομικής ειδοποίησης, εν ευρεία ή εν στενή έννοια, προς τον υπόχρεο, ή σε εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 138 του ν. 4270/2014 (Α’ 143), παρατείνεται η αποσβεστική προθεσμία εντός της οποίας οι δήμοι εξασφαλίζουν την είσπραξη των βεβαιωθέντων εσόδων κατά πέντε (5) έτη. (άρθρο 72 ν. 5027/23) (ΥΠ.ΕΣ. εγκ. 534/38880/04.05.2023)
Η μεταβατική διαδικασία της διάταξης του άρθρου 72 του ν. 5027/2023 καταλαμβάνει τις οφειλές που γεννήθηκαν πριν την 31.12.2018 και γίνεται χρήση της από τους δήμους αυστηρά μόνο για δύο έτη μετά την έναρξη ισχύος του νόμου, ήτοι μέχρι τις 2.3.2025. Μετά την ημερομηνία αυτή, η συγκεκριμένη κατηγορία παύει να υφίσταται και όλες οι οφειλές, ανεξαρτήτως του χρόνου γέννησής τους εντάσσονται στην πάγια διαδικασία βεβαίωσης και είσπραξης εσόδων. (άρθρο 72 ν. 5027/23) (ΥΠ.ΕΣ. εγκ. 534/38880/04.05.2023)
Διευκρινίζεται ότι μία οφειλή γεννιέται από τότε που καθίσταται κάποιος υπόχρεος στο πλαίσιο του θεσμικού πλαισίου που διέπει το κάθε έσοδο των δήμων (όπως, άρθρο 2 του ν. 25/1975, 10 του ν. 1080/1980, 24 του ν. 2130/1993, η ημερομηνία παράβασης των διατάξεων του Κ.Ο.Κ.) και όχι από την ημερομηνία υποβολής της προβλεπόμενης δήλωσης ή υποβολής της σχετικής αίτησης χορήγησης βεβαίωσης μη οφειλής Τ.Α.Π. (ΥΠ.ΕΣ. εγκ. 534/38880/04.05.2023)
Σε κάθε περίπτωση, πέραν του κρίσιμου χρόνου γέννησης της κάθε οφειλής (πριν το έτος 2018) ο δήμος πρέπει να εξετάζει κατά περίπτωση, εάν δεν έχει παρέλθει ο προβλεπόμενος χρόνος αποσβεστικής προθεσμίας βεβαίωσής τους ή έχουν υποπέσει σε παραγραφή (για την είσπραξη) μέχρι την ημερομηνία έναρξης ισχύος του ν. 5027/2023 ήτοι στις 2.3.2023. (ΥΠ.ΕΣ. εγκ. 534/38880/04.05.2023)
Διευκρινίζεται ότι στις οφειλές από «οποιαδήποτε αιτία» του ως άνω άρθρου περιλαμβάνονται και οι οφειλές από εισφορά σε χρήμα. Ως εκ τούτου, στο πλαίσιο εφαρμογής της μεταβατικής διάταξης του άρθρου 72 για τη βεβαίωση-είσπραξη των συγκεκριμένων οφειλών λαμβάνεται υπόψη η υπ΄ αριθμ. 170/2020 Γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (βλπ. Αριθ. Πρωτ. 94670/21.12.2021 έγγραφό μας προς τις Αποκ/νες Διοικήσεις του Κράτους). (ΥΠ.ΕΣ. εγκ. 534/38880/04.05.2023) (ΥΠ.ΕΣ. 34517/21.04.2023)
Οφειλές από εισφορά σε χρήμα που δεν βεβαιώθηκαν μέσα σε πέντε (5) έτη από την κύρωση της οικείας πράξης εφαρμογής δεν δύναται να αναζητηθούν-βεβαιωθούν στο πλαίσιο του ως άνω άρθρου 72 του ν. 5027/2023, όπως αυτός τροποποιήθηκε και ισχύει με το άρθρο 7 του ν. 5043/2023 (Α΄ 91/13.4.2023). (ΥΠ.ΕΣ. 34517/21.04.2023)
Ωστόσο, στο έγγραφο Υπ. Περιβάλλοντος και Ενέργειας ΥΠΕΝ/ΔΤΟΠΕΦ/41870/803/11.05.2023 επισημαίνεται ότι οι υποχρεώσεις από μετατροπή της εισφοράς γης σε χρήμα, του άρθρου 8 παρ. 7 του Ν. 1337/83, ως ισχύει, δεν αποτελούν εισφορά σε χρήμα αλλά την προσδιορισθείσα δικαστικά ή εξωδίκως χρηματική υποχρέωση από μετατροπή της εισφοράς σε γη η οποία ως έσοδο άλλωστε προορίζεται αποκλειστικά και με ποινή ακυρότητας για αποζημιώσεις ρυμοτομούμενων ιδιοκτησιών στην περιοχή, σύμφωνα με την παρ. 13 του άρθρου 12 του Ν. 1337/83, ως ισχύει. Αντιθέτως, η εισφορά σε χρήμα του άρθρου 9 του Ν. 1337/83 και σύμφωνα με την παρ. 1 αυτού, διατίθεται αποκλειστικά για την κατασκευή των έργων υποδομής.
Μετά τα παραπάνω, καθίσταται σαφές ότι η υποχρέωση καταβολής εισφοράς σε χρήμα όπως προκύπτει από την εφαρμογή του άρθρου 9 του Ν. 1337/83 και παράλληλα υπάγεται στη μεταβατική διάταξη του άρθρου 72 του Ν. 5027/2023 εξακολουθεί να υφίσταται και ο Δήμος πρέπει να επιδιώξει την είσπραξή της σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις.
Εν κατακλείδι, για τη βεβαίωση και είσπραξη οφειλών που γεννήθηκαν πριν τις 31.12.2018 και για τα επόμενα δύο χρόνια από την ισχύ του νόμου (ήτοι έως 02.03.2025), εξακολουθεί να ισχύει για τη βεβαίωση και είσπραξη το τότε ισχύον κατά περίπτωση νομοθετικό πλαίσιο. (ΥΠ.ΕΣ. εγκ. 534/38880/04.05.2023)
V. Αναλογική εφαρμογή στα ΝΠΔΔ
Σημειώνεται ότι οι διατάξεις του ν. 5027/2023 περί βεβαίωσης και είσπραξης εσόδων των δήμων, έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου αυτών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 236 και της παρ. 2 του άρθρου 240 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων (ν. 3463/2006). (ΥΠ.ΕΣ. εγκ. 534/38880/04.05.2023)
Από την έναρξη ισχύος του ν. 5027/23 (ήτοι από 02.03.2023), καταργούνται:
1.Τα άρθρα 2 και 6 του α.ν. 344/1968 (Α’ 71), περί αποσβεστικής προθεσμίας βεβαιώσεως εσόδων και παραγραφής αξιώσεων των δήμων και κοινοτήτων.
2.Το άρθρο 32 του ν. 4304/2014 (Α’ 234), περί βεβαιώσεως αξιώσεων των Ο.Τ.Α. που αφορούν σε απόδοση φόρων, τελών, δικαιωμάτων και εισφορών και προκύπτουν εξαιτίας μη υποβολής από τους υπόχρεους των αναγκαίων στοιχείων για τη βεβαίωσή τους ή υποβολής ανακριβών ή ελλιπών στοιχείων ή λανθασμένα βεβαιωμένων οφειλών και κάθε διάταξη που αφορά τέλη ή πρόστιμα που εισπράττονται υπέρ των δήμων, στην οποία ορίζονται άλλες προθεσμίες βεβαίωσης και είσπραξης σε σχέση με τα οριζόμενα στο παρόν, πλην εκείνων που ορίζουν μικρότερες.
[/post_tab][post_tab title="Καθεστώς πριν τον ν. 5027/23"]
Αποσβεστική προθεσμία - Παραγραφή
I. Αποσβεστική προθεσμία βεβαίωσης
1. Φόροι, τέλη, δικαιώματα, εισφορές κλπ
2. Φόροι, τέλη κλπ που προκύπτουν λόγω μη υποβολής των αναγκαίων δικαιολογητικών
3. Εισφορά σε χρήμα του Ν. 1337/1983
4. Εξαιρέσεις
5. Συνέπειες παρόδου προθεσμίας
II. Παραγραφή
1. Έννοια-Νομοθετικό καθεστώς
2. Χρόνος παραγραφής
3. Αναστολή και παράταση παραγραφής
4. Διακοπή παραγραφής
5. Συνέπειες παραγραφής
Ι. Αποσβεστική προθεσμία βεβαίωσης
1. Φόροι, τέλη, δικαιώματα, εισφορές κλπ
Η βεβαίωση των
- φόρων,
- τελών,
- δικαιωμάτων,
- εισφορών και
- αντιτίμου προσωπικής εργασίας
ενεργείται υπό των δήμων και κοινοτήτων εντός αποσβεστικής προθεσμίας πέντε ετών από της λήξεως του οικονομικού έτους, στο οποίο ανάγονται. (άρθρο 2 παρ.1 του ΑΝ 344/1968, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 61 παρ. 2 του Ν. 1416/1984)
H ανωτέρω προθεσμία αφορά την ταμειακή βεβαίωση εσόδων. (Συνήγορος του Πολίτη 24979/12.07.2012, σελ.2, υποσ.3)
Από τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 2 του Α.Ν. 344/1968 συνάγεται ότι με την πάροδο απράκτου της προβλεπομένης από αυτή πενταετούς αποσβεστικής προθεσμίας παραγράφεται, κατ' αρχάς, το δικαίωμα του οικείου δήμου για βεβαίωση των εσόδων που προβλέπονται στις κείμενες διατάξεις, εκτός εάν αυτός επικαλεσθεί και αποδείξει ότι συντρέχει κάποια από τις αναφερόμενες στο β' εδ. του ανωτέρω άρθρου περιπτώσεις, ώστε να επιτρέπεται η βεβαίωση εσόδων μετά την παρέλευση πενταετίας. (ΝΣΚ 141/2015)
Η οικεία δημοτική αρχή δεν δύναται να προβεί (αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αιτήσεως) σε επανεξέταση και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, σε ανάκληση πράξεων επιβολής φόρου ή οικονομικού βάρους που έχει το χαρακτήρα φόρου, οι οποίες εκδόθηκαν μετά τη συμπλήρωση της αποσβεστικής προθεσμίας του άρθρου 2 παρ. 1 του α.ν. 344/1968, ούτε δύναται να προβεί στη διαγραφή των χρεών αυτών, δυνάμει του άρθρου 174 του ΚΔΚ. Αντίθετα, η ανωτέρω αρχή δύναται, κατά διακριτική ευχέρεια και εντός ευλόγου χρόνου, να προβεί σε επανεξέταση και ανάκληση, κατόπιν σχετικής αιτήσεως του ενδιαφερομένου, των πράξεων βεβαιώσεως ανταποδοτικών τελών, τα οποία βεβαιώθηκαν παρά το νόμο, ήτοι μετά τη συμπλήρωση της τασσομένης από το νόμο αποκλειστικής προθεσμίας. Περαιτέρω, σε περίπτωση που καταβλήθηκαν στο δήμο ή υπήχθησαν στη ρύθμιση του ν. 4321/2015, βεβαιωμένα ταμειακώς ποσά από ανταποδοτικά τέλη, είναι δυνατή η επιστροφή τους, κατόπιν αιτήσεων όσων έχουν έννομο συμφέρον, εφόσον ανακληθούν οι σχετικές πράξεις βεβαιώσεως και υπό την προϋπόθεση ότι η αξίωση των ανωτέρω έναντι του δήμου δεν έχει υποκύψει στην προβλεπόμενη στην τριετή παραγραφή που προβλέπεται στο άρθρο 26 παρ. 1 του π.δ. 318/1969 ( πλειοψ). (ΓνΝΣΚ 118/2017)
Όσον αφορά την αποσβεστική προθεσμία για τα πρόστιμα ΚΟΚ δείτε το σχετικό υπ' αριθ. 24979/12.07.2012 Πόρισμα του Συνηγόρου του Πολίτη και την ΔΠρΑθ 10173/1990.
Ο Συνήγορος του Πολίτη υποστήριξε την άποψη ότι με βάση το άρθρο 71 Ν. 542/1977 η ταμειακή βεβαίωση των προστίμων από τους δήμους πρέπει να ενεργείται αυστηρά εντός τριετίας από το έτος που βεβαιώθηκε η παράβαση. Προς αποφυγή διαφορετικής ερμηνείας της διάταξης, σκόπιμο θα ήταν να θεσμοθετηθεί ρητά αποσβεστική χρονική προθεσμία για την ταμειακή βεβαίωση των παραβάσεων αυτών.
Μάλιστα, από την εξέταση αναφορών που υποβλήθηκαν εντός του 2016 προέκυψε ότι δήμοι της Ελλάδας εφαρμόζουν διαφορετική πρακτική σε ό,τι αφορά τη βεβαίωση κλήσεων παρελθόντων ετών. Συγκεκριμένα, κάποιοι δήμοι βεβαιώνουν πρόστιμα
που επιβλήθηκαν εντός της δεκαετίας του 1990, εκλαμβάνοντας την πάροδο της τριετίας του Ν. 542/1977 από την ημερομηνία βεβαίωσης της «κλήσης» ως ημερομηνία «κατά πλάσμα θεωρούμενης ταμειακής βεβαίωσης» και θεωρούν ότι παραγραφή επέρχεται 20 έτη ύστερα από αυτή την ημερομηνία. Άλλοι δήμοι εφαρμόζουν για τα πρόστιμα του ΚΟΚ την ειδική διάταξη του άρθρου 2 παράγρ.1 ΑΝ 344/1968, κατά την οποία ως αποσβεστική προθεσμία για την οριστική βεβαίωση ορίζεται η πενταετία από το τέλος του οικονομικού έτους στο οποίο ανάγονται οι οφειλές. Ο Συνήγορος, απευθυνόμενος στο Υπουργείο Εσωτερικών, υπογράμμισε εκ νέου ότι η εξαιρετικά μεγάλη καθυστέρηση που σημειώνεται στη βεβαίωση κλήσεων αποτελεί ακραία μορφή κακοδιοίκησης, που οφείλει να αντιμετωπιστεί με τα απαραίτητα νομοθετικά και διοικητικά μέτρα. Ενόψει της κατάφωρης παραβίασης της αρχής της ίσης μεταχείρισης, ο Συνήγορος επαναλαμβάνει την πρόταση που διατύπωσε στο πόρισμά του περί θέσπισης νομοθετικής ρύθμισης που θα καθιστά υποχρεωτική τη βεβαίωση των προστίμων του ΚΟΚ εντός 3 ετών από την ημερομηνία της παράβασης. (Ετήσια Έκθεση Συνηγόρου του Πολίτη 2016)
Έναρξη χρόνου αποσβεστικής προθεσμίας
Οικονομικό έτος "εις το οποίο ανάγεται το τέλος" είναι το οικονομικό έτος κατά το οποίο γεννήθηκε η οφειλή. (ΣΤΕ 1990/1999 και 3286/1995, Ειδική Έκθεση Συνηγόρου του Πολίτη Ιούλιος 2014)
Η αποσβεστική προθεσμία του άρθρου 2 παρ. 1 του Α.Ν. 344/1968, εννοεί πάροδο πέντε ετών σε φυσικό - πραγματικό χρόνο, και όχι σε συρρικνωμένο χρόνο δια μέσου της αναδρομικής ισχύος της ανακλητικής διοικητικής πράξης, η οποία ανακάλεσε προηγούμενη παράνομη διοικητική πράξη. Υπό την αντίθετη εκδοχή, θα μπορούσε ο κάθε ιδιοκτήτης να μην υποβάλει δήλωση ιδιοκτησίας ή ένσταση κατά τη διαδικασία σύνταξης της πράξης εφαρμογής, να μην περιλαμβάνεται στον κτηματολογικό πίνακα της αρχικής πράξης εφαρμογής, να συνεχίζει να σιωπά επί πενταετία μετά την κύρωση της αρχικής πράξης εφαρμογής και, ακολούθως, να υποβάλει αίτηση έκδοσης διορθωτικής πράξης εφαρμογής, έχοντας έτσι εξασφαλίσει την απαλλαγή του από την υποχρέωση καταβολής της εισφοράς σε χρήμα, λόγω παρόδου της πενταετούς αποσβεστικής προθεσμίας. (ΔΠρΗρακλ 500/2011)
Ως προς το χρόνο έναρξης της προθεσμίας βεβαίωσης των τελών που εισπράττονται μέσω λογαριασμών κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος (τέλη καθαριότητας και φωτισμού, ΤΑΠ), ο Συνήγορος του Πολίτη διαπίστωσε ότι πολλοί δήμοι θεωρούν ως σημείο εκκίνησης της αποσβεστικής προθεσμίας βεβαίωσής τους, το οικονομικό έτος εντός του οποίου λαμβάνουν από τη ∆ΕΗ την αναλυτική κατάσταση των τελών που ο πολίτης οφείλει προς τον δήμο. Για περισσότερα δείτε τη σχετική Ειδική Έκθεση Συνηγόρου του Πολίτη Ιούλιος 2014 (σελ.20)
2. Φόροι, τέλη κλπ που προκύπτουν λόγω μη υποβολής των αναγκαίων δικαιολογητικών
Χρηματικές αξιώσεις των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης που αφορούν σε απόδοση φόρων, τελών, δικαιωμάτων και εισφορών και προκύπτουν εξαιτίας μη υποβολής από τους υπόχρεους των αναγκαίων στοιχείων για τη βεβαίωσή τους ή υποβολής ανακριβών ή ελλιπών στοιχείων ή λανθασμένα βεβαιωμένων οφειλών, βεβαιώνονται σε βάρος των υπόχρεων εντός εικοσαετίας από τη λήξη του οικονομικού έτους που δημιουργήθηκε η σχετική υποχρέωση προς καταβολή τους, χωρίς την επιβολή προσαυξήσεων. Τυχόν πρόστιμα που επιβάλλονται για τις ανωτέρω περιπτώσεις, υπολογίζονται επί των οφειλών που ανάγονται στα πέντε (5) προηγούμενα της βεβαίωσης έτη. (άρθρο 32 Ν.4304/2014, όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 61 του Ν.4483/17)
Η ανωτέρω διάταξη ισχύει από την 23η.10.2014. (άρθρο 89 Ν. 4307/2014) (άρθρο 61 του Ν.4483/17)
Ωστόσο,Οι υπόχρεοι σε υποβολή δήλωσης για τον καθορισμό της επιφάνειας ή και της χρήσης ακινήτου περί του υπολογισμού φόρων, τελών και εισφορών προς τους Ο.Τ.Α. Α΄ βαθμού, μπορούν να υποβάλουν δήλωση με τα ορθά στοιχεία μέχρι 31.3.2020, 30.06.2020, 31.8.2020, 30.09.2020, 31.10.2020, χωρίς την επιβολή προστίμων για τη μη υποβολή ή την υποβολή ανακριβούς δήλωσης. (παρ.2 άρθρο 51 Ν.4647/19, όπως παρατάθηκε διαδοχικά με την παρ.4 του άρθρου 10 της ΠΝΠ (ΦΕΚ 55/11.03.2020 τεύχος A’) η οποία κυρώθηκε νομοθετικά με το άρθρο 2 του Ν.4682/20 (ΦΕΚ 76/03.04.2020 τεύχος Α'), και την παρ.2 άρθρο 375 Ν.4700/20, η οποία αντικαταστάθηκε από την παρ. 1 του άρθρου 69 του Ν.4722/20, και αντικαταστάθηκε από το άρθρο 173 του Ν.4764/20)
Ειδικά για τους δήμους της παρ. 1 του άρθρου 1 του Ν.4728/20 και του άρθρου ενδέκατου της από 22.8.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α΄161), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 2 του ν. 4722/2020 (Α΄177), η προθεσμία του πρώτου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 51 του ν. 4647/2019 (Α΄204), ως προς την υποβολή δήλωσης για τον καθορισμό της επιφάνειας ή και της χρήσης ακινήτου περί του υπολογισμού φόρων, τελών και εισφορών προς τους Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού, και η προθεσμία του δεύτερου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 222 του ν. 4555/2018 (Α΄133), ως προς την υποβολή υπεύθυνης δήλωσης για τη μη χρησιμοποίηση ακινήτου, του οποίου η ηλεκτροδότηση έχει διακοπεί, παρατείνονται έως τις 31.12.2020. (άρθρο 7 Ν.4728/20)
Για περισσότερα δείτε την ενότητα:
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΤΩΝ ΟΤΑ » ΕΣΟΔΑ ΤΑ » 0441 Τέλος ακίνητης περιουσίας (άρθρο 24 Ν. 2130/93) » Υποβολή εκ νέου ή αρχικής δήλωσης για τον καθορισμό επιφανείας ή/και της χρήσης ακινήτου για τον υπολογισμό οφειλομένων τελών χωρίς επιβολή προστίμων (άρθρο 51 παρ.2 Ν.4647/19)
Με το άρθρο 32 του Ν.4304/2014 επιμηκύνθηκε η προβλεπομένη στο άρθρο 2 παρ. 1 του Α.Ν. 344/1968 πενταετής αποσβεστική προθεσμία, όπως ισχύει και για τις οφειλές του Δημοσίου, σε εικοσαετή αποσβεστική προθεσμία για τις σε αυτό αναφερόμενες περιπτώσεις (χρηματικές αξιώσεις των Ο.Τ.Α που αφορούν σε απόδοση φόρων, τελών, δικαιωμάτων και εισφορών και προκύπτουν αποκλειστικά και μόνο από τις τρεις περιοριστικά αναφερόμενες περιπτώσεις: μη υποβολή από τους υπόχρεους των αναγκαίων στοιχείων για τη βεβαίωσή τους ή υποβολή ανακριβών ή ελλιπών στοιχείων και λανθασμένα βεβαιωμένων οφειλών). Συνεπώς, η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 2 Α.Ν.344/1968 εξακολουθεί να εφαρμόζεται για όλες τις περιπτώσεις, πλην αυτών που ορίζονται ρητά στη διάταξη του άρθρου 32 του ν. 4304/2014, για τις οποίες αυτή θεωρείται κατηργημένη. (ΝΣΚ 141/2015, ΥΠ.ΕΣ.Δ.Α. οικ. 26553/27.07.2015)
Η προβλεπόμενη στη παρ. 1 του άρθρου 2 του Α.Ν.344/1969 πενταετής αποσβεστική προθεσμία του δικαιώματος του οικείου ο.τ.α. α' βαθμού προς βεβαίωση των εσόδων του που είχε συμπληρωθεί κατά την έναρξη ισχύος του άρθρου 32 του Ν.4304/2014 (23.10.2014) και αφορούσε αποκλειστικά και μόνο τις σε αυτό αναφερόμενες περιπτώσεις δεν δύναται, πλέον, να αναβιώσει και να συμπληρωθεί κατά τους ορισμούς του νέου ως άνω νόμου. Τουτέστιν, στο άρθρο 32 του Ν. 4304/2014 εμπίπτουν οι χρηματικές αξιώσεις των ο.τ.α. που αφορούν σε απόδοση φόρων, τελών, δικαιωμάτων και εισφορών και προκύπτουν από τις περιπτώσεις της μη υποβολής από τους υπόχρεους των αναγκαίων στοιχείων για τη βεβαίωσή τους ή υποβολής ανακριβών ή ελλιπών στοιχείων και λανθασμένα βεβαιωμένων οφειλών και οι οποίες ήταν ζώσες κατά την 23η.10.2014. Συνεπώς, δεν είναι νόμιμη η βεβαίωση εσόδων των δήμων που ανάγονται σε έτη για τα οποία έχει παρέλθει, κατά την έναρξη ισχύος του άρθρου 32 του Ν.4304/2014 (ήτοι την 23η.10.2014), η προβλεπόμενη στην παρ. 1 του άρθρου 2 του Α.Ν.344/1968 πενταετής αποσβεστική προθεσμία. (ΝΣΚ 141/2015, ΥΠ.ΕΣ.Δ.Α. οικ. 26553/27.07.2015)
Η ανωτέρω απάντηση που δίνεται με τη ΓνΝΣΚ 141/2015 περιλαμβάνει απαιτήσεις για τις οποίες είχε παραγραφεί το δικαίωμα βεβαίωσης από 1-1-2014, δηλαδή απαιτήσεις που ανάγονται σε χρόνο προγενέστερο της 1ης-1-2009. (YΠ.ΕΣ. 9413/07.04.2017)
Κατά τη διερεύνηση των αναφορών προέκυψε ότι αρκετοί ΟΤΑ ερμηνεύουν με διαφορετικό τρόπο τη σχετική διάταξη του Ν. 4304/2014, με την οποία επιμηκύνθηκε η αποσβεστική προθεσμία από πενταετή σε εικοσαετή, ειδικά για τις περιπτώσεις μη υποβολής από τους υπόχρεους των αναγκαίων στοιχείων για τη βεβαίωσή τους ή υποβολής ανακριβών ή ελλιπών στοιχείων και λανθασμένα βεβαιωμένων οφειλών.
Ενδεικτικά αναφέρεται βεβαίωση οφειλών από μη καταβολή Τέλους Ακίνητης Περιουσίας σε ακίνητο για τα τελευταία 18 έτη. Ο Συνήγορος του Πολίτη τόνισε στον δήμο που προέβη στη βεβαίωση ότι, σύμφωνα με την υπ' αριθμ. 141/2015 Γνωμοδότηση ΝΣΚ, δεν είναι νόμιμη η βεβαίωση εσόδων των δήμων που ανάγονται σε έτη για τα οποία, κατά την έναρξη ισχύος του άρθρου 32 Ν. 4304/2014 (ήτοι την 23.10.2014), είχε παρέλθει η κατά τον ΑΝ 344/1968 πενταετής αποσβεστική προθεσμία. Ο δήμος δεν υιοθέτησε την άποψη του Συνηγόρου και η Αρχή κάλεσε το Υπουργείο Εσωτερικών να προβεί σε παροχή σχετικών οδηγιών προς τους ΟΤΑ. Το υπουργείο ανταποκρίθηκε και αναμένεται η απάντηση του δήμου. (Ετήσια Έκθεση Συνηγόρου του Πολίτη 2016)
Κατόπιν σχετικού ερωτήματος Δήμου σχετικά με τη λήξη της πενταετούς αποσβεστικής προθεσμίας προκειμένου για οφειλές του έτους 2008 και παλιότερα και για οφειλές που είχαν προκύψει από 1/1/2009 μέχρι και 23/10/2009, η οικεία Αποκεντρωμένη Διοίκηση με το υπ' αριθ. 19779/7411/16.03.2016 έγγραφό της εκφράζει την άποψη ότι η πενταετής αποσβεστική προθεσμία λήγει στις 22-10-09.
Πολλά ήταν τα ερωτήματα συνδρομητών σχετικά με τη φράση «χωρίς την επιβολή προσαυξήσεων». Τα ερωτήματα αφορούσαν:
α) το άτοπο της φράσης λόγω της απαραίτητης προϋπόθεσης ότι για την επιβολή προσαυξήσεων πρέπει να υπάρχει ληξιπρόθεσμη οφειλή και κατά συνέπεια να προηγείται ταμειακή βεβαίωση και
β) εάν επιβάλλονται πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής, διότι ίσως ο νομοθέτης ήθελε να πει αυτό αντί των προσαυξήσεων.
Τα ανωτέρω ζητήματα επιλύονται με την τροποποίηση του άρθρου 32 του Ν.4304/14 από το άρθρο 61 του Ν.4483/17.
Η τροποποίηση κρίνεται απαραίτητη, για λόγους νομοτεχνικής και ερμηνευτικής συνέπειας, προκειμένου να εκλείψουν προβλήματα εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 32 του ν. 4304/2014.
Συγκεκριμένα, από τον συνδυασμό των παραγράφων 1 του άρθρου 5 και παραγράφων 1 και 5 του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε. (ν.δ. 356/1974), όπως ισχύει και ο οποίος εφαρμόζεται βάσει του άρθρου 167 του ν. 3463/2006 για την είσπραξη των εσόδων των Ο.Τ.Α. προκύπτει ότι, μόνο εφόσον αυτά βεβαιωθούν και καταστούν ληξιπρόθεσμα, μπορεί να επιβαρύνονται με τόκους ή και πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στις διατάξεις αυτές.
Το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 32 του ν. 4304/2014 καταλαμβάνει οφειλές που ακόμα δεν έχουν βεβαιωθεί και ως εκ τούτου δεν νοείται σε αυτές τις περιπτώσεις επιβολή προσαυξήσεων.
Ο όρος «προσαυξήσεις» που υπάρχει στο άρθρο δεν αφορά τις ως άνω κατά Κ.Ε.Δ.Ε. επιβαρύνσεις, και δε σχετίζεται με τα πρόστιμα που προβλέπονται σε βάρος των παραβατών της φορολογικής νομοθεσίας, από ειδικότερες διατάξεις, που ρυθμίζουν τις συνέπειες της μη υποβολής δήλωσης, υποβολής ανακριβούς δήλωσης ή εκπρόθεσμης υποβολής.
Επομένως, μετά την διαγραφή της φράσης "χωρίς την επιβολή προσαυξήσεων" από το άρθρο 32 του Ν.4304/14 προκύπτει με σαφήνεια ότι τα πρόστιμα αυτά επιβάλλονται, αλλά στο ύψος που προσδιορίζεται, σύμφωνα με το εδάφιο που προστίθεται με το άρθρο 61 του Ν.4483/17.
Έτσι αποτρέπεται η επιβάρυνση των οφειλετών με υπέρογκα πρόστιμα, αφού το χρονικό όριο των τελών επί των οποίων υπολογίζονται ορίζεται στα πέντε (5) έτη, που αποτελεί την γενικά εφαρμοζόμενη αποσβεστική προθεσμία, σύμφωνα με το άρθρο 2 του α.ν. 344/1968.
Τέλος ορίζεται ρητά ότι οι τροποποιήσεις ανατρέχουν στην ημερομηνία έναρξης ισχύος του άρθρου 32 του ν. 4304/2014, όπως αυτή ορίστηκε με το άρθρο 89 του ν. 4307/2014 (Α΄246). (Αιτιολογική Έκθεση Ν.4483/17)
3. Εισφορά σε χρήμα του Ν. 1337/1983
α. Έγγραφα- Νομολογία βάσει των οποίων δεν υπάγεται στην πενταετή αποσβεστική προθεσμία
Από την Συνταγματική επιταγή συμμετοχής των ιδιοκτητών των υπό πολεοδόμηση περιοχών στα βάρη της πολεοδόμησης με την θέσπιση σχετικής υποχρέωσης τους για εισφορά σε γη και χρήμα, όπως αυτή εξειδικεύεται στο σύνολο των διατάξεων του Ν. 1337/83, συνάγεται ότι η διάταξη του άρθρου 2 του Α.Ν. 344/1968 δεν εφαρμόζεται στις άνω περιπτώσεις, διότι δεν πρόκειται περί «εισφοράς» με την στενή έννοια του όρου (φόρος, τέλος κ.ο.κ.) αλλά για υποχρεωτική συμμετοχή των ιδιοκτητών στις δαπάνες της πολεοδόμησης, πολεοδόμηση η οποία σύμφωνα με τους κανόνες της επιστήμης και της τέχνης υλοποιείται κατ' αρχήν σε χρονικό σημείο διάφορο της ημερομηνίας κύρωσης των σχετικών πράξεων εφαρμογής και ολοκληρώνεται σε χρονικό ορίζοντα που υπερβαίνει την πενταετία.
Στην ανωτέρω ερμηνεία συνηγορεί και η πάγια νομολογία των Διοικητικών Δικαστηρίων σύμφωνα με την οποία η υποχρέωση της διοίκησης για απόκτηση των προβλεπόμενων από το οικείο σχέδιο πόλης κοινοχρήστων και κοινωφελών χώρων (προς τον σκοπό εξασφάλισης των οποίων καταβάλλεται η οφειλόμενη εισφορά σε χρήμα) οφείλει να ολοκληρώνεται εντός οκταετίας από την έκδοση της πράξης χαρακτηρισμού των ακινήτων ως κοινόχρηστων χώρων ή χώρων κοινωφελών χρήσεων αποδέχεται δηλ. η νομολογία ότι εύλογος χρόνος υλοποίησης του σχεδίου πόλης είναι η οκταετία (και όχι η πενταετία) επιβεβαιώνοντας ότι οι γενικές διατάξεις περί δημοσίου λογιστικού (Α.Ν. 344/68) δεν τυγχάνουν εφαρμογής στις υπό κρίση περιπτώσεις.
Συμπερασματικά, η ειδική, Συνταγματικά προβλεπόμενη υποχρέωση εισφοράς σε χρήμα δεν συγκαταλέγεται στις περιπτώσεις που ρυθμίζει το άρθρο 2 του Α.Ν. 344/68 κι ως εκ τούτου δεν υπάγεται στην πενταετή αποσβεστική προθεσμία του άρθρου 2 του Α.Ν. 344/1968. (Υπ.Περιβ.Ενεργ. & Κλιμ.Αλ. ΔΤΕ/β/32431/450/31.07.2013,ΥΠ.ΕΣ. 32740/29.11.2013)
Οι διοικητικές διαφορές που γεννώνται από την προσβολή των πράξεων για την επιβολή εισφοράς σε χρήμα ουσίας, δεν είναι δυνατό να υπαχθούν στις εν γένει φορολογικές, καθόσον η νομοθεσία για το θεσμό της εισφοράς σε χρήμα ανήκει στη νομοθεσία που διέπει την έγκριση, επέκταση και τροποποίηση σχεδίων πόλεως και όχι στη φορολογική νομοθεσία. (Μον.Διοικ.Πρ.Αθ.2135/2019)
β. Έγγραφα- Νομολογία βάσει της οποίας υπάγεται στην πενταετή αποσβεστική προθεσμία
Σύμφωνα με νεότερες αποφάσεις των ελληνικών δικαστηρίων (956/2016 ΔΕΦ Αθηνών, 176/2019 ΔΕΦ Χανίων, 2428/2020 ΔΠΡ Αθηνών κ.α.) η εισφορά σε χρήμα του άρθρου 9 του ν. 1337/1983 υπόκειται στην πενταετή αποσβεστική προθεσμία της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του α.ν. 344/1968.
Επίσης, σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 170/2020 Γνωμοδότηση του Γ΄ Τμήματος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η οποία έχει γίνει αποδεκτή από τον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας:
«13 β) Ο χρόνος αποσβεστικής προθεσμίας του δικαιώματος των Ο.Τ.Α. προς βεβαίωση εισφοράς σε χρήμα είναι πενταετής και άρχεται από το τέλος του οικονομικού έτους, εντός του οποίου έλαβε χώρα η κύρωση της οικείας πράξης εφαρμογής, με την επιφύλαξη των οριζομένων εξαιρετικών περιπτώσεων στο β΄ εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του α.ν. 344/1968, ανεξαρτήτως του χρόνου γέννησης των σχετικών απαιτήσεων των Ο.Τ.Α., προ ή μετά την ισχύ του άρθρου 2 του ν. 4315/2014».
Επιπλέον, σύμφωνα με την ως άνω Γνωμοδότηση «13.α) ο χρόνος παραγραφής προς είσπραξη των βεβαιωμένων οφειλών των υπόχρεων ιδιοκτητών από τις εισφορές σε χρήμα είναι πενταετής (5) και άρχεται από το τέλος του οικονομικού έτους, εντός του οποίου έλαβε χώρα η οριστική βεβαίωση αυτών.».
Κατόπιν των ανωτέρω και έχοντας υπόψη ότι σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 7 του ν. 3086/2002 «Οργανισμός Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και κατάσταση των Λειτουργών και των Υπαλλήλων του» (ΦΕΚ 324/Α/2002): «Οι γνωμοδοτήσεις δεν δημιουργούν δικαίωμα υπέρ οποιουδήποτε τρίτου, πριν την αποδοχή τους με επισημειωματική πράξη από τον …αρμόδιο Υπουργό, … Μετά την αποδοχή τους οι γνωμοδοτήσεις αποτελούν πράξεις, που είναι υποχρεωτικές για τη Διοίκηση ή το Νομικό Πρόσωπο ή την Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή».
γίνεται αντιληπτή η αναδιάταξη της έννομης τάξης, αναφορικά με το αντικείμενο του θέματος, σε σχέση με το έγγραφο ΥΠ.ΕΣ. 32740/29.11.2013. (ΥΠ.ΕΣ. 94670/21.12.2021)
Ο χρόνος αποσβεστικής προθεσμίας του δικαιώματος των Ο.Τ.Α. προς βεβαίωση εισφοράς σε χρήμα είναι πενταετής και άρχεται από το τέλος του οικονομικού έτους, εντός του οποίου έλαβε χώρα η κύρωση της οικείας πράξης εφαρμογής, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του α.ν. 344/1968 με την επιφύλαξη των οριζομένων εξαιρετικών περιπτώσεων στο β' εδάφιο της ανωτέρω παραγράφου, ανεξαρτήτως του χρόνου γέννησης των σχετικών απαιτήσεων των Ο.Τ.Α., προ ή μετά την ισχύ του άρθρου 2 του ν. 4315/2014 (κατά πλειοψηφία). (ΓνΝΣΚ 170/2020)
Σύμφωνα με την ΔΠρΗρακλ 500/2011 κατά το χρόνο που εκδόθηκαν οι ένδικες πράξεις επιβολής εισφοράς σε χρήμα δεν είχε ακόμη συμπληρωθεί η πενταετής αποσβεστική προθεσμία του δικαιώματος του Δήμου να επιβάλει την εν λόγω εισφορά σε βάρος των προσφευγόντων, κατ' εφαρμογή της παρ.1 του άρθρου 2 του Α.Ν. 344/ 1968 (ΦΕΚ Α΄71).
Επίσης, σύμφωνα με την ΔΠρΗρακλ 298/2009 ως χρόνος για τον προσδιορισμό της αξίας των ακινήτων, προκειμένης εκτιμήσεως αυτών και εκδόσεως της προβλεπομένης πράξεως επιβολής εισφοράς σε χρήμα, λαμβάνεται ο χρόνος κυρώσεως της πράξεως εφαρμογής. Η έκδοση της πράξεως επιβολής εισφοράς σε χρήμα, συνεπώς και, περαιτέρω, η απευθείας, εν ευρεία εννοία βεβαίωση της εισφοράς εκ μέρους του οικείου ο.τ.α., αναγόμενη στο χρόνο κυρώσεως της πράξεως εφαρμογής, υπόκειται στην πενταετή παραγραφή του άρθρου 2 του α.ν. 344/1968 (πρβλ. ΣτΕ 3286/1995,69/1998, βλ.ΣτΕ 1990/1999). Με τα δεδομένα αυτά, εφ` όσον εν προκειμένω τα ένδικα βεβαιωθέντα χρηματικά ποσά, αφορούν εισφορά σε χρήμα για ενταχθείσα στο σχέδιο πόλεως ιδιοκτησία του προσφεύγοντος, που περιλαμβάνεται στην κυρω θείσα το έτος 2001 πράξη εφαρμογής, το δικαίωμα του Δήμου να επιβάλει την ένδικη εισφορά παραγράφηκε με την πάροδο του έτους 2006.
Η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 2 του α.ν. 344/1968 αφορά την αποσβεστική προθεσμία ασκήσεως του δικαιώματος των Δήμων για την επιβολή φόρων, τελών, εισφορών κλπ., και δεν έχει εφαρμογή στη προκειμένη περίπτωση, που αφορά την έκδοση της πράξεως επιβολής εισφοράς σε χρήμα από μέρους της Διευθύνσεως Πολεοδομίας της Νομαρχίας υπέρ του Δήμου, για τον οποίο άλλωστε δεν τίθεται θέμα παραγραφής, αφού αυτός δικαιούται να βεβαιώσει ταμειακώς την επιβληθείσα υπέρ του εισφορά μόνο ύστερα από την οριστικοποίηση της ένδικης πράξεως, η οποία θα συντελεσθεί με την έκδοση τελεσίδικης αποφάσεως επί της προσφυγής που έχει ασκήσει κατ` αυτής η εκκαλούσα. Εξάλλου, η απ`ευθείας βεβαίωση της εισφοράς σε χρήμα από την αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία στην ταμειακή υπηρεσία των Δήμων που έχουν, όπως εν προκειμένω ο Δήμος, δική τους υπηρεσία, κατά τα οριζόμενα στο τρίτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 9 του ν. 1337/1983, έχει την έννοια ότι η εισφορά εγγράφεται ως έσοδο των εν λόγω Δήμων, προκειμένου αυτοί, ύστερα από την κοινοποίηση της σχετικής πράξεως επιβολής, να καταστούν αρμόδιοι για την είσπραξή της, εάν δεν εγερθεί αμφισβήτηση αυτής, ή, στην περίπτωση προσβολής της με προσφυγή, ύστερα από την έκδοση τελεσίδικης αποφάσεως. Συνεπώς, η ανω τέρω απ` ευθείας βεβαίω ση δεν συνιστά ταμειακή βεβαίωση της εν λόγω εισφοράς, από την οποία αρχίζει η προθεσμία παραγραφής της αξιώσεως του οικείου Δήμου. (ΔΕφΑθ 1150/2009)
Οι υποθέσεις που αφορούν την επιβολή της τακτικής εισφοράς εις χρήμα του άρθρου 9 του ν. 1337/1983 υπό του Δήμου σε βάρος των ιδιοκτητών ακινήτων εκτός σχεδίου, τα οποία εντάσσονται σε περιοχή εντός σχεδίου πόλεως, προκειμένου να συμβάλουν στη δαπάνη κατασκευής των βασικών κοινοχρήστων πολεοδομικών έργων, περιλαμβάνονται στις εν γένει φορολογικές διαφορές. Περαιτέρω, η προθεσμία άσκησης προσφυγής κατά της πράξης επιβολής της κρινόμενης εισφοράς και της συναφούς εγγραφής του βαρυνομένου στους σχετικούς χρηματικούς καταλόγους της οικείας δημοτικής αρχής, εφόσον αυτή έχει εκδοθεί από 18.07.1999, ημερομηνία ισχύος του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (άρθρο δεύτερο του ν. 2717/1999 ), έως 11.11.2012 είναι εξηκονθήμερη κατ’ άρθρο 66 παρ. 1 του ίδιου κώδικα, και από 12.11.2012 και μετά τριακονθήμερη (ν. 4093/2012) λόγω του φορολογικού, κατά τα ανωτέρω κριθέντα, χαρακτήρα του επιβαλλόμενου οικονομικού βάρους. Η έκδοση της πράξης επιβολής της εισφοράς αυτής και περαιτέρω η εν ευρεία εννοία βεβαίωση της υπό των αρμοδίων Ο.Τ.Α. υπόκειται στην πενταετή αποσβεστική προθεσμία από τον χρόνο στον οποίο ανάγεται, και ως εκ τούτου, μετά την πάροδο άπρακτης της πενταετούς αυτής προθεσμίας αποσβέννυται πλήρως το δικαίωμα του οικείου οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης να επιβάλλει και να βεβαιώσει εν ευρεία εννοία την εισφορά εις χρήμα σε βάρος του υποχρέου, εκτός αν ο οργανισμός αυτός επικαλεστεί και αποδείξει ότι συντρέχουν οι εξαιρετικές περιπτώσεις του εδαφίου β’ της παρ. 1 του άρθρου 2 του α.ν. 344/1968, εξαιτίας των οποίων δεν ήταν εφικτή η βεβαίωση εντός της εν λόγω προθεσμίας. Η εν λόγω αποσβεστική προθεσμία άρχεται από το τέλος του έτους καθ’ ο κυρώθηκε η πράξη εφαρμογής. (Διοικ.Πρ.Αθ. 7905/2019)
Όμως
Οι διοικητικές διαφορές που γεννώνται από την προσβολή των πράξεων για την επιβολή εισφοράς σε χρήμα ουσίας, δεν είναι δυνατό να υπαχθούν στις εν γένει φορολογικές, καθόσον η νομοθεσία για το θεσμό της εισφοράς σε χρήμα ανήκει στη νομοθεσία που διέπει την έγκριση, επέκταση και τροποποίηση σχεδίων πόλεως και όχι στη φορολογική νομοθεσία. (Μον.Διοικ.Πρ.Αθ.2135/2019)
4. Εξαιρέσεις
Κατ' εξαίρεση είναι δυνατή η βεβαίωση μετά την πάροδο της 5ετούς προθεσμίας αν:
α) είναι άγνωστος ο υπόχρεος. (άρθρο 2 παρ.1 του ΑΝ 344/1968, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 61 παρ. 2 του Ν. 1416/1984)
Το βάρος της απόδειξης σε αυτήν την περίπτωση το φέρει ο Δήμος (ΣτΕ 2987/1987, 1143/1981). (ΔΕφΑθ 2465/1992)
Η αποσβεστική προθεσμία στην περίπτωση αυτή συμπληρώνεται μετά την παρέλευση πενταετίας από τότε που ο υπόχρεος έγινε γνωστός στο δήμο. (ΔΕφΑθ 2465/1992, ΣτΕ 1990/1999)
Δείτε όμως το υπ' αριθ. 7590/9489/9808/9540/9225/2005/2/02.08.2006 έγγραφο του Συνηγόρου του Πολίτη για την Αναδρομική χρέωση ΤΑΠ.
β) έχει ακυρωθεί μετά την πάροδο της πενταετίας η φορολογική εγγραφή για το λόγο ότι ο υπόχρεος δεν έλαβε γνώση της εγγραφής,
γ) η βεβαίωση έγινε σε πρόσωπο που δεν είχε μερική ή ολική φορολογική υποχρέωση και
δ) η βεβαίωση έγινε για οικονομικό έτος διάφορο από αυτό που αφορά η φορολογική υποχρέωση. (άρθρο 2 παρ.1 του ΑΝ 344/1968, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 61 παρ. 2 του Ν. 1416/1984)
5. Συνέπειες παρόδου προθεσμίας
Για τις συνέπειες παρόδου της αποσβεστικής προθεσμίας υπάρχουν αντικρουόμενες απόψεις, όπως αυτές περιγράφονται στην Ειδική Έκθεση Συνηγόρου του Πολίτη Ιούλιος 2014:
Τόσο το Υπουργείο Εσωτερικών, όσο και οι ΟΤΑ θεωρούν ότι δικαιούνται να βεβαιώνουν ταμειακά την οφειλή και μετά την πάροδο της προβλεπόμενης από τον ΑΝ 344/68 αποσβεστικής προθεσμίας, επικαλούμενοι την ερμηνεία που δόθηκε με τις ΑΠ 139/2004 και 691/2003. Σύμφωνα με αυτήν, η πάροδος της αποσβεστικής προθεσμίας για ταμειακή βεβαίωση των
αξιώσεων του ∆ημοσίου δεν συνεπάγεται αδυναμία ταμειακής βεβαίωσης, αλλά συνιστά το χρόνο έναρξης της παραγραφής της απαίτησης. Κατά συνέπεια αν η ταμειακή βεβαίωση πραγματοποιηθεί πέραν του ανωτέρω χρόνου, η παραγραφή αρχίζει από το τέλος του έτους μέσα στο οποίο έπρεπε να πραγματοποιηθεί. (ΑΠ 139/2004)
Αντίθετα το ΣτΕ (ΣτΕ 1783/2002, 1503/2006, 2944/2008,571/2009 και 1093/2010) έχει κρίνει ότι η έναρξη της παραγραφής προϋποθέτει την εντός της αποσβεστικής προθεσμίας έκδοση της ταμειακής βεβαίωσης του χρέους. Με την άπρακτη πάροδο της προβλεπόμενης από αυτές πενταετίας, το δικαίωμα του οικείου οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης προς βεβαίωση φόρων κτλ, κατ` αρχή, αποσβέννυται, εκτός αν ο οργανισμός επικαλεστεί και αποδείξει ότι ο υπόχρεος ήταν άγνωστος στη δημοτική αρχή και συνεπώς, δεν ήταν εφικτή η σε βάρος του βεβαίωση, οπότε δεν συμπληρώνεται η θεσπιζόμενη πενταετής αποσβεστική προθεσμία (ΣτΕ 2987/1987, 1143/1981). (ΔΕφΑθ 2465/1992)
Εν τούτοις, ελλείψει απόφασης του Ανωτάτου Ειδικού ∆ικαστηρίου που να επιλύει οριστικά τη σύγκρουση της νομολογίας των δύο ανώτατων δικαστηρίων, κρίνεται αναγκαία η αποσαφήνιση του ζητήματος με νομοθετική παρέμβαση.
II. Παραγραφή απαιτήσεων των Δήμων
1. Έννοια -Νομοθετικό καθεστώς
Η παραγραφή είναι η απόσβεση της αξίωσης του Δήμου λόγω μη ενάσκησής της μέσα στο χρόνο που προβλέπεται από τις σχετικές διατάξεις. Έχει σκοπό την εκκαθάρισή τους, ώστε να υπάρχει σαφής εικόνα των εσόδων. Αποτελεί θεσμό δημόσιας τάξης, συνεπώς είναι άκυρη κάθε συμφωνία, η οποία τροποποιεί τους όρους της παραγραφής.
Παραγραφή απαίτησης είναι το χρονικό διάστημα μετά τη συμπλήρωση του οποίου ο δανειστής δεν δύναται να επιδιώξει την είσπραξη αυτής και ο οφειλέτης έχει δικαίωμα να αρνηθεί την παροχή. Ό,τι καταβλήθηκε όμως χωρίς γνώση της παραγραφής δεν αναζητείται (βλ. άρθρο 272 του Αστικού Κώδικα, εφεξής ΑΚ).
Εάν παρέλθει άπρακτος ο χρόνος παραγραφής, παραλύει το εναγώγιμο της αξίωσης, παραμένει όμως φυσική ή ατελής ενοχή. (ΠΟΛ 1154/12.10.2016)
Οι διατάξεις του Ν.4270/14 εφαρμόζονται επί απαιτήσεων που δεν έχουν υποπέσει σε παραγραφή κατά την έναρξη ισχύος του Ν.4270/2014 (1/1/2015). (ΠΟΛ 1154/12.10.2016)
Δείτε αναλυτικότερα τη σχετική ΠΟΛ 1154/12.10.2016 στην οποία γίνεται συστηματική παρουσίαση των διατάξεων περί παραγραφής απαιτήσεων του Δημοσίου των Ν. 4270/2014, Ν.4174/2013, Ν. 2362/1995, Ν.Δ. 321/1969 και άλλων νομοθετημάτων.
2. Χρόνος παραγραφής
α. Γενική διάταξη
Ο χρόνος της παραγραφής των αξιώσεων, των δήμων και κοινοτήτων είναι είκοσι ετών, αρχόμενος από της λήξεως του οικονομικού έτους εντός του οποίου εβεβαιώθησαν αυτές οριστικώς. (άρθρο 76 Β.Δ. 24.9/20.10.58 (ΦΕΚ 171/58 τεύχος Α), όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 6 του Α.Ν. 344/1968) Ως οριστική βεβαίωση νοείται η ταμειακή βεβαίωση.
Η απορρέουσα από σύμβαση μίσθωσης αξίωση του Δήμου περί καταβολής μισθωμάτων υπόκειται στην προβλεπόμενη εκ του ανωτέρω άρθρου 6 του Α.Ν. 344/1968 εικοσαετή παραγραφή. (ΜΠρΘεσ 19238/2013)
Οι βεβαιωθείσες ταμειακά υπό την ισχύ των διατάξεων του ν. 2362/1995 αξιώσεις του Δήμου Αθηναίων κατά του Ελληνικού Δημοσίου, που προέρχονται από παράνομη στάθμευση υπηρεσιακών οχημάτων του Υπουργείου Οικονομικών, οι οποίες έχουν βεβαιωθεί ως τέλη ελεγχόμενης στάθμευσης, όσο και από πρόστιμα ανέγερσης και διατήρησης αυθαίρετων κατασκευών, αποχέτευσης και διάφορα τέλη, υπόκεινται στην πενταετή παραγραφή του άρθρου 90 παρ.1 του ν. 2362/1995. (ΓνΝΣΚ 48/2015)
β. Φόροι, τέλη, δικαιώματα κλπ
Οι προερχόμενες εκ:
- φόρων εν γένει,
- τελών,
- δικαιωμάτων,
- εισφορών και
- αντιτίμου προσωπικής εργασίας αξιώσεις παραγράφονται μετά από πενταετία, αρχόμενη από της λήξεως του οικονομικού έτους εντός του οποίου εβεβαιώθησαν αυτές οριστικώς (άρθρο 76 Β.Δ. 24.9/20.10.58 (ΦΕΚ 171/58 τεύχος Α), όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 6 του Α.Ν. 344/1968)
α) Οι απαιτήσεις του Δήμου κατά του Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-ΕΦΚΑ), ως καθολικού διαδόχου του τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, έχουν παραγραφεί βάσει των ειδικών περί παραγραφής διατάξεων του άρθρου 40 παρ. 6 του α.ν. 1846/1951, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε από το άρθρο 7 του ν. 825/1978, σύμφωνα με τις οποίες, οι εν γένει χρηματικές απαιτήσεις κατά του ΙΚΑ υπόκεινται στην πενταετή παραγραφή, β) ο e-ΕΦΚΑ, ως καθολικός διάδοχος του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, δεν μπορεί να παραιτηθεί από την συμπληρωθείσα υπέρ αυτού παραγραφή ή να αναγνωρίσει την παραγεγραμμένη απαίτηση, διότι τέτοια παραίτηση ή αναγνώριση είναι άκυρη και γ) ο Δήμος έχει απολέσει το δικαίωμά του να αντιτάξει σε συμψηφισμό την παραγραφείσα απαίτησή του, δεδομένου ότι έχει παρέλθει τριετία από τη συμπλήρωση του χρόνου παραγραφής (ομόφωνα). Παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του ΝΣΚ, κατόπιν της υπ’ αριθ. 37/2021 Γνωμοδότησης του ΣΤ΄ Τμήματος. (ΓνΝΣΚ 144/2021)
Ειδικά ως προς το τέλος ακαθαρίστων εισπράξεων επί των εκδιδομένων λογαριασμών και το τέλος παρεπιδημούντων
Ο χρόνος παραγραφής των ανωτέρω οφειλών δεν υπολογίζεται επί τη βάσει των ρυθμίσεων του Ν. 2362/1995 (20ετής παραγραφή), αλλά σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα του άρθρου 6 του Α.Ν. 344/1968 (5ετής παραγραφή), δεδομένου ότι το άρθρο 86, παρ. 3 εδ. η, του Ν. 2362/1995, αναφέρεται σε χρηματικές απαιτήσεις του Δημοσίου (και όχι των Ο.Τ.Α.) που αφορούν σε απόδοση των παρακρατηθέντων ή για λογαριασμό αυτού εισπραχθέντων φόρων, τελών και δικαιωμάτων (πχ παρακράτηση του αναλογούντος ποσού φόρου κατά τις πληρωμές των μισθών, ημερομισθίων). (ΥΠΕΣ εγκ.19/18115/09.04.2008)
ΟΜΩΣ, ο Π.Ζυγούρης στην από 22.12.2011 Γνωμοδότησή του, λαμβάνοντας υπόψη:
- τη διάταξη του άρθρου 3 του Ν.Δ 31/1968, σύμφωνα με την οποία: "Οι υπό των αστικών εν γένει νόμων και των ουσιαστικών διατάξεων επί δικών του δημοσίου αναγνωριζόμενες στο Δημόσιο προνομιούχες ή θεσπισμένες ειδικές προστατευτικές διατάξεις εφαρμόζονται αναλόγως και επί των Ο.Τ.Α., εφόσον οι τυχόν υφιστάμενες αντίστοιχες για τους οργανισμούς αυτούς προνομιούχες διατάξεις εν γένει δεν είναι ευρύτερες ή ευνοϊκότερες από εκείνες που ισχύουν για το Δημόσιο."
- τη διάταξη της παρ.1 του άρθρου 276 του Ν.3463/2006, σύμφωνα με την οποία: "Οι Δήμοι και οι Κοινότητες [...] έχουν όλες ανεξαιρέτως τις ατέλειες και τα δικαστικά, διοικητικά και δικονομικά προνόμια που παρέχονται στο Δημόσιο.
- την ΑΠ 1310/2009 με την οποία κρίθηκε ότι οι περί παραγραφής διατάξεις του κοινού δικαίου (Δημόσιο Λογιστικό Ν.2362/1995), εφόσον είναι ευνοϊκότερες, εφαρμόζονται υπέρ των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως, ασχέτως δηλ. της κατ` αρχήν ισχύος για τους οργανισμούς αυτούς της νομοθεσίας περί δημοσίου λογιστικού
- τη διάταξη της παρ.3 του άρθρου 86 του Ν.2362/1995 (πλέον άρθρο 136 παρ. 3 του Ν. 4270/2014) σύμφωνα με την οποία: "Χρηματική απαίτηση του Δημοσίου που:...η. αφορά σε απόδοση παρακρατηθέντων ή για λογαριασμό αυτού εισπραχθέντων φόρων, τελών και δικαιωμάτων .... παραγράφεται μετά εικοσαετία από τη λήξη του έτους μέσα στο οποίο έγινε η με στενή έννοια βεβαίωση αυτής."
καταλήγει στο συμπέρασμα ότι "ειδικώς επί τελών κ.λπ. των ΟΤΑ δεν εφαρμόζεται η παλαιότερη διάταξη του ά. 6 ΑΝ 344/1968 (της 2.4/5.4.1968), αλλά εφαρμοστέα τυγχάνει αναλογικώς η σχετική διάταξη του α. 86 του ν.2362/1995 και έτσι χρόνος παραγραφής των αξιώσεών αυτών είναι η εικοσαετία."
Τη γνώμη αυτή είχε διατυπώσει ο Π.Ζυγούρης και στο από 10.09.2008 εγχειρίδιο της ΚΕΔΕ: "Χρηματικές απαιτήσεις των ΟΤΑ που αφορούν την είσπραξη άλλων εσόδων (πέραν δηλ. των φόρων, τελών, δικαιωμάτων και εισφορών) όπως λ.χ. μισθωμάτων που απορρέουν από σύμβαση, προστίμων ΚΟΚ, προστίμων αυθαιρέτων οικοδομών, προστίμων αυτοτελών, τέλους επί των ακαθαρίστων εισπράξεων επί των εκδιδομένων λογαριασμών (εστιατορίων κλπ.), τέλους παρεπιδημούντων, παραγράφονται μετά την παρέλευση είκοσι (20) ετών από τη λήξη του οικονομικού έτους μέσα στο οποίο έγινε η ταμειακή βεβαίωση. Τούτο διότι σύμφωνα με την παρ. 3 περ. η του άρθρου 86 του Ν. 2362/1995 τα ανωτέρω δύο τέλη αφορούν σε απόδοση παρακρατηθέντων ή για λογαριασμό του ΟΤΑ εισπραχθέντων τελών (άρθρο 86 παρ. 3 περ. η))."
γ. Ειδικές περιπτώσεις
-Οι αξιώσεις των δήμων από πρόστιμα ΚΟΚ εμπίπτουν στην περίπτωση του πρώτου εδαφίου του αρ. 76 του β.δ. 24-9/20.10.1958, όπως αντικαταστάθηκε με το αρ. 6 του α.ν. 344/1968, υπόκεινται δηλαδή σε εικοσαετή παραγραφή «από της λήξεως του οικονομικού έτους εντός του οποίου εβεβαιώθησαν αύται οριστικώς». Η αναφορά δε στο έτος βεβαίωσης του εσόδου, ως έναρξη του χρόνου παραγραφής σε αντιδιαστολή με τον προσδιορισμό αυτής σύμφωνα με το αρ. 251 του Α.Κ. (από τη γέννηση της αξίωσης και τη δυνατότητα της δικαστικής της επιδίωξης), συναρτάται με τη διαδικασία της είσπραξης που ισχύει για τα δημόσια έσοδα (ΚΕΔΕ και όχι «δικαστική επιδίωξη») και όχι με το δικαίωμα των δήμων να αξιώσουν την είσπραξη των διοικητικών κυρώσεων, που τους έχει ανατεθεί. (ΥΠ.ΕΣ. 305/18.12.2018)
- Οι οφειλές που προκύπτουν από εισφορά σε χρήμα ή/και μετατροπή εισφοράς γης σε χρήμα σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 1337/83 όπως ισχύει, δεν εμπίπτουν στην πενταετή παραγραφή επειδή δεν αποτελούν φόρους, τέλη κλπ, του άρθρου 6 του Α.Ν.344/68. Επισημαίνεται, ότι οι αρμόδιοι δήμοι θα πρέπει να βεβαιώνουν τις οφειλές αυτές εντός ευλόγου χρόνου από την κύρωση της πράξης εφαρμογής, και να συντάσσει για κάθε ιδιοκτήτη τη σχετική πράξη επιβολής εισφοράς.(Υπ.Περιβ.Ενεργ. & Κλιμ.Αλ. ΔΤΕ/β/οικ.3328/79/20.01.2012)
Αντίθετη η ΓνΝΣΚ 170/2020 σύμφωνα με την οποία ο χρόνος παραγραφής προς είσπραξη των βεβαιωμένων οφειλών των υπόχρεων ιδιοκτητών από τις εισφορές σε χρήμα είναι πενταετής (5) και άρχεται από το τέλος του οικονομικού έτους, εντός του οποίου έλαβε χώρα η οριστική βεβαίωση αυτών σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 6 του α.ν. 344/1968 (ομόφωνα) (ΓνΝΣΚ 170/2020)
- H απαίτηση του Δήμου που προέρχεται από καταλογισμό, υπόκειται στην εικοσαετή παραγραφή της παρ. 3 του άρθρου 86 του ν. 2362/1995 [πλέον παρ.3 άρθρου 136 του Ν.4270/2014], η οποία αρχίζει από τη λήξη του οικονομικού έτους εντός του οποίου βεβαιώθηκε ταμειακά. (Ελ. Συν. Τμ. VII Απόφαση 257/2012)
- Ως προς την παραγραφή της αξιώσεως του Δημοσίου προς επιστροφή των αποδοχών που έχει λάβει ο υπάλληλος κατά το χρόνο που τελούσε σε εκπαιδευτική άδεια, ελλείψει ειδικής διάταξης νόμου, η εν λόγω αξίωση του Δημοσίου προς καταλογισμό υπόκειται στην εικοσαετή παραγραφή του άρθρου 249 ΑΚ , η οποία άρχεται από τότε που γεννήθηκε η αξίωση και είναι δυνατή η δικαστική της επιδίωξη (251 ΑΚ). (Γνωμ. ΝΣΚ 55/2014)
-Η παραγραφή αξίωσης που ανήκει σε κληρονομία ή απευθύνεται κατά κληρονομίας δεν συμπληρώνεται πριν από την πάροδο εξαμήνου αφότου ο κληρονόμος απέκτησε την κληρονομία ή αφότου η αξίωση μπορεί να ασκηθεί από κηδεμόνα ή κατά κηδεμόνα κληρονομίας. (άρθρο 259 ΑΚ)
-Η παραγραφή τρέχει και σε βάρος προσώπων που είναι ανίκανα ή έχουν περιορισμένη ικανότητα για δικαιοπραξία.
Αν τα πρόσωπα αυτά δεν έχουν επίτροπο ή δικαστικό συμπαραστάτη, η παραγραφή δεν συμπληρώνεται πριν περάσουν έξι μήνες αφότου έγιναν απεριορίστως ικανά ή απέκτησαν επίτροπο ή δικαστικό συμπαραστάτη. Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται εφόσον ο ανίκανος ή ο περιορισμένα ικανός έχει την ικανότητα να παραστεί στο δικαστήριο. (άρθρο 258 ΑΚ)
-Η αξίωση του Δημοσίου από τραπεζική εγγυητική επιστολή αόριστης διάρκειας που εξέδωσε η Τράπεζα υπέρ του πράκτορα κρατικών λαχείων, παραγράφεται μετά εικοσαετία από το τέλος του έτους κατά το οποίο λαμβάνει χώρα η ταμειακή βεβαίωση της αξίωσης το Δημοσίου (ομοφ.) (ΓνΝΣΚ 39/2017)
-Προκειμένου περί απαιτήσεων του Δήμου κατά του e-ΕΦΚΑ ως καθολικού διαδόχου του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ έχουν εφαρμογή οι ειδικές περί παραγραφής διατάξεις του άρθρου 40 παρ. 6 του α.ν. 1846/1951, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε από το άρθρο 7 του ν. 825/1978, οι οποίες ως ειδικές κατισχύουν οιασδήποτε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης και σύμφωνα με τις οποίες, οι εν γένει χρηματικές απαιτήσεις κατά του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ υπόκεινται στην πενταετή παραγραφή και επομένως οι αξιώσεις του Δήμου που αναφέρονται στο ερώτημα, έχουν υποκύψει στην ως άνω πενταετή παραγραφή. Ο e-ΕΦΚΑ, ως καθολικός διάδοχος του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, αδυνατεί να παραιτηθεί από την συμπληρωθείσα υπέρ αυτού παραγραφή ή να αναγνωρίσει την παραγεγραμμένη απαίτηση, διότι τέτοια παραίτηση ή αναγνώριση είναι άκυρη, ο δε Δήμος έχει απολέσει το δικαίωμά του να αντιτάξει σε συμψηφισμό την, κατά τα ανωτέρω, παραγραφείσα απαίτησή του, δεδομένου ότι έχει παρέλθει τριετία από τη συμπλήρωση του χρόνου παραγραφής (ομόφωνα). Το ερώτημα παραπέμπεται στην Ολομέλεια του ΝΣΚ. (ΓνΝΣΚ 37/2021)
δ. Παραγραφή πριν την ταμειακή βεβαίωση
Χρηματική απαίτηση του Δημοσίου δεν παραγράφεται πριν να βεβαιωθεί πράγματι προς είσπραξη ως δημόσιο έσοδο στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή το αρμόδιο Τελωνείο (βεβαίωση με στενή έννοια), με την επιφύλαξη των διατάξεων περί επιβολής φόρων και λοιπών δημοσίων εσόδων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013, Α' 170). Η ρύθμιση αυτή παραμένει σε ισχύ και στην περίπτωση που καθυστερεί η βεβαίωση με στενή έννοια. (άρθρο 136 παρ.1 Ν.4270/2014)
Με τις ανωτέρω διατάξεις που έχουν εφαρμογή και επί αξιώσεων των Δήμων -οι οποίοι, κατά το άρθρο 304 του π.δ/τος 410/1995 και ήδη άρθρο 276 παρ. 1 εδ. 2 και 2 του ν. 3463/2006, έχουν όλα τα δικαστικά, διοικητικά και διοικητικά προνόμια που παρέχονται στο Δημόσιο - τίθεται ως κανόνας ότι καμία χρηματική αξίωση του Δημοσίου δεν υπόκειται σε παραγραφή πριν να βεβαιωθεί πράγματι ως δημόσιο έσοδο, με την έννοια του άρθρου 1 του Κ.Ε.Δ.Ε., στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείο. (Ελ. Συν. Τμ. VII Απόφαση 257/2012)
3. Αναστολή και παράταση παραγραφής
Αναστολή παραγραφής είναι ο μη υπολογισμός στον χρόνο της παραγραφής ορισμένου χρονικού διαστήματος κατά το οποίο διαρκεί ο λόγος της αναστολής. Η παραγραφή συνεχίζεται μετά την παύση της αναστολής (βλ. Α.Κ. 257) (ΠΟΛ 1154/12.10.2016)
Αναστολή παραγραφής έχουμε όταν ξεκινάει ο χρόνος παραγραφής, έπειτα συντρέχει ένας από τους λόγους που αναλύονται παρακάτω, και σταματάει να τρέχει o χρόνος παραγραφής. Όταν επέλθει ένα άλλο γεγονός, τότε συνεχίζει ο χρόνος παραγραφής από το σημείο που σταμάτησε.
Δεν υπάρχουν ειδικές διατάξεις για την αναστολή παραγραφής των αξιώσεων των Δήμων. Για το λόγο αυτό εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις του Δημόσιου Λογιστικού.
Συνοπτικά, λόγοι αναστολής της παραγραφής είναι:
α. Η χορήγηση αναστολής καταβολής του χρέους, ή διευκόλυνση τμηματικής καταβολής
β. Η αναστολή εκτέλεσης με νόμο
γ. Η ανηλικότητα
δ. Η δικαστική αμφισβήτηση της νομιμότητας (νομίμου τίτλου) της απαίτησης, ή της βεβαίωσης αυτής, ή της εγκυρότητας πράξης εκτέλεσης, από οιονδήποτε, καθώς και η ακύρωση πράξεων ∆ιοικητικής Εκτέλεσης.
ε. Το δικαιοστάσιο ή ανωτέρα βία του δικαιούχου
στ. Ο δόλος του υποχρέου
Αναλυτικότερα, η παραγραφή αναστέλλεται:
α. για χρονικό διάστημα ίσο με το χρόνο για τον οποίο είχε χορηγηθεί στον υπόχρεο ή σε συνυπόχρεο, κατά την τελευταία διετία της παραγραφής, αναστολή πληρωμής του χρέους του ή διευκόλυνση τμηματικής καταβολής είτε με νόμο είτε με δικαστική απόφαση είτε με πράξη της αρμόδιας αρχής, που εκδίδεται ύστερα από αίτηση του υπόχρεου, ανεξάρτητα αν έχει συμμορφωθεί ή όχι εν όλω ή εν μέρει ο υπόχρεος. (άρθρο 137 παρ. 2 του Ν. 4270/2014, πρώην άρθρο 87 παρ. 2 του Ν.2362/1995)
β. για χρονικό διάστημα ίσο με το χρόνο κατά τον οποίο έχει εμποδιστεί το Δημόσιο να επιδιώξει την είσπραξη του χρέους με αναγκαστικά μέτρα, λόγω αναστολής εκτέλεσης που έχει χορηγηθεί με διάταξη νόμου.
Στις περιπτώσεις αυτές (α' και β'), η παραγραφή συνεχίζεται μετά τη λήξη της αναστολής της και σε καμία περίπτωση δεν συμπληρώνεται πριν περάσει ένα (1) έτος από τη λήξη είτε της αναστολής πληρωμής ή της παραβιάσεως της υποχρέωσης τμηματικής καταβολής, είτε της αναστολής λήψης των αναγκαστικών μέτρων αντίστοιχα.
γ. Κατά τη διάρκεια ανηλικότητας του οφειλέτη ή και δύο (2) έτη μετά την ενηλικίωση αυτού, αν η κληρονομία στερείται ενεργητικού, ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή μη κηδεμόνα ή επιτρόπου του ανηλίκου. (άρθρο 137 παρ. 2 του Ν. 4270/2014, πρώην άρθρο 87 παρ. 2 του Ν.2362/1995)
δ. Σε περίπτωση δικαστικής αμφισβήτησης από οποιονδήποτε είτε του νόμιμου τίτλου γενικά της απαίτησης του Δημοσίου είτε της νομιμότητας της βεβαίωσης αυτής με στενή έννοια είτε της για οποιονδήποτε λόγο εγκυρότητας πράξης της αναγκαστικής εκτέλεσης προς είσπραξη απαίτησης του Δημοσίου (διοικητικής εκτέλεσης), η προβλεπόμενη παραγραφή της απαίτησης του Δημοσίου προς βεβαίωση (με ευρεία έννοια) ή προς είσπραξη της βεβαιωμένης απαίτησής του αναστέλλεται μέχρι την έκδοση επί της δικαστικής αυτής διένεξης τελεσίδικης δικαστικής απόφασης και δεν συμπληρώνεται σε κάθε περίπτωση πριν από την πάροδο ενός (1) έτους από την, με επιμέλεια των αντιδίκων του Δημοσίου, κοινοποίηση με δικαστικό επιμελητή στον Προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. ή του Τελωνείου και τον Υπουργό Οικονομικών της τελεσίδικης δικαστικής απόφασης. (άρθρο 137 παρ. 4 του Ν. 4270/2014, πρώην άρθρο 87 παρ. 4 του Ν.2362/1995)
Σε περίπτωση ακύρωσης κατάσχεσης ή άλλης πράξης της διοικητικής εκτέλεσης, και, εντός της προθεσμίας του προηγούμενου εδαφίου, επανάληψης της ίδιας ή άλλης πράξης αναγκαστικής (διοικητικής) εκτέλεσης, επί του ιδίου ή άλλου περιουσιακού στοιχείου, του ιδίου ή άλλου προσώπου κατά το νόμο ευθυνομένου, η, με την ακυρωθείσα πράξη, επελθούσα διακοπή της παραγραφής λογίζεται ως μηδέποτε εξαλειφθείσα. (άρθρο 137 παρ. 4 του Ν. 4270/2014, πρώην άρθρο 87 παρ. 4 του Ν.2362/1995)
ε. Η παραγραφή των απαιτήσεων αναστέλλεται επίσης για τους λόγους που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία. (άρθρο 137 παρ. 1 του Ν. 4270/2014, πρώην άρθρο 87 παρ. 1 του Ν.2362/1995). Δηλαδή:
- για όσο χρόνο ο δικαιούχος εμποδίστηκε από δικαιοστάσιο ή από άλλο λόγο ανώτερης βίας να ασκήσει την αξίωσή του μέσα στο τελευταίο εξάμηνο του χρόνου της παραγραφής. (άρθρο 255 ΑΚ)
- για όσο χρονικό διάστημα μέσα στο τελευταίο εξάμηνο του χρόνου της ο υπόχρεος απέτρεψε με δόλο το δικαιούχο να ασκήσει την αξίωση. (άρθρο 255 ΑΚ)
Η παραγραφή του χρέους αναστέλλεται επίσης μέχρις εκδόσεως τελεσιδίκου αποφάσεως, όταν υποβληθεί αίτηση στον αρμόδιο Εισαγγελέα για άσκηση της ποινικής δίωξης. (άρθρο 25 παρ. 7 του Ν. 1882/1990). Ωστόσο, η εν λόγω διάταξη δεν εφαρμόζεται στους Ο.Τ.Α. (ΥΠ.ΕΣ 37823/06.11.2013) Για περισσότερα δείτε ΕΣΟΔΑ ΟΤΑ » 9 ΔΙΑΦΟΡΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΣΟΔΩΝ » 905 Αναγκαστικά Μέτρα είσπραξης οφειλών
Παράταση
Ο χρόνος της παραγραφής κάθε απαίτησης του Δημοσίου παρατείνεται για δύο (2) έτη, σε περίπτωση που ο οφειλέτης κατά την τελευταία διετία του χρόνου της παραγραφής διέμεινε στο εξωτερικό για χρόνο μεγαλύτερο του μηνός, συνεχόμενα ή μη. (άρθρο 137 παρ. 3 του Ν. 4270/2014, πρώην άρθρο 87 παρ. 3 του Ν.2362/1995)
4. Διακοπή παραγραφής
α. Εισαγωγή
Διακοπή παραγραφής είναι η ματαίωση του χρόνου της παραγραφής που διανύθηκε πριν λάβει χώρα ο λόγος της διακοπής. Από την περάτωση της διακοπής αρχίζει νέος χρόνος παραγραφής (βλ. Α.Κ. 270) (ΠΟΛ 1154/12.10.2016)
Ειδικότερα, διακοπή παραγραφής έχουμε, όταν ξεκινάει η παραγραφή και όταν προκύψει κάποιος από τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 138 του Ν. 4270/2014 (πρώην άρθρο 88 του Ν. 2362/1995), η παραγραφή διακόπτεται και αρχίζει πάλι από την αρχή.
Δεν υπάρχουν ειδικές διατάξεις για την διακοπή παραγραφής των αξιώσεων των Δήμων. Για το λόγο αυτό εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις του Δημόσιου Λογιστικού.
β. Λόγοι διακοπής κατά το Ν. 4270/2014
Την παραγραφή χρηματικής απαίτησης του Δημοσίου, πλην εκείνων για τις οποίες εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013), διακόπτει:
1. Η κατάσχεση περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη ή συνοφειλέτη ή τρίτου εγγυητή αυτών, ανεξάρτητα αν αυτή ενεργείται εις χείρας αυτών ή εις χείρας τρίτου ή αν κοινοποιήθηκε στον καθ' ου η κατάσχεση. (άρθρο 138 παρ. 1 του Ν. 4270/2014)
2. Η έκδοση προγράμματος πλειστηριασμού, ανεξάρτητα από την κοινοποίηση ή μη αυτού στον καθ' ου έχει εκδοθεί το πρόγραμμα. (άρθρο 138 παρ. 1 του Ν. 4270/2014)
3. Η αναγγελία προς επαλήθευση στην πτώχευση είτε του οφειλέτη είτε φυσικού ή νομικού προσώπου συνυπόχρεου με αυτόν ή για τα χρέη του οποίου ευθύνεται το πρόσωπο αυτό. Η αναγγελία στην πτώχευση επάγεται τη διακοπή, εφόσον κοινοποιείται είτε στον γραμματέα του πτωχευτικού δικαστηρίου, είτε στο σύνδικο της πτώχευσης. Ειδικά, επί των μη προνομιακών απαιτήσεων του Δημοσίου, η παραγραφή αρχίζει και πάλι έξι (6) μήνες μετά την με επιμέλεια του οφειλέτη κοινοποίηση με δικαστικό επιμελητή στον αρμόδιο προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείου της τελεσίδικης απόφασης περί επικύρωσης του πτωχευτικού συμβιβασμού. Η ένωση των πιστωτών ή η αποκατάσταση του πτωχού, καθώς και η ανάκληση της περί κήρυξης της πτωχεύσεως δικαστικής απόφασης ή η ακύρωση ή διάρρηξη του πτωχευτικού συμβιβασμού δεν επάγονται έναρξη εκ νέου της διακοπείσας με την αναγγελία παραγραφής. (άρθρο 138 παρ. 1 του Ν. 4270/2014)
4. Η αναγγελία προς κατάταξη σε πλειστηριασμό περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη ή των λοιπών ανωτέρω στην περίπτωση γ' αναφερόμενων προσώπων. (άρθρο 138 παρ. 1 του Ν. 4270/2014)
5. Η αναγγελία στον εκκαθαριστή κληρονομίας ή στον εκκαθαριστή διαλυθέντος νομικού προσώπου. Εάν επί διάλυσης νομικού προσώπου δεν υπάρχει αμέσως γνωστός εκκαθαριστής βάσει του καταστατικού αυτού ή δικαστικής απόφασης, η παραγραφή της απαίτησης του Δημοσίου αναστέλλεται μέχρι ορισμού του εκκαθαριστή και έξι (6) μήνες μετά τον ορισμό αυτού. (άρθρο 138 παρ. 1 του Ν. 4270/2014)
6. Η εγγραφή υποθήκης ή προσημείωσης υποθήκης επί ακινήτου οποιουδήποτε από τα αναφερόμενα ανωτέρω στην περίπτωση γ' πρόσωπα. Η εξάλειψη αυτών εντός του χρόνου της νέας παραγραφής, χωρίς τη γραπτή συναίνεση του Δημοσίου, δεν αναιρεί τη διακοπή για ένα (1) έτος μετά τη γραπτή γνωστοποίηση υπό του οφειλέτη προς την αρμόδια Δ.Ο.Υ. της γενομένης εξάλειψης. (άρθρο 138 παρ. 1 του Ν. 4270/2014)
7. Κάθε πράξη της εκτέλεσης και κάθε διαδικαστική ως προς τον πίνακα κατάταξης πράξη των διαδίκων ή του δικαστηρίου από την έναρξη της κατά τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων διοικητικής (αναγκαστικής) εκτέλεσης μέχρι να καταστεί αμετάκλητος ο πίνακας κατατάξεως δανειστών. Η παραγραφή αρχίζει και πάλι έξι (6) μήνες από τη με δικαστικό επιμελητή, με επιμέλεια των αντιδίκων, κοινοποίησης στο Δημόσιο της επί του πίνακα κατάταξης δανειστών αμετάκλητης δικαστικής απόφασης. (άρθρο 138 παρ. 1 του Ν. 4270/2014)
8. Η κοινοποίηση ατομικής ειδοποίησης στον οφειλέτη ή συνοφειλέτη ή εγγυητή. (άρθρο 138 παρ. 1 του Ν. 4270/2014). Σημειώνεται ότι η περ. η΄ δεν προβλεπόταν στον προγενέστερο νόμο 2362/1995)
γ. Λόγοι διακοπής κατά τον Α.Κ.
Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 138 του Ν. 4270/2014 οι κατά τις γενικές διατάξεις λόγοι διακοπής της παραγραφής ισχύουν και για τις απαιτήσεις του Δημοσίου. (άρθρο 138 παρ. 4 του Ν. 4270/2014, πρώην άρθρο 88 παρ. 4 του Ν. 2362/1995)
Την παραγραφή διακόπτει:
1. Η αναγνώριση της αξίωσης από τον υπόχρεο με οποιοδήποτε τρόπο. (άρθρο 260 ΑΚ) Αναγνώριση της οφειλής αποτελεί η και η καταβολή έναντι της οφειλής.
2. Η άσκηση αγωγής. (άρθρο 261 ΑΚ) Για περισσότερα, δείτε τα άρθρα 261, 262 και 263 ΑΚ.
3. Η επίδοση επιταγής πληρωμής κάτω από εκτελεστό δικαιόγραφο. (άρθρο 264 περ.1 ΑΚ).
4. Η υποβολή ένστασης συμψηφισμού της αξίωσης. (άρθρο 264 περ.4 ΑΚ) Δείτε σχετικά και το άρθρο 267 ΑΚ.
5. Η υποβολή σε διαιτησία ή σε διοικητική αρχή ή σε διοικητικό δικαστήριο ή σε άλλο ειδικό δικαστήριο της διαφοράς που αναφέρεται στην αξίωση. Οι διατάξεις των άρθρων 261 έως 263, 267 έως 268 εφαρμόζονται αναλόγως. (άρθρο 269 ΑΚ)
6. Η αναγγελία σε πτώχευση. Η παραγραφή που διακόπηκε με αναγγελία σε πτώχευση αρχίζει και πάλι αφότου η πτώχευση περατώθηκε ή, αν επακολούθησαν αντιρρήσεις κατά της απαίτησης, από την τελευταία διαδικαστική πράξη των διαδίκων ή του δικαστηρίου. (άρθρο 266 ΑΚ)
7. Η εγγραφή υποθήκης ή προσημείωσης υποθήκης. Αν η υποθήκη ή προσημείωση αντίστοιχα εξαλειφθεί, η παραγραφή λογίζεται σαν να μη διακόπηκε. (άρθρα 1273, 1280 ΑΚ)
δ. Συνοπτικά οι λόγοι διακοπής της παραγραφής
1. Κατάσχεση (κινητών- ακινήτων- εις χείρας τρίτου)
2. Έκδοση προγράμματος πλειστ/σμού
3. Αναγγελία σε πτώχευση
4. Αναγγελία σε πλειστηριασμό
5. Αναγγελία σε εκκαθάριση (κάθε τύπου)
6. Εγγραφή υποθήκης - προσημείωσης
7. Κάθε πράξη εκτέλεσης
8. Κοινοποίηση ατομικής ειδοποίησης
9. Αναγνώριση της οφειλής (καταβολή έναντι)
10. Άσκηση αγωγής
11. Επίδοση επιταγής πληρωμής
12. Υποβολή ένστασης σε συμψηφισμό
Δείτε σχετικά και το ΙΚΑ Γ99/1/217/17.09.2008
ε. Ανάκλησης πράξης που επέφερε τη διακοπή
- η άρση της κατάσχεσης ή
- η εξάλειψη υποθήκης ή
- η ανάκληση άλλης εκ των ανωτέρω πράξης διοικητικής ή αναγκαστικής εκτέλεσης,
από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή από άλλη αρμόδια προς τούτο διοικητική αρχή, δεν εξαλείφει αναδρομικά τη διακοπή της παραγραφής, η οποία αρχίζει εκ νέου από την ημερομηνία της άρσης ή της εξάλειψης ή της ανάκλησης, αντίστοιχα. (άρθρο 138 παρ. 2 του Ν. 4270/2014, πρώην άρθρο 88 παρ. 2 του Ν. 2362/1995)
στ. Περισσότεροι συνοφειλέτες
Επί περισσότερων συνοφειλετών, που ευθύνονται διαιρετά ή εις ολόκληρον, στους οποίους περιλαμβάνεται και ο εγγυητής, η διακοπή της παραγραφής της απαίτησης του Δημοσίου ως προς έναν από αυτούς ενεργεί και κατά των λοιπών. (άρθρο 138 παρ. 3 του Ν. 4270/2014, πρώην άρθρο 88 παρ. 3 του Ν. 2362/1995)
5. Συνέπειες παραγραφής
Η παραγραφή έχει εκτός από την κατωτέρω αναφερόμενη συνέπεια του συμψηφισμού, και τις προβλεπόμενες από την κείμενη νομοθεσία συνέπειες, με την επιφύλαξη της ισχύος των διατάξεων του ν.δ. 356/1974 (ΚΕΔΕ). (άρθρο 139 του Ν. 4270/2014, πρώην άρθρο 89 του Ν.2362/1995) Συνεπώς:
α. Συμψηφισμός
Η απαίτηση του Δημοσίου που έχει παραγραφεί αντιτάσσεται σε συμψηφισμό και για τρία (3) έτη μετά τη συμπλήρωση της παραγραφής. (άρθρο 139 του Ν. 4270/2014, πρώην άρθρο 89 του Ν.2362/1995)
Ο Δήμος έχει απολέσει το δικαίωμά του να αντιτάξει σε συμψηφισμό την παραγραφείσα απαίτησή του, δεδομένου ότι έχει παρέλθει τριετία από τη συμπλήρωση του χρόνου παραγραφής (ομόφωνα). Παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του ΝΣΚ, κατόπιν της υπ’ αριθ. 37/2021 Γνωμοδότησης του ΣΤ΄ Τμήματος. (ΓνΝΣΚ 144/2021)
β. Άρνηση παροχής
Όταν συμπληρωθεί η παραγραφή, ο υπόχρεος έχει δικαίωμα να αρνηθεί την παροχή. (άρθρο 272 ΑΚ)
Ό,τι καταβλήθηκε χωρίς γνώση της παραγραφής δεν αναζητείται.
Έγγραφη συμβατική αναγνώριση αξίωσης που έχει παραγραφεί, καθώς και η παροχή ασφάλειας, είναι έγκυρες αν έγιναν χωρίς γνώση της παραγραφής. (άρθρο 272 ΑΚ)
γ. Εξέταση από το δικαστήριο
Η παραγραφή της αξίωσης δεν εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο. Πρέπει να προβληθεί από τον οφειλέτη. (άρθρο 277 ΑΚ)
δ. Λόγος ανακοπής
Η ανακοπή του οφειλέτη μετά την έναρξη της εκτέλεσης ασκείται για τους παρακάτω περιοριστικά αναφερόμενους λόγους:
[...] δ) αν το χρέος παραγράφηκε, (άρθρο 65 παρ.2 ν.4978/22)
[/post_tab][/post_tabs]