[post_tabs][post_tab title="Ισχύον καθεστώς"]

 

Τιμολόγιο- Απόδειξη Λιανικής

I
. Τιμολόγιο πώλησης
α. Νομοθετικό καθεστώς
β. Έννοια τιμολογίου- Στοιχεία που εξομοιώνονται με τιμολόγιο
γ. Υπόχρεοι έκδοσης στοιχείων
δ. Διάρκεια διαχειριστικής περιόδου
ε. Χρόνος γένεσης της υποχρέωσης έκδοσης τιμολογίου
στ. Χρόνος έκδοσης τιμολογίου
ζ. Αυτοτιμολόγηση
η. Αναγραφόμενα στοιχεία τιμολογίου
θ. Μη υποχρέωση θεώρησης τιμολογίων
ι. Αυθεντικότητα τιμολογίου
ια. Διαγραφές - επεγγραφές - διορθώσεις επί του τιμολογίου
ιβ. Εικονικά τιμολόγια
ιγ. Παραστατικό καταβολής οφειλόμενων ποσών σε συνταξιούχο, εργολήπτη δημοσίων έργων.
ιδ. Παραστατικό καταβολής οφειλόμενων ποσών σε νομικό πρόσωπο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα
ιε. Νομιμότητα δαπάνης επί ετεροχρονισμένης έκδοσης τιμολογίου
ιστ. Τιμολόγηση έπειτα από λανθασμένη εφαρμογή ΦΠΑ

II. Τιμολόγιο ανόργανων εσόδων

III. Απλοποιημένο τιμολόγιο


IV. Συγκεντρωτικό τιμολόγιο επαναλαμβανόμενων πωλήσεων

V. Ηλεκτρονικό τιμολόγιο

VI. Πιστωτικό τιμολόγιο

VII. Απόδειξη λιανικής
i. Από 1.1.2015

α. Υποχρέωση έκδοσης
β. Περιεχόμενο στοιχείου λιανικής πώλησης
γ. Πιστωτικό στοιχείο λιανικής πώλησης
δ. Στοιχεία που εξομοιώνονται με στοιχείο λιανικής πώλησης
ε. Ονομασίου στοιχείου λιανικής πώλησης
στ. Απαλλαγή από χρήση φορολογικών μηχανισμών
ζ. Χρόνος έκδοσης
ii. Έως 31.12.2014
iii. Έως 31.12.2013

 

VIII. Πρόστιμα

α. Επί παραβάσεων μη έκδοσης αποδείξεων ή επαγγελματικών στοιχείων
β. Επί επέμβασης στη λειτουργία ΦΗΜ ή έκδοση στοιχείων χωρίς τη χρήση ΦΗΜ

 

IX. Προθεσμία εξόφλησης


 X. Παραλαβή δικαιολογητικών δαπανών με τη χρήση Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών (Τ.Π.Ε.)

 



Ι. Τιμολόγιo πώλησης

α. Νομοθετικό καθεστώς

Με την παρ.1 του άρθρου 38 του Ν.4308/14 καταργούνται από 01.01.2015 οι διατάξεις του ΚΦΑΣ.

Επισημαίνεται ότι όλες οι αποφάσεις για μη έκδοση δελτίου αποστολής ή την έκδοσή του κατά διαφορετικό τρόπο, οι οποίες είχαν εκδοθεί από τους Προϊσταμένους Δ.Ο.Υ. ή τους Επιθεωρητές βάσει των εξουσιοδοτικών διατάξεων του προϊσχύσαντος Κ.Β.Σ. ή του Κ.Φ.Α.Σ. παύουν να ισχύουν από 1ης Ιανουαρίου 2015 και μετά. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Οι φορείς του δημόσιου τομέα του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 οι οποίοι από άλλη διάταξη νόμου υποχρεώνονταν σε εφαρμογή του Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών της Υποπαραγράφου Ε1 της παρ. Ε' του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α' 222), όταν δεν εμπίπτουν στις περιπτώσεις της παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν.4308/14, εφαρμόζουν μόνο τα άρθρα 3 έως και 15 του Ν.4308/14, πλην των διατάξεων των παραγράφων 8 έως 12 του άρθρου 3 και των διατάξεων που αφορούν την κατάρτιση χρηματοοικονομικών καταστάσεων. (παρ.7 άρθρο 1 Ν.4308/14, όπως αντικαταστάθηκε  με την περίπτ. ε' της παρ. 1 του άρθρου 41 του Ν.4410/16)

Συνεπώς για το τιμολόγιο εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 8-11, 14 και 15 του Ν.4308/14.




β. Έννοια τιμολογίου- Στοιχεία που εξομοιώνονται με τιμολόγιο

Τιμολόγιο είναι το στοιχείο που εκδίδεται από την υποκείμενη σε αυτόν το νόμο οντότητα για κάθε πώληση αγαθών και παροχή υπηρεσιών, εντός της χώρας ή άλλης χώρας μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή προς άλλη χώρα, καθώς και σε κάθε περίπτωση συναλλαγής που υπόκειται σε Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.), βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας. (παρ.1 άρθρο 8 Ν.4308/14)

 

Κάθε έγγραφο που περιλαμβάνει όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για το τιμολόγιο θεωρείται τιμολόγιο, με την προϋπόθεση ότι ο παραλήπτης των αγαθών ή υπηρεσιών που υπόκεινται σε τιμολόγηση αποδέχεται το έγγραφο αυτό. (παρ.2 άρθρο 8 Ν.4308/14)

 

Κατά συνέπεια, η ίδια η υπόσταση του τιμολογίου είναι υπό αίρεση μέχρι ο αγοραστής να το κάνει αποδεκτό. (Υπ. Οικ. 107450 ΕΞ 2023/18.07.2023)

Η απαιτούμενη αποδοχή του τιμολογίου πώλησης (ή έγγραφου που εξομοιώνεται με τιμολόγιο) εκ μέρους του παραλήπτη των αγαθών ή υπηρεσιών που υπόκεινται σε τιμολόγηση μπορεί να διενεργείται με κάθε πρόσφορο τρόπο, έγγραφο ή ηλεκτρονικό. Ενδεικτικά, η εξόφληση του τιμολογίου θεωρείται ως έμμεση αποδοχή αυτού. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

 

Κάθε έγγραφο ή μήνυμα που τροποποιεί και αναφέρεται ειδικά και αναμφισβήτητα σε ένα αρχικό τιμολόγιο, θεωρείται τιμολόγιο. (παρ.3 άρθρο 8 Ν.4308/14)


Παράδειγμα τιμολογίου της παραγράφου 3 είναι η περίπτωση όπου εκδίδεται συμπληρωματικό / διορθωτικό τιμολόγιο για διόρθωση διαφορών αξίας που υπήρχαν στο αρχικά εκδοθέν τιμολόγιο (αναγραφή μικρότερης αξίας σε σχέση με την ορθή). (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

 

Ο όρος «τιμολόγιο» μπορεί να υποκαθίσταται αναλόγως των καθιερωμένων πρακτικών σε διάφορους κλάδους της οικονομίας. (παρ.4 άρθρο 8 Ν.4308/14)


Παραδείγματα χρήσης διαφορετικής ονομασίας για τιμολόγια πώλησης λόγω καθιερωμένων πρακτικών σε διάφορους κλάδους της οικονομίας είναι οι λογαριασμοί, φορτωτικές, τραπεζικά, χρηματιστηριακά, ταχυδρομικά παραστατικά, παραστατικά που εκδίδονται στις περιπτώσεις είσπραξης ανταποδοτικών τελών και λοιπών συναφών δικαιωμάτων από το Δημόσιο, καθώς και λοιπά έγγραφα τα οποία περιλαμβάνουν τα στοιχεία του τιμολογίου. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

 

Με την παρ. 2 του άρθρου 255 ν. 4700/2020 (Α.127), ορίζεται ότι ιδιωτικά είναι όλα τα έγγραφα, τα οποία δεν είναι δημόσια. Συνεπώς το τιμολόγιο αλλά και οποιοδήποτε άλλο δικαιολογητικό δαπάνης, που εκδίδει ιδιώτης με αποδέκτη το Δημόσιο είναι ιδιωτικό έγγραφο. (Υπ. Οικ. 107450 ΕΞ 2023/18.07.2023)
 


 
γ. Υπόχρεοι έκδοσης στοιχείων

Από 01.01.2015

Η οντότητα που πωλεί αγαθά ή υπηρεσίες έχει την ευθύνη να διασφαλίζει ότι εκδίδεται τιμολόγιο για κάθε πώληση. Ο πωλητής αγαθών ή υπηρεσιών εκδίδει το τιμολόγιο πώλησης. (παρ.5 άρθρο 8 Ν.4308/14)

Η έννοια της χονδρικής πώλησης αγαθών και υπηρεσιών δεν ορίζεται στις διατάξεις αυτές, προκύπτει όμως εξ αντιδιαστολής με την έννοια της λιανικής (ιδιώτες καταναλωτές). Συνεπώς, εκδίδεται τιμολόγιο, για πωλήσεις προς άλλη οντότητα που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα ή το Δημόσιο ή Ν.Π.Δ.Δ. ή μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα πρόσωπα ή αγρότες του ειδικού καθεστώτος του Φ.Π.Α. ή εξαγωγές ή γενικά πρόσωπα του άρθρου 1 του Ν.4308/14. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Το Δημόσιο, οι περιφέρειες, οι νομαρχίες, οι δήμοι και κοινότητες και οι λοιποί οργανισμοί δημοσίου δικαίου δεν έχουν υποχρέωση έκδοσης τιμολογίου για τις δραστηριότητες ή πράξεις, τις οποίες πραγματοποιούν ως δημόσια εξουσία, έστω και αν για αυτές τις δραστηριότητες ή πράξεις εισπράττουν δικαιώματα, τέλη, εισφορές ή άλλες επιβαρύνσεις. Η εξαίρεση αυτή παρέχεται με την προϋπόθεση ότι οι πράξεις αυτές δεν υπόκεινται σε Φόρο Προστιθέμενης Αξίας, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία και την Οδηγία 2006/112/ΕΚ. (παρ.9 άρθρο 8 Ν.4308/14)

Σημειώνεται ότι όταν δεν πληρούνται όλες οι καθοριζόμενες σχετικές προϋποθέσεις, εκδίδεται οπωσδήποτε τιμολόγιο πώλησης από τα αναφερόμενα πρόσωπα. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Συνεπώς για πράξεις που υπόκεινται σε ΦΠΑ και οι ΟΤΑ εκδίδουν τιμολόγιο ή στοιχείο λιανικής πώλησης ή οποιοδήποτε άλλο έγγραφο που περιλαμβάνει τα δεδομένα του στοιχείου λιανικής πώλησης και εξομοιώνεται με αυτό. (άρθρο 12 Ν.4308/14)

Πάροχος υπηρεσιών που είναι και δημόσιος υπάλληλος είναι πρόσωπο υπόχρεο στην έκδοση τιμολογίου, διότι, δεν εμπίπτει στις αναφερόμενες στο άρθρο 39 του Ν.4308/14 κατηγορίες προσώπων, οι οποίες εξαιρούνται από την υποχρέωση έκδοσης  τιμολογίου. Η ως άνω διάταξη περιλαμβάνει στο ρυθμιστικό της πεδίο μόνο τους δημοσίους υπαλλήλους που είναι συγγραφείς ή εισηγητές εκπαιδευτικών προγραμμάτων και σεμιναρίων και εφόσον δεν ασκούν άλλη επιχειρηματική δραστηριότητα. (Ελ.Συν.Κλιμ.Τμ.7 Πράξη 238/2016)

Κάθε πρόσωπο με εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα υποχρεούται να τηρεί αξιόπιστο λογιστικό σύστημα και κατάλληλα λογιστικά αρχεία (βιβλία και στοιχεία), για τη σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων και άλλων πληροφοριών, σύμφωνα με τα λογιστικά πρότυπα που προβλέπονται στην ελληνική νομοθεσία και για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων της φορολογικής νομοθεσίας. Για την εφαρμογή του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, το λογιστικό σύστημα και τα λογιστικά αρχεία εξετάζονται ως ενιαίο σύνολο και όχι αποσπασματικά τα επιμέρους συστατικά τους, σε ό,τι αφορά την αξιοπιστία και την καταλληλότητά τους. (παρ.1 άρθρο 13 ν.4987/22)


Η οντότητα τηρεί, ως μέρος του λογιστικού συστήματός της, αρχείο κάθε συναλλαγής και γεγονότος αυτής που πραγματοποιείται στη διάρκεια της περιόδου αναφοράς, καθώς και των προκυπτόντων πάσης φύσεως εσόδων, κερδών, εξόδων, ζημιών, αγορών και πωλήσεων περιουσιακών στοιχείων, εκπτώσεων και επιστροφών, φόρων, τελών και των πάσης φύσεως εισφορών σε ασφαλιστικούς οργανισμούς. (παρ.1 άρθρο 3 Ν.4308/14)

Η τήρηση των αρχείων γίνεται με τρόπο ανάλογο του μεγέθους και της φύσης της οντότητας και σύμφωνα με τον Ν.4308/14 (παρ.3 άρθρο 3 Ν.4308/14)

Οι οντότητες κατατάσσονται με βάση το μέγεθός τους στις κατηγορίες των παραγράφων 2 έως 6 του άρθρου 2 του Ν.4308/14. (παρ.1 άρθρο 2 Ν.4308/14)

Πατήστε εδώ για να δείτε το καθεστώς έως 31.12.2014

Με την παρ.1 του άρθρου 38 του Ν.4308/14 από την 1η Ιανουαρίου 2015 καταργείται η υποπαράγραφος Ε1 της παραγράφου Ε' του ν. 4093/2012 (Κώδικας Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών), καθώς και κάθε διάταξη, ερμηνευτική εγκύκλιος ή Οδηγία έχει εκδοθεί δυνάμει εκείνης της διάταξης ή του προϊσχύοντος π.δ. 186/1992. Εξαιρετικά οι αποφάσεις κ.υ.α. πολ. 1009/4.1.2012 (Β' 72), κ.υ.α. πολ. 1203/2.11.2012 (Β' 3130), κ.υ.α. πολ. 1032/21.2.2013 (Β' 548), κ.υ.α. πολ. 1206/ 30.8.2013 (Β' 2237) και κ.υ.α. πολ. 1263/4.12.2013 (Β' 3265), καθώς και κάθε άλλη σχετική απόφαση, οι οποίες αφορούν την εγκατάσταση ολοκληρωμένων συστημάτων ελέγχου εισροών - εκροών στα πρατήρια υγρών καυσίμων και στις εγκατάστάσεις πωλητών πετρελαίου θέρμανσης, καθώς και οι αποφάσεις α.υ.ο. 1093619/ 748/0015/πολ. 1212/10.8.1995 (Β' 719), α.υ.ο. 1128269/ 1226 /0015/ πολ. 1292/16.11.1995 (Β' 982), κ.υ.α. 1071467/536/ 0015/πολ. 1101/31.7.2006 (Β'1283), κ.υ.α. 1008269/52/ 0015/πολ. 1009/22.1.2008 (Β'176) και κ.υ.α. πολ. 1193/ 21.12.2010 (Β' 2174), καθώς και κάθε άλλη σχετική απόφαση, οι οποίες αφορούν την παρακολούθηση των συναλλαγών των επιχειρήσεων Καζίνο εξακολουθούν να ισχύουν και μετά την 1.1.2015. (, όπως συμπληρώθηκε με το )

Έως 31.12.2014 εφαρμόζονται τα εξής:
Σύμφωνα με την υποπαρ.Ε1 του άρθρου πρώτου του Ν.4093/12 (ΦΕΚ 222/12.11.2012 τεύχος Α') ο Κώδικας Βιβλίων και Στοιχείων (π.δ.186/1992, Α' 84) το άρθρο 2 του οποίου προέβλεπε ότι κάθε ημεδαπό ή αλλοδαπό φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή κοινωνία του Αστικού Κώδικα, που ασκεί δραστηριότητα στην ελληνική επικράτεια και αποβλέπει στην απόκτηση εισοδήματος από εμπορική ή βιομηχανική ή βιοτεχνική ή γεωργική επιχείρηση ή από ελευθέριο επάγγελμα ή από οποιαδήποτε άλλη επιχείρηση, καθώς και οι αστικές κερδοσκοπικές ή μη εταιρίες, αναφερόμενοι στο εξής με τον όρο «επιτηδευματίας», τηρεί, εκδίδει, παρέχει, ζητά, λαμβάνει, υποβάλλει, διαφυλάσσει τα βιβλία, τα στοιχεία, τις καταστάσεις και κάθε άλλο μέσο σχετικό με την τήρηση βιβλίων και την έκδοση στοιχείων που ορίζονται από τον Κώδικα αυτό, κατά περίπτωση και το Δημόσιο και κάθε άλλο νομικό πρόσωπο μη επιτηδευματίας, - υποχρεούνται μόνο στην έκδοση, υποβολή και διαφύλαξη των στοιχείων που ορίζονται ρητά από τον Κώδικα αυτό, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, καταργείται από 01.01.2013 και αντικαθίσταται με τον Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών.

Σύμφωνα με το άρθρο 1 του Κ.Φ.Α.Σ.:
1. Κάθε ημεδαπό πρόσωπο των παραγράφων 1 και 4 του άρθρου 2 και των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 101 του ν. 2238/1994, κοινοπραξία, κοινωνία ή νομική οντότητα που ασκεί δραστηριότητα στην ελληνική επικράτεια και αποβλέπει στην απόκτηση εισοδήματος από εμπορική ή βιομηχανική ή βιοτεχνική ή γεωργική επιχείρηση ή από ελευθέριο επάγγελμα ή από οποιαδήποτε άλλη επιχείρηση, καθώς και οι αστικές κερδοσκοπικές ή μη εταιρείες, έχει τις υποχρεώσεις του παρόντος νόμου σχετικά με την τήρηση βιβλίων, έκδοση στοιχείων και υποβολή δεδομένων για διασταύρωση.
2.Τις υποχρεώσεις της προηγουμένης παραγράφου έχει και κάθε αλλοδαπό πρόσωπο ή νομική οντότητα που αποκτά πραγματική-φυσική επαγγελματική εγκατάσταση στην ελληνική επικράτεια ή ασκεί δραστηριότητα στην ελληνική επικράτεια αποβλέποντας στην απόκτηση εισοδήματος από εμπορική ή βιομηχανική ή βιοτεχνική ή γεωργική επιχείρηση ή από ελευθέριο επάγγελμα ή από οποιαδήποτε άλλη επιχείρηση. Εξαιρετικά, τις υποχρεώσεις αυτές έχει και κάθε αλλοδαπό νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που δεν έχει εγκατάσταση στην ελληνική επικράτεια, εφόσον ανεγείρει ακίνητο κυριότητάς της εντός της ελληνικής επικράτειας ή πραγματοποιεί σε τέτοιο ακίνητο προσθήκες ή επεκτάσεις. Τα αναφερόμενα στο προηγούμενο εδάφιο δεν ισχύουν για τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 3".

Ισχύουσα φορολογική νομοθεσία, για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών, αποτελούν οι διατάξεις του Κ.Φ.Α.Σ., οι οποίες εξακολουθούν να ισχύουν και μετά την 1.1.2014. (ΠΟΛ 1023/20.01.2014)

Ο επιτηδευματίας εντάσσεται σε κατηγορία βιβλίων, όπως ορίζεται στις παραγράφους 2 έως 6 του άρθρου 4 του ΠΔ 186/1992 στο άρθρο 4 του ΚΦΑΣ- Στην τρίτη κατηγορία εντάσσονται: α) οι ημεδαπές και αλλοδαπές ανώνυμες και περιορισμένης ευθύνης εταιρίες-(άρθρο 4 του ΠΔ 186/1992)
Στην τήρηση διπλογραφικών βιβλίων εντάσσονται οι ημεδαπές και αλλοδαπές ανώνυμες και περιορισμένης ευθύνης εταιρίες, καθώς και οι ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρίες. (παρ.2 άρθρο 4 ΚΦΑΣ)

 


δ. Διάρκεια διαχειριστικής περιόδου

Η διαχειριστική περίοδος περιλαμβάνει δωδεκάμηνο χρονικό διάστημα. - Ο επιτηδευματίας που τηρεί βιβλία τρίτης κατηγορίας κλείνει διαχειριστική περίοδο την 30η Ιουνίου ή την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους. (άρθρο 26 του ΠΔ 186/1992- καταργήθηκε από 1.1.2013 με την υποπαρ.Ε1 του άρθρου πρώτου του Ν.4093/12 (ΦΕΚ 222/12.11.2012 τεύχος Α')-ΚΦΑΣ)

Η διαχειριστική περίοδος περιλαμβάνει δωδεκάμηνο χρονικό διάστημα. Κατά την έναρξη, λήξη ή διακοπή των εργασιών της επιχείρησης η διαχειριστική περίοδος μπορεί να είναι μικρότερη του δωδεκαμήνου. Κατ' εξαίρεση, για την επιχείρηση που τηρεί βιβλία με τη διπλογραφική μέθοδο, η διαχειριστική περίοδος έναρξης μπορεί να περιλαμβάνει και μεγαλύτερη του δωδεκάμηνου χρονικό διάστημα, όχι όμως μεγαλύτερο από είκοσι τέσσερις (24) μήνες.
Οι επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία με τη διπλογραφική μέθοδο υποχρεούνται να κλείνουν διαχείριση στις 30 Ιουνίου ή στις 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους. (άρθρο 29 Κ.Φ.Ε. όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 3 του Ν. 4110/13 (ΦΕΚ 17/23.01.2013 τεύχος Α').

Για τα εισοδήματα που αποκτώνται και τις δαπάνες που πραγματοποιούνται, κατά περίπτωση, στα φορολογικά έτη που αρχίζουν σύμφωνα με την παρ.1 του άρθρου 72 του Ν.4172/2013 από την 1η Ιανουαρίου 2014 και μετά ισχύουν τα εξής:
Το φορολογικό έτος ταυτίζεται με το ημερολογιακό έτος.
Για τα νομικά πρόσωπα ή τις νομικές οντότητες που τηρούν διπλογραφικά βιβλία το φορολογικό έτος μπορεί να λήγει στις 30 Ιουνίου.
Σε καμία περίπτωση το φορολογικό έτος δεν μπορεί να υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες, ούτε για την πρώτη χρήση. (παρ.1 άρθρο 8 Ν.4172/2013) (ΠΟΛ 1223/08.10.2015)

Για παράδειγμα, ημεδαπή ανώνυμη εταιρεία με έναρξη εργασιών τον Μάρτιο του έτους 2015 μπορεί να ορίσει ότι το φορολογικό της έτος λήγει στις 30 Ιουνίου ή στις 31 Δεκεμβρίου εκάστου έτους, οπότε το πρώτο φορολογικό της έτος λήγει στις 30 Ιουνίου 2015 ή στις 31 Δεκεμβρίου 2015, αντίστοιχα. Τα ανωτέρω ισχύουν και για τα νομικά πρόσωπα ή τις νομικές οντότητες που μετασχηματίζονται με τις διατάξεις του Κ.Φ.Ε. ή με ειδικές διατάξεις νόμων (ν.2166/1993, ν.δ.1297/1972, κ.λπ.). Ειδικά για τα νομικά πρόσωπα που μετασχηματίζονται με τις διατάξεις του ν.2166/1993 και δεδομένου, ότι το προερχόμενο από το μετασχηματισμό νομικό πρόσωπο υποβάλει δήλωση φορολογίας εισοδήματος για το χρονικό διάστημα από την επομένη της ημερομηνίας σύνταξης του ισολογισμού μετασχηματισμού και μετά, το οποίο δύναται να περιλαμβάνει υπερδωδεκάμηνη περίοδο, το πρώτο φορολογικό έτος των εν λόγω νομικών προσώπων που προέρχονται από το μετασχηματισμό με τις πιο πάνω ευεργετικές διατάξεις μπορεί να λήγει και σε οποιαδήποτε άλλη ημερομηνία πέραν της 30ής Ιουνίου ή της 31ης Δεκεμβρίου, αλλά σε καμία περίπτωση δεν δύναται να ξεπερνάει τους δώδεκα (12) μήνες (σχετ. το ΔΕΑΦ Β 1107932 ΕΞ 2015/7.08.2015 έγγραφό μας).
Για παράδειγμα, το πρώτο φορολογικό έτος ημεδαπής Α.Ε. που προήλθε από μετατροπή ημεδαπής Ε.Π.Ε. με βάση τις διατάξεις του ν.2166/1993, με ημερομηνία ισολογισμού μετασχηματισμού την 30.09.2015 και με ημερομηνία καταχώρησης στο Γ.Ε.ΜΗ. της απόφασης για τη σύσταση της Α.Ε. και την έγκριση του καταστατικού της την 15.07.2016, αρχίζει την 1.10.2015 και μπορεί να λήγει σε οποιαδήποτε ημερομηνία μέσα στο έτος 2016, αλλά σε κάθε περίπτωση μετά τις 15.07.2016, με την απαραίτητη προϋπόθεση ότι δεν θα ξεπερνάει τους δώδεκα (12) μήνες. (ΠΟΛ 1223/08.10.2015)

Συνεπώς από 1/1/2014 δεν προβλέπεται διάρκεια διαχειριστικής περιόδου μεγαλύτερη του δωδεκάμηνου.

Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος προβαίνει σε έναρξη ή παύση εργασιών ή δραστηριοτήτων στη διάρκεια του φορολογικού έτους, το πρώτο φορολογικό έτος λήγει στις 31 Δεκεμβρίου και το τελευταίο φορολογικό έτος αρχίζει την 1η Ιανουαρίου, με την επιφύλαξη του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1, με τις διατάξεις του οποίου προβλέπεται ότι για νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που τηρούν διπλογραφικά βιβλία, το πρώτο φορολογικό έτος μπορεί να λήγει στις 30 Ιουνίου. Διευκρινίζεται, ότι και στις περιπτώσεις αυτές το φορολογικό έτος δεν μπορεί να υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες. (παρ.5 άρθρο 8 Ν.4172/2013) (ΠΟΛ 1223/08.10.2015)

 



ε. Χρόνος γένεσης της υποχρέωσης έκδοσης τιμολογίου

Η υποχρέωση έκδοσης τιμολογίου γεννάται κατά το χρόνο που πραγματοποιείται η αποστολή ή παράδοση των αγαθών ή των υπηρεσιών. (παρ.1 άρθρο 11 Ν.4308/14)

Σημειώνεται ότι ο χρόνος γένεσης της υποχρέωσης έκδοσης τιμολογίου διαφοροποιείται από την προθεσμία έκδοσης του εν λόγω τιμολογίου, η οποία καθορίζεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 11 του Ν.4308/14, αναλυτικά για κάθε περίπτωση πώλησης. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Σημειώνεται ότι ο καθοριζόμενος, για κάθε μία περίπτωση, χρόνος έκδοσης του τιμολογίου από το νόμο δεν είναι δυνατόν να παραταθεί από συμφωνία, έγγραφη ή προφορική, των εμπλεκόμενων μερών. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014, όπως συμπληρώθηκε με την ΠΟΛ 1261/03.12.2015)

Διευκρινίζεται ότι ο χρόνος έκδοσης τιμολογίου αποσυνδέεται από την εφαρμογή της αρχής του δεδουλευμένου σχετικά με την αναγνώριση των πωλήσεων. Δηλαδή, η υποχρέωση αναγνώρισης των εσόδων είναι θέμα πραγματικών περιστατικών σύμφωνα με τα σχετικά κριτήρια αναγνώρισης (π.χ. παράδοση αγαθών, παροχή υπηρεσίας) και δεν προϋποθέτει την έκδοση τιμολογίου η οποία μπορεί και να γίνεται σε μεταγενέστερο χρόνο. Αυτό ισχύει ανεξάρτητα από τον τρόπο τήρησης των λογιστικών βιβλίων (απλογραφικό ή διπλογραφικό λογιστικό σύστημα) (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Είναι σαφές από το νόμο, σύμφωνα και με την Οδηγία 2006/112/ΕΕ, ότι το τιμολόγιο φέρει την ημερομηνία στην οποία εκδόθηκε. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)
 



στ. Χρόνος έκδοσης τιμολογίου

i. Από 1.1.2015 ισχύουν τα εξής:

Ο χρόνος έκδοσης τιμολογίου καθορίζεται ως εξής:

α) Σε περίπτωση πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών, τιμολόγιο εκδίδεται το αργότερο μέχρι τη 15η ημέρα του επόμενου μήνα της παράδοσης ή αποστολής αγαθών ή της ολοκλήρωσης της υπηρεσίας, κατά περίπτωση. (παρ.2α άρθρο 11 Ν.4308/14)

Για παράδειγμα, για μια πώληση/παράδοση αγαθών στις 4 Νοεμβρίου 20Χ1 και μία παροχή υπηρεσίας στις 28 Νοεμβρίου 20Χ1 τα αντίστοιχα τιμολόγια πρέπει να εκδοθούν μέχρι και την 15 Δεκεμβρίου 20Χ1, φέροντας την ημερομηνία έκδοσής τους (π.χ. 12 Δεκεμβρίου ή 15 Δεκεμβρίου 20Χ1. Ομοίως, για παροχή υπηρεσίας στις 3 Δεκεμβρίου 20Χ1 και μια πώληση/παράδοση αγαθών στις 23 Δεκεμβρίου 20Χ1 τα αντίστοιχα τιμολόγια πρέπει να εκδοθούν μέχρι και την 15 Ιανουαρίου 20Χ2, φέροντας την ημερομηνία έκδοσής τους (π.χ. 5 Ιανουαρίου ή 15 Ιανουαρίου 20Χ2. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

β) Σε περίπτωση συνεχιζόμενης παροχής αγαθών, υπηρεσίας ή κατασκευής έργου, το τιμολόγιο εκδίδεται μέχρι τη 15η ημέρα του επόμενου μήνα από την περίοδο στην οποία μέρος της σχετικής αμοιβής καθίσταται απαιτητό για τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που έχουν παρασχεθεί ή το μέρος του έργου που έχει ολοκληρωθεί. (παρ.2β άρθρο 11 Ν.4308/14)

Διευκρινίζεται ότι για την υποχρέωση έκδοσης τιμολογίου για συνεχιζόμενη υπηρεσία (π.χ. διδασκαλία συγκεκριμένων μαθημάτων, παροχή υπηρεσιών τήρησης λογιστικών αρχείων από το φοροτέχνη-λογιστή, κλπ.) το κρίσιμο στοιχείο είναι το εάν ο πωλητής, βάσει σύμβασης ή της συνήθους επιχειρηματικής πρακτικής δύναται να απαιτήσει / διεκδικήσει πληρωμή για το μέρος των αγαθών ή υπηρεσιών που έχει προσφέρει ή το έργο που έχει παράξει. Διευκρινίζεται ότι ο χρόνος έκδοσης τιμολογίου για συνεχιζόμενη παροχή αγαθών ή υπηρεσιών ή κατασκευής έργου δεν διαφοροποιείται από το γεγονός ότι η έναρξη της παροχής ή κατασκευής μπορεί να ξεκίνησε πριν το τέλος της ετήσιας (διαχειριστικής) περιόδου και συνεχίσθηκε στην επόμενη. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014, όπως τροποποιήθηκε με την ΠΟΛ 1261/03.12.2015)

Η αναφορά στο νόμο σε «μέρος της αμοιβής που καθίσταται απαιτητό για τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που έχουν παρασχεθεί ή το μέρος του έργου που έχει ολοκληρωθεί», υποδηλώνει ότι, βάσει της σχετικής σύμβασης (προφορικής ή έγγραφης) των δύο μερών, γίνεται δεκτή τμηματική ολοκλήρωση της υπηρεσίας. Η περίπτωση αυτή δεν πρέπει να συγχέεται με την περίπτωση στην οποία:
α) έχει συμφωνηθεί να καταβάλλεται χωρίς να συνδέεται με την πρόοδο της παροχής υπηρεσίας ή του έργου, στην έναρξη ή στη διάρκεια της σχετικής περιόδου, ποσό ή ποσά έναντι του συνολικού τιμήματος (προκαταβολή), ακόμη και μέχρι πλήρους εξόφλησης του τιμήματος, και
β) έχει συμφωνηθεί ότι η υπηρεσία ή το έργο ολοκληρώνεται στο τέλος της σχετικής περιόδου. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014, όπως συμπληρώθηκε με την ΠΟΛ 1261/03.12.2015)

Στην περίπτωση που λαμβάνεται προκαταβολή για μη προσφερθέν έργο, δε γεννάται υποχρέωση έκδοσης τιμολογίου. Για τεκμηρίωση της είσπραξης εκδίδεται απλή «Απόδειξη είσπραξης» και στη συνέχεια εκδίδεται το τιμολόγιο, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Στην περίπτωση (β) εμπίπτει και η περίπτωση συνεχιζόμενων πωλήσεων αγαθών μέσω δικτύου συνεχούς ροής (πωλήσεις ηλεκτρικού ρεύματος, ύδατος, φυσικού αερίου κ.λπ.).
Για παράδειγμα, σύμφωνα με τη συγκεκριμένη διάταξη, για πωλήσεις ηλεκτρικής ενέργειας περιόδου από 20 Ιανουαρίου 20Χ5 έως 20 Μαρτίου του 20Χ5, το παραστατικό πώλησης (στη συγκεκριμένη περίπτωση «Λογαριασμός» κατά την καθιερωμένη ονομασία) θα εκδοθεί έως την 15η Απριλίου 20Χ5. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

γ) Σε περίπτωση απόκτησης δικαιώματος λήψης υπηρεσίας, με την απόκτηση του δικαιώματος αυτού. (παρ.2γ άρθρο 11 Ν.4308/14)

Στην περίπτωση (γ), δηλαδή στην περίπτωση πώλησης δικαιώματος λήψης υπηρεσίας (χονδρική πώληση), συμπεριλαμβάνονται και οι περιπτώσεις συνδρομητών - ληπτών υπηρεσιών, ενδεικτικά αναφέρονται οι υπηρεσίες που παρέχονται, έναντι συνδρομής, από ινστιτούτα αισθητικής, γυμναστήρια, υπηρεσίες οδικής βοήθειας κ.λπ. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

δ) Στην περίπτωση έκδοσης συγκεντρωτικού τιμολογίου της παρ. 3 του άρθρου 10, το συγκεντρωτικό τιμολόγιο εκδίδεται το αργότερο μέχρι τη 15η του επόμενου μήνα από το μήνα εντός του οποίου πραγματοποιήθηκε το πρώτο γεγονός πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών που συμπεριλαμβάνεται στο συγκεντρωτικό τιμολόγιο. (παρ.2δ άρθρο 11 Ν.4308/14)

Διευκρινίζεται ότι, σύμφωνα με τη διατύπωση της διάταξης, εάν οι διαφορετικές (επαναλαμβανόμενες) παραδόσεις (πωλήσεις) αγαθών ή υπηρεσιών λαμβάνουν χώρα εντός δύο διαφορετικών ημερολογιακών μηνών, οι παραδόσεις κάθε μήνα υπόκεινται σε ξεχωριστή τιμολόγηση, εντός του επόμενου μήνα από το μήνα που έγιναν οι παραδόσεις ή η παροχή υπηρεσίας. Για παράδειγμα, εάν οι διαφορετικές (επαναλαμβανόμενες) παραδόσεις αγαθών έλαβαν χώρα το διάστημα 13 Σεπτεμβρίου έως 11 Οκτωβρίου 20Χ5, 58οι παραδόσεις του Σεπτεμβρίου θα τιμολογηθούν μέχρι 15 Οκτωβρίου και οι παραδόσεις Οκτωβρίου μέχρι 15 Νοεμβρίου. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

 

ε) Ειδικά, όταν ο αγοραστής των αγαθών ή υπηρεσιών είναι το Δημόσιο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, το τιμολόγιο δύναται να εκδίδεται μέχρι το τέλος της ετήσιας περιόδου μέσα στην οποία έγινε η παράδοση ή η αποστολή των αγαθών ή η παροχή των υπηρεσιών ή η πιστοποίηση δημόσιων έργων ή η οριστικοποίηση της συναλλαγής από τον αγοραστή, κατά περίπτωση. (παρ.2ε άρθρο 11 Ν.4308/14)

 

Η ανωτέρω περίπτωση ε αφορά συναλλαγές που στην πρακτική των δημοσίων προμηθειών προβλέπεται η διαδικασία της «οριστικοποίησης» της πώλησης από τις αρμόδιες αρχές (ενδεικτικά, και όχι περιοριστικά, πώληση πανεπιστημιακών συγγραμμάτων) (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Από το συνδυασμό των ανωτέρω, θεωρούμε ότι το σχετικό τιμολόγιο- απόδειξη παροχής υπηρεσιών για την καταβολή αμοιβής ελεύθερων επαγγελματιών (π.χ. δικαστικών επιμελητών, μεταφραστών, κ.λπ.) θα πρέπει να προσκομίζεται από τον δικαιούχο κατά την υποβολή των σχετικών δικαιολογητικών στην αρμόδια υπηρεσία του φορέα, ως απαραίτητο δικαιολογητικό εκκαθάρισης της δαπάνης (και όχι της εξόφλησης αυτής) (Υπ. Οικ. οικ. 2/42059/0026/03.06.2017)

Με δεδομένες τις νομικές ρυθμίσεις περί του χρόνου έκδοσης τιμολογίων και τη σχετική πρακτική πριν την ψήφιση του Ν. 4308/2014, οι οντότητες έχουν ήδη οργανώσει τη σχετική διαδικασία για έκδοση των σχετικών παραστατικών εντός της εκάστοτε κλειόμενης χρήσης. Διευκρινίζεται ότι ο Ν.4308/14 παρέχει το δικαίωμα (χωρίς υποχρέωση) έκδοσης του τιμολογίου πώλησης μέχρι την 15 Ιανουαρίου του επόμενου έτους. Συνεπώς, οι οντότητες δύνανται, τηρώντας αυτό το νόμο, να συνεχίσουν τη διαδικασία έκδοσης τιμολογίων που ήδη εφαρμόζουν. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Η εκ μέρους της Διαδημοτικής Επιχείρησης ΧΥΤΑ εκπρόθεσμη έκδοση του εκ του νόμου απαιτούμενου φορολογικού στοιχείου (τιμολογίου) δύναται μεν να επισύρει την επιβολή των προβλεπόμενων κυρώσεων εκ μέρους των αρμοδίων φορολογικών αρχών, δεν άγει όμως σε ακυρότητα του τιμολογίου, και κατά συνέπεια δεν καθιστά μη νόμιμη ή ανύπαρκτη την αξίωση της δικαιούχου επιχείρησης, αφού το τιμολόγιο εξακολουθεί να αποτελεί νόμιμο δικαιολογητικό εκκαθάρισης και ενταλματοποίησης της σχετικής δαπάνης. (Ελ. Συν. Κλιμ. Τμ. 7 Πράξη 296/2013)

 

Πληρωμή 1ου λογαριασμού έργου. Η, εκ μέρους του αναδόχου, εκπρόθεσμη έκδοση του εκ του νόμου απαιτούμενου φορολογικού στοιχείου (τιμολογίου) δεν άγει σε ακυρότητα αυτού, και κατά συνέπεια δεν καθιστά μη νόμιμη ή ανύπαρκτη την αξίωση του δικαιούχου, αφού το τιμολόγιο εξακολουθεί να αποτελεί νόμιμο δικαιολογητικό εκκαθάρισης και ενταλματοποίησης της σχετικής δαπάνης.  (Ελ. Συν. Κλιμ. Τμ. 7 Πράξη 221/2018)



ii. Πατήστε εδώ για να δείτε το καθεστώς έως 31.12.2014

Το τιμολόγιο εκδίδεται κατά την παράδοση ή την έναρξη της αποστολής των αγαθών στον παραλήπτη, κατά περίπτωση. Κατ' εξαίρεση, το τιμολόγιο εκδίδεται το αργότερο σε ένα (1) μήνα από την παράδοση ή αποστολή των αγαθών στον αγοραστή και πάντως μέσα στην ίδια διαχειριστική περίοδο των συμβαλλομένων. Στις προαναφερόμενες περιπτώσεις έκδοσης του τιμολογίου σε χρόνο μεταγενέστερο της παράδοσης ή αποστολής των αγαθών, όταν αυτές αφορούν ενδοκοινοτικές αποστολές ή παραδόσεις αγαθών, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 28 του ν. 2859/2000, το τιμολόγιο εκδίδεται το αργότερο μέχρι τη 15η του επόμενου μήνα της παράδοσης ή αποστολής αγαθών και πάντως μέσα στην ίδια διαχειριστική περίοδο των συμβαλλομένων. Επί επιστροφής αγαθών το πιστωτικό τιμολόγιο εκδίδεται το αργότερο σε ένα (1) μήνα από το χρόνο της παραλαβής τους και πάντως μέσα στην ίδια διαχειριστική περίοδο που παραλήφθηκαν τα αγαθά. Στην περίπτωση παροχής υπηρεσίας το τιμολόγιο εκδίδεται με την ολοκλήρωση της παροχής. Όταν η παροχή υπηρεσίας διαρκεί, εκδίδεται τιμολόγιο κατά το χρόνο που καθίσταται απαιτητό μέρος της αμοιβής, για το μέρος αυτό και την υπηρεσία που παρασχέθηκε. Πάντως, το τιμολόγιο δεν μπορεί να εκδοθεί πέραν της διαχειριστικής περιόδου που παρασχέθηκε η υπηρεσία. Στην περίπτωση εκτέλεσης τεχνικών έργων ή εγκαταστάσεων, το τιμολόγιο εκδίδεται μέσα σε ένα (1) μήνα από την προσωρινή επιμέτρηση και πάντως μέσα στην ίδια φορολογική περίοδο, που πραγματοποιήθηκε η επιμέτρηση.. (άρθρο 6 παρ.14 ΚΦΑΣ, όπως τροποποιήθηκε από 01.01.2014 από την παρ. 4 του άρθρου 51 του Ν. 4223/13)- καταργήθηκε ο ΚΦΑΣ από 01.01.2015 με την παρ.1 του άρθρου 38 του Ν.4308/14)
Χωρίς την προηγούμενη έγκρισή του από τη διευθύνουσα υπηρεσία, λογαριασμός έργου, ανεξαρτήτως της υπογραφής του ή μη από τον επιβλέποντα, δεν μπορεί να αποτελέσει την πιστοποίηση για την πληρωμή του αναδόχου. (Ελ.Συν. Τμ.7 Πράξη 248/2010)


Ως γνωστόν, από τις υφιστάμενες διατάξεις του Κ.Φ.Α.Σ. (πρώτο εδάφιο της παραγράφου 14 του άρθρου 6) το τιμολόγιο (για την πώληση αγαθών) εκδίδεται, κατ' αρχήν, με την παράδοση ή την αποστολή των αγαθών. Περαιτέρω, παρέχεται η δυνατότητα, μέχρι την 31.12.2013, κατ' εξαίρεση, η μεταγενέστερη τιμολόγηση των αγαθών (σε ένα μήνα από την παράδοση ή την αποστολή τους) με την προϋπόθεση ότι, κατά την παράδοση ή την αποστολή των αγαθών εκδόθηκε δελτίο αποστολής. Δεδομένου ότι, από 1.1.2014, δεν υφίσταται η υποχρέωση έκδοσης δελτίου αποστολής και προκειμένου να μην επιβαρυνθούν υπέρμετρα οι επιχειρήσεις από την καθιερωμένη πρακτική της μεταγενέστερης, από την παράδοση ή την αποστολή των αγαθών, τιμολόγησης παρέμεινε η δυνατότητα της εκ των υστέρων τιμολόγησης από την παράδοση ή την αποστολή των αγαθών. Προϋπόθεση για την έκδοση του τιμολογίου σε χρόνο μεταγενέστερο της παράδοσης ή της αποστολής αποθεμάτων και μόνο αποτελεί η διασφάλιση της παρακολούθησης αυτών, με τον τρόπο που αναφέρεται κατωτέρω στην υποενότητα Διοικητικό Έγγραφο μη τιμολογηθέντων αποθεμάτων/Δελτίο Αποστολής. (ΠΟΛ 1023/20.01.2014)

Εάν ο αγοραστής των αγαθών ή υπηρεσιών είναι πρόσωπο της παραγράφου 1 του άρθρου 3 (δηλ. το Δημόσιο, το ημεδαπό ή αλλοδαπό νομικό πρόσωπο ή επιτροπή ή ένωση προσώπων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, το αλλοδαπό νομικό πρόσωπο που δεν έχει εγκατάσταση στην Ελλάδα και αποκτά κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα επί ακινήτου στην ημεδαπή, οι ξένες αποστολές και οι διεθνείς οργανισμοί υποχρεούνται μόνο στη λήψη, έκδοση, υποβολή και δι­αφύλαξη των στοιχείων που ορίζονται ρητά από τον Κώδικα αυτόν), το τιμολόγιο μπορεί να εκδοθεί μέχρι το τέλος της διαχειριστικής περιόδου μέσα στην οποία έγινε η παράδοση ή η αποστολή των αγαθών ή η παροχή των υπηρεσιών ή η πιστοποίηση δημόσιων έργων ή η οριστικοποίηση από τις αρμόδιες αρχές της πώλησης συγγραμμάτων. Όλα τα τιμολόγια, τα οποία εκδίδονται στο τέλος της διαχειριστικής περιόδου, επιτρέπεται να εκδίδονται μέχρι την εικοστή (20ή) ημέρα του επόμενου μήνα με ημερομηνία έκδοσης την τελευταία ημέρα της διαχειριστικής περιόδου, εφόσον παραδίδονται μέχρι την ημέρα αυτή, σε αυτόν που αφορούν. Ειδικά, όλα τα τιμολόγια που εκδίδονται στο τέλος κάθε μήνα, επιτρέπεται να εκδίδονται μέχρι τη δέκατη πέμπτη (15η) ημέρα του επόμενου μήνα με ημερομηνία έκδοσης την τελευταία ημέρα του προηγούμενου μήνα, με εξαίρεση τα τιμολόγια που εκδίδονται στο χρόνο που προβλέπεται από τις διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 14 του άρθρου 6 του ΚΦΑΣ (όταν δηλ. για τη διακίνηση έχει εκδοθεί δελτίο αποστολής), τα οποία επιτρέπεται να εκδίδονται εντός του επόμενου δεκαπενθημέρου από τον προβλεπόμενο αυτόν χρόνο και με ημερομηνία έκδοσης αυτή της συμπλήρωσης ενός μήνα από την παράδοση ή την αποστολή των αγαθών στον αγοραστή.(άρθρο 6 παρ.15 ΚΦΑΣ)- καταργήθηκε ο ΚΦΑΣ από 01.01.2015 με την παρ.1 του άρθρου 38 του Ν.4308/14)

Με την διάταξη της περ. β΄ της παρ. 4 του άρθρου 7 του Κ.Φ.Α.Σ., εισάγεται, σε σχέση με τα γενικώς ισχύοντα ως προς το χρόνο έκδοσης τιμολογίου παροχής υπηρεσιών, εξαίρεση στην ειδική περίπτωση παροχής υπηρεσίας από ελεύθερο επαγγελματία προς το Δημόσιο ή Ν.Π.Δ.Δ., οπότε το σχετικό τιμολόγιο εκδίδεται με κάθε επαγγελματική τους είσπραξη. Εξάλλου, από προφανή παραδρομή ορίζεται στην ανωτέρω διάταξη ότι η εν λόγω εξαίρεση αφορά στο χρόνο έκδοσης του φορολογικού στοιχείου της απόδειξης λιανικής συναλλαγής, δεδομένου ότι, όπως συνάγεται από τις διατάξεις των άρθρων 3 παρ. 1, 6 παρ. 1 και 7 παρ. 1 του Κ.Φ.Α.Σ., οι ελεύθεροι επαγγελματίες, στους οποίους συγκαταλέγονται οι δικηγόροι, εκδίδουν πλέον, στις περιπτώσεις παροχής υπηρεσιών προς το Δημόσιο και τα Ν.Π.Δ.Δ., τιμολόγια. Από τα ανωτέρω παρέπεται ότι στην ανωτέρω περίπτωση το σχετικό τιμολόγιο δεν αποτελεί συστατικό στοιχείο της κατά του Δημοσίου ή του Ν.Π.Δ.Δ. απαίτησης του φερομένου ως δικαιούχου ελευθέρου επαγγελματία, ούτως ώστε να υφίσταται υποχρέωση προσκόμισής του στον αρμόδιο για τον προληπτικό έλεγχο της οικείας δαπάνης Επίτροπο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, αλλά στοιχείο δηλωτικό (αποδεικτικό) της εξόφλησης ήδη αναγνωρισμένης και εκκαθαρισμένης δαπάνης, που εκδίδεται κατά το χρόνο είσπραξης της αμοιβής (και όχι κατά το στάδιο εκκαθάρισης αυτής), και συνεπώς, πρέπει να προσκομίζεται στο διενεργούντα την πληρωμή ταμία του δημοσίου νομικού προσώπου. Στις περιπτώσεις όμως αυτές, πρέπει να γίνεται απλώς μνεία στο σώμα του εντάλματος των δικαιολογητικών εξόφλησης για την ενημέρωση του αρμοδίου για την πληρωμή οργάνου, ώστε να απαιτήσει την προσκόμισή τους. Νόμιμη δαπάνη. (Ελ. Συν. Κλιμ. Τμ. 1 Πράξη 190/2014)


iii. Μεταβατικό Στάδιο

Για υπηρεσίες προς το Δημόσιο ή Ν.Π.Δ.Δ., που έχουν παρασχεθεί από πρόσωπα των οποίων το εισόδημα χαρακτηριζόταν βάσει των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 48 του Ν. 2238/1994 ως εισόδημα από ελευθέριο επάγγελμα, και όταν οι απαιτήσεις είσπραξης των σχετικών αμοιβών ανάγονται σε χρόνο μέχρι την 31.12.2014 και οι σχετικές αμοιβές δεν έχουν εισπραχθεί, τα σχετικά τιμολόγια εκδίδονται με την είσπραξη αυτών (και μετά την 1.1.2015). (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Στην περίπτωση που η παροχή της υπηρεσίας ξεκίνησε πριν την 1.1.2015 και συνεχίζεται και μετά την ημερομηνία αυτή, για την αμοιβή που αντιστοιχεί στη παρασχεθείσα υπηρεσία μέχρι 31.12.2014, το τιμολόγιο θα εκδοθεί μέχρι την 31.12.2014, σύμφωνα με τις ισχύουσες μέχρι την ημερομηνία αυτή (31.12.2014) διατάξεις. Για την αμοιβή που αντιστοιχεί στην υπηρεσία που παρασχέθηκε από 1.1.2015 και μετά, το τιμολόγιο θα εκδοθεί στο χρόνο που ορίζεται με τις διατάξεις της περίπτωσης (β) της παραγράφου 2 του άρθρου 11 του Ν.4308/14. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)


ζ. Αυτοτιμολόγηση

Ο πωλητής μπορεί με προηγούμενη συμφωνία να διασφαλίσει την έκδοση τιμολογίου από το λήπτη των αγαθών ή των υπηρεσιών (αυτοτιμολόγηση) ή από τρίτο πρόσωπο εξ ονόματος και για λογαριασμό του πωλητή. Η συμφωνία για έκδοση τιμολογίου από το λήπτη αγαθών ή υπηρεσιών ή από άλλο τρίτο πρόσωπο δεν απαλλάσσει την οντότητα από τη νόμιμη υποχρέωση να διασφαλίσει ότι θα εκδοθεί τιμολόγιο, καθώς και από κάθε σχετική ευθύνη. (παρ.5 άρθρο 8 Ν.4308/14)

Στην περίπτωση έκδοσης τιμολογίου από το λήπτη των αγαθών ή των υπηρεσιών (αυτοτιμολόγηση) ή από τρίτο πρόσωπο εξ ονόματος και για λογαριασμό του πωλητή, ο εκδότης του τιμολογίου παρέχει όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες για την τεκμηρίωση και καταχώρηση των σχετικών συναλλαγών από τον πωλητή, έγκαιρα για την εκπλήρωση υπ' αυτού κάθε νόμιμης υποχρέωσης. (παρ.8 άρθρο 8 Ν.4308/14)

Η παροχή των σχετικών πληροφοριών δύναται να γίνεται με κάθε πρόσφορο τρόπο, κατ' επιλογή των εμπλεκόμενων μερών, όπως αποστολή συγκεντρωτικής κατάστασης εκδοθέντων τιμολογίων με τις απαιτούμενες πληροφορίες ή αντιγράφων των σχετικών τιμολογίων. Η παροχή της πληροφόρησης μπορεί να είναι σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)


η. Αναγραφόμενα στοιχεία τιμολογίου

i. Από 01.01.2015

Το άρθρο 9 (στοιχεία α έως ιζ) του Ν.4308/14 καθορίζει το υποχρεωτικό από την Οδηγία 2006/112/ΕΕ περιεχόμενο του τιμολογίου. Σημειώνεται ότι, με τις διατάξεις του στοιχείου (στ) της παραγράφου αυτής παρέχεται η δυνατότητα μη αναγραφής στο τιμολόγιο του είδους και της έκτασης των παρεχόμενων υπηρεσιών, υπό την προϋπόθεση ότι οι ενδείξεις αυτές (έκταση και είδος παρεχόμενων υπηρεσιών) προκύπτουν από άλλα έγγραφα, όπως είναι οι τυχόν καταρτισθείσες συμβάσεις, συμφωνητικά, καθώς και λοιπά έγγραφα στα οποία παραπέμπει το τιμολόγιο. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Εξαιρετικά, στα στοιχεία που εκδίδουν τα πρατήρια υγρών καυσίμων για χονδρικές πωλήσεις βενζίνης, πετρελαίου κίνησης και υγραερίου αξίας μέχρι τριακόσια (300) ευρώ δύναται να αναγράφεται ο αριθμός κυκλοφορίας του μέσου μεταφοράς, αντί των στοιχείων της παραγράφου (δ) και (ε) της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του Ν.4308/14. Με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται η συσχέτιση του εκδιδόμενου παραστατικού με την αγοράζουσα οντότητα και τα απαιτούμενα στοιχεία του τιμολογίου. Ο αριθμός κυκλοφορίας δύναται να αναγράφεται χειρόγραφα με υπογραφή και σφραγίδα του εκδότη, εάν δεν εκτυπώνεται από το μηχανισμό έκδοσης παραστατικών πώλησης. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Ιδιαίτερα, με την παράγραφο 1.ζ ορίζεται ότι επί του τιμολογίου, μεταξύ άλλων, αναγράφεται και η ημερομηνία παράδοσης των αγαθών ή της παροχής υπηρεσιών, όταν αυτή η ημερομηνία δεν συμπίπτει με την ημερομηνία έκδοσης του τιμολογίου. Με αυτόν τον τρόπο δημιουργείται τεκμήριο για την εφαρμογή της αρχής του δεδουλευμένου. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Επιπλέον παρέχεται η δυνατότητα έκφρασης των σχετικών ποσών σε οποιοδήποτε νόμισμα εκτός του ποσού που αναφέρεται στο Φ.Π.Α. το οποίο εκφράζεται και στο εθνικό νόμισμα, ανεξάρτητα εάν αυτά αφορούν συναλλαγές στο εσωτερικό της χώρας ή με το εξωτερικό.

Ορίζεται επίσης, σύμφωνα με την σχετική Οδηγία της ΕΕ, ότι το τιμολόγιο πώλησης δεν απαιτείται να φέρει την υπογραφή του εκδότη.
Ωστόσο, η υπογραφή του εκδότη επί του τιμολογίου μπορεί να απαιτείται από άλλη νομοθεσία ή να είθισται ως καθιερωμένη επιχειρηματική πρακτική. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Πατήστε εδώ για να δείτε το καθεστώς έως 31.12.2014
Από την 1η Ιανουαρίου 2015 καταργείται η υποπαράγραφος Ε1 της παραγράφου Ε' του ν. 4093/2012 (Κώδικας Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών), καθώς και κάθε διάταξη, ερμηνευτική εγκύκλιος ή Οδηγία έχει εκδοθεί δυνάμει εκείνης της διάταξης ή του προϊσχύοντος π.δ. 186/1992. Εξαιρετικά οι αποφάσεις κ.υ.α. πολ. 1009/4.1.2012 (Β' 72), κ.υ.α. πολ. 1203/2.11.2012 (Β' 3130), κ.υ.α. πολ. 1032/21.2.2013 (Β' 548), κ.υ.α. πολ. 1206/ 30.8.2013 (Β' 2237) και κ.υ.α. πολ. 1263/4.12.2013 (Β' 3265), καθώς και κάθε άλλη σχετική απόφαση, οι οποίες αφορούν την εγκατάσταση ολοκληρωμένων συστημάτων ελέγχου εισροών - εκροών στα πρατήρια υγρών καυσίμων και στις εγκατάστάσεις πωλητών πετρελαίου θέρμανσης, καθώς και οι αποφάσεις α.υ.ο. 1093619/ 748/0015/πολ. 1212/10.8.1995 (Β' 719), α.υ.ο. 1128269/ 1226 /0015/ πολ. 1292/16.11.1995 (Β' 982), κ.υ.α. 1071467/536/ 0015/πολ. 1101/31.7.2006 (Β'1283), κ.υ.α. 1008269/52/ 0015/πολ. 1009/22.1.2008 (Β'176) και κ.υ.α. πολ. 1193/ 21.12.2010 (Β' 2174), καθώς και κάθε άλλη σχετική απόφαση, οι οποίες αφορούν την παρακολούθηση των συναλλαγών των επιχειρήσεων Καζίνο εξακολουθούν να ισχύουν και μετά την 1.1.2015. (παρ.1 άρθρο 38 Ν.4308/14, όπως συμπληρώθηεκ από το )

Μέχρι την κατάργηση ισχύουν τα εξής:
Με τις διατάξεις των παραγράφων 10 και 11 του άρθρου 6 του Κ.Φ.Α.Σ., ορίζονται τα στοιχεία που αναγράφονται στο περιεχόμενο του τιμολογίου. Ειδικότερα, στην παράγραφο 11 του εν λόγω άρθρου προσδιορίζονται «τα πλήρη στοιχεία της συναλλαγής», μεταξύ των οποίων είναι και το είδος των παρεχόμενων υπηρεσιών, η περιγραφή του οποίου πρέπει να είναι σαφής και να συγκεκριμενοποιεί την υπηρεσία, ώστε να προκύπτει το αντικείμενο της συναλλαγής και η συνάφεια του είδους των παρεχόμενων υπηρεσιών προς την αμοιβή. Συνεπώς, η περιγραφή του είδους των υπηρεσιών στο τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών πρέπει να είναι αναλυτική και δεδομένου ότι, σύμφωνα με την παρ.1 του άρθρου 2 του Κ.Φ.Α.Σ., από την απεικόνιση των συναλλαγών στα στοιχεία πρέπει να προκύπτουν και αναλυτικά στοιχεία των καταχωρήσεων, ώστε να είναι ευχερής η αναλυτική πληροφόρηση και εφικτή η επαλήθευση αυτών από τον φορολογικό έλεγχο, δεν απαγορεύεται και η παραπομπή σε τυχόν, κατατεθειμένη στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., συναφθείσα σύμβαση μεταξύ των αντισυμβαλλομένων. (ΠΟΛ 1061/28.03.2013)

Όσον αφορά το περιεχόμενο του τιμολογίου εκτέλεσης τεχνικού έργου ή εγκατάστασης, έχει γίνει δεκτό ότι, εξακολουθούν να ισχύουν και μετά την 1.1.2013 με τις διατάξεις του Κ.Φ.Α.Σ., τα αναφερόμενα στην παρ.12.5.3.της ερμηνευτικής εγκυκλίου 3/1992 του προϊσχύσαντος Κ.Β.Σ., συνεπώς στο τιμολόγιο τεχνικών έργων ή άλλων εγκαταστάσεων πρέπει να περιγράφεται λεπτομερώς το εκτελεσθέν έργο. Αν όμως γίνεται παραπομπή στην οικεία σύμβαση, δεν απαιτείται αναλυτική περιγραφή αλλά γενική. Σεπερίπτωση που υπάρχει επιμέτρηση, επισυναπτόμενη στο τιμολόγιο, μπορεί να γίνεται σύντομη περιγραφή του έργου στο τιμολόγιο. (Υπ. Οικ. Δ15Β'1028660 ΕΞ.2013/19.02.2013)

 


θ. Μη υποχρέωση θεώρησης τιμολογίων

Τα τιμολόγια του άρθρου 6 του ΚΦΑΣ, καθώς και τα στοιχεία που επέχουν θέση τιμολογίου (π.χ. εκκαθαρίσεις, εκκαθαρίσεις που προβλέπονται από Υπουργικές Αποφάσεις, φορτωτικές, στοιχεία της παρ. 16 του άρθρου 6 κ.λπ.), ανεξαρτήτως της χειρόγραφης ή μηχανογραφικής έκδοσής τους, εκδίδονται αθεώρητα και χωρίς σήμανση από μηχανισμό Ε.Α.Φ.Δ.Σ.Σ. του ν.1809/1988 (ΦΕΚ Α'222). (ΠΟΛ 1004/04.01.2013)

Σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. γ' της παρ. 5 του άρθρου 5 του ν. 2523/1997 (ποινολόγιο) κατ' εξαίρεση δεν επιβάλλεται πρόστιμο όταν για συγκεκριμένη συναλλαγή έχει εκδοθεί το μη προσήκον φορολογικό στοιχείο, εφόσον το εκδοθέν περιλαμβάνει τουλάχιστον τα δεδομένα του προβλεπόμενου, έχει εκδοθεί στον οριζόμενο γι' αυτόν χρόνο και φέρει θεώρηση στην περίπτωση που απαιτείται.
Από τα προαναφερθέντα προκύπτει ότι η έκδοση θεωρημένης απόδειξης παροχής υπηρεσιών ή θεωρημένου τιμολογίου (ή αντίστοιχων στοιχείων σημασμένων από ΕΑΦΔΣΣ του ν. 1809/1988 επί μηχανογραφικής έκδοσης) αντί αθεώρητου ή χωρίς σήμανση από ΕΑΦΔΣΣ τιμολογίου από υπόχρεο απεικόνισης συναλλαγών προς άλλο υπόχρεο, δεν συνιστά παράβαση ούτε για τον εκδότη ούτε για τον λήπτη, εφόσον βεβαίως εκδίδονται για πραγματικές συναλλαγές και από τους πραγματικά συμβαλλόμενους. (Υπ. Οικ. Δ15Β 1019996 ΕΞ 2013/05.02.2013)

Το προσκομισθέν τιμολόγιο, το οποίο σε κάθε περίπτωση περιέχει όλα τα απαιτούμενα από το νόμο στοιχεία για τη νομιμότητά του,  παρά  την κακή εκτύπωση που δίνει την εντύπωση του φωτοαντιγράφου, είναι πρωτότυπο, όπως προκύπτει από τη σφραγίδα και την υπογραφή του εκδότη του, ενώ σύμφωνα και με την  υποπαράγραφο Ε1 άρθρο 9 παρ. 1 εδ. τελ.  του ν. 4093/2012, (ΦΕΚ Α΄  222), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με το άρθρο 51 του ν. 4223/2013 (ΦΕΚ Α΄ 287), από 1.1.2014 τα φορολογικά στοιχεία,  μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και το τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών, έχουν ισχύ χωρίς να απαιτείται η θεώρησή τους από τις αρμόδιες Δ.Ο.Υ.. Νόμιμη δαπάνη. (Ελ. Συν. Κλιμ. Τμ. 7 Πράξη 311/2016)

Από 1.1.2014, με την κατάργηση της παρ.1 του άρθρου 9 σε συνδυασμό με την κατάργηση της παρ.2 του άρθρου 11 του ΚΦΑΣ, οι αρμόδιες Δ.Ο.Υ. δεν θεωρούν οποιοδήποτε φορολογικό βιβλίο και στοιχείο που προβλέπεται από τις διατάξεις του Κ.Φ.Α.Σ. και των αποφάσεων που έχουν εκδοθεί κατ' εξουσιοδότηση αυτού ή του προϊσχύσαντος Κ.Β.Σ. (π.δ. 186/1992), καθώς και του ν. 1809/1988, περί φορολογικών μηχανισμών.
Σημειώνεται ότι, τυχόν αποθέματα θεωρημένων και μη χρησιμοποιηθέντων φορολογικών βιβλίων και στοιχείων μπορούν να χρησιμοποιηθούν μέχρι της εξαντλήσεως αυτών. (ΠΟΛ 1023/20.01.2014)


ι. Αυθεντικότητα τιμολογίου

Η αυθεντικότητα της προέλευσης, η ακεραιότητα του περιεχομένου και η αναγνωσιμότητα του τιμολογίου που λαμβάνεται ή εκδίδεται από την οντότητα, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή, διασφαλίζεται από το χρόνο της έκδοσής του έως τη λήξη της περιόδου διαφύλαξής του. (παρ.1 άρθρο 15 Ν.4308/14)

Ως αυθεντικότητα της προέλευσης τιμολογίου νοείται η διασφάλιση της ταυτότητας του προμηθευτή ή του εκδότη του τιμολογίου. Ως ακεραιότητα του περιεχομένου νοείται ότι το περιεχόμενο ενός τιμολογίου δεν έχει αλλοιωθεί, σε σχέση με ό,τι απαιτείται από τον Ν.4308/14 ή με ό,τι καθορίσθηκε ως περιεχόμενο από τον εκδότη του. Δηλαδή, ένα τιμολόγιο χαρακτηρίζεται από ακεραιότητα όταν αφενός μεν κατά την έκδοσή περιέχει όλα τα απαιτούμενα στοιχεία από το νόμο, αφετέρου δε το περιεχόμενο αυτό δεν έχει με οποιοδήποτε τρόπο αλλοιωθεί εκ των υστέρων. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Κάθε οντότητα οφείλει να εφαρμόζει τα κατάλληλα στις περιστάσεις μέτρα διασφάλισης της αυθεντικότητας της προέλευσης, της ακεραιότητας του περιεχομένου και της αναγνωσιμότητας του τιμολογίου. Αυτό μπορεί να επιτυγχάνεται με οποιεσδήποτε δικλίδες της οντότητας δημιουργούν αξιόπιστη και ελέγξιμη αλληλουχία (αλυσίδα) τεκμηρίων που συνδέουν κάθε τιμολόγιο με τη σχετική προμήθεια αγαθών ή παροχή υπηρεσιών, και αντίστροφα. (παρ.2 άρθρο 15 Ν.4308/14)

Η υποχρέωση του εκδότη υφίσταται ανεξάρτητα από την υποχρέωση του λήπτη του τιμολογίου για τη διασφάλιση της αυθεντικότητας της προέλευσης, της ακεραιότητας του περιεχομένου και της αναγνωσιμότητας του τιμολογίου. Ωστόσο, τα δύο μέρη δύνανται να συμφωνήσουν σε κοινές ενέργειες, για παράδειγμα χρήση μιας συγκεκριμένης τεχνολογίας όπως είναι η EDI (Electronic Data Interchange) ή οι προηγμένες ηλεκτρονικές υπογραφές, προκειμένου να παρέχεται η απαιτούμενη διασφάλιση. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Η αυθεντικότητα της προέλευσης και η ακεραιότητας του περιεχομένου ενός ηλεκτρονικού τιμολογίου μπορεί να διασφαλίζεται με τους πιο κάτω ενδεικτικά αναφερόμενους τρόπους:

α) Χρήση προηγμένης ηλεκτρονικής υπογραφής που έχει δημιουργηθεί από έναν μηχανισμό δημιουργίας ασφαλών ηλεκτρονικών υπογραφών και στηρίζεται σε πιστοποιητικό εγκεκριμένου φορέα, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του π.δ.150/2001 (Α'125).

β) Ηλεκτρονική ανταλλαγή δεδομένων (EDI), όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 της σύστασης 1994/820/ΕΚ της Επιτροπής, της 19ης Οκτωβρίου 1994 (Επίσημη Εφημερίδα Ε.Κ. ΕΙ 388/28.12.1994), εφόσον η συμφωνία σχετικά με αυτήν την ανταλλαγή προβλέπει τη χρησιμοποίηση διαδικασιών που εγγυώνται τη γνησιότητα της προέλευσης και την ακεραιότητα των δεδομένων.

γ) Μέσω Υπηρεσιών Παρόχου για την Ηλεκτρονική Έκδοση Στοιχείων (Υ.ΠΑ.Η.Ε.Σ.)

δ) Χρήση των φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών, σύμφωνα με τις παραγράφους 8 και 9 του άρθρου 12. (παρ.3 άρθρο 15 Ν.4308/14, όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 του άρθρου 45 του Ν.4646/19)

Ο λήπτης των αγαθών ή υπηρεσιών (πελάτης) πρέπει να είναι σε θέση να διασφαλίζει ότι το τιμολόγιο που ελήφθη προέρχεται από τον προμηθευτή ή τον εκδότη του τιμολογίου. Δηλαδή, ο λήπτης πρέπει να εφαρμόζει τις κατάλληλες δικλίδες για να διασφαλίζει την αυθεντικότητα προέλευσης (ότι δηλαδή ο αναφερόμενος προμηθευτής έχει πραγματοποιήσει την παράδοση των αγαθών ή υπηρεσιών) και επιπλέον πρέπει να διασφαλίζει την ταυτότητα του εκδότη. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Με βάση τα ανωτέρω προσφέρονται δύο εναλλακτικές λύσεις τις οποίες μπορεί να επιλέξει ο λήπτης των αγαθών ή υπηρεσιών (πελάτης). Η πρώτη εναλλακτική λύση αφορά την επαλήθευση της ορθότητας των στοιχείων ταυτότητας του προμηθευτή, τα οποία αναφέρονται στο τιμολόγιο. Η δεύτερη εναλλακτική λύση αφορά τη διασφάλιση της ταυτότητας του εκδότη του τιμολογίου, είτε είναι ο ίδιος ο προμηθευτής είτε τρίτο πρόσωπο που ενεργεί κατ΄εντολή και για λογαριασμό του.
α) Για την επαλήθευση της ορθότητας των στοιχείων ταυτότητας του προμηθευτή, o πελάτης πρέπει να διασφαλίσει ότι ο προμηθευτής που αναφέρεται στο τιμολόγιο έχει πραγματοποιήσει όντως την παράδοση των αγαθών ή την παροχή των υπηρεσιών στις οποίες αναφέρεται το τιμολόγιο. Ο υποκείμενος στον φόρο μπορεί να εφαρμόσει οποιεσδήποτε επιχειρηματικές δικλίδες, που δημιουργούν μια αξιόπιστη αλληλουχία τεκμηρίων μεταξύ ενός τιμολογίου και της παράδοσης αγαθών ή της παροχής υπηρεσιών, προκειμένου να εκπληρώσει την εν λόγω υποχρέωση.
β) Η διασφάλιση της ταυτότητας του εκδότη του τιμολογίου δύναται να γίνεται μέσω, για παράδειγμα, μιας προηγμένης ηλεκτρονικής υπογραφής ή ηλεκτρονικής Διαβίβασης Δεδομένων (EDI), λαμβάνοντας ωστόσο υπόψη ότι σε κάθε περίπτωση πρέπει να διασφαλίζεται ότι τα τιμολόγια αντικατοπτρίζουν πραγματικές παραδόσεις ή παροχές υπηρεσιών. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)


ια. Διαγραφές - επεγγραφές - διορθώσεις επί του τιμολογίου
Στο κάτω δεξιό μέρος του τιμολογίου αναγράφονται, κατόπιν επανεγγραφής, ως αξία του τμήματος των παρεχομένων υπηρεσιών το ποσό των 4.875,05 ευρώ και κατόπιν όμοιας επεγγραφής το ποσό των 1.121,95 ευρώ ως Φ.Π.Α. Ενόψει, όμως του ότι το ποσό των 4.875,05 ευρώ έχει τεθεί, τόσο άνωθεν όσο και στο κάτω μέρος του τιμολογίου καθώς και ότι κατόπιν των σχετικών διαγραφών και επεγγραφών, τόσο η αιτιολογία έκδοσης του τιμολογίου, όσο και η αξία των παρεχομένων υπηρεσιών, αναγιγνώσκεται με ευχέρεια, χωρίς να καταλείπονται αμφιβολίες για το περιεχόμενό τους, δεν παραβιάζονται οι διατάξεις του άρθρου 18 τουπ.δ. 186/1992, με τις οποίος περιγράφεται ο τύπος έκδοσης των τιμολογίων. (Ελ. Συν. Κλιμ. Τμ. 7 Πράξη 273/2013)

Η διόρθωση της ημερομηνίας του επίμαχου τιμολογίου, η οποία κατά δήλωσή του έλαβε χώρα λόγω λανθασμένης αρχικής εγγραφής, εκ παραδρομής, σε κάθε περίπτωση δεν ασκεί επιρροή, δεδομένου ότι κρίσιμο, κατά το άρθρο 1 της επίμαχης σύμβασης, είναι το χρονικό σημείο υποβολής του τιμολογίου, το οποίο πρέπει να είναι μετά την ημεροχρονολογία υπογραφής και έκδοσης του πρωτοκόλλου παραλαβής, και όχι η ημεροχρονολογία έκδοσης αυτού. (Ελ.Συν.Κλιμ.Τμ.7 Πράξη 352/2015)
 


ιβ. Εικονικά τιμολόγια
Σχετικά με τις κυρώσεις για έκδοση εικονικών τιμολογίων δείτε το άρθρο 55Α και το άρθρο 66 του ν.4987/22.
Κατ' εξουσιοδότηση των άρθρων 55 και 66 του προϊσχύοντος ν.4174/13 είχαν εκδοθεί οι ΠΟΛ 1208/03.09.2013 (ΦΕΚ 2306/16.09.2013 τεύχος Β') Διαδικασία βεβαίωσης και καταβολής των ποσών που προκύπτουν μετά τον επανυπολογισμό των προστίμων με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 55 και των μεταβατικών διατάξεων των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 66 (νυν 72) του Ν. 4174/2013 (ΦΕΚ 170/Α'),
και ΠΟΛ 1249/21.11.2013 Παροχή διευκρινίσεων ως προς την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 55 και 66 (νυν 72) του ν.4174/2013.
 

Από 1.2.2016 καταργούνται οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 55 του Ν.4174/13 (άρθρο 7 παρ. 9 ν. 4337/2015, όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 του άρθρου 22 της ΠΝΠ (ΦΕΚ 182/24.12.2015 τεύχος Α'), η οποία κυρώθηκε με το N. 4366/16 (ΦΕΚ 18/15.02.2016 τεύχος Α')
 σε συνδυασμό με το άρθρο 51 παρ. 3 ν. 4342/2015, Α' 143), ενώ από 17.10.2015 (έναρξη ισχύος ν. 4337/2015) καταργήθηκαν οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 55 του Ν.4174/13 (άρθρο 3 παρ. 4 περ. β' ν. 4337/2015).
Συνεπώς, από την 17.10.2015 και εφεξής δεν θα επιβάλλονται τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις αυτές πρόστιμα για τις παρακάτω περιπτώσεις παραβάσεων:
α. Μη έκδοση ή ανακριβής έκδοση φορολογικών στοιχείων αξίας άνω των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ.
β. Έκδοση πλαστών φορολογικών στοιχείων.
γ. Έκδοση - Λήψη εικονικών φορολογικών στοιχείων.
δ. Νόθευση φορολογικών στοιχείων.
ε. Καταχώριση στα βιβλία αγορών ή εξόδων που δεν έχουν πραγματοποιηθεί και δεν έχει εκδοθεί φορολογικό στοιχείο. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)

 

Διευκρινίζεται ότι για τις εκκρεμείς υποθέσεις που αφορούν παραβάσεις για τις οποίες είχαν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 55 του Ν.4174/13 και διαπράχθηκαν από την έναρξη ισχύος της ως άνω διάταξης (ήτοι 26.7.2013, κατά περίπτωση, άλλως από 1.1.2014 κατά τα οριζόμενα στην τότε ισχύουσα παράγραφο 32 του άρθρου 66, νυν 72, του ν. 4174/2013) και μέχρι την έναρξη ισχύος του ν. 4337/2015 (17.10.2015), εφαρμόζονται οι μεταβατικές διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 7 του Ν.4337/15, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα κατωτέρω. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)

 

Μπορούν να τύχουν εφαρμογής, και μετά την κατάργηση της παρ. 2 του άρθρου 55 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ΚΦΔ), για τις παραβάσεις έκδοσης εικονικών στοιχείων, που διαπράχθηκαν μέχρι τις 26.7.2013 και εφόσον μέχρι την κατάθεση του ν. 4337/2015 (12.10.2015) δεν είχαν εκδοθεί οι οριστικές πράξεις επιβολής προστίμων, όταν η εικονικότητα του στοιχείου αφορά τον χαρακτηρισμό της αναγραφείσας συναλλαγής, οι μηδέποτε καταργηθείσες μεταβατικές διατάξεις της παρ. 35 του άρθρου 72 (πρώην 66) του Κ.Φ.Δ., υπό τις ειδικότερες προϋποθέσεις της διατάξεως αυτής, δηλαδή εφόσον το νέο καθεστώς επιλεγεί ως ευνοϊκότερο από τον ίδιο τον φορολογούμενο, για το σύνολο των παραβάσεων που περιέχονται στην ίδια πράξη ή απόφαση επιβολής προστίμου (ομόφ.). (ΓνΝΣΚ 291/2017)- έγινε αποδεκτή από τον Διοικητή ΑΑΔΕ, δείτε σχετικά την ΠΟΛ 1021/01.02.2018.



Για τις παραβάσεις των διατάξεων του Κ.Β.Σ. (π.δ. 186/1992, Α' 84) και του Κ.Φ.Α.Σ. (ν. 4093/2012, Α' 222), που διαπράχθηκαν μέχρι την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 54 (μέχρι 1.1.2014) και 55 του ν. 4174/2013 (μέχρι 26.7.2013, κατά περίπτωση, άλλως από 1.1.2014 κατά τα οριζόμενα στην τότε ισχύουσα παράγραφο 32 του άρθρου 66, νυν 72, του ν. 4174/2013) και κατά την κατάθεση του Ν.4337/15 (12.10.2015) δεν έχουν εκδοθεί οι οριστικές πράξεις επιβολής προστίμων, δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 5 του ν.2523/1997, αλλά επιβάλλονται τα κατωτέρω πρόστιμα:

α) Για παραβάσεις έκδοσης πλαστών στοιχείων ποσό ίσο με το 50% της αξίας κάθε στοιχείου.
β) Για παραβάσεις που αφορούν έκδοση εικονικών ή λήψη εικονικών στοιχείων ή νόθευση αυτών, καθώς και καταχώρηση στα βιβλία αγορών ή εξόδων χωρίς παραστατικά, ποσό ίσο με το 40% της αξίας κάθε στοιχείου. Εάν η αξία του στοιχείου είναι μερικώς εικονική ποσό ίσο με το 40% του μέρους της εικονικής αξίας.
γ) Όταν δεν δύναται να προσδιορισθεί η μερικώς εικονική αξία, ποσό ίσο με το 20% της αξίας του στοιχείου.
δ) Όταν η εικονικότητα ανάγεται αποκλειστικά στο πρόσωπο του εκδότη, ποσό ίσο με το 20% της αξίας του στοιχείου.
ε) Στην περίπτωση λήπτη εικονικού φορολογικού στοιχείου, ποσό 10% της αξίας του στοιχείου για κάθε παράβαση, εφόσον η λήψη του στοιχείου δεν είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση του φόρου εισοδήματος του οικείου φορολογικού έτους.
στ) Για παραβάσεις που αφορούν μη έκδοση ή ανακριβή έκδοση στοιχείων ή άλλες παραβάσεις που έχουν σαν αποτέλεσμα την απόκρυψη της συναλλαγής ή μέρους αυτής, η δε αποκρυβείσα αξία είναι μεγαλύτερη των χιλίων διακοσίων (1.200) ευρώ, ποσό ίσο με το 25% της αξίας της συναλλαγής ή του μέρους της αποκρυβείσας (μη εμφανισθείσας) αξίας για κάθε παράβαση.
ζ) Για τις λοιπές παραβάσεις, που δεν υπάγονται σε μια εκ των ανωτέρω περιπτώσεων ποσό ίσο με το 1/3 του οριζόμενου από τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν.2523/1997, επιβαλλόμενου προστίμου, κατά περίπτωση, για κάθε παράβαση. (παρ.3 άρθρο 7 Ν.4337/15)

Για την καλύτερη κατανόηση των ανωτέρω, δείτε την ΠΟΛ 1252/20.11.2015 στην οποία παρατίθενται σχετικά παραδείγματα.
 


ιγ. Παραστατικό καταβολής οφειλόμενων ποσών σε συνταξιούχο, εργολήπτη δημοσίων έργων
Αναφορικά με το φορολογικό στοιχείο που πρέπει να εκδοθεί για την καταβολή δικαιούμενων ποσών σε συνταξιούχο εργολήπτη δημοσίων έργων, προερχόμενων από αναθεώρηση τιμών για την κατασκευή συγκεκριμένου δημοσίου έργου, η οποία (κατασκευή) ολοκληρώθηκε πριν τη διακοπή εργασιών του ενδιαφερόμενου λόγω συνταξιοδότησης, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

1.Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 6 του Κ.Φ.Α.Σ. (υποπαρ. Ε1 του άρθρου πρώτου του ν.4093/2012), ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών και τα πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 3 του Κ.Φ.Α.Σ. (Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ. κ.λπ.), αποδεικνύουν τις συναλλαγές με τη σύνταξη τίτλου κτήσης, εντός των προθεσμιών που προβλέπονται στις παρ. 14 και 15 του ίδιου άρθρου, στον οποίο περιλαμβάνονται τα στοιχεία των συμβαλλομένων καθώς και τα στοιχεία της συναλλαγής.

2.Επίσης, με την εγκύκλιό μας ΠΟΛ.1004/2013 διευκρινίστηκε ότι ως τίτλος κτήσης μπορεί να θεωρηθεί ενδεικτικά, κάθε έγγραφη συμφωνία (συμφωνητικό), υπεύθυνη δήλωση, ακόμα και τιμολόγιο (αγοράς), αρκεί να περιλαμβάνονται όλα τα προαπαιτούμενα δεδομένα.

3.Ενόψει των ανωτέρω, στις περιπτώσεις αγοράς αγαθών ή λήψης υπηρεσιών από πρόσωπα που δεν έχουν υποχρέωση έκδοσης τιμολογίου και όπως άλλωστε έχει γίνει δεκτό από τη Διοίκηση σε αντίστοιχες περιπτώσεις στο παρελθόν (έγγραφά μας Δ15Β 1119802 ΕΞ 30.8.2012, 1068082/521/20.9.2006), για την καταβολή δικαιούμενων ποσών λόγω αναθεώρησης τιμών σε εργολάβο δημοσίων έργων, ο οποίος, κατά το χρόνο γένεσης της σχετικής απαίτησης έχει προβεί σε διακοπή εργασιών λόγω συνταξιοδότησης, δηλαδή δεν είναι πλέον υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών του Κ.Φ.Α.Σ., εφαρμόζονται οι ανωτέρω διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 6 του Κ.Φ.Α.Σ. που προβλέπουν την έκδοση «τίτλου κτήσης» από το πρόσωπο που βαρύνεται με τη σχετική δαπάνη, το οποίο και θα καταβάλλει τη σχετική αμοιβή, μη αποκλειομένης και της δυνατότητας έκδοσης τιμολογίου (αγοράς), βάσει των όσων αναφέρθηκαν στην παρ. 2 του παρόντος. (Υπ. Οικ. Δ15Β 1039741 ΕΞ 2013/05.03.2013)


ιδ. Παραστατικό καταβολής οφειλόμενων ποσών σε νομικό πρόσωπο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα
Σε περίπτωση παροχής υπηρεσιών, που υπάγονται στο φόρo προστιθέμενης αξίας από νομικό πρόσωπο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα προς Ο.Τ.Α., το φορολογικό στοιχείο, που, κατά νόμο, απαιτείται να εκδώσει ο πάροχος των υπηρεσιών και το οποίο αποτελεί δικαιολογητικό εκκαθάρισης και ενταλματοποίησης της σχετικής δαπάνης είναι το τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών. (Ελ. Συν. Κλιμ. Τμ. 7 Πράξη 109/2014)
 




ιε. Νομιμότητα δαπάνης επί ετεροχρονισμένης έκδοσης τιμολογίου

Η εκκαθάριση ενεργείται από τη λογιστική υπηρεσία κατά τις κείμενες για κάθε δαπάνη διατάξεις, είτε αυτεπαγγέλτως εφόσον υπάρχουν στη υπηρεσία πλήρη τα αποδεικνύοντα τα δικαιώματα των δικαιούχων στοιχεία, είτε επί τη υποβολή αυτή των δικαιολογητικών στοιχείων, μετά προέλεγχο τούτων εκ μέρους των αρμοδίων υπηρεσιών του Δήμου - 3. Τα δικαιολογητικά έγγραφα εκάστης δαπάνης - προσαρτώνται στα σχετικά χρηματικά εντάλματα - (παρ.1 και 3 του άρθρου 21 του β.δ/τος της 17.5/15.6.1959 - ΦΕΚ Α΄ 114)

 

Σε κάθε χρηματικό ένταλμα πρέπει να επισυνάπτεται υπ' ευθύνη των επιτετραμμένων την εκκαθάριση και εντολή της δαπάνης οργάνων του δήμου κάθε δικαιολογητικό έγγραφο από το οποίο προκύπτει σαφώς το δικαίωμα του πιστωτού του δήμου κατά βάση και ποσό. (άρθρο 25 του β.δ/τος της 17.5/15.6.1959 - ΦΕΚ Α΄ 114)

 

Πλην των κατ' ειδικές διατάξεις Νόμων, Δ/των, κανονισμών και αποφάσεων των διοικητικών αρχών απαιτουμένων ειδικώτερα για κάθε δαπάνη δικαιολογητικών, όσα πρέπει να επισυνάπτονται στα οικεία Χρηματικά εντάλματα, ορίζονται διά του παρόντος.

Για εκτελούμενα έργα: Α) Με εργολαβία: Πιστοποίηση εις διπλούν συντασσομένη παρά του επιβλέποντος μηχανικού δια πλήρως τετελεσμένας εργασίας και προμηθείας υλικών και θεωρουμένη παρά του προϊσταμένου του αρμοδίου τμήματος της τεχνικής υπηρεσίας του δήμου και του διευθυντού αυτής. Την πρώτην πιστοποίησιν εκάστου έργου θα συνοδεύουν απαραιτήτως αντίγραφα εις διπλούν δεόντως κεκυρωμένα προϋπολογισμού τιμολογίων συμβάσεως, δημαρχιακής επιτροπής, δημοτικού συμβουλίου και των εγκριτικών τοιούτων της διοικητικής αρχής. Αποπερατουμένου εκάστου έργου, απαιτείται επιμέτρησις εις διπλούν μετά πρωτοκόλλου προσωρινής ή οριστικής παραλαβής υπό της οικείας επιτροπής και αντιγράφου της διαταγής, δι' ης συνεκροτήθη αύτη. (άρθρο 26 του β.δ/τος της 17.5/15.6.1959 - ΦΕΚ Α΄ 114)

 

Συμπέρασμα:
Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι τα έξοδα των Ο.Τ.Α. αναγνωρίζονται και εκκαθαρίζονται από τα αρμόδια όργανα βάσει των προβλεπομένων από τις κείμενες διατάξεις για κάθε είδος δαπάνης δικαιολογητικών, που αποδεικνύουν την κατ' αυτών απαίτηση και πληρώνονται με χρηματικά εντάλματα που εκδίδονται στο όνομα των αναγνωριζομένων ως πιστωτών τους. Η μη έκδοση ή η μη νόμιμη έκδοση των ως άνω δικαιολογητικών καθιστά την εντελλόμενη δαπάνη μη κανονική (βλ. Πράξη VIIΤμ. 13/2008, 11/2009). Σε περίπτωση δε εκτέλεσης τεχνικού έργου από κατασκευαστή προς Ο.Τ.Α., μεταξύ των δικαιολογητικών, που κατά νόμο απαιτούνται για την αναγνώριση της αξιώσεως του δικαιούχου, είναι το τιμολόγιο, το οποίο εκδίδεται μέσα σε ένα μήνα από την προσωρινή επιμέτρηση αυτού και πάντως μέσα στην ίδια φορολογική περίοδο, κατά την οποία πραγματοποιήθηκε η επιμέτρηση αυτή. Ειδικότερα, όταν κύριος του τεχνικού έργου είναι το Δημόσιο ή άλλο νομικό πρόσωπο μη επιτηδευματίας (π.χ. Δήμος), το ως άνω τιμολόγιο δύναται να εκδοθεί μέχρι το τέλος της διαχειριστικής περιόδου, μέσα στην οποία έγινε η πιστοποίηση αυτού, ήτοι μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του οικείου έτους, εφόσον ο υπόχρεος για την έκδοσή του είναι εργοληπτική επιχείρηση που έχει τη μορφή ανώνυμης εταιρίας (πρβλ. Πρ. VII Τμ.11, 147/2009). Πλην, όμως, η έκδοση τούτου σε χρόνο μεταγενέστερο της διαχειριστικής περιόδου της πιστοποίησης δεν ασκεί επιρροή στη νομιμότητα και κανονικότητα της δαπάνης, διότι δύναται μεν να επισύρει την επιβολή των προβλεπόμενων κυρώσεων εκ μέρους των αρμοδίων φορολογικών αρχών, δεν άγει όμως σε ακυρότητα του τιμολογίου, και κατά συνέπεια δεν καθιστά μη νόμιμη ή ανύπαρκτη την αξίωση του δικαιούχου επιτηδευματία, αφού το τιμολόγιο εξακολουθεί να αποτελεί νόμιμο δικαιολογητικό εκκαθάρισης και ενταλματοποίησης της σχετικής δαπάνης. (Ελ. Συν. Τμ. 7 πράξη 74/2011) (Ελ. Συν. Κλιμ. Τμ. 7 Πράξη 287/2013224/2014)

 

Νομίμως αναγνωρίζεται η αξίωση της Κοινωφελούς Δημοτικής Επιχείρησης, με βάση τα οικεία τιμολόγια, τα οποία, παρά την έκδοσή τους ετεροχρονισμένα, μετά τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου, εντός της οποίας έγινε η πιστοποίηση των σχετικών εργασιών, αποτελούν νόμιμα δικαιολογητικά. Η έκδοσή τους σε χρόνο μεταγενέστερο του προβλεπόμενου στη διάταξη της παραγράφου 15 του άρθρου 12του π.δ/τος 186/1992 συνιστά παράβαση της διάταξης αυτής, η οποία δύναται να επισύρει την επιβολή φορολογικών κυρώσεων από μέρους των οργάνων της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., πλην όμως δεν καθιστά μη νόμιμη την αναγνώριση της αξίωσης της φερόμενης ως δικαιούχου, καθόσον τα τιμολόγια αυτά αποτελούν νόμιμα δικαιολογητικά εκκαθάρισης και ενταλματοποίησης των ελεγχόμενων δαπανών. (Ελ.Συν. Πράξη 103/2011 Τμ.7) (Ελ.Συν. Τμ. IV Πράξη 49/2011)

Μη κανονική η δαπάνη που αφορά στην πληρωμή του 1ου και τελικού λογαριασμού του έργου «Διαμόρφωση Πλατείας», καθόσον το τιμολόγιο δεν αποτελεί νόμιμο δικαιολογητικό αυτής, αφού εκδόθηκε μετά τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου, εντός της οποίας έγινε η πιστοποίηση των σχετικών εργασιών. Θεώρηση του χρηματικού εντάλματος λόγω συγγνωστής πλάνης. (Ελ.Συν.Πράξη 180/2010 Τμ. 7, αντίθετη με τις ανωτέρω νεώτερες πράξεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου)

 



ιστ. Τιμολόγηση έπειτα από λανθασμένη εφαρμογή ΦΠΑ

Σε περίπτωση εκ παραδρομής εφαρμογής μεγαλύτερου συντελεστή ΦΠΑ, π.χ. 23% αντί 6%, σε χονδρική πώληση αγαθών, υπάρχει δυνατότητα (σύμφωνα με το άρθρο 8 του ν. 4308/2014 και την εγκύκλιο ΠΟΛ. 1003/2014) να εκδοθεί πιστωτικό σημείωμα μόνο για τη διόρθωση του ΦΠΑ. (ΠΟΛ 1244/03.11.2015)

Αντίστοιχα, σε περίπτωση χρέωσης με χαμηλότερο συντελεστή ΦΠΑ από τον αναλογούντα, οφείλεται να εκδοθεί συμπληρωματικό παραστατικό για τη χρέωση του ΦΠΑ, το οποίο ανάγεται στη φορολογική περίοδο που οφειλόταν ο φόρος. (ΠΟΛ 1244/03.11.2015)



II. Τιμολόγιο ανόργανων εσόδων

i.Από 01.01.2015
Για την είσπραξη αποζημιώσεων, επιδοτήσεων, οικονομικών ενισχύσεων, επιστροφών τόκων, εισφορών και λοιπών συναφών εσόδων, δεν προβλέπεται ή έκδοση τιμολογίου από την Οδηγία 2006/112/ΕΕ. Η συναλλαγή δύναται να τεκμηριώνεται από παραστατικό που εκδίδει ο χορηγών το σχετικό ποσό ή η τράπεζα που το καταβάλλει (π.χ. απόφαση επιχορήγησης, βεβαίωση από τον ΟΠΕΚΕΠΕ που περιλαμβάνει τα στοιχεία του δικαιούχου, το ποσό, την ημερομηνία ή άλλο ανάλογο στοιχείο). (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

ii. Από 01.01.2014 έως 31.12.2014
Ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών εκδίδει τιμολόγιο όταν εισπράττει επιδοτήσεις, οικονομικές ενισχύσεις, αποζημιώσεις, επιστροφές τόκων, εισφορές και άλλα ανόργανα έσοδα. Για την υποχρέωση έκδοσης τιμολογίου, ως είσπραξη θεωρείται και η πίστωση του λογαριασμού του δικαιούχου, εφόσον αυτός εγγράφως έλαβε γνώση της πίστωσης αυτής. (παρ.3 άρθρο 6 ΚΦΑΣ)
 


III. Απλοποιημένο τιμολόγιο

Επιτρέπεται η έκδοση απλοποιημένου τιμολογίου σε κάθε μία από τις παρακάτω δύο περιπτώσεις:

α) όταν το ποσό του τιμολογίου δεν υπερβαίνει το ποσό των 100 ευρώ, ή

β) όταν το εκδιδόμενο τιμολόγιο είναι έγγραφο της παρ. 3 του άρθρου 8, δηλ. τιμολόγιο που τροποποιεί και αναφέρεται ειδικά και αναμφισβήτητα σε ένα αρχικά εκδομένο τιμολόγιο. (παρ.1 άρθρο 10 Ν.4308/14)

Το απλοποιημένο τιμολόγιο φέρει υποχρεωτικά τις ακόλουθες ενδείξεις:

α) Την ημερομηνία έκδοσης του τιμολογίου.

β) Προσδιορισμό της οντότητας που πωλεί τα αγαθά ή τις υπηρεσίες.

γ) Τον προσδιορισμό των αγαθών ή των υπηρεσιών που προσφέρονται.

δ) Το ποσό του Φ.Π.Α. που οφείλεται ή τις απαιτούμενες πληροφορίες για τον υπολογισμό του.

ε) Στην περίπτωση έκδοσης τιμολογίου, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 8, αναφορά στο αρχικό τιμολόγιο και τις συγκεκριμένες ενδείξεις (δεδομένα) που τροποποιούνται. (παρ.2 άρθρο 10 Ν.4308/14)

Επέχουν θέση απλοποιημένου τιμολογίου και στοιχεία λιανικής πώλησης αγαθών ή υπηρεσιών, που καλύπτουν επαγγελματικές συναλλαγές και μέχρι του ορίου των εκατό (100) ευρώ, εφόσον εκδίδονται για την αγορά μη εμπορεύσιμων (για τον αγοραστή) αγαθών (αναλώσιμων) ή για τη λήψη, ομοίως, υπηρεσιών. Η ρύθμιση αυτή στοχεύει στην διευκόλυνση των συναλλαγών, χωρίς ωστόσο να ισοδυναμεί με υποκατάσταση του τιμολογίου πώλησης από τις αποδείξεις λιανικής. Δηλαδή, δεν δικαιολογείται γενικευμένη χρήση αποδείξεων λιανικής. Στις περιπτώσεις αυτές, η τεκμηρίωση της σχετικής δαπάνης από τον αγοραστή των αγαθών ή τον λήπτη των υπηρεσιών δύναται να επιτυγχάνεται με την αναγραφή του είδους των αγαθών και των υπηρεσιών επί των στοιχείων λιανικής πώλησης κατά γενική περιγραφή ή και από την περιγραφή της δραστηριότητας- επαγγέλματος του εκδότη στα στοιχεία αυτά. Σε κάθε περίπτωση, η τεκμηρίωση είναι θέμα πραγματικών περιστατικών. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)
 


IV. Συγκεντρωτικό τιμολόγιο επαναλαμβανόμενων πωλήσεων

Επιτρέπεται η έκδοση συγκεντρωτικού τιμολογίου το οποίο αναφέρεται σε διαφορετικές (επαναλαμβανόμενες) παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών. Το συγκεντρωτικό τιμολόγιο περιλαμβάνει τις ίδιες πληροφορίες όπως το τιμολόγιο ή το απλοποιημένο τιμολόγιο, κατά περίπτωση. (παρ.3 άρθρο 10 Ν.4308/14)

Ως επαναλαμβανόμενες πωλήσεις νοούνται οι πωλήσεις που παρουσιάζουν περιοδικότητα ή συχνότητα, καθημερινά ή κατά αραιότερα χρονικά διαστήματα, από τον ίδιο πωλητή προς τον ίδιο αγοραστή. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Για τη διευκόλυνση των συναλλαγών, επί επαναλαμβανόμενων παροχών υπηρεσιών, ο πωλητής δύναται να τηρεί κατάσταση κατά αγοραστή - πελάτη, στην οποία καταχωρείται για κάθε παροχή, η ημερομηνία της παροχής, το είδος και η έκταση των υπηρεσιών. Με βάση τα δεδομένα της κατάστασης αυτής, εκδίδεται συγκεντρωτικό τιμολόγιο, στο χρόνο που προβλέπεται από τις διατάξεις της περίπτωσης (δ) της παραγράφου 2 του άρθρου 11 του Ν.4308/14, το οποίο περιλαμβάνει τις πληροφορίες που απαιτούνται για την έκδοση του απλοποιημένου τιμολογίου, όπως αναφέρονται στις διατάξεις τωνπεριπτώσεων (α) έως και (δ) της παραγράφου 2 του άρθρου 10 του Ν.4308/14. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Όταν δεν εκδίδεται η προαναφερόμενη κατάσταση, το εκδιδόμενο συγκεντρωτικό τιμολόγιο περιέχει όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του Ν.4308/14, αναφορικά με το περιεχόμενό του. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)


V. Ηλεκτρονικό τιμολόγιο

Το τιμολόγιο μπορεί να εκδίδεται σε ηλεκτρονική ή σε έντυπη μορφή. (παρ.1 άρθρο 14 Ν.4308/14)

 

Ηλεκτρονικό τιμολόγιο, συμπεριλαμβανομένου του στοιχείου λιανικής πώλησης, είναι οποιοδήποτε τιμολόγιο περιέχει τις πληροφορίες που απαιτούνται από τον Ν.4308/14 και το οποίο έχει εκδοθεί και ληφθεί σε ηλεκτρονική μορφή. (παρ.2 άρθρο 14 Ν.4308/14)

 

Η χρήση ηλεκτρονικού τιμολογίου υπόκειται στην αποδοχή του, με έντυπο ή ηλεκτρονικό τρόπο, εκ μέρους του λήπτη των αγαθών ή υπηρεσιών που υπόκεινται σε τιμολόγηση. (παρ.3 άρθρο 14 Ν.4308/14)

Η αποδοχή μπορεί να είναι επίσημη ή ανεπίσημη, ή να γίνεται με σιωπηρή συμφωνία, για παράδειγμα μέσω της επεξεργασίας ή πληρωμής του παραληφθέντος τιμολογίου. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Στην περίπτωση που πλήθος ηλεκτρονικών τιμολογίων αποστέλλονται ή τίθενται συγκεντρωτικά στη διάθεση του ίδιου προσώπου που αποκτά αγαθά ή λαμβάνει υπηρεσίες, οι επαναλαμβανόμενες ενδείξεις στα διάφορα τιμολόγια είναι δυνατόν να παρατίθενται μία μόνο φορά, όταν είναι δυνατή η πρόσβαση στο σύνολο των πληροφοριών κάθε τιμολογίου. (παρ.4 άρθρο 14 Ν.4308/14)

 

Η μορφή του πρότυπου έκδοσης ηλεκτρονικού τιμολογίου ορίζεται με απόφαση Υπουργού Οικονομικών μετά από εισήγηση του Διοικητή της ΑΑΔΕ, σύμφωνα με το ευρωπαϊκό πρότυπο έκδοσης ηλεκτρονικών τιμολογίων, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 149 του ν. 4601/2019 (Α΄ 44). Με απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ καθορίζονται οι διαδικασίες παραλαβής και επεξεργασίας του ηλεκτρονικού τιμολογίου, οι απαιτήσεις διαλειτουργικότητας και διασύνδεσης αυτού με τα ολοκληρωμένα πληροφοριακά συστήματα της ΑΑΔΕ, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία τεχνική ή/και ειδική λεπτομέρεια σχετικά με το πρότυπο έκδοσης του ηλεκτρονικού τιμολογίου. Για το περιεχόμενο του ηλεκτρονικού τιμολογίου εφαρμόζονται τα οριζόμενα στις σχετικές διατάξεις του ν.4308/14. Το πρότυπο έκδοσης ηλεκτρονικού τιμολογίου χρησιμοποιείται σε όλες τις συναλλαγές των οντοτήτων, με την εξαίρεση των δημοσίων συμβάσεων, για τις οποίες ισχύουν τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 148 έως 154 του ν. 4601/2019.(παρ.5 άρθρο 14 Ν.4308/14, όπως προστέθηκε με την παρ.1 του άρθρου 45 του Ν.4646/19)

 

Κατ' εξουσιοδότηση της ανωτέρω διάταξης εκδόθηκε η απόφαση Υπ. Οικ. 1017/27.01.2020 (ΦΕΚ 457/14.02.2020 τεύχος Β’): Καθορισμός της μορφής του προτύπου έκδοσης του ηλεκτρονικού τιμολογίου, σύμφωνα με το ευρωπαϊκό πρότυπο έκδοσης ηλεκτρονικών τιμολογίων.

 

Με την απόφαση Υπ. Οικ. Α.1035/18.02.2020 (ΦΕΚ 551/20.02.2020 τεύχος Β’) καθορίζονται οι υποχρεώσεις των Παρόχων Υπηρεσιών Ηλεκτρονικής Έκδοσης Στοιχείων και οι διαδικασίες ελέγχου παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικής έκδοσης στοιχείων.

Με την Ε.2123/29.07.2020 εγκύκλιο της Α.Α.Δ.Ε.  παρέχονται διευκρινίσεις για την εφαρμογή της ανωτέρω απόφασης.



Το ηλεκτρονικό τιμολόγιο απαιτείται να έχει εκδοθεί και να έχει ληφθεί με ένα (οποιοδήποτε) ηλεκτρονικό μορφότυπο. Η επιλογή του μορφότυπου αποφασίζεται από τις υποκείμενες οντότητες. Συνήθεις μορφότυποι περιλαμβάνουν τιμολόγια ως δομημένα μηνύματα (όπως XML) ή άλλα είδη ηλεκτρονικών μορφότυπων. Παραδείγματα άλλων μορφότυπων είναι ένα μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου με συνημμένο αρχείο PDF (Portable Document Format) ή μια τηλεομοιοτυπία που λαμβάνεται σε ηλεκτρονική και όχι σε έντυπη μορφή (με δεδομένο ότι απαιτείται έκδοση και λήψη σε ηλεκτρονική μορφή). (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Είναι δυνατή η αποστολή και λήψη των ηλεκτρονικών τιμολογίων σε έναν μορφότυπο και η μετατροπή τους σε άλλον μορφότυπο στη συνέχεια. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Δεν θεωρούνται όλα τα τιμολόγια που δημιουργούνται σε ηλεκτρονική μορφή ως «ηλεκτρονικά τιμολόγια». Τα τιμολόγια που δημιουργούνται σε ηλεκτρονική μορφή, για παράδειγμα μέσω λογιστικού λογισμικού ή μέσω λογισμικού επεξεργασίας κειμένου, τα οποία αποστέλλονται και λαμβάνονται σε έντυπη μορφή δεν είναι ηλεκτρονικά τιμολόγια. Αντίθετα, τα τιμολόγια που δημιουργούνται σε έντυπη μορφή, σαρώνονται, αποστέλλονται και λαμβάνονται μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου δύναται να θεωρηθούν ως ηλεκτρονικά τιμολόγια. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Ένα τιμολόγιο πρέπει να θεωρείται ότι εκδόθηκε όταν ο προμηθευτής ή ένα τρίτο μέρος που ενεργεί εκ μέρους του ή ο πελάτης, στην περίπτωση αυτοτιμολόγησης, διαθέτει το τιμολόγιο ούτως ώστε να μπορεί να παραληφθεί από τον πελάτη. Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι το ηλεκτρονικό τιμολόγιο μεταβιβάζεται απευθείας στον πελάτη, παραδείγματος χάριν μέσω μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή ενός ασφαλούς συνδέσμου, ή έμμεσα μέσω ενός ή περισσότερων παρόχων υπηρεσιών, ή ότι διατίθεται και είναι προσβάσιμο για τον πελάτη μέσω διαδικτυακής πύλης ή οποιασδήποτε άλλης μεθόδου. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

 

Με το άρθρο 71ΣΤ του ν. 4172/2013 (Α΄ 167), όπως προστέθηκε με το άρθρο 48 του Ν.4701/20, παρέχεται σειρά κινήτρων στις οντότητες που επιλέγουν την ηλεκτρονική τιμολόγηση μέσω της χρήσης των υπηρεσιών παρόχων ηλεκτρονικής έκδοσης στοιχείων, ως αποκλειστικού τρόπου έκδοσης των παραστατικών πωλήσεών τους, αλλά και στις οντότητες-λήπτριες των αγαθών ή υπηρεσιών που αποδέχονται τη δυνατότητα ηλεκτρονικής τιμολόγησης μέσω οποιουδήποτε παρόχου για τα φορολογικά έτη μέχρι και το 2022.

 

Με την απόφαση ΑΑΔΕ A.1258/23.11.2020 (ΦΕΚ 5243/26.11.2020 τεύχος B’) καθορίζεται η διαδικασία και ο τρόπος υποβολής των δηλώσεων της αποκλειστικής χρήσης της ηλεκτρονικής τιμολόγησης μέσω Παρόχου και της αποδοχής της ηλεκτρονικής τιμολόγησης μέσω Παρόχου, καθώς και κάθε άλλο ειδικότερο θέμα συμπεριλαμβανομένης της παρακολούθησης εφαρμογής των εν λόγω υποχρεώσεων για την εφαρμογή του άρθρου 71ΣΤ’ του ν. 4172/2013 (Α’ 167)

 

Με την Απόφαση Υπ. Επικρ. 19315 ΕΞ 2022/19.05.2022 (ΦΕΚ 2563/24.05.2022 τεύχος Β’) διατίθενται οι διαδικτυακές υπηρεσίες «Διαχείριση Ηλεκτρονικών Τιμολογίων» και «Διάθεση στοιχείων και έλεγχος πεδίων e-τιμολογίου» στο πληροφοριακό σύστημα «epde_einvoicing» του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, μέσω του Κέντρου Διαλειτουργικότητας της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης, με σκοπό την παραλαβή και επεξεργασία ηλεκτρονικών τιμολογίων που αφορούν σε έργα του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ).

 

Για περισσότερα δείτε την ενότητα: ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΣΥΜΒΑΣΗΣ / ΚΟΙΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ / ΠΛΗΡΩΜΗ / Ηλεκτρονικά τιμολόγια



VI. Πιστωτικό τιμολόγιο


i. Από 01.01.2015
Πιστωτικό τιμολόγιο είναι το τιμολόγιο που εκδίδεται για κάθε περίπτωση εκπτώσεων, επιστροφών ή άλλων διαφορών. (παρ.6 άρθρο 8 Ν.4308/14)

Τέτοιες διαφορές μπορεί να είναι η διαπίστωση ελλειμμάτων κατά την αποστολή και παράδοση των αγαθών, λανθασμένου υπολογισμού αξίας, λανθασμένη αναγραφή επωνυμίας, εσφαλμένης χρέωσης Φ.Π.Α. επί του αρχικά εκδοθέντος τιμολογίου και τυχόν άλλες διαφορές, που έχουν σχέση και επηρεάζουν το περιεχόμενο του αρχικού τιμολογίου. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Ως εσφαλμένη χρέωση θεωρείται η επιβάρυνση της αξίας του τιμολογίου με ΦΠΑ που δεν θα έπρεπε να επιβαρυνθεί με ΦΠΑ ή που επιβαρύνθηκε με ΦΠΑ μεγαλύτερο του αναλογούντος. Εσφαλμένη χρέωση μπορεί να συμβεί κατά τη διενέργεια διαφόρων πράξεων.
Ενδεικτικά μπορεί να αφορά πράξεις που είναι:
α) φορολογητέες που έχουν επιβαρυνθεί με υψηλότερο συντελεστή από τον ορθό,
β) εκτός πεδίου εφαρμογής των διατάξεων του ΦΠΑ (π.χ. αποζημίωση), ή
γ) υπαγόμενες (εντός πεδίου εφαρμογής των διατάξεων του ΦΠΑ) και απαλλασσόμενες στο εσωτερικό της Χώρας (μικρές επιχειρήσεις - άρθρο 39 του Κώδικα ΦΠΑ, παροχή υπηρεσιών από ασφαλιστή - άρθρο 22, κλπ), ή
δ) φορολογητέες εκτός του εσωτερικού της Χώρας (π.χ. νομικές υπηρεσίες που παρέχονται από υποκείμενο εγκατεστημένο στο εσωτερικό της Χώρας σε υποκείμενο που ενεργεί με την ιδιότητά του αυτή και έχει την έδρα της οικονομικής του δραστηριότητας- ΑΦΜ/ΦΠΑ σε άλλο κράτος μέλος), ή 
ε) υπαγόμενες σε ΦΠΑ πράξεις φορολογητέες στο εσωτερικό της Χώρας, για τις οποίες υπόχρεος για την καταβολή του φόρου είναι ο λήπτης του αγαθού (π.χ. παραδόσεις ανακυκλώσιμων  απορριμμάτων). Εξαιρούνται και δεν θεωρείται ότι υφίσταται εσφαλμένη χρέωση οι περιπτώσεις όπου βάσει σχετικών αποφάσεων ο φόρος αναγράφεται στο τιμολόγιο, ωστόσο καταβάλλεται από το λήπτη (π.χ. αγορά καινούργιου μηχανολογικού εξοπλισμού από βιοτεχνική επιχείρηση βάσει της ΚΥΑ Π.2869/2389/ΠΟΛ 137/4.5.1987).
Στις ανωτέρω περιπτώσεις β, γ, δ, ε (πλην της ανωτέρω εξαίρεσης της περ. ε), το τιμολόγιο πρέπει να εκδίδεται χωρίς ΦΠΑ, επομένως εάν έχει εκδοθεί με ΦΠΑ, πρόκειται για εσφαλμένη χρέωση. (ΠΟΛ 1052/04.04.2017)

Στην περίπτωση εσφαλμένης χρέωσης του ΦΠΑ από τον εκδότη του τιμολογίου, προβλέπεται η έκδοση πιστωτικού τιμολογίου μόνο για ΦΠΑ, προκειμένου να διορθωθεί η αρχικά εσφαλμένη χρέωση και να μην επιβαρύνεται ο αποδέκτης του τιμολογίου με το ποσό αυτό.
Εάν ο λήπτης του τιμολογίου έχει ασκήσει δικαίωμα έκπτωσης βάσει του αρχικού στοιχείου, έχει υποχρέωση διόρθωσης της εσφαλμένης έκπτωσης, με το πιστωτικό τιμολόγιο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 30, 32 του Κώδικα ΦΠΑ (ν. 2859/2000) με την επιφύλαξη των διατάξεων περί παραγραφής. (ΠΟΛ 1052/04.04.2017)

Δεν υφίσταται ανάγκη έκδοσης πιστωτικού τιμολογίου εάν ο εκδότης του φορολογικού στοιχείου έχει επιβαρύνει το αρχικό στοιχείο με ΦΠΑ μεγαλύτερο του αναλογούντος για την συγκεκριμένη πράξη και στο λήπτη παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης του φόρου αυτού (π.χ. επιβάρυνση του αρχικού στοιχείου με συντελεστή 24%, αντί του ορθού 17%). Σε κάθε άλλη περίπτωση θα πρέπει να εξετάζεται από το λήπτη το δικαίωμα έκπτωσης ή μη του ΦΠΑ που αφορά σε εσφαλμένη χρέωση, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Ο υποκείμενος στο φόρο εκδότης έχει σε κάθε περίπτωση υποχρέωση απόδοσης του υπερβάλλοντος ΦΠΑ σε σχέση με τον αναλογούντα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 35.1.ι΄ και 35.2 του Κώδικα ΦΠΑ. (ΠΟΛ 1052/04.04.2017)

Επισημαίνεται ότι, όπως έχει γίνει δεκτό από τη Διοίκηση, δεν απαγορεύεται η έκδοση πιστωτικού τιμολογίου για το σύνολο της αξίας του αρχικά εκδοθέντος τιμολογίου και στη συνέχεια η έκδοση νέου τιμολογίου, στο οποίο θα αναγράφεται η διάταξη βάσει της οποίας η εν λόγω συναλλαγή απαλλάσσεται από το Φ.Π.Α. (ΠΟΛ 1052/04.04.2017)

Η δυνατότητα έκδοσης πιστωτικών τιμολογίων, σύμφωνα με τα ανωτέρω, δεν απαγορεύεται από τις διατάξεις του ν.4308/2014 για αρχικά τιμολόγια που έχουν εκδοθεί πριν την 1.1.2015  ανεξαρτήτως της χρήσης που είχαν αυτά εκδοθεί, με την επιφύλαξη των περί παραγραφής διατάξεων. (ΠΟΛ 1052/04.04.2017)

Το πιστωτικό τιμολόγιο εκδίδεται, σε κάθε περίπτωση, μεταξύ των αντισυμβαλλομένων , οι οποίοι θα πρέπει να ενεργούν με την ιδιότητα που είχαν κατά την έκδοση του αρχικού στοιχείου. Κατά συνέπεια δεν είναι δυνατή η έκδοση πιστωτικού τιμολογίου, μετά την ημερομηνία παύσης εργασιών του λήπτη του αρχικού τιμολογίου. (ΠΟΛ 1052/04.04.2017)

Για την έκδοση του πιστωτικού τιμολογίου λόγω εσφαλμένης χρέωσης λαμβάνεται υπόψη ο συντελεστής ΦΠΑ που ήταν σε ισχύ κατά το χρόνο έκδοσης του αρχικού τιμολογίου. (ΠΟΛ 1052/04.04.2017)

Στο φορολογικό στοιχείο θα πρέπει να αναγράφεται το λεκτικό «έκδοση πιστωτικού τιμολογίου λόγω αρχικά εσφαλμένης χρέωσης» ώστε να είναι σε γνώση της φορολογικής αρχής ο λόγος έκδοσης του πιστωτικού τιμολογίου. (ΠΟΛ 1052/04.04.2017)

Τα πιστωτικά τιμολόγια περιλαμβάνονται στις υποβληθείσες καταστάσεις φορολογικών στοιχείων για διασταύρωση πληροφοριών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ΑΓΓΔΕ ΠΟΛ 1022/2014,  με βάση την ημερομηνία έκδοσής τους, ανεξαρτήτως εάν εκδίδονται εμπρόθεσμα ή εκπρόθεσμα. (ΠΟΛ 1052/04.04.2017)

Στην περίπτωση που ο λήπτης του στοιχείου είναι μη εγκατεστημένος στο εσωτερικό της Χώρας υποκείμενος στο φόρο και μη υπόχρεος σε τήρηση των Ελληνικών Λογιστικών Προτύπων, ο  εκδότης του στοιχείου έχει υποχρέωση να ενημερώνει τη Διεύθυνση Εφαρμογής Έμμεσης Φορολογίας, Τμήμα Γ΄, για την έκδοση του πιστωτικού τιμολογίου, καθώς είναι πιθανό η Φορολογική Διοίκηση να έχει προβεί σε επιστροφή του σχετικού φόρου κατ' εφαρμογή των σχετικών διατάξεων (Οδηγία 9/2008 και άρθρο 34 παρ. 2  του Κώδικα ΦΠΑ). (ΠΟΛ 1052/04.04.2017)

Επισημαίνεται ότι, σε κάθε περίπτωση το πιστωτικό τιμολόγιο εκδίδεται από πωλητή των αγαθών ή παροχής υπηρεσιών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο νόμο για την έκδοση τιμολογίου. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Για το πιστωτικό τιμολόγιο, όπως και για τα παραστατικά της παραγράφου 10 του άρθρου 8 του Ν.4308/14 (λ.χ. «τίτλος κτήσης», απόδειξη δαπάνης κλπ,) που εκδίδονται για την τεκμηρίωση συναλλαγής της υποκείμενης στο νόμο οντότητας με πρόσωπα μη υπόχρεα σε έκδοση τιμολογίου, δεν ορίζεται ρητά από τις διατάξεις του Ν.4308/14 χρόνος έκδοσης αυτού. Ωστόσο, ισχύουν κατ' αναλογία τα αναφερόμενα στο χρόνο έκδοσης του τιμολογίου και ειδικότερα:
α) επί παροχής εκπτώσεων εκ των υστέρων, για πωλήσεις αγαθών ή παροχή υπηρεσιών, το (πιστωτικό) τιμολόγιο εκδίδεται μέχρι την 15η ημέρα του επόμενου μήνα, από το χρόνο που γεννάται η υποχρέωση χορήγησης της έκπτωσης,
β) στις επιστροφές πωληθέντων αγαθών, το τιμολόγιο εκδίδεται μέχρι την 15η ημέρα του επόμενου μήνα, από το χρόνο παραλαβής των επιστρεφομένων αγαθών,
γ) για άλλες διαφορές, που έχουν σχέση και επηρεάζουν την αξία ή το περιεχόμενο γενικά του αρχικού τιμολογίου, το πιστωτικό τιμολόγιο εκδίδεται μέχρι την 15η ημέρα του επόμενου μήνα, από τη διαπίστωση των διαφορών (θέμα πραγματικό). (ΠΟΛ 1003/31.12.2014, όπως τροποποιήθηκε με την ΠΟΛ 1261/03.12.2015)


ii. Πατήστε εδώ για να δείτε το καθεστώς έως 31.12.2014

Από τις διατάξεις της παρ.13 του άρθρου 12 του προϊσχύοντα Κ.Β.Σ. (Π.Δ. 186/1992), όπως ερμηνεύτηκαν με την εγκύκλιο ΠΟΛ.3/24.11.1992 του Κ.Β.Σ. (παράγραφοι 12.11.1-2.), καθώς και από αυτές της παρ.13 του άρθρου 6 του Κ.Φ.Α.Σ. (ν.4093/2012), που είναι ομοίου περιεχομένου με τις προηγούμενες, προβλέπεται η έκδοση πιστωτικού τιμολόγιου από τον εκδότη του τιμολογίου ή άλλου στοιχείου που εκδόθηκε αντί τιμολογίου, περιοριστικά στις εξής περιπτώσεις: α) για την παροχή έκπτωσης, όταν δεν αναγράφεται αυτή στο αρχικό τιμολόγιο, β) για διαφορές που επηρεάζουν την αξία του αρχικού τιμολογίου και γ) για τις επιστροφές πωληθέντων αγαθών. (Υπ. Οικ. Δ15Β 1185461 ΕΞ 2013/03.12.2013)

Από τα προαναφερόμενα προκύπτει ότι το πιστωτικό τιμολόγιο εκδίδεται αποκλειστικά και μόνο από τον εκδότη του τιμολογίου, δηλαδή από τον εκδότη του στοιχείου που αναφέρεται στην αρχική συναλλαγή, εφόσον συντρέχουν λόγοι που επηρεάζουν την αξία ή το περιεχόμενο του στοιχείου αυτού, όπως μεταξύ άλλων, επί παροχής έκπτωσης σε είσπραξη αποζημίωσης ή και ολικού αντιλογισμού της εν λόγω συναλλαγής, επί ανυπαρξίας αυτής. (Υπ. Οικ. Δ15Β 1185461 ΕΞ 2013/03.12.2013)

Τέλος, αυτονόητο είναι ότι η αναγνώριση των εκπτώσεων αυτών, τόσο του ύψους όσο και της πραγματοποίησής τους, εξαρτάται από τα πραγματικά γεγονότα και περιστατικά και σε κάθε περίπτωση τελικά αποτελούν διερεύνηση και κρίση του φορολογικού ελέγχου. (Υπ. Οικ. Δ15Β 1185461 ΕΞ 2013/03.12.2013)

 


VII. Απόδειξη λιανικής

i. Από 1.1.2015

α. Υποχρέωση έκδοσης
Για κάθε πώληση αγαθών ή υπηρεσιών σε ιδιώτες καταναλωτές, μπορεί να εκδίδεται στοιχείο λιανικής πώλησης (απόδειξη λιανικής πώλησης ή απόδειξη παροχής υπηρεσιών), αντί έκδοσης τιμολογίου του άρθρου 8 του Ν.4308/14. Αντίτυπο αυτού του εγγράφου παραδίδεται, αποστέλλεται ή τίθεται στη διάθεση του πελάτη. (παρ.1 άρθρο 12 Ν.4308/14)

β. Περιεχόμενο στοιχείου λιανικής πώλησης
Το στοιχείο λιανικής πώλησης φέρει υποχρεωτικά τις ακόλουθες ενδείξεις:
α) Την ημερομηνία έκδοσης.
β) Τον αύξοντα αριθμό για μία ή περισσότερες σειρές στοιχείων λιανικής πώλησης, ο οποίος χαρακτηρίζει το στοιχείο αυτό με μοναδικό τρόπο.
γ) Τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.), με βάση τον οποίο ο πωλητής πραγματοποίησε την παράδοση των αγαθών ή την παροχή των υπηρεσιών.
δ) Το πλήρες όνομα και την πλήρη διεύθυνση του πωλητή των αγαθών ή υπηρεσιών.
ε) Το συντελεστή Φ.Π.Α. που εφαρμόζεται και τη μικτή αξία πώλησης που αυτός αφορά. (παρ.2 άρθρο 12 Ν.4308/14)

Για σκοπούς ευχερούς ταυτοποίησης των σχετικών συναλλαγών, δύναται να καθίσταται υποχρεωτική η αναγραφή πρόσθετων στοιχείων στα εκδιδόμενα στοιχεία λιανικής πώλησης ορισμένων κατηγοριών υπηρεσιών ή αγαθών, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, ύστερα από δημοσίευση αξιολόγησης των διοικητικών βαρών για τις υποκείμενες οντότητες σε σχέση με το αναμενόμενο φορολογικό όφελος. (παρ.3 άρθρο 12 Ν.4308/14)

γ. Πιστωτικό στοιχείο λιανικής πώλησης
Στην περίπτωση εκπτώσεων ή επιστροφών εκδίδεται πιστωτικό στοιχείο λιανικής πώλησης. Για κάθε εκδιδόμενο πιστωτικό στοιχείο λιανικής πώλησης άνω των 50 ευρώ τηρείται από τον πωλητή αρχείο με το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση του πελάτη. (παρ.4 άρθρο 12 Ν.4308/14)


Αντί της τήρησης ιδιαίτερου αρχείου επιστροφών και εκπτώσεων λιανικής, ο πωλητής δύναται να αναγράφει τις πληροφορίες αυτές στα εκδιδόμενα πιστωτικά στοιχεία. Διευκρινίζεται ότι πιστωτικό στοιχείο λιανικής δύναται να εκδίδεται για κάθε πώληση λιανικής (εμπορεύματα, προϊόντα, υπηρεσίες, κλπ.). (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

δ. Στοιχεία που εξομοιώνονται με στοιχείο λιανικής πώλησης
Με στοιχείο λιανικής πώλησης εξομοιώνεται κάθε άλλο έγγραφο που περιλαμβάνει τα δεδομένα του στοιχείου λιανικής πώλησης (π.χ. συμβόλαια μεταβίβασης αγαθών, λογαριασμοί, εισιτήρια, τραπεζικά παραστατικά, ασφαλιστήρια συμβόλαια κ.λπ.) και αντίτυπο αυτού παραδίδεται, αποστέλλεται ή τίθεται στη διάθεση του πελάτη. (παρ.5 άρθρο 12 Ν.4308/14) (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Διευκρινίζεται ότι δεν απαιτείται η έκδοση ξεχωριστού στοιχείου λιανικής για την είσπραξη αμοιβής από συμβολαιογράφους, εφόσον η αμοιβή αναγράφεται στο σχετικό συμβόλαιο, δεδομένου ότι το συμβόλαιο εξομοιώνεται στην περίπτωση αυτή με στοιχείο λιανικής βάσει των στοιχείων που περιέχει. Το ίδιο ισχύει αναλογικά και με τις ίδιες προϋποθέσεις για κάθε άλλο υπόχρεο (π.χ. δικαστικοί επιμελητές). (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

ε. Ονομασίου στοιχείου λιανικής πώλησης
Το στοιχείο λιανικής πώλησης μπορεί να φέρει ανάλογη ονομασία, σύμφωνα με τις επικρατούσες συναλλακτικές πρακτικές ή τις απαιτήσεις άλλης νομοθεσίας. («Απόδειξη», «Απόδειξη λιανικής», «Απόδειξη λιανικής πώλησης», «Απόδειξη παροχής υπηρεσιών» και «Απόδειξη λιανικών συναλλαγών») (παρ.6 άρθρο 12 Ν.4308/14) (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

στ. Απαλλαγή από χρήση φορολογικών μηχανισμών
Το Δημόσιο, οι Δήμοι και τα λοιπά Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου απαλλάσσονται από το φορολογικό έτος 2015 και εφεξής, από τη χρησιμοποίηση φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών (φορολογική ταμειακή μηχανή ή μηχανισμός Ε.Α.Φ.Δ.Σ.Σ.), για τα στοιχεία που εκδίδουν. (περίπτ.ι παρ.1 άρθρο 1 ΠΟΛ 1002/31.12.2014 (ΦΕΚ 03/05.01.2015 τεύχος Β')


Οι οντότητες αυτές δύνανται να εκδίδουν τα στοιχεία λιανικής πώλησης με χειρόγραφο τρόπο ή με άλλο τεχνικό μέσο. (παρ.11 άρθρο 12 Ν.4308/14)

Για τις αποδείξεις λιανικών συναλλαγών που εκδίδονται για πωλήσεις φυσικού αερίου μέσω δικτύου, ύδατος πόσιμου μέσω δικτύου, αεριόφωτος, ηλεκτρικού ρεύματος, θερμικής ενέργειας ή παροχής τηλεπικοινωνιακών, ταχυδρομικών, τραπεζικών, χρηματιστηριακών, χρηματοδοτικών εργασιών, καθώς και στις περιπτώσεις είσπραξης ανταποδοτικών τελών και λοιπών συναφών δικαιωμάτων από το Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α., δημοτικές επιχειρήσεις και επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, παρέχεται απαλλαγή από την υποχρέωση έκδοσης των σχετικών αποδείξεων πώλησης μέσω φορολογικού ηλεκτρονικού μηχανισμού. (παρ.4 άρθρο 1 ΠΟΛ 1002/31.12.2014 (ΦΕΚ 03/05.01.2015 τεύχος Β')

Ο ασκών το επάγγελμα του δικηγόρου,απαλλάσσεται από το φορολογικό έτος 2015 και εφεξής, της υποχρέωσης χρησιμοποίησης φορολογικού ηλεκτρονικού μηχανισμού για την έκδοση των αποδείξεων λιανικών συναλλαγών με την προϋπόθεση ότι στις εκδιδόμενες αποδείξεις αναγράφεται και το ονοματεπώνυμο και η διεύθυνση του πελάτη. (ΠΟΛ 1002/31.12.2014 (ΦΕΚ 03/05.01.2015 τεύχος Β').

ζ. Χρόνος έκδοσης
Το στοιχείο λιανικής πώλησης (απόδειξη ή τιμολόγιο) εκδίδεται:

α) Σε περίπτωση πώλησης αγαθών, κατά το χρόνο παράδοσης ή την έναρξη της αποστολής. (περίπτ. α άρθρο 13 Ν.4308/14)

Διευκρινίζεται ότι στις λιανικές πωλήσεις αγαθών η έκδοση παραστατικού διακίνησης από τον πωλητή δεν μεταθέτει το χρόνο έκδοσης του παραστατικού λιανικής πώλησης. Το στοιχείο αυτό πρέπει να εκδίδεται και πάλι κατά την παράδοση ή την έναρξη της αποστολής των αγαθών. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Όταν η παράδοση των πωλούμενων αγαθών γίνεται από τρίτο, το στοιχείο λιανικής πώλησης εκδίδεται μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από την παράδοση και πάντως εντός του φορολογικού έτους που έγινε η παράδοση. (περίπτ. α άρθρο 13 Ν.4308/14, όπως τροποποιήθηκε με την περίπτ. α' της παρ. 4 του άρθρου 41 του Ν.4410/16) (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Εννοείται πως όταν εκδίδεται παραστατικό λιανικής, δεν απαιτείται έκδοση παραστατικού διακίνησης. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)
 

β) Σε περίπτωση παροχής υπηρεσιών, με την ολοκλήρωση της παροχής της υπηρεσίας. (περίπτ. β άρθρο 13 Ν.4308/14)

 

γ) Σε περίπτωση απόκτησης δικαιώματος λήψης υπηρεσίας, με την απόκτηση του δικαιώματος αυτού. (περίπτ. γ άρθρο 13 Ν.4308/14)

Στην περίπτωση απόκτησης δικαιώματος λήψης υπηρεσιών που θα παρασχεθούν σε μελλοντικό χρόνο για συγκεκριμένο ή μη χρονικό διάστημα, τα στοιχεία λιανικής εκδίδονται με την απόκτηση του δικαιώματος αυτού, ανεξάρτητα του τρόπου καταβολής (μετρητοίς, επιταγές, πιστωτικές κάρτες κ.λπ.). Τέτοιες περιπτώσεις είναι, μεταξύ άλλων, τα εισιτήρια θεαμάτων, τα εισιτήρια μεταφοράς προσώπων κ.λπ. Ο χρόνος αυτός μπορεί να είναι πριν από την έναρξη ή με την έναρξη της παροχής της υπηρεσίας, και η έκδοση του σχετικού παραστατικού μπορεί να τίθεται ως προϋπόθεση για να αποκτήσει και να μπορεί να ασκήσει ο πελάτης το δικαίωμα λήψης ή χρήσης των υπηρεσιών, για ορισμένο ή μη χρονικό διάστημα. Σημειώνεται ότι το πλήθος των λήψεων των υπηρεσιών μπορεί να είναι, ή να μην είναι, καθορισμένο. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Ειδικά για τις λιανικές πωλήσεις αγαθών σε συνεχή ροή (π.χ. ηλεκτρικό ρεύμα, φυσικό αέριο κ.λπ.), κατ' αναλογία της ρύθμισης της περίπτωσης (β) της παραγράφου 2 του άρθρου 11, το στοιχείο λιανικής μπορεί να εκδοθεί μέχρι τη δέκατη πέμπτη (15η ) ημέρα του επόμενου μήνα από την περίοδο στην οποία μέρος της σχετικής αμοιβής καθίσταται απαιτητό για τα αγαθά που έχουν πωληθεί. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

 

δ) Σε περίπτωση συνεχιζόμενης παροχής αγαθών, υπηρεσίας ή κατασκευής έργου (π.χ. διδασκαλία συγκεκριμένων μαθημάτων, συμπλήρωση φορολογικής δήλωσης από το φοροτέχνη-λογιστή, κλπ.), το παραστατικό της πώλησης εκδίδεται όταν μέρος της αμοιβής καθίσταται απαιτητό για το μέρος της υπηρεσίας ή του έργου που έχει ολοκληρωθεί και σε κάθε περίπτωση με την ολοκλήρωση της υπηρεσίας ή του έργου. (περίπτ. δ άρθρο 13 Ν.4308/14, όπως τροποποιήθηκε με την περίπτ. β' της παρ. 4 του άρθρου 41 του Ν.4410/16) (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

 
ii. Πατήστε εδώ για να δείτε το καθεστώς έως 31.12.2014
Επισημαίνεται ιδιαίτερα, ότι βάσει των νέων διατάξεων οι υπόχρεοι απεικόνισης συναλλαγών που ασκούν ελευθέριο επάγγελμα (όπως και όλοι οι υπόχρεοι απεικόνισης συναλαγών) και παρέχουν υπηρεσίες σε άλλο υπόχρεο, σε πρόσωπο της παραγράφου 1 του άρθρου 3 (μεταξύ των οποίων και το Δημόσιο) , σε αγρότες του ειδικού καθεστώτος Φ.Π.Α. ή σε πρόσωπο εκτός της χώρας, για την άσκηση του επαγγέλματος τους, εκδίδουν πλέον τιμολόγιο όπως ορίζεται στο άρθρο 6 του Κ.Φ.Α.Σ. και όχι απόδειξη παροχής υπηρεσιών (λιανικής), όπως εξέδιδαν σε περίπτωση παροχής των υπηρεσιών τους στα ως άνω πρόσωπα βάσει των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 13 του προϊσχύσαντος Κ.Β.Σ.(π.δ. 186/1992).(ΠΟΛ 1004/2013)

Εξομοιώνεται με τιμολόγιο η απόδειξη λιανικής, στην οποία αναγράφεται γενική περιγραφή του είδους των αγαθών ή υπηρεσιών ή η γενική περιγραφή του είδους που προκύπτει από το αντικείμενο εργασιών που εμφανίζεται στα στοιχεία του εκδότη για τις περιπτώσεις παροχής υπηρεσιών, καθώς και τις πωλήσεις μη εμπορεύσιμων αγαθών για τον αγοραστή υπόχρεο απεικόνισης συναλλαγών ή τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 3 (μεταξύ των οποίων και το Δημόσιο) ή αγρότες του ειδικού καθεστώτος Φ.Π.Α., αξίας κάθε συναλλαγής μέχρι εκατό (100) ευρώ. -(άρθρο 6 παρ.16γ ΚΦΑΣ)

Η έκδοση απόδειξης δαπάνης αντί τιμολογίου παροχής υπηρεσιών κατά την περίπτωση παροχής των τελευταίων σε ο.τ.α, δεν ασκεί επιρροή στη νομιμότητα και κανονικότητα της δαπάνης, διότι δύναται μεν να επισύρει την επιβολή των προβλεπόμενων κυρώσεων εκ μέρους των αρμοδίων φορολογικών αρχών, δεν άγει όμως σε ακυρότητα της απόδειξης, και κατά συνέπεια δεν καθιστά μη νόμιμη ή ανύπαρκτη την αξίωση του δικαιούχου επιτηδευματία, αφού το τιμολόγιο εξακολουθεί να αποτελεί δικαιολογητικό εκκαθάρισης και ενταλματοποίησης της σχετικής δαπάνης. (Ελ. Συν. Κλιμ. Τμ. 7 Πράξη 184/2013)


iii. Πατήστε εδώ για να δείτε το καθεστώς έως 31.12.2013
Για την απόδειξη παροχής υπηρεσιών δεν ισχύουν όσα ορίζονται στο άρθρο 12 παρ. 15 του π.δ/τος 186/1992 σχετικά με το χρόνο έκδοσης του τιμολογίου, αυτή δεν συνιστά δικαιολογητικό εκκαθάρισης, αλλά εξόφλησης της αμοιβής, προσκομιστέα στο αρμόδιο να διενεργήσει την πληρωμή όργανο του Δήμου και ως εκ τούτου εκφεύγει του ελέγχου του Επιτρόπου. Η έκδοση τιμολογίου παροχής υπηρεσιών σε χρόνο μεταγενέστερο της διαχειριστικής περιόδου παροχής των επίμαχων υπηρεσιών μπορεί να επισύρει φορολογικές κυρώσεις, πλην όμως δεν καθιστά μη νόμιμη την αναγνώριση της αξίωσης της φερόμενης ως δικαιούχου του εντάλματος εταιρείας, καθώς το τιμολόγιο αυτό, στο επίπεδο του δημοσιολογιστικού δικαίου, εξακολουθεί να αποτελεί νόμιμο δικαιολογητικό ως προς την εκκαθάριση και ενταλματοποίηση της εντελλόμενης δαπάνης. Απόδειξη είσπραξης ελεύθερων επαγγελματιών.
Περαιτέρω, οι επιτηδευματίες που ασκούν ελευθέριο επάγγελμα, (βλ. Ελ.Συν. VII Τμ. 172/2006, 1024777/475/Α0012/ 16.6.2007 έγγραφο της Διεύθυνσης Φορολογίας του Υπουργείου Οικονομικών και ΠΟΛ 1180/2008 του Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών) οφείλουν να εκδίδουν απόδειξη παροχής υπηρεσιών για κάθε επαγγελματική τους αμοιβή (πλέον τιμολόγιο υπηρεσιών με βάση τον κώδικα φορολογικής απεικόνισης). Δοθέντος όμως ότι, ειδικώς επί ελευθέρων επαγγελματιών, ως χρόνος κτήσης του εισοδήματος νοείται αυτός της (πραγματικής) είσπραξης της αμοιβής τους, η εν λόγω απόδειξη δεν αποτελεί συστατικό στοιχείο της κατά του Δημοσίου ή του ν.π.δ.δ. απαίτησης του φερομένου ως δικαιούχου, ούτως ώστε να υφίσταται υποχρέωση προσκόμισής της στον αρμόδιο για τον προληπτικό έλεγχο της οικείας δαπάνης Επίτροπο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, αλλά στοιχείο δηλωτικό (αποδεικτικό) της εξόφλησης ήδη αναγνωρισμένης και εκκαθαρισμένης δαπάνης, δηλαδή εξοφλητική απόδειξη, που εκδίδεται κατά το χρόνο είσπραξης της αμοιβής (και όχι κατά το στάδιο εκκαθάρισης αυτής) και συνεπώς, πρέπει να προσκομίζεται στο διενεργούντα την πληρωμή ταμία του δημοσίου νομικού προσώπου (πρβλ. Ολομ. Πρακτ. 35ης Γεν. Συν./29.12.1971, Ι Τμ. πρακτ. 31ης Συν./10.10.1995 και πραξ. 118/2002, IV Τμ. πράξ. 162/2003, 118/2005, απόφ. 954/2009, VΙΙ Τμ. 251/2010). Αυτός είναι και ο δικαιολογητικός λόγος, που από τις προεκτεθείσες διατάξεις εισάγεται εξαίρεση ειδικά ως προς το χρόνο έκδοσης της απόδειξης παροχής υπηρεσιών από ελεύθερο επαγγελματία, σε σχέση με τα ισχύοντα ως προς το χρόνο έκδοσης του τιμολογίου. Η θέση αυτή ενισχύεται και από τη νέα διάταξη του άρθρου 19 παρ. 22 του ν. 3842/2010, με την οποία αντικαταστάθηκε το άρθρο 13 παρ. 3 του π.δ/τος 186/1992, όπου επαναλαμβάνεται ρητά ότι σε περίπτωση παροχής υπηρεσιών από τους ασκούντες ελευθέριο επάγγελμα προς το Δημόσιο και τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, η σχετική απόδειξη εκδίδεται με κάθε επαγγελματική τους είσπραξη. (Ελ. Συν. Πράξη 171/2011 Τμ. 7)


Από τις διατάξεις του Κ.Β.Σ. προκύπτει ότι ο εκμεταλλευτής αυτοκινούμενων μηχανημάτων έργων υποχρεούται να τηρεί βιβλίο έργων, στο οποίο πρέπει να αναγράφονται η θέση του έργου, το είδος της εργασίας που συμφωνήθηκε, η χρονολογία έναρξης και λήξης αυτού, ενώ στο τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών πρέπει να αναγράφονται τα πλήρη στοιχεία της συναλλαγής, δηλαδή η θέση του έργου και το είδος της εργασίας που συμφωνήθηκε, η ποσότητα, η μονάδα μέτρησης, η τιμή μονάδας και η αξία ή το είδος των υπηρεσιών. Πλην όμως, η μη τήρηση εκ μέρους του εκμεταλλευτή αυτοκινούμενων μηχανημάτων έργων του βιβλίου έργου, το οποίο συνιστά αποκλειστικά και μόνο φορολογικό στοιχείο, δύναται μεν να επισύρει την επιβολή των προβλεπόμενων κυρώσεων εκ μέρους των αρμοδίων φορολογικών αρχών, δεν ασκεί, όμως, επιρροή στη νομιμότητα και κανονικότητα της δαπάνης, διότι δεν άγει σε ακυρότητα του τιμολογίου, το οποίο εξακολουθεί να αποτελεί νόμιμο δικαιολογητικό εκκαθάρισης και ενταλματοποίησης της σχετικής δαπάνης και κατά συνέπεια δεν καθίσταται μη νόμιμη ή ανύπαρκτη την αξίωση του δικαιούχου επιτηδευματία. Η θεώρηση του εργολαβικού συμφωνητικού από την οικεία Δ.Ο.Υ. σε μεταγενέστερο της εκτέλεσης των εργασιών χρονικό διάστημα, δύναται να επισύρει την επιβολή φορολογικών κυρώσεων σε βάρος του εκμεταλλευτή αυτοκινούμενων μηχανημάτων, πλην όμως δεν συνεπάγεται δημοσιονομικές συνέπειες. Νόμιμη δαπάνη. (Ελ. Συν. Κλιμ. Τμ. 7 Πράξη 227/2014)

 



VIII. Πρόστιμα

α. Επί παραβάσεων μη έκδοσης αποδείξεων ή επαγγελματικών στοιχείων
Μετά την κατάργηση της περίπτωσης θ' της παραγράφου 1 του άρθρου 54 του Ν.4174/13, με την περίπτωση β' της παραγράφου 3 του άρθρου 3 του ν. 4337/2015 (έναρξη ισχύος 17.10.2015), για τις παραβάσεις της μη έκδοσης ή ανακριβούς έκδοσης αποδείξεων λιανικής πώλησης ή επαγγελματικών στοιχείων που διαπράχθηκαν από τις 17.10.2015 και μετά δεν επιβάλλονται αυτοτελή πρόστιμα. Οι περιπτώσεις αυτές πλέον αντιμετωπίζονται ως μια ενιαία παράβαση, μαζί με τις λοιπές περιπτώσεις που διαπιστώνονται στα πλαίσια του ιδίου ελέγχου, ανεξάρτητα από το είδος και το πλήθος των παραβάσεων και εφαρμόζονται οι διατάξεις της περίπτωσης η' της παραγράφου 1 του άρθρου 54 του Ν.4174/13, σύμφωνα με τις οποίες στον φορολογούμενο επιβάλλεται πρόστιμο αν δεν συμμορφώνεται με τις κατά το άρθρο 13 του Ν.4174/13 υποχρεώσεις του. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)


Τα πρόστιμα για τις ανωτέρω παραβάσεις καθορίζονται σε δύο χιλιάδες πεντακόσια (2.500) ευρώ. (περίπτ.ε παρ.2 άρθρο 54 ν.4987/22)

Αντίθετα, τα πρόστιμα της περίπτωσης θ' της παρ.1 του άρθρου 54 του Ν.4174/13 επιβάλλονται για παραβάσεις που διαπράχθηκαν έως και 16.10.2015, ανεξάρτητα από τον χρόνο διαπίστωσής τους. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)


Τα πρόστιμα αυτά ανέρχονται σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και σε πεντακόσια (500) ευρώ σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος. (περίπτ.γ και δ' παρ.2 άρθρο 54 ν.4987/22)

Για αντίστοιχες παραβάσεις προγενέστερες της έναρξης ισχύος του ΚΦΔ εφαρμόζονται οι μεταβατικές διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 7 του ν. 4337/2015. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)

Αναφορικά με την επιβολή προστίμων για παραβάσεις σχετικές με τον Φ.Π.Α. δείτε το άρθρο 58Α του ν.4987/22.

Σε περίπτωση διαπίστωσης, στο πλαίσιο ελέγχου, εκ νέου διάπραξης της ίδιας παράβασης, εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, τα σύμφωνα με το παρόν άρθρο πρόστιμα επιβάλλονται στο διπλάσιο και, στην περίπτωση κάθε επόμενης ίδιας παράβασης, στο τετραπλάσιο του αρχικώς επιβληθέντος προστίμου. (παρ.3 άρθρο 54 ν.4987/22)

Εάν μέχρι την εκ νέου διάπραξη έχουν ισχύσει ευνοϊκότερες διατάξεις, επιβάλλεται, κατά περίπτωση, το διπλάσιο ή το τετραπλάσιο του οφειλομένου προστίμου με βάση τις ευνοϊκότερες διατάξεις. Επανάληψη της ίδιας παράβασης (και όχι απλώς παράβασης που εμπίπτει στην ίδια περίπτωση της παραγράφου 1 του άρθρου 54), για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης, θεωρείται η διαπίστωση της ίδιας παράβασης εντός πενταετίας, στο πλαίσιο διαφορετικού ελέγχου και εφόσον έχει ήδη εκδοθεί η αρχική πράξη. Έτσι ως προς τις παραβάσεις της περίπτωσης η', που αφορούν την παρ. 1 του άρθρου 13, εξετάζονται ως ενιαίο σύνολο και νοείται επανάληψη παράβασης εφόσον διαπιστώνονται σε διαφορετικό έλεγχο και για διαφορετική χρήση. Επίσης, νοείται επανάληψη παράβασης μη διαφύλαξης, σε κάθε περίπτωση, που αυτή αφορά διαφορετικό βιβλίο ή στοιχείο.
Τα πρόστιμα της παραγράφου αυτής επιβάλλονται μόνο εφόσον η αρχική παράβαση έχει διαπραχθεί μετά την έναρξη ισχύος του ΚΦΔ. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)

 

Για τις παραβάσεις των διατάξεων του Κ.Β.Σ. (π.δ. 186/1992, Α' 84) και του Κ.Φ.Α.Σ. (ν. 4093/2012, Α' 222), που διαπράχθηκαν μέχρι την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 54 (μέχρι 1.1.2014) και 55 του ν. 4174/2013 (μέχρι 26.7.2013, κατά περίπτωση, άλλως από 1.1.2014 κατά τα οριζόμενα στην τότε ισχύουσα παράγραφο 32 του άρθρου 66, νυν 72, του ν. 4174/2013) και κατά την κατάθεση του Ν.4337/15 (12.10.2015) δεν έχουν εκδοθεί οι οριστικές πράξεις επιβολής προστίμων, δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 5 του ν.2523/1997, αλλά επιβάλλονται τα κατωτέρω πρόστιμα:
α) Για παραβάσεις έκδοσης πλαστών στοιχείων ποσό ίσο με το 50% της αξίας κάθε στοιχείου.
β) Για παραβάσεις που αφορούν έκδοση εικονικών ή λήψη εικονικών στοιχείων ή νόθευση αυτών, καθώς και καταχώρηση στα βιβλία αγορών ή εξόδων χωρίς παραστατικά, ποσό ίσο με το 40% της αξίας κάθε στοιχείου. Εάν η αξία του στοιχείου είναι μερικώς εικονική ποσό ίσο με το 40% του μέρους της εικονικής αξίας.
γ) Όταν δεν δύναται να προσδιορισθεί η μερικώς εικονική αξία, ποσό ίσο με το 20% της αξίας του στοιχείου.
δ) Όταν η εικονικότητα ανάγεται αποκλειστικά στο πρόσωπο του εκδότη, ποσό ίσο με το 20% της αξίας του στοιχείου.
ε) Στην περίπτωση λήπτη εικονικού φορολογικού στοιχείου, ποσό 10% της αξίας του στοιχείου για κάθε παράβαση, εφόσον η λήψη του στοιχείου δεν είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση του φόρου εισοδήματος του οικείου φορολογικού έτους.
στ) Για παραβάσεις που αφορούν μη έκδοση ή ανακριβή έκδοση στοιχείων ή άλλες παραβάσεις που έχουν σαν αποτέλεσμα την απόκρυψη της συναλλαγής ή μέρους αυτής, η δε αποκρυβείσα αξία είναι μεγαλύτερη των χιλίων διακοσίων (1.200) ευρώ, ποσό ίσο με το 25% της αξίας της συναλλαγής ή του μέρους της αποκρυβείσας (μη εμφανισθείσας) αξίας για κάθε παράβαση.
ζ) Για τις λοιπές παραβάσεις, που δεν υπάγονται σε μια εκ των ανωτέρω περιπτώσεων ποσό ίσο με το 1/3 του οριζόμενου από τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν.2523/1997, επιβαλλόμενου προστίμου, κατά περίπτωση, για κάθε παράβαση. (παρ.3 άρθρο 7 Ν.4337/15)

 

Μπορούν να τύχουν εφαρμογής, και μετά την κατάργηση της παρ. 2 του άρθρου 55 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ΚΦΔ), για τις παραβάσεις έκδοσης εικονικών στοιχείων, που διαπράχθηκαν μέχρι τις 26.7.2013 και εφόσον μέχρι την κατάθεση του ν. 4337/2015 (12.10.2015) δεν είχαν εκδοθεί οι οριστικές πράξεις επιβολής προστίμων, όταν η εικονικότητα του στοιχείου αφορά τον χαρακτηρισμό της αναγραφείσας συναλλαγής, οι μηδέποτε καταργηθείσες μεταβατικές διατάξεις της παρ. 35 του άρθρου 72 (πρώην 66) του Κ.Φ.Δ., υπό τις ειδικότερες προϋποθέσεις της διατάξεως αυτής, δηλαδή εφόσον το νέο καθεστώς επιλεγεί ως ευνοϊκότερο από τον ίδιο τον φορολογούμενο, για το σύνολο των παραβάσεων που περιέχονται στην ίδια πράξη ή απόφαση επιβολής προστίμου (ομόφ.). (ΓνΝΣΚ 291/2017)

Για την καλύτερη κατανόηση των ανωτέρω, δείτε την ΠΟΛ 1252/20.11.2015 στην οποία παρατίθενται σχετικά παραδείγματα.


β. Επί επέμβασης στη λειτουργία ΦΗΜ ή έκδοση στοιχείων χωρίς τη χρήση ΦΗΜ

Επιβάλλεται πρόστιμο στον φορολογούμενο ή οποιοδήποτε πρόσωπο:

-εκδίδει στοιχεία λιανικής πώλησης χωρίς τη χρήση φορολογικού ηλεκτρονικού μηχανισμού ή από εγκεκριμένο και μη δηλωμένο φορολογικό ηλεκτρονικό μηχανισμό, (περίπτ.ια παρ.1 άρθρο 54 ν.4987/22)

-εκδίδει δελτία και αποδείξεις από το Ολοκληρωμένο Σύστημα Ελέγχου Εισροών - Εκροών, χωρίς τη χρήση εγκεκριμένου μοντέλου μηχανισμού σήμανσης (Ε.Α.Φ.Δ.Σ.Σ.) (περίπτ.ιβ παρ.1 άρθρο 54 ν.4987/22)

Τα πρόστιμα για τις παραβάσεις που αναφέρονται παραπάνω καθορίζονται ως εξής:
-Στο ύψος των προβλεπομένων προστίμων της περ. β) της παρ. 1 του άρθρου 54ΣΤ, (περίπτ.στ παρ.2 άρθρο 54 ν.4987/22)


Τα ανωτέρω πρόστιμα εφαρμόζονται για παραβάσεις που διαπιστώνονται από την 1.1.2016 και εφεξής. (περίπτ. γ' παρ. 14 του άρθρου 40 του Ν.4410/16)

 

Δείτε και τα άρθρα 54Ε και 54ΣΤ του ν.4987/22

και την ΑΑΔΕ E. 2028/12.04.2023: «Παροχή διευκρινίσεων για την εφαρμογή του άρθρου 54Ε ΚΦΔ (ν.4987/2022 - Λ" 206), σχετικά με την επιβολή προστίμων για παραβάσεις μη τήρησης λογιστικών αρχείων και μη διαφύλαξης φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών (ΦΗΜ) και φορολογικών μνημών και αρχείων που δημιουργούν οι ΦΗΜ»

 


IX. Προθεσμία εξόφλησης

Στις εμπορικές συναλλαγές, στις οποίες ο οφειλέτης είναι δημόσια αρχή, η προθεσμία πληρωμής δεν υπερβαίνει κανένα από τα ακόλουθα όρια:

α) τριάντα (30) ημερολογιακές ημέρες από την ημερομηνία παραλαβής από τον οφειλέτη του τιμολογίου ή άλλου ισοδύναμου για πληρωμή εγγράφου-

β) εφόσον η ημερομηνία παραλαβής του τιμολογίου ή ισοδύναμου για πληρωμή εγγράφου δεν είναι βέβαιη, τριάντα (30) ημερολογιακές ημέρες από την ημερομηνία παραλαβής των αγαθών ή παροχής των υπηρεσιών-

γ) εφόσον ο οφειλέτης παραλάβει το τιμολόγιο ή άλλο ισοδύναμο για πληρωμή έγγραφο πριν από τα αγαθά ή τις υπηρεσίες, τριάντα (30) ημερολογιακές ημέρες από την ημερομηνία παραλαβής των αγαθών ή την παροχή των υπηρεσιών-

δ) εφόσον προβλέπεται από το νόμο ή τη σύμβαση διαδικασία αποδοχής ή επαλήθευσης, με την οποία διαπιστώνεται η αντιστοιχία των παραλαμβανομένων αγαθών ή υπηρεσιών με τα οριζόμενα στη σύμβαση, και εάν ο οφειλέτης παραλάβει το τιμολόγιο ή άλλο ισοδύναμο για πληρωμή έγγραφο νωρίτερα από την ημερομηνία ή την ίδια ημερομηνία κατά την οποία συντελείται η αποδοχή ή η επαλήθευση, τριάντα (30) ημερολογιακές ημέρες από την ημερομηνία αυτή. (παρ. 3 της υποπαραγράφου Ζ.5 της παραγράφου Ζ΄του άρθρου πρώτου του ν. 4152/13)

 


X. Παραλαβή δικαιολογητικών δαπανών με τη χρήση Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών (Τ.Π.Ε.)

1. Εφόσον το τιμολόγιο και τα λοιπά ιδιωτικά έγγραφα που αποστέλλει ο προμηθευτής στην Υπηρεσία  με ηλεκτρονική αλληλογραφία [μέσω της εταιρικής ηλεκτρονικής διεύθυνσής του ή άλλης η οποία θα πρέπει να δηλώνεται από τον προμηθευτή (π.χ στη σύμβαση) ή να τηρείται στο μητρώο προμηθευτών της αρμόδιας για την εξόφληση της δαπάνης υπηρεσίας (αρ. 84 του ν.4446/2016)], είναι «ηλεκτρονικά» κατά την έννοια του άρθρου 15 του ν.4727/2020, φέρουν δηλαδή εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπογραφή ή εγκεκριμένη ηλεκτρονική σφραγίδα γίνονται υποχρεωτικά αποδεκτά για τον έλεγχο, την εκκαθάριση και την ενταλματοποίηση των δαπανών, δεδομένου ότι με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται η αυθεντικότητα της προέλευσης του εγγράφου, η ακεραιότητα της μορφής και του περιεχομένου του και η μη αποποίηση της ευθύνης από τον εκδότη. Ειδικότερα, ο τρόπος ηλεκτρονικοποίησης ενός εγγράφου γενικά (εξ αρχής δημιουργία ηλεκτρονικού εγγράφου με τη χρήση λογισμικού προγράμματος Η/Υ ή σάρωση εντύπου) δεν επηρεάζει την εγκυρότητα της υπογραφής ή σφράγισης αυτού με εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπογραφή ή σφραγίδα, δηλαδή ο τρόπος σύνταξης ενός εγγράφου δεν επηρεάζει την διαδικασία της ηλεκτρονικής υπογραφής ή σφράγισης.

2.Επομένως, η διαδικασία που επιβάλλουν οι διατάξεις του ν. 4727/2020 δεν αντιτίθεται στις διατάξεις του άρθρου 75 του ν. 4446/2016 και του άρθρου 1 της αριθ. 188204ΕΞ2022/21-12-2022 κ.υ.α. (Β.6607).

3.Επισημαίνεται ότι στην περίπτωση του τιμολογίου, αυτό πρέπει να φέρει τα εξωτερικά χαρακτηριστικά που απαιτούνται από τις φορολογικές διατάξεις (υποχρεωτικό περιεχόμενο). (Υπ. Οικ. 107450 ΕΞ 2023/18.07.2023)

 

Τα ανωτέρω (Ε1-2):

α) αφορούν στην διακίνηση ιδιωτικών ηλεκτρονικών εγγράφων μεταξύ ιδιωτών και φορέων του Δημοσίου και

β) δεν αφορούν τα «ηλεκτρονικά τιμολόγια» των άρθρων 148-154 του ν. 4601/2019 (Α.44). Στην περίπτωση αυτή, επισημαίνεται ότι, βάσει των προαναφερόμενων διατάξεων, υφίσταται ήδη υποχρέωση του Φορέα να παραλαμβάνει ηλεκτρονικά τιμολόγια ενώ για συμβάσεις φορέων που ανήκουν στην Κεντρική Διοίκηση, ως εν προκειμένω, των οποίων οι διαγωνιστικές διαδικασίες θα ξεκινήσουν μετά την 01.01.2024, οι οικονομικοί φορείς, σύμφωνα με την αριθ. 52445ΕΞ2023/4-4- 2023 κ.υ.α. (Β.2385), έχουν την υποχρέωση έκδοσης ηλεκτρονικού τιμολογίου, στο πλαίσιο εκτέλεσης των συμβάσεων αυτών. (Υπ. Οικ. 107450 ΕΞ 2023/18.07.2023)

 

[/post_tab][post_tab title="Προϊσχύον καθεστώς"]

[post_tabs]

Τιμολόγιο- Απόδειξη Λιανικής

I
. Τιμολόγιο πώλησης
α. Νομοθετικό καθεστώς
β. Έννοια τιμολογίου- Στοιχεία που εξομοιώνονται με τιμολόγιο
γ. Υπόχρεοι έκδοσης στοιχείων
δ. Διάρκεια διαχειριστικής περιόδου
ε. Χρόνος γένεσης της υποχρέωσης έκδοσης τιμολογίου
στ. Χρόνος έκδοσης τιμολογίου
ζ. Αυτοτιμολόγηση
η. Αναγραφόμενα στοιχεία τιμολογίου
θ. Μη υποχρέωση θεώρησης τιμολογίων
ι. Αυθεντικότητα τιμολογίου
ια. Διαγραφές - επεγγραφές - διορθώσεις επί του τιμολογίου
ιβ. Εικονικά τιμολόγια
ιγ. Παραστατικό καταβολής οφειλόμενων ποσών σε συνταξιούχο, εργολήπτη δημοσίων έργων.
ιδ. Παραστατικό καταβολής οφειλόμενων ποσών σε νομικό πρόσωπο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα
ιε. Νομιμότητα δαπάνης επί ετεροχρονισμένης έκδοσης τιμολογίου
ιστ. Τιμολόγηση έπειτα από λανθασμένη εφαρμογή ΦΠΑ

II. Τιμολόγιο ανόργανων εσόδων

III. Απλοποιημένο τιμολόγιο


IV. Συγκεντρωτικό τιμολόγιο επαναλαμβανόμενων πωλήσεων

V. Ηλεκτρονικό τιμολόγιο

VI. Πιστωτικό τιμολόγιο

VII. Απόδειξη λιανικής
i. Από 1.1.2015

α. Υποχρέωση έκδοσης
β. Περιεχόμενο στοιχείου λιανικής πώλησης
γ. Πιστωτικό στοιχείο λιανικής πώλησης
δ. Στοιχεία που εξομοιώνονται με στοιχείο λιανικής πώλησης
ε. Ονομασίου στοιχείου λιανικής πώλησης
στ. Απαλλαγή από χρήση φορολογικών μηχανισμών
ζ. Χρόνος έκδοσης
ii. Έως 31.12.2014
iii. Έως 31.12.2013

 

VIII. Πρόστιμα
α. Επί παραβάσεων μη έκδοσης αποδείξεων ή επαγγελματικών στοιχείων
β. Επί επέμβασης στη λειτουργία ΦΗΜ ή έκδοση στοιχείων χωρίς τη χρήση ΦΗΜ

 

IX. Προθεσμία εξόφλησης
 



Ι. Τιμολόγιo πώλησης

α. Νομοθετικό καθεστώς

Με την παρ.1 του άρθρου 38 του Ν.4308/14 καταργούνται από 01.01.2015 οι διατάξεις του ΚΦΑΣ.

Επισημαίνεται ότι όλες οι αποφάσεις για μη έκδοση δελτίου αποστολής ή την έκδοσή του κατά διαφορετικό τρόπο, οι οποίες είχαν εκδοθεί από τους Προϊσταμένους Δ.Ο.Υ. ή τους Επιθεωρητές βάσει των εξουσιοδοτικών διατάξεων του προϊσχύσαντος Κ.Β.Σ. ή του Κ.Φ.Α.Σ. παύουν να ισχύουν από 1ης Ιανουαρίου 2015 και μετά. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Οι φορείς του δημόσιου τομέα του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 οι οποίοι από άλλη διάταξη νόμου υποχρεώνονταν σε εφαρμογή του Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών της Υποπαραγράφου Ε1 της παρ. Ε' του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α' 222), όταν δεν εμπίπτουν στις περιπτώσεις της παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν.4308/14, εφαρμόζουν μόνο τα άρθρα 3 έως και 15 του Ν.4308/14, πλην των διατάξεων των παραγράφων 8 έως 12 του άρθρου 3 και των διατάξεων που αφορούν την κατάρτιση χρηματοοικονομικών καταστάσεων. (παρ.7 άρθρο 1 Ν.4308/14, όπως αντικαταστάθηκε  με την περίπτ. ε' της παρ. 1 του άρθρου 41 του Ν.4410/16)

Συνεπώς για το τιμολόγιο εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 8-11, 14 και 15 του Ν.4308/14.




β. Έννοια τιμολογίου- Στοιχεία που εξομοιώνονται με τιμολόγιο

Τιμολόγιο είναι το στοιχείο που εκδίδεται από την υποκείμενη σε αυτόν το νόμο οντότητα για κάθε πώληση αγαθών και παροχή υπηρεσιών, εντός της χώρας ή άλλης χώρας μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή προς άλλη χώρα, καθώς και σε κάθε περίπτωση συναλλαγής που υπόκειται σε Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.), βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας. (παρ.1 άρθρο 8 Ν.4308/14)

Κάθε έγγραφο που περιλαμβάνει όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για το τιμολόγιο θεωρείται τιμολόγιο, με την προϋπόθεση ότι ο παραλήπτης των αγαθών ή υπηρεσιών που υπόκεινται σε τιμολόγηση αποδέχεται το έγγραφο αυτό. (παρ.2 άρθρο 8 Ν.4308/14)

Η απαιτούμενη αποδοχή του τιμολογίου πώλησης (ή έγγραφου που εξομοιώνεται με τιμολόγιο) εκ μέρους του παραλήπτη των αγαθών ή υπηρεσιών που υπόκεινται σε τιμολόγηση μπορεί να διενεργείται με κάθε πρόσφορο τρόπο, έγγραφο ή ηλεκτρονικό. Ενδεικτικά, η εξόφληση του τιμολογίου θεωρείται ως έμμεση αποδοχή αυτού. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Κάθε έγγραφο ή μήνυμα που τροποποιεί και αναφέρεται ειδικά και αναμφισβήτητα σε ένα αρχικό τιμολόγιο, θεωρείται τιμολόγιο. (παρ.3 άρθρο 8 Ν.4308/14)
Παράδειγμα τιμολογίου της παραγράφου 3 είναι η περίπτωση όπου εκδίδεται συμπληρωματικό / διορθωτικό τιμολόγιο για διόρθωση διαφορών αξίας που υπήρχαν στο αρχικά εκδοθέν τιμολόγιο (αναγραφή μικρότερης αξίας σε σχέση με την ορθή).(ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Ο όρος «τιμολόγιο» μπορεί να υποκαθίσταται αναλόγως των καθιερωμένων πρακτικών σε διάφορους κλάδους της οικονομίας. (παρ.4 άρθρο 8 Ν.4308/14)
Παραδείγματα χρήσης διαφορετικής ονομασίας για τιμολόγια πώλησης λόγω καθιερωμένων πρακτικών σε διάφορους κλάδους της οικονομίας είναι οι λογαριασμοί, φορτωτικές, τραπεζικά, χρηματιστηριακά, ταχυδρομικά παραστατικά, παραστατικά που εκδίδονται στις περιπτώσεις είσπραξης ανταποδοτικών τελών και λοιπών συναφών δικαιωμάτων από το Δημόσιο, καθώς και λοιπά έγγραφα τα οποία περιλαμβάνουν τα στοιχεία του τιμολογίου. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)
 


 
γ. Υπόχρεοι έκδοσης στοιχείων

Από 01.01.2015

Η οντότητα που πωλεί αγαθά ή υπηρεσίες έχει την ευθύνη να διασφαλίζει ότι εκδίδεται τιμολόγιο για κάθε πώληση. Ο πωλητής αγαθών ή υπηρεσιών εκδίδει το τιμολόγιο πώλησης. (παρ.5 άρθρο 8 Ν.4308/14)

Η έννοια της χονδρικής πώλησης αγαθών και υπηρεσιών δεν ορίζεται στις διατάξεις αυτές, προκύπτει όμως εξ αντιδιαστολής με την έννοια της λιανικής (ιδιώτες καταναλωτές). Συνεπώς, εκδίδεται τιμολόγιο, για πωλήσεις προς άλλη οντότητα που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα ή το Δημόσιο ή Ν.Π.Δ.Δ. ή μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα πρόσωπα ή αγρότες του ειδικού καθεστώτος του Φ.Π.Α. ή εξαγωγές ή γενικά πρόσωπα του άρθρου 1 του Ν.4308/14. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Το Δημόσιο, οι περιφέρειες, οι νομαρχίες, οι δήμοι και κοινότητες και οι λοιποί οργανισμοί δημοσίου δικαίου δεν έχουν υποχρέωση έκδοσης τιμολογίου για τις δραστηριότητες ή πράξεις, τις οποίες πραγματοποιούν ως δημόσια εξουσία, έστω και αν για αυτές τις δραστηριότητες ή πράξεις εισπράττουν δικαιώματα, τέλη, εισφορές ή άλλες επιβαρύνσεις. Η εξαίρεση αυτή παρέχεται με την προϋπόθεση ότι οι πράξεις αυτές δεν υπόκεινται σε Φόρο Προστιθέμενης Αξίας, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία και την Οδηγία 2006/112/ΕΚ. (παρ.9 άρθρο 8 Ν.4308/14)

Σημειώνεται ότι όταν δεν πληρούνται όλες οι καθοριζόμενες σχετικές προϋποθέσεις, εκδίδεται οπωσδήποτε τιμολόγιο πώλησης από τα αναφερόμενα πρόσωπα. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Συνεπώς για πράξεις που υπόκεινται σε ΦΠΑ και οι ΟΤΑ εκδίδουν τιμολόγιο ή στοιχείο λιανικής πώλησης ή οποιοδήποτε άλλο έγγραφο που περιλαμβάνει τα δεδομένα του στοιχείου λιανικής πώλησης και εξομοιώνεται με αυτό. (άρθρο 12 Ν.4308/14)

Πάροχος υπηρεσιών που είναι και δημόσιος υπάλληλος είναι πρόσωπο υπόχρεο στην έκδοση τιμολογίου, διότι, δεν εμπίπτει στις αναφερόμενες στο άρθρο 39 του Ν.4308/14 κατηγορίες προσώπων, οι οποίες εξαιρούνται από την υποχρέωση έκδοσης  τιμολογίου. Η ως άνω διάταξη περιλαμβάνει στο ρυθμιστικό της πεδίο μόνο τους δημοσίους υπαλλήλους που είναι συγγραφείς ή εισηγητές εκπαιδευτικών προγραμμάτων και σεμιναρίων και εφόσον δεν ασκούν άλλη επιχειρηματική δραστηριότητα. (Ελ.Συν.Κλιμ.Τμ.7 Πράξη 238/2016)

Κάθε πρόσωπο με εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα υποχρεούται να τηρεί αξιόπιστο λογιστικό σύστημα και κατάλληλα λογιστικά αρχεία σύμφωνα με τα λογιστικά πρότυπα που προβλέπονται στην ελληνική νομοθεσία, για τη σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων και άλλων πληροφοριών σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία. Για την εφαρμογή των διατάξεων του Ν.4174/13, το λογιστικό σύστημα και τα λογιστικά αρχεία εξετάζονται ως ενιαίο σύνολο και όχι αποσπασματικά τα επιμέρους συστατικά τους, σε ό,τι αφορά την αξιοπιστία και την καταλληλότητά τους. (παρ.1 του άρθρου 13 του Κ.Φ.Δ. (Ν.4174/13), όπως αντικαταστάθηκε με την περίπτ. α' της παρ. 1 του άρθρου 3 του Ν. 4337/15)

Η οντότητα τηρεί, ως μέρος του λογιστικού συστήματός της, αρχείο κάθε συναλλαγής και γεγονότος αυτής που πραγματοποιείται στη διάρκεια της περιόδου αναφοράς, καθώς και των προκυπτόντων πάσης φύσεως εσόδων, κερδών, εξόδων, ζημιών, αγορών και πωλήσεων περιουσιακών στοιχείων, εκπτώσεων και επιστροφών, φόρων, τελών και των πάσης φύσεως εισφορών σε ασφαλιστικούς οργανισμούς. (παρ.1 άρθρο 3 Ν.4308/14)

Η τήρηση των αρχείων γίνεται με τρόπο ανάλογο του μεγέθους και της φύσης της οντότητας και σύμφωνα με τον Ν.4308/14 (παρ.3 άρθρο 3 Ν.4308/14)

Οι οντότητες κατατάσσονται με βάση το μέγεθός τους στις κατηγορίες των παραγράφων 2 έως 6 του άρθρου 2 του Ν.4308/14. (παρ.1 άρθρο 2 Ν.4308/14)

Πατήστε εδώ για να δείτε το καθεστώς έως 31.12.2014

Με την παρ.1 του άρθρου 38 του Ν.4308/14 από την 1η Ιανουαρίου 2015 καταργείται η υποπαράγραφος Ε1 της παραγράφου Ε' του ν. 4093/2012 (Κώδικας Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών), καθώς και κάθε διάταξη, ερμηνευτική εγκύκλιος ή Οδηγία έχει εκδοθεί δυνάμει εκείνης της διάταξης ή του προϊσχύοντος π.δ. 186/1992. Εξαιρετικά οι αποφάσεις κ.υ.α. πολ. 1009/4.1.2012 (Β' 72), κ.υ.α. πολ. 1203/2.11.2012 (Β' 3130), κ.υ.α. πολ. 1032/21.2.2013 (Β' 548), κ.υ.α. πολ. 1206/ 30.8.2013 (Β' 2237) και κ.υ.α. πολ. 1263/4.12.2013 (Β' 3265), καθώς και κάθε άλλη σχετική απόφαση, οι οποίες αφορούν την εγκατάσταση ολοκληρωμένων συστημάτων ελέγχου εισροών - εκροών στα πρατήρια υγρών καυσίμων και στις εγκατάστάσεις πωλητών πετρελαίου θέρμανσης, καθώς και οι αποφάσεις α.υ.ο. 1093619/ 748/0015/πολ. 1212/10.8.1995 (Β' 719), α.υ.ο. 1128269/ 1226 /0015/ πολ. 1292/16.11.1995 (Β' 982), κ.υ.α. 1071467/536/ 0015/πολ. 1101/31.7.2006 (Β'1283), κ.υ.α. 1008269/52/ 0015/πολ. 1009/22.1.2008 (Β'176) και κ.υ.α. πολ. 1193/ 21.12.2010 (Β' 2174), καθώς και κάθε άλλη σχετική απόφαση, οι οποίες αφορούν την παρακολούθηση των συναλλαγών των επιχειρήσεων Καζίνο εξακολουθούν να ισχύουν και μετά την 1.1.2015. (, όπως συμπληρώθηκε με το )

Έως 31.12.2014 εφαρμόζονται τα εξής:
Σύμφωνα με την υποπαρ.Ε1 του άρθρου πρώτου του Ν.4093/12 (ΦΕΚ 222/12.11.2012 τεύχος Α') ο Κώδικας Βιβλίων και Στοιχείων (π.δ.186/1992, Α' 84) το άρθρο 2 του οποίου προέβλεπε ότι κάθε ημεδαπό ή αλλοδαπό φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή κοινωνία του Αστικού Κώδικα, που ασκεί δραστηριότητα στην ελληνική επικράτεια και αποβλέπει στην απόκτηση εισοδήματος από εμπορική ή βιομηχανική ή βιοτεχνική ή γεωργική επιχείρηση ή από ελευθέριο επάγγελμα ή από οποιαδήποτε άλλη επιχείρηση, καθώς και οι αστικές κερδοσκοπικές ή μη εταιρίες, αναφερόμενοι στο εξής με τον όρο «επιτηδευματίας», τηρεί, εκδίδει, παρέχει, ζητά, λαμβάνει, υποβάλλει, διαφυλάσσει τα βιβλία, τα στοιχεία, τις καταστάσεις και κάθε άλλο μέσο σχετικό με την τήρηση βιβλίων και την έκδοση στοιχείων που ορίζονται από τον Κώδικα αυτό, κατά περίπτωση και το Δημόσιο και κάθε άλλο νομικό πρόσωπο μη επιτηδευματίας, - υποχρεούνται μόνο στην έκδοση, υποβολή και διαφύλαξη των στοιχείων που ορίζονται ρητά από τον Κώδικα αυτό, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, καταργείται από 01.01.2013 και αντικαθίσταται με τον Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών.

Σύμφωνα με το άρθρο 1 του Κ.Φ.Α.Σ.:
1. Κάθε ημεδαπό πρόσωπο των παραγράφων 1 και 4 του άρθρου 2 και των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 101 του ν. 2238/1994, κοινοπραξία, κοινωνία ή νομική οντότητα που ασκεί δραστηριότητα στην ελληνική επικράτεια και αποβλέπει στην απόκτηση εισοδήματος από εμπορική ή βιομηχανική ή βιοτεχνική ή γεωργική επιχείρηση ή από ελευθέριο επάγγελμα ή από οποιαδήποτε άλλη επιχείρηση, καθώς και οι αστικές κερδοσκοπικές ή μη εταιρείες, έχει τις υποχρεώσεις του παρόντος νόμου σχετικά με την τήρηση βιβλίων, έκδοση στοιχείων και υποβολή δεδομένων για διασταύρωση.
2.Τις υποχρεώσεις της προηγουμένης παραγράφου έχει και κάθε αλλοδαπό πρόσωπο ή νομική οντότητα που αποκτά πραγματική-φυσική επαγγελματική εγκατάσταση στην ελληνική επικράτεια ή ασκεί δραστηριότητα στην ελληνική επικράτεια αποβλέποντας στην απόκτηση εισοδήματος από εμπορική ή βιομηχανική ή βιοτεχνική ή γεωργική επιχείρηση ή από ελευθέριο επάγγελμα ή από οποιαδήποτε άλλη επιχείρηση. Εξαιρετικά, τις υποχρεώσεις αυτές έχει και κάθε αλλοδαπό νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που δεν έχει εγκατάσταση στην ελληνική επικράτεια, εφόσον ανεγείρει ακίνητο κυριότητάς της εντός της ελληνικής επικράτειας ή πραγματοποιεί σε τέτοιο ακίνητο προσθήκες ή επεκτάσεις. Τα αναφερόμενα στο προηγούμενο εδάφιο δεν ισχύουν για τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 3".

Ισχύουσα φορολογική νομοθεσία, για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών, αποτελούν οι διατάξεις του Κ.Φ.Α.Σ., οι οποίες εξακολουθούν να ισχύουν και μετά την 1.1.2014. (ΠΟΛ 1023/20.01.2014)

Ο επιτηδευματίας εντάσσεται σε κατηγορία βιβλίων, όπως ορίζεται στις παραγράφους 2 έως 6 του άρθρου 4 του ΠΔ 186/1992 στο άρθρο 4 του ΚΦΑΣ- Στην τρίτη κατηγορία εντάσσονται: α) οι ημεδαπές και αλλοδαπές ανώνυμες και περιορισμένης ευθύνης εταιρίες-(άρθρο 4 του ΠΔ 186/1992)
Στην τήρηση διπλογραφικών βιβλίων εντάσσονται οι ημεδαπές και αλλοδαπές ανώνυμες και περιορισμένης ευθύνης εταιρίες, καθώς και οι ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρίες. (παρ.2 άρθρο 4 ΚΦΑΣ)

 


δ. Διάρκεια διαχειριστικής περιόδου

Η διαχειριστική περίοδος περιλαμβάνει δωδεκάμηνο χρονικό διάστημα. - Ο επιτηδευματίας που τηρεί βιβλία τρίτης κατηγορίας κλείνει διαχειριστική περίοδο την 30η Ιουνίου ή την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους. (άρθρο 26 του ΠΔ 186/1992- καταργήθηκε από 1.1.2013 με την υποπαρ.Ε1 του άρθρου πρώτου του Ν.4093/12 (ΦΕΚ 222/12.11.2012 τεύχος Α')-ΚΦΑΣ)

Η διαχειριστική περίοδος περιλαμβάνει δωδεκάμηνο χρονικό διάστημα. Κατά την έναρξη, λήξη ή διακοπή των εργασιών της επιχείρησης η διαχειριστική περίοδος μπορεί να είναι μικρότερη του δωδεκαμήνου. Κατ' εξαίρεση, για την επιχείρηση που τηρεί βιβλία με τη διπλογραφική μέθοδο, η διαχειριστική περίοδος έναρξης μπορεί να περιλαμβάνει και μεγαλύτερη του δωδεκάμηνου χρονικό διάστημα, όχι όμως μεγαλύτερο από είκοσι τέσσερις (24) μήνες.
Οι επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία με τη διπλογραφική μέθοδο υποχρεούνται να κλείνουν διαχείριση στις 30 Ιουνίου ή στις 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους. (άρθρο 29 Κ.Φ.Ε. όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 3 του Ν. 4110/13 (ΦΕΚ 17/23.01.2013 τεύχος Α').

Για τα εισοδήματα που αποκτώνται και τις δαπάνες που πραγματοποιούνται, κατά περίπτωση, στα φορολογικά έτη που αρχίζουν σύμφωνα με την παρ.1 του άρθρου 72 του Ν.4172/2013 από την 1η Ιανουαρίου 2014 και μετά ισχύουν τα εξής:
Το φορολογικό έτος ταυτίζεται με το ημερολογιακό έτος.
Για τα νομικά πρόσωπα ή τις νομικές οντότητες που τηρούν διπλογραφικά βιβλία το φορολογικό έτος μπορεί να λήγει στις 30 Ιουνίου.
Σε καμία περίπτωση το φορολογικό έτος δεν μπορεί να υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες, ούτε για την πρώτη χρήση. (παρ.1 άρθρο 8 Ν.4172/2013) (ΠΟΛ 1223/08.10.2015)

Για παράδειγμα, ημεδαπή ανώνυμη εταιρεία με έναρξη εργασιών τον Μάρτιο του έτους 2015 μπορεί να ορίσει ότι το φορολογικό της έτος λήγει στις 30 Ιουνίου ή στις 31 Δεκεμβρίου εκάστου έτους, οπότε το πρώτο φορολογικό της έτος λήγει στις 30 Ιουνίου 2015 ή στις 31 Δεκεμβρίου 2015, αντίστοιχα. Τα ανωτέρω ισχύουν και για τα νομικά πρόσωπα ή τις νομικές οντότητες που μετασχηματίζονται με τις διατάξεις του Κ.Φ.Ε. ή με ειδικές διατάξεις νόμων (ν.2166/1993, ν.δ.1297/1972, κ.λπ.). Ειδικά για τα νομικά πρόσωπα που μετασχηματίζονται με τις διατάξεις του ν.2166/1993 και δεδομένου, ότι το προερχόμενο από το μετασχηματισμό νομικό πρόσωπο υποβάλει δήλωση φορολογίας εισοδήματος για το χρονικό διάστημα από την επομένη της ημερομηνίας σύνταξης του ισολογισμού μετασχηματισμού και μετά, το οποίο δύναται να περιλαμβάνει υπερδωδεκάμηνη περίοδο, το πρώτο φορολογικό έτος των εν λόγω νομικών προσώπων που προέρχονται από το μετασχηματισμό με τις πιο πάνω ευεργετικές διατάξεις μπορεί να λήγει και σε οποιαδήποτε άλλη ημερομηνία πέραν της 30ής Ιουνίου ή της 31ης Δεκεμβρίου, αλλά σε καμία περίπτωση δεν δύναται να ξεπερνάει τους δώδεκα (12) μήνες (σχετ. το ΔΕΑΦ Β 1107932 ΕΞ 2015/7.08.2015 έγγραφό μας).
Για παράδειγμα, το πρώτο φορολογικό έτος ημεδαπής Α.Ε. που προήλθε από μετατροπή ημεδαπής Ε.Π.Ε. με βάση τις διατάξεις του ν.2166/1993, με ημερομηνία ισολογισμού μετασχηματισμού την 30.09.2015 και με ημερομηνία καταχώρησης στο Γ.Ε.ΜΗ. της απόφασης για τη σύσταση της Α.Ε. και την έγκριση του καταστατικού της την 15.07.2016, αρχίζει την 1.10.2015 και μπορεί να λήγει σε οποιαδήποτε ημερομηνία μέσα στο έτος 2016, αλλά σε κάθε περίπτωση μετά τις 15.07.2016, με την απαραίτητη προϋπόθεση ότι δεν θα ξεπερνάει τους δώδεκα (12) μήνες. (ΠΟΛ 1223/08.10.2015)

Συνεπώς από 1/1/2014 δεν προβλέπεται διάρκεια διαχειριστικής περιόδου μεγαλύτερη του δωδεκάμηνου.

Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος προβαίνει σε έναρξη ή παύση εργασιών ή δραστηριοτήτων στη διάρκεια του φορολογικού έτους, το πρώτο φορολογικό έτος λήγει στις 31 Δεκεμβρίου και το τελευταίο φορολογικό έτος αρχίζει την 1η Ιανουαρίου, με την επιφύλαξη του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1, με τις διατάξεις του οποίου προβλέπεται ότι για νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που τηρούν διπλογραφικά βιβλία, το πρώτο φορολογικό έτος μπορεί να λήγει στις 30 Ιουνίου. Διευκρινίζεται, ότι και στις περιπτώσεις αυτές το φορολογικό έτος δεν μπορεί να υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες. (παρ.5 άρθρο 8 Ν.4172/2013) (ΠΟΛ 1223/08.10.2015)

 



ε. Χρόνος γένεσης της υποχρέωσης έκδοσης τιμολογίου

Η υποχρέωση έκδοσης τιμολογίου γεννάται κατά το χρόνο που πραγματοποιείται η αποστολή ή παράδοση των αγαθών ή των υπηρεσιών. (παρ.1 άρθρο 11 Ν.4308/14)

Σημειώνεται ότι ο χρόνος γένεσης της υποχρέωσης έκδοσης τιμολογίου διαφοροποιείται από την προθεσμία έκδοσης του εν λόγω τιμολογίου, η οποία καθορίζεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 11 του Ν.4308/14, αναλυτικά για κάθε περίπτωση πώλησης. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Σημειώνεται ότι ο καθοριζόμενος, για κάθε μία περίπτωση, χρόνος έκδοσης του τιμολογίου από το νόμο δεν είναι δυνατόν να παραταθεί από συμφωνία, έγγραφη ή προφορική, των εμπλεκόμενων μερών. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014, όπως συμπληρώθηκε με την ΠΟΛ 1261/03.12.2015)

Διευκρινίζεται ότι ο χρόνος έκδοσης τιμολογίου αποσυνδέεται από την εφαρμογή της αρχής του δεδουλευμένου σχετικά με την αναγνώριση των πωλήσεων. Δηλαδή, η υποχρέωση αναγνώρισης των εσόδων είναι θέμα πραγματικών περιστατικών σύμφωνα με τα σχετικά κριτήρια αναγνώρισης (π.χ. παράδοση αγαθών, παροχή υπηρεσίας) και δεν προϋποθέτει την έκδοση τιμολογίου η οποία μπορεί και να γίνεται σε μεταγενέστερο χρόνο. Αυτό ισχύει ανεξάρτητα από τον τρόπο τήρησης των λογιστικών βιβλίων (απλογραφικό ή διπλογραφικό λογιστικό σύστημα) (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Είναι σαφές από το νόμο, σύμφωνα και με την Οδηγία 2006/112/ΕΕ, ότι το τιμολόγιο φέρει την ημερομηνία στην οποία εκδόθηκε. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)
 



στ. Χρόνος έκδοσης τιμολογίου

i. Από 1.1.2015 ισχύουν τα εξής:

Ο χρόνος έκδοσης τιμολογίου καθορίζεται ως εξής:

α) Σε περίπτωση πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών, τιμολόγιο εκδίδεται το αργότερο μέχρι τη 15η ημέρα του επόμενου μήνα της παράδοσης ή αποστολής αγαθών ή της ολοκλήρωσης της υπηρεσίας, κατά περίπτωση. (παρ.2α άρθρο 11 Ν.4308/14)

Για παράδειγμα, για μια πώληση/παράδοση αγαθών στις 4 Νοεμβρίου 20Χ1 και μία παροχή υπηρεσίας στις 28 Νοεμβρίου 20Χ1 τα αντίστοιχα τιμολόγια πρέπει να εκδοθούν μέχρι και την 15 Δεκεμβρίου 20Χ1, φέροντας την ημερομηνία έκδοσής τους (π.χ. 12 Δεκεμβρίου ή 15 Δεκεμβρίου 20Χ1. Ομοίως, για παροχή υπηρεσίας στις 3 Δεκεμβρίου 20Χ1 και μια πώληση/παράδοση αγαθών στις 23 Δεκεμβρίου 20Χ1 τα αντίστοιχα τιμολόγια πρέπει να εκδοθούν μέχρι και την 15 Ιανουαρίου 20Χ2, φέροντας την ημερομηνία έκδοσής τους (π.χ. 5 Ιανουαρίου ή 15 Ιανουαρίου 20Χ2. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

β) Σε περίπτωση συνεχιζόμενης παροχής αγαθών, υπηρεσίας ή κατασκευής έργου, το τιμολόγιο εκδίδεται μέχρι τη 15η ημέρα του επόμενου μήνα από την περίοδο στην οποία μέρος της σχετικής αμοιβής καθίσταται απαιτητό για τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που έχουν παρασχεθεί ή το μέρος του έργου που έχει ολοκληρωθεί. (παρ.2β άρθρο 11 Ν.4308/14)

Διευκρινίζεται ότι για την υποχρέωση έκδοσης τιμολογίου για συνεχιζόμενη υπηρεσία (π.χ. διδασκαλία συγκεκριμένων μαθημάτων, παροχή υπηρεσιών τήρησης λογιστικών αρχείων από το φοροτέχνη-λογιστή, κλπ.) το κρίσιμο στοιχείο είναι το εάν ο πωλητής, βάσει σύμβασης ή της συνήθους επιχειρηματικής πρακτικής δύναται να απαιτήσει / διεκδικήσει πληρωμή για το μέρος των αγαθών ή υπηρεσιών που έχει προσφέρει ή το έργο που έχει παράξει. Διευκρινίζεται ότι ο χρόνος έκδοσης τιμολογίου για συνεχιζόμενη παροχή αγαθών ή υπηρεσιών ή κατασκευής έργου δεν διαφοροποιείται από το γεγονός ότι η έναρξη της παροχής ή κατασκευής μπορεί να ξεκίνησε πριν το τέλος της ετήσιας (διαχειριστικής) περιόδου και συνεχίσθηκε στην επόμενη. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014, όπως τροποποιήθηκε με την ΠΟΛ 1261/03.12.2015)

Η αναφορά στο νόμο σε «μέρος της αμοιβής που καθίσταται απαιτητό για τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που έχουν παρασχεθεί ή το μέρος του έργου που έχει ολοκληρωθεί», υποδηλώνει ότι, βάσει της σχετικής σύμβασης (προφορικής ή έγγραφης) των δύο μερών, γίνεται δεκτή τμηματική ολοκλήρωση της υπηρεσίας. Η περίπτωση αυτή δεν πρέπει να συγχέεται με την περίπτωση στην οποία:
α) έχει συμφωνηθεί να καταβάλλεται χωρίς να συνδέεται με την πρόοδο της παροχής υπηρεσίας ή του έργου, στην έναρξη ή στη διάρκεια της σχετικής περιόδου, ποσό ή ποσά έναντι του συνολικού τιμήματος (προκαταβολή), ακόμη και μέχρι πλήρους εξόφλησης του τιμήματος, και
β) έχει συμφωνηθεί ότι η υπηρεσία ή το έργο ολοκληρώνεται στο τέλος της σχετικής περιόδου. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014, όπως συμπληρώθηκε με την ΠΟΛ 1261/03.12.2015)

Στην περίπτωση που λαμβάνεται προκαταβολή για μη προσφερθέν έργο, δε γεννάται υποχρέωση έκδοσης τιμολογίου. Για τεκμηρίωση της είσπραξης εκδίδεται απλή «Απόδειξη είσπραξης» και στη συνέχεια εκδίδεται το τιμολόγιο, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Στην περίπτωση (β) εμπίπτει και η περίπτωση συνεχιζόμενων πωλήσεων αγαθών μέσω δικτύου συνεχούς ροής (πωλήσεις ηλεκτρικού ρεύματος, ύδατος, φυσικού αερίου κ.λπ.).
Για παράδειγμα, σύμφωνα με τη συγκεκριμένη διάταξη, για πωλήσεις ηλεκτρικής ενέργειας περιόδου από 20 Ιανουαρίου 20Χ5 έως 20 Μαρτίου του 20Χ5, το παραστατικό πώλησης (στη συγκεκριμένη περίπτωση «Λογαριασμός» κατά την καθιερωμένη ονομασία) θα εκδοθεί έως την 15η Απριλίου 20Χ5. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

γ) Σε περίπτωση απόκτησης δικαιώματος λήψης υπηρεσίας, με την απόκτηση του δικαιώματος αυτού. (παρ.2γ άρθρο 11 Ν.4308/14)

Στην περίπτωση (γ), δηλαδή στην περίπτωση πώλησης δικαιώματος λήψης υπηρεσίας (χονδρική πώληση), συμπεριλαμβάνονται και οι περιπτώσεις συνδρομητών - ληπτών υπηρεσιών, ενδεικτικά αναφέρονται οι υπηρεσίες που παρέχονται, έναντι συνδρομής, από ινστιτούτα αισθητικής, γυμναστήρια, υπηρεσίες οδικής βοήθειας κ.λπ. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

δ) Στην περίπτωση έκδοσης συγκεντρωτικού τιμολογίου της παρ. 3 του άρθρου 10, το συγκεντρωτικό τιμολόγιο εκδίδεται το αργότερο μέχρι τη 15η του επόμενου μήνα από το μήνα εντός του οποίου πραγματοποιήθηκε το πρώτο γεγονός πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών που συμπεριλαμβάνεται στο συγκεντρωτικό τιμολόγιο. (παρ.2δ άρθρο 11 Ν.4308/14)

Διευκρινίζεται ότι, σύμφωνα με τη διατύπωση της διάταξης, εάν οι διαφορετικές (επαναλαμβανόμενες) παραδόσεις (πωλήσεις) αγαθών ή υπηρεσιών λαμβάνουν χώρα εντός δύο διαφορετικών ημερολογιακών μηνών, οι παραδόσεις κάθε μήνα υπόκεινται σε ξεχωριστή τιμολόγηση, εντός του επόμενου μήνα από το μήνα που έγιναν οι παραδόσεις ή η παροχή υπηρεσίας. Για παράδειγμα, εάν οι διαφορετικές (επαναλαμβανόμενες) παραδόσεις αγαθών έλαβαν χώρα το διάστημα 13 Σεπτεμβρίου έως 11 Οκτωβρίου 20Χ5, 58οι παραδόσεις του Σεπτεμβρίου θα τιμολογηθούν μέχρι 15 Οκτωβρίου και οι παραδόσεις Οκτωβρίου μέχρι 15 Νοεμβρίου. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

ε) Ειδικά, όταν ο αγοραστής των αγαθών ή υπηρεσιών είναι το Δημόσιο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, το τιμολόγιο δύναται να εκδίδεται μέχρι το τέλος της ετήσιας περιόδου μέσα στην οποία έγινε η παράδοση ή η αποστολή των αγαθών ή η παροχή των υπηρεσιών ή η πιστοποίηση δημόσιων έργων ή η οριστικοποίηση της συναλλαγής από τον αγοραστή, κατά περίπτωση. (παρ.2ε άρθρο 11 Ν.4308/14)

Η ανωτέρω περίπτωση ε αφορά συναλλαγές που στην πρακτική των δημοσίων προμηθειών προβλέπεται η διαδικασία της «οριστικοποίησης» της πώλησης από τις αρμόδιες αρχές (ενδεικτικά, και όχι περιοριστικά, πώληση πανεπιστημιακών συγγραμμάτων) (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Από το συνδυασμό των ανωτέρω, θεωρούμε ότι το σχετικό τιμολόγιο- απόδειξη παροχής υπηρεσιών για την καταβολή αμοιβής ελεύθερων επαγγελματιών (π.χ. δικαστικών επιμελητών, μεταφραστών, κ.λπ.) θα πρέπει να προσκομίζεται από τον δικαιούχο κατά την υποβολή των σχετικών δικαιολογητικών στην αρμόδια υπηρεσία του φορέα, ως απαραίτητο δικαιολογητικό εκκαθάρισης της δαπάνης (και όχι της εξόφλησης αυτής) (Υπ. Οικ. οικ. 2/42059/0026/03.06.2017)

Με δεδομένες τις νομικές ρυθμίσεις περί του χρόνου έκδοσης τιμολογίων και τη σχετική πρακτική πριν την ψήφιση του Ν. 4308/2014, οι οντότητες έχουν ήδη οργανώσει τη σχετική διαδικασία για έκδοση των σχετικών παραστατικών εντός της εκάστοτε κλειόμενης χρήσης. Διευκρινίζεται ότι ο Ν.4308/14 παρέχει το δικαίωμα (χωρίς υποχρέωση) έκδοσης του τιμολογίου πώλησης μέχρι την 15 Ιανουαρίου του επόμενου έτους. Συνεπώς, οι οντότητες δύνανται, τηρώντας αυτό το νόμο, να συνεχίσουν τη διαδικασία έκδοσης τιμολογίων που ήδη εφαρμόζουν. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Η εκ μέρους της Διαδημοτικής Επιχείρησης ΧΥΤΑ εκπρόθεσμη έκδοση του εκ του νόμου απαιτούμενου φορολογικού στοιχείου (τιμολογίου) δύναται μεν να επισύρει την επιβολή των προβλεπόμενων κυρώσεων εκ μέρους των αρμοδίων φορολογικών αρχών, δεν άγει όμως σε ακυρότητα του τιμολογίου, και κατά συνέπεια δεν καθιστά μη νόμιμη ή ανύπαρκτη την αξίωση της δικαιούχου επιχείρησης, αφού το τιμολόγιο εξακολουθεί να αποτελεί νόμιμο δικαιολογητικό εκκαθάρισης και ενταλματοποίησης της σχετικής δαπάνης. (Ελ. Συν. Κλιμ. Τμ. 7 Πράξη 296/2013)

 

Πληρωμή 1ου λογαριασμού έργου. Η, εκ μέρους του αναδόχου, εκπρόθεσμη έκδοση του εκ του νόμου απαιτούμενου φορολογικού στοιχείου (τιμολογίου) δεν άγει σε ακυρότητα αυτού, και κατά συνέπεια δεν καθιστά μη νόμιμη ή ανύπαρκτη την αξίωση του δικαιούχου, αφού το τιμολόγιο εξακολουθεί να αποτελεί νόμιμο δικαιολογητικό εκκαθάρισης και ενταλματοποίησης της σχετικής δαπάνης.  (Ελ. Συν. Κλιμ. Τμ. 7 Πράξη 221/2018)



ii. Πατήστε εδώ για να δείτε το καθεστώς έως 31.12.2014

Το τιμολόγιο εκδίδεται κατά την παράδοση ή την έναρξη της αποστολής των αγαθών στον παραλήπτη, κατά περίπτωση. Κατ' εξαίρεση, το τιμολόγιο εκδίδεται το αργότερο σε ένα (1) μήνα από την παράδοση ή αποστολή των αγαθών στον αγοραστή και πάντως μέσα στην ίδια διαχειριστική περίοδο των συμβαλλομένων. Στις προαναφερόμενες περιπτώσεις έκδοσης του τιμολογίου σε χρόνο μεταγενέστερο της παράδοσης ή αποστολής των αγαθών, όταν αυτές αφορούν ενδοκοινοτικές αποστολές ή παραδόσεις αγαθών, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 28 του ν. 2859/2000, το τιμολόγιο εκδίδεται το αργότερο μέχρι τη 15η του επόμενου μήνα της παράδοσης ή αποστολής αγαθών και πάντως μέσα στην ίδια διαχειριστική περίοδο των συμβαλλομένων. Επί επιστροφής αγαθών το πιστωτικό τιμολόγιο εκδίδεται το αργότερο σε ένα (1) μήνα από το χρόνο της παραλαβής τους και πάντως μέσα στην ίδια διαχειριστική περίοδο που παραλήφθηκαν τα αγαθά. Στην περίπτωση παροχής υπηρεσίας το τιμολόγιο εκδίδεται με την ολοκλήρωση της παροχής. Όταν η παροχή υπηρεσίας διαρκεί, εκδίδεται τιμολόγιο κατά το χρόνο που καθίσταται απαιτητό μέρος της αμοιβής, για το μέρος αυτό και την υπηρεσία που παρασχέθηκε. Πάντως, το τιμολόγιο δεν μπορεί να εκδοθεί πέραν της διαχειριστικής περιόδου που παρασχέθηκε η υπηρεσία. Στην περίπτωση εκτέλεσης τεχνικών έργων ή εγκαταστάσεων, το τιμολόγιο εκδίδεται μέσα σε ένα (1) μήνα από την προσωρινή επιμέτρηση και πάντως μέσα στην ίδια φορολογική περίοδο, που πραγματοποιήθηκε η επιμέτρηση.. (άρθρο 6 παρ.14 ΚΦΑΣ, όπως τροποποιήθηκε από 01.01.2014 από την παρ. 4 του άρθρου 51 του Ν. 4223/13)- καταργήθηκε ο ΚΦΑΣ από 01.01.2015 με την παρ.1 του άρθρου 38 του Ν.4308/14)
Χωρίς την προηγούμενη έγκρισή του από τη διευθύνουσα υπηρεσία, λογαριασμός έργου, ανεξαρτήτως της υπογραφής του ή μη από τον επιβλέποντα, δεν μπορεί να αποτελέσει την πιστοποίηση για την πληρωμή του αναδόχου. (Ελ.Συν. Τμ.7 Πράξη 248/2010)


Ως γνωστόν, από τις υφιστάμενες διατάξεις του Κ.Φ.Α.Σ. (πρώτο εδάφιο της παραγράφου 14 του άρθρου 6) το τιμολόγιο (για την πώληση αγαθών) εκδίδεται, κατ' αρχήν, με την παράδοση ή την αποστολή των αγαθών. Περαιτέρω, παρέχεται η δυνατότητα, μέχρι την 31.12.2013, κατ' εξαίρεση, η μεταγενέστερη τιμολόγηση των αγαθών (σε ένα μήνα από την παράδοση ή την αποστολή τους) με την προϋπόθεση ότι, κατά την παράδοση ή την αποστολή των αγαθών εκδόθηκε δελτίο αποστολής. Δεδομένου ότι, από 1.1.2014, δεν υφίσταται η υποχρέωση έκδοσης δελτίου αποστολής και προκειμένου να μην επιβαρυνθούν υπέρμετρα οι επιχειρήσεις από την καθιερωμένη πρακτική της μεταγενέστερης, από την παράδοση ή την αποστολή των αγαθών, τιμολόγησης παρέμεινε η δυνατότητα της εκ των υστέρων τιμολόγησης από την παράδοση ή την αποστολή των αγαθών. Προϋπόθεση για την έκδοση του τιμολογίου σε χρόνο μεταγενέστερο της παράδοσης ή της αποστολής αποθεμάτων και μόνο αποτελεί η διασφάλιση της παρακολούθησης αυτών, με τον τρόπο που αναφέρεται κατωτέρω στην υποενότητα Διοικητικό Έγγραφο μη τιμολογηθέντων αποθεμάτων/Δελτίο Αποστολής. (ΠΟΛ 1023/20.01.2014)

Εάν ο αγοραστής των αγαθών ή υπηρεσιών είναι πρόσωπο της παραγράφου 1 του άρθρου 3 (δηλ. το Δημόσιο, το ημεδαπό ή αλλοδαπό νομικό πρόσωπο ή επιτροπή ή ένωση προσώπων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, το αλλοδαπό νομικό πρόσωπο που δεν έχει εγκατάσταση στην Ελλάδα και αποκτά κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα επί ακινήτου στην ημεδαπή, οι ξένες αποστολές και οι διεθνείς οργανισμοί υποχρεούνται μόνο στη λήψη, έκδοση, υποβολή και δι­αφύλαξη των στοιχείων που ορίζονται ρητά από τον Κώδικα αυτόν), το τιμολόγιο μπορεί να εκδοθεί μέχρι το τέλος της διαχειριστικής περιόδου μέσα στην οποία έγινε η παράδοση ή η αποστολή των αγαθών ή η παροχή των υπηρεσιών ή η πιστοποίηση δημόσιων έργων ή η οριστικοποίηση από τις αρμόδιες αρχές της πώλησης συγγραμμάτων. Όλα τα τιμολόγια, τα οποία εκδίδονται στο τέλος της διαχειριστικής περιόδου, επιτρέπεται να εκδίδονται μέχρι την εικοστή (20ή) ημέρα του επόμενου μήνα με ημερομηνία έκδοσης την τελευταία ημέρα της διαχειριστικής περιόδου, εφόσον παραδίδονται μέχρι την ημέρα αυτή, σε αυτόν που αφορούν. Ειδικά, όλα τα τιμολόγια που εκδίδονται στο τέλος κάθε μήνα, επιτρέπεται να εκδίδονται μέχρι τη δέκατη πέμπτη (15η) ημέρα του επόμενου μήνα με ημερομηνία έκδοσης την τελευταία ημέρα του προηγούμενου μήνα, με εξαίρεση τα τιμολόγια που εκδίδονται στο χρόνο που προβλέπεται από τις διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 14 του άρθρου 6 του ΚΦΑΣ (όταν δηλ. για τη διακίνηση έχει εκδοθεί δελτίο αποστολής), τα οποία επιτρέπεται να εκδίδονται εντός του επόμενου δεκαπενθημέρου από τον προβλεπόμενο αυτόν χρόνο και με ημερομηνία έκδοσης αυτή της συμπλήρωσης ενός μήνα από την παράδοση ή την αποστολή των αγαθών στον αγοραστή.(άρθρο 6 παρ.15 ΚΦΑΣ)- καταργήθηκε ο ΚΦΑΣ από 01.01.2015 με την παρ.1 του άρθρου 38 του Ν.4308/14)

Με την διάταξη της περ. β΄ της παρ. 4 του άρθρου 7 του Κ.Φ.Α.Σ., εισάγεται, σε σχέση με τα γενικώς ισχύοντα ως προς το χρόνο έκδοσης τιμολογίου παροχής υπηρεσιών, εξαίρεση στην ειδική περίπτωση παροχής υπηρεσίας από ελεύθερο επαγγελματία προς το Δημόσιο ή Ν.Π.Δ.Δ., οπότε το σχετικό τιμολόγιο εκδίδεται με κάθε επαγγελματική τους είσπραξη. Εξάλλου, από προφανή παραδρομή ορίζεται στην ανωτέρω διάταξη ότι η εν λόγω εξαίρεση αφορά στο χρόνο έκδοσης του φορολογικού στοιχείου της απόδειξης λιανικής συναλλαγής, δεδομένου ότι, όπως συνάγεται από τις διατάξεις των άρθρων 3 παρ. 1, 6 παρ. 1 και 7 παρ. 1 του Κ.Φ.Α.Σ., οι ελεύθεροι επαγγελματίες, στους οποίους συγκαταλέγονται οι δικηγόροι, εκδίδουν πλέον, στις περιπτώσεις παροχής υπηρεσιών προς το Δημόσιο και τα Ν.Π.Δ.Δ., τιμολόγια. Από τα ανωτέρω παρέπεται ότι στην ανωτέρω περίπτωση το σχετικό τιμολόγιο δεν αποτελεί συστατικό στοιχείο της κατά του Δημοσίου ή του Ν.Π.Δ.Δ. απαίτησης του φερομένου ως δικαιούχου ελευθέρου επαγγελματία, ούτως ώστε να υφίσταται υποχρέωση προσκόμισής του στον αρμόδιο για τον προληπτικό έλεγχο της οικείας δαπάνης Επίτροπο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, αλλά στοιχείο δηλωτικό (αποδεικτικό) της εξόφλησης ήδη αναγνωρισμένης και εκκαθαρισμένης δαπάνης, που εκδίδεται κατά το χρόνο είσπραξης της αμοιβής (και όχι κατά το στάδιο εκκαθάρισης αυτής), και συνεπώς, πρέπει να προσκομίζεται στο διενεργούντα την πληρωμή ταμία του δημοσίου νομικού προσώπου. Στις περιπτώσεις όμως αυτές, πρέπει να γίνεται απλώς μνεία στο σώμα του εντάλματος των δικαιολογητικών εξόφλησης για την ενημέρωση του αρμοδίου για την πληρωμή οργάνου, ώστε να απαιτήσει την προσκόμισή τους. Νόμιμη δαπάνη. (Ελ. Συν. Κλιμ. Τμ. 1 Πράξη 190/2014)


iii. Μεταβατικό Στάδιο

Για υπηρεσίες προς το Δημόσιο ή Ν.Π.Δ.Δ., που έχουν παρασχεθεί από πρόσωπα των οποίων το εισόδημα χαρακτηριζόταν βάσει των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 48 του Ν. 2238/1994 ως εισόδημα από ελευθέριο επάγγελμα, και όταν οι απαιτήσεις είσπραξης των σχετικών αμοιβών ανάγονται σε χρόνο μέχρι την 31.12.2014 και οι σχετικές αμοιβές δεν έχουν εισπραχθεί, τα σχετικά τιμολόγια εκδίδονται με την είσπραξη αυτών (και μετά την 1.1.2015). (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Στην περίπτωση που η παροχή της υπηρεσίας ξεκίνησε πριν την 1.1.2015 και συνεχίζεται και μετά την ημερομηνία αυτή, για την αμοιβή που αντιστοιχεί στη παρασχεθείσα υπηρεσία μέχρι 31.12.2014, το τιμολόγιο θα εκδοθεί μέχρι την 31.12.2014, σύμφωνα με τις ισχύουσες μέχρι την ημερομηνία αυτή (31.12.2014) διατάξεις. Για την αμοιβή που αντιστοιχεί στην υπηρεσία που παρασχέθηκε από 1.1.2015 και μετά, το τιμολόγιο θα εκδοθεί στο χρόνο που ορίζεται με τις διατάξεις της περίπτωσης (β) της παραγράφου 2 του άρθρου 11 του Ν.4308/14. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)


ζ. Αυτοτιμολόγηση

Ο πωλητής μπορεί με προηγούμενη συμφωνία να διασφαλίσει την έκδοση τιμολογίου από το λήπτη των αγαθών ή των υπηρεσιών (αυτοτιμολόγηση) ή από τρίτο πρόσωπο εξ ονόματος και για λογαριασμό του πωλητή. Η συμφωνία για έκδοση τιμολογίου από το λήπτη αγαθών ή υπηρεσιών ή από άλλο τρίτο πρόσωπο δεν απαλλάσσει την οντότητα από τη νόμιμη υποχρέωση να διασφαλίσει ότι θα εκδοθεί τιμολόγιο, καθώς και από κάθε σχετική ευθύνη. (παρ.5 άρθρο 8 Ν.4308/14)

Στην περίπτωση έκδοσης τιμολογίου από το λήπτη των αγαθών ή των υπηρεσιών (αυτοτιμολόγηση) ή από τρίτο πρόσωπο εξ ονόματος και για λογαριασμό του πωλητή, ο εκδότης του τιμολογίου παρέχει όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες για την τεκμηρίωση και καταχώρηση των σχετικών συναλλαγών από τον πωλητή, έγκαιρα για την εκπλήρωση υπ' αυτού κάθε νόμιμης υποχρέωσης. (παρ.8 άρθρο 8 Ν.4308/14)

Η παροχή των σχετικών πληροφοριών δύναται να γίνεται με κάθε πρόσφορο τρόπο, κατ' επιλογή των εμπλεκόμενων μερών, όπως αποστολή συγκεντρωτικής κατάστασης εκδοθέντων τιμολογίων με τις απαιτούμενες πληροφορίες ή αντιγράφων των σχετικών τιμολογίων. Η παροχή της πληροφόρησης μπορεί να είναι σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)


η. Αναγραφόμενα στοιχεία τιμολογίου

i. Από 01.01.2015

Το άρθρο 9 (στοιχεία α έως ιζ) του Ν.4308/14 καθορίζει το υποχρεωτικό από την Οδηγία 2006/112/ΕΕ περιεχόμενο του τιμολογίου. Σημειώνεται ότι, με τις διατάξεις του στοιχείου (στ) της παραγράφου αυτής παρέχεται η δυνατότητα μη αναγραφής στο τιμολόγιο του είδους και της έκτασης των παρεχόμενων υπηρεσιών, υπό την προϋπόθεση ότι οι ενδείξεις αυτές (έκταση και είδος παρεχόμενων υπηρεσιών) προκύπτουν από άλλα έγγραφα, όπως είναι οι τυχόν καταρτισθείσες συμβάσεις, συμφωνητικά, καθώς και λοιπά έγγραφα στα οποία παραπέμπει το τιμολόγιο. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Εξαιρετικά, στα στοιχεία που εκδίδουν τα πρατήρια υγρών καυσίμων για χονδρικές πωλήσεις βενζίνης, πετρελαίου κίνησης και υγραερίου αξίας μέχρι τριακόσια (300) ευρώ δύναται να αναγράφεται ο αριθμός κυκλοφορίας του μέσου μεταφοράς, αντί των στοιχείων της παραγράφου (δ) και (ε) της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του Ν.4308/14. Με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται η συσχέτιση του εκδιδόμενου παραστατικού με την αγοράζουσα οντότητα και τα απαιτούμενα στοιχεία του τιμολογίου. Ο αριθμός κυκλοφορίας δύναται να αναγράφεται χειρόγραφα με υπογραφή και σφραγίδα του εκδότη, εάν δεν εκτυπώνεται από το μηχανισμό έκδοσης παραστατικών πώλησης. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Ιδιαίτερα, με την παράγραφο 1.ζ ορίζεται ότι επί του τιμολογίου, μεταξύ άλλων, αναγράφεται και η ημερομηνία παράδοσης των αγαθών ή της παροχής υπηρεσιών, όταν αυτή η ημερομηνία δεν συμπίπτει με την ημερομηνία έκδοσης του τιμολογίου. Με αυτόν τον τρόπο δημιουργείται τεκμήριο για την εφαρμογή της αρχής του δεδουλευμένου. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Επιπλέον παρέχεται η δυνατότητα έκφρασης των σχετικών ποσών σε οποιοδήποτε νόμισμα εκτός του ποσού που αναφέρεται στο Φ.Π.Α. το οποίο εκφράζεται και στο εθνικό νόμισμα, ανεξάρτητα εάν αυτά αφορούν συναλλαγές στο εσωτερικό της χώρας ή με το εξωτερικό.

Ορίζεται επίσης, σύμφωνα με την σχετική Οδηγία της ΕΕ, ότι το τιμολόγιο πώλησης δεν απαιτείται να φέρει την υπογραφή του εκδότη.
Ωστόσο, η υπογραφή του εκδότη επί του τιμολογίου μπορεί να απαιτείται από άλλη νομοθεσία ή να είθισται ως καθιερωμένη επιχειρηματική πρακτική. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Πατήστε εδώ για να δείτε το καθεστώς έως 31.12.2014
Από την 1η Ιανουαρίου 2015 καταργείται η υποπαράγραφος Ε1 της παραγράφου Ε' του ν. 4093/2012 (Κώδικας Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών), καθώς και κάθε διάταξη, ερμηνευτική εγκύκλιος ή Οδηγία έχει εκδοθεί δυνάμει εκείνης της διάταξης ή του προϊσχύοντος π.δ. 186/1992. Εξαιρετικά οι αποφάσεις κ.υ.α. πολ. 1009/4.1.2012 (Β' 72), κ.υ.α. πολ. 1203/2.11.2012 (Β' 3130), κ.υ.α. πολ. 1032/21.2.2013 (Β' 548), κ.υ.α. πολ. 1206/ 30.8.2013 (Β' 2237) και κ.υ.α. πολ. 1263/4.12.2013 (Β' 3265), καθώς και κάθε άλλη σχετική απόφαση, οι οποίες αφορούν την εγκατάσταση ολοκληρωμένων συστημάτων ελέγχου εισροών - εκροών στα πρατήρια υγρών καυσίμων και στις εγκατάστάσεις πωλητών πετρελαίου θέρμανσης, καθώς και οι αποφάσεις α.υ.ο. 1093619/ 748/0015/πολ. 1212/10.8.1995 (Β' 719), α.υ.ο. 1128269/ 1226 /0015/ πολ. 1292/16.11.1995 (Β' 982), κ.υ.α. 1071467/536/ 0015/πολ. 1101/31.7.2006 (Β'1283), κ.υ.α. 1008269/52/ 0015/πολ. 1009/22.1.2008 (Β'176) και κ.υ.α. πολ. 1193/ 21.12.2010 (Β' 2174), καθώς και κάθε άλλη σχετική απόφαση, οι οποίες αφορούν την παρακολούθηση των συναλλαγών των επιχειρήσεων Καζίνο εξακολουθούν να ισχύουν και μετά την 1.1.2015. (παρ.1 άρθρο 38 Ν.4308/14, όπως συμπληρώθηεκ από το )

Μέχρι την κατάργηση ισχύουν τα εξής:
Με τις διατάξεις των παραγράφων 10 και 11 του άρθρου 6 του Κ.Φ.Α.Σ., ορίζονται τα στοιχεία που αναγράφονται στο περιεχόμενο του τιμολογίου. Ειδικότερα, στην παράγραφο 11 του εν λόγω άρθρου προσδιορίζονται «τα πλήρη στοιχεία της συναλλαγής», μεταξύ των οποίων είναι και το είδος των παρεχόμενων υπηρεσιών, η περιγραφή του οποίου πρέπει να είναι σαφής και να συγκεκριμενοποιεί την υπηρεσία, ώστε να προκύπτει το αντικείμενο της συναλλαγής και η συνάφεια του είδους των παρεχόμενων υπηρεσιών προς την αμοιβή. Συνεπώς, η περιγραφή του είδους των υπηρεσιών στο τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών πρέπει να είναι αναλυτική και δεδομένου ότι, σύμφωνα με την παρ.1 του άρθρου 2 του Κ.Φ.Α.Σ., από την απεικόνιση των συναλλαγών στα στοιχεία πρέπει να προκύπτουν και αναλυτικά στοιχεία των καταχωρήσεων, ώστε να είναι ευχερής η αναλυτική πληροφόρηση και εφικτή η επαλήθευση αυτών από τον φορολογικό έλεγχο, δεν απαγορεύεται και η παραπομπή σε τυχόν, κατατεθειμένη στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., συναφθείσα σύμβαση μεταξύ των αντισυμβαλλομένων. (ΠΟΛ 1061/28.03.2013)

Όσον αφορά το περιεχόμενο του τιμολογίου εκτέλεσης τεχνικού έργου ή εγκατάστασης, έχει γίνει δεκτό ότι, εξακολουθούν να ισχύουν και μετά την 1.1.2013 με τις διατάξεις του Κ.Φ.Α.Σ., τα αναφερόμενα στην παρ.12.5.3.της ερμηνευτικής εγκυκλίου 3/1992 του προϊσχύσαντος Κ.Β.Σ., συνεπώς στο τιμολόγιο τεχνικών έργων ή άλλων εγκαταστάσεων πρέπει να περιγράφεται λεπτομερώς το εκτελεσθέν έργο. Αν όμως γίνεται παραπομπή στην οικεία σύμβαση, δεν απαιτείται αναλυτική περιγραφή αλλά γενική. Σεπερίπτωση που υπάρχει επιμέτρηση, επισυναπτόμενη στο τιμολόγιο, μπορεί να γίνεται σύντομη περιγραφή του έργου στο τιμολόγιο. (Υπ. Οικ. Δ15Β'1028660 ΕΞ.2013/19.02.2013)

 


θ. Μη υποχρέωση θεώρησης τιμολογίων

Τα τιμολόγια του άρθρου 6 του ΚΦΑΣ, καθώς και τα στοιχεία που επέχουν θέση τιμολογίου (π.χ. εκκαθαρίσεις, εκκαθαρίσεις που προβλέπονται από Υπουργικές Αποφάσεις, φορτωτικές, στοιχεία της παρ. 16 του άρθρου 6 κ.λπ.), ανεξαρτήτως της χειρόγραφης ή μηχανογραφικής έκδοσής τους, εκδίδονται αθεώρητα και χωρίς σήμανση από μηχανισμό Ε.Α.Φ.Δ.Σ.Σ. του ν.1809/1988 (ΦΕΚ Α'222). (ΠΟΛ 1004/04.01.2013)

Σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. γ' της παρ. 5 του άρθρου 5 του ν. 2523/1997 (ποινολόγιο) κατ' εξαίρεση δεν επιβάλλεται πρόστιμο όταν για συγκεκριμένη συναλλαγή έχει εκδοθεί το μη προσήκον φορολογικό στοιχείο, εφόσον το εκδοθέν περιλαμβάνει τουλάχιστον τα δεδομένα του προβλεπόμενου, έχει εκδοθεί στον οριζόμενο γι' αυτόν χρόνο και φέρει θεώρηση στην περίπτωση που απαιτείται.
Από τα προαναφερθέντα προκύπτει ότι η έκδοση θεωρημένης απόδειξης παροχής υπηρεσιών ή θεωρημένου τιμολογίου (ή αντίστοιχων στοιχείων σημασμένων από ΕΑΦΔΣΣ του ν. 1809/1988 επί μηχανογραφικής έκδοσης) αντί αθεώρητου ή χωρίς σήμανση από ΕΑΦΔΣΣ τιμολογίου από υπόχρεο απεικόνισης συναλλαγών προς άλλο υπόχρεο, δεν συνιστά παράβαση ούτε για τον εκδότη ούτε για τον λήπτη, εφόσον βεβαίως εκδίδονται για πραγματικές συναλλαγές και από τους πραγματικά συμβαλλόμενους. (Υπ. Οικ. Δ15Β 1019996 ΕΞ 2013/05.02.2013)

Το προσκομισθέν τιμολόγιο, το οποίο σε κάθε περίπτωση περιέχει όλα τα απαιτούμενα από το νόμο στοιχεία για τη νομιμότητά του,  παρά  την κακή εκτύπωση που δίνει την εντύπωση του φωτοαντιγράφου, είναι πρωτότυπο, όπως προκύπτει από τη σφραγίδα και την υπογραφή του εκδότη του, ενώ σύμφωνα και με την  υποπαράγραφο Ε1 άρθρο 9 παρ. 1 εδ. τελ.  του ν. 4093/2012, (ΦΕΚ Α΄  222), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με το άρθρο 51 του ν. 4223/2013 (ΦΕΚ Α΄ 287), από 1.1.2014 τα φορολογικά στοιχεία,  μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και το τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών, έχουν ισχύ χωρίς να απαιτείται η θεώρησή τους από τις αρμόδιες Δ.Ο.Υ.. Νόμιμη δαπάνη. (Ελ. Συν. Κλιμ. Τμ. 7 Πράξη 311/2016)

Από 1.1.2014, με την κατάργηση της παρ.1 του άρθρου 9 σε συνδυασμό με την κατάργηση της παρ.2 του άρθρου 11 του ΚΦΑΣ, οι αρμόδιες Δ.Ο.Υ. δεν θεωρούν οποιοδήποτε φορολογικό βιβλίο και στοιχείο που προβλέπεται από τις διατάξεις του Κ.Φ.Α.Σ. και των αποφάσεων που έχουν εκδοθεί κατ' εξουσιοδότηση αυτού ή του προϊσχύσαντος Κ.Β.Σ. (π.δ. 186/1992), καθώς και του ν. 1809/1988, περί φορολογικών μηχανισμών.
Σημειώνεται ότι, τυχόν αποθέματα θεωρημένων και μη χρησιμοποιηθέντων φορολογικών βιβλίων και στοιχείων μπορούν να χρησιμοποιηθούν μέχρι της εξαντλήσεως αυτών. (ΠΟΛ 1023/20.01.2014)


ι. Αυθεντικότητα τιμολογίου

Η αυθεντικότητα της προέλευσης, η ακεραιότητα του περιεχομένου και η αναγνωσιμότητα του τιμολογίου που λαμβάνεται ή εκδίδεται από την οντότητα, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή, διασφαλίζεται από το χρόνο της έκδοσής του έως τη λήξη της περιόδου διαφύλαξής του. (παρ.1 άρθρο 15 Ν.4308/14)

Ως αυθεντικότητα της προέλευσης τιμολογίου νοείται η διασφάλιση της ταυτότητας του προμηθευτή ή του εκδότη του τιμολογίου. Ως ακεραιότητα του περιεχομένου νοείται ότι το περιεχόμενο ενός τιμολογίου δεν έχει αλλοιωθεί, σε σχέση με ό,τι απαιτείται από τον Ν.4308/14 ή με ό,τι καθορίσθηκε ως περιεχόμενο από τον εκδότη του. Δηλαδή, ένα τιμολόγιο χαρακτηρίζεται από ακεραιότητα όταν αφενός μεν κατά την έκδοσή περιέχει όλα τα απαιτούμενα στοιχεία από το νόμο, αφετέρου δε το περιεχόμενο αυτό δεν έχει με οποιοδήποτε τρόπο αλλοιωθεί εκ των υστέρων. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Κάθε οντότητα οφείλει να εφαρμόζει τα κατάλληλα στις περιστάσεις μέτρα διασφάλισης της αυθεντικότητας της προέλευσης, της ακεραιότητας του περιεχομένου και της αναγνωσιμότητας του τιμολογίου. Αυτό μπορεί να επιτυγχάνεται με οποιεσδήποτε δικλίδες της οντότητας δημιουργούν αξιόπιστη και ελέγξιμη αλληλουχία (αλυσίδα) τεκμηρίων που συνδέουν κάθε τιμολόγιο με τη σχετική προμήθεια αγαθών ή παροχή υπηρεσιών, και αντίστροφα. (παρ.2 άρθρο 15 Ν.4308/14)

Η υποχρέωση του εκδότη υφίσταται ανεξάρτητα από την υποχρέωση του λήπτη του τιμολογίου για τη διασφάλιση της αυθεντικότητας της προέλευσης, της ακεραιότητας του περιεχομένου και της αναγνωσιμότητας του τιμολογίου. Ωστόσο, τα δύο μέρη δύνανται να συμφωνήσουν σε κοινές ενέργειες, για παράδειγμα χρήση μιας συγκεκριμένης τεχνολογίας όπως είναι η EDI (Electronic Data Interchange) ή οι προηγμένες ηλεκτρονικές υπογραφές, προκειμένου να παρέχεται η απαιτούμενη διασφάλιση. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Η αυθεντικότητα της προέλευσης και η ακεραιότητας του περιεχομένου ενός ηλεκτρονικού τιμολογίου μπορεί να διασφαλίζεται με τους πιο κάτω ενδεικτικά αναφερόμενους τρόπους:

α) Χρήση προηγμένης ηλεκτρονικής υπογραφής που έχει δημιουργηθεί από έναν μηχανισμό δημιουργίας ασφαλών ηλεκτρονικών υπογραφών και στηρίζεται σε πιστοποιητικό εγκεκριμένου φορέα, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του π.δ.150/2001 (Α'125).

β) Ηλεκτρονική ανταλλαγή δεδομένων (EDI), όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 της σύστασης 1994/820/ΕΚ της Επιτροπής, της 19ης Οκτωβρίου 1994 (Επίσημη Εφημερίδα Ε.Κ. ΕΙ 388/28.12.1994), εφόσον η συμφωνία σχετικά με αυτήν την ανταλλαγή προβλέπει τη χρησιμοποίηση διαδικασιών που εγγυώνται τη γνησιότητα της προέλευσης και την ακεραιότητα των δεδομένων.

γ) Μέσω Υπηρεσιών Παρόχου για την Ηλεκτρονική Έκδοση Στοιχείων (Υ.ΠΑ.Η.Ε.Σ.)

δ) Χρήση των φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών, σύμφωνα με τις παραγράφους 8 και 9 του άρθρου 12. (παρ.3 άρθρο 15 Ν.4308/14, όπως τροποποιήθηκε με την παρ.2 του άρθρου 45 του Ν.4646/19)

Ο λήπτης των αγαθών ή υπηρεσιών (πελάτης) πρέπει να είναι σε θέση να διασφαλίζει ότι το τιμολόγιο που ελήφθη προέρχεται από τον προμηθευτή ή τον εκδότη του τιμολογίου. Δηλαδή, ο λήπτης πρέπει να εφαρμόζει τις κατάλληλες δικλίδες για να διασφαλίζει την αυθεντικότητα προέλευσης (ότι δηλαδή ο αναφερόμενος προμηθευτής έχει πραγματοποιήσει την παράδοση των αγαθών ή υπηρεσιών) και επιπλέον πρέπει να διασφαλίζει την ταυτότητα του εκδότη. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Με βάση τα ανωτέρω προσφέρονται δύο εναλλακτικές λύσεις τις οποίες μπορεί να επιλέξει ο λήπτης των αγαθών ή υπηρεσιών (πελάτης). Η πρώτη εναλλακτική λύση αφορά την επαλήθευση της ορθότητας των στοιχείων ταυτότητας του προμηθευτή, τα οποία αναφέρονται στο τιμολόγιο. Η δεύτερη εναλλακτική λύση αφορά τη διασφάλιση της ταυτότητας του εκδότη του τιμολογίου, είτε είναι ο ίδιος ο προμηθευτής είτε τρίτο πρόσωπο που ενεργεί κατ΄εντολή και για λογαριασμό του.
α) Για την επαλήθευση της ορθότητας των στοιχείων ταυτότητας του προμηθευτή, o πελάτης πρέπει να διασφαλίσει ότι ο προμηθευτής που αναφέρεται στο τιμολόγιο έχει πραγματοποιήσει όντως την παράδοση των αγαθών ή την παροχή των υπηρεσιών στις οποίες αναφέρεται το τιμολόγιο. Ο υποκείμενος στον φόρο μπορεί να εφαρμόσει οποιεσδήποτε επιχειρηματικές δικλίδες, που δημιουργούν μια αξιόπιστη αλληλουχία τεκμηρίων μεταξύ ενός τιμολογίου και της παράδοσης αγαθών ή της παροχής υπηρεσιών, προκειμένου να εκπληρώσει την εν λόγω υποχρέωση.
β) Η διασφάλιση της ταυτότητας του εκδότη του τιμολογίου δύναται να γίνεται μέσω, για παράδειγμα, μιας προηγμένης ηλεκτρονικής υπογραφής ή ηλεκτρονικής Διαβίβασης Δεδομένων (EDI), λαμβάνοντας ωστόσο υπόψη ότι σε κάθε περίπτωση πρέπει να διασφαλίζεται ότι τα τιμολόγια αντικατοπτρίζουν πραγματικές παραδόσεις ή παροχές υπηρεσιών. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)


ια. Διαγραφές - επεγγραφές - διορθώσεις επί του τιμολογίου
Στο κάτω δεξιό μέρος του τιμολογίου αναγράφονται, κατόπιν επανεγγραφής, ως αξία του τμήματος των παρεχομένων υπηρεσιών το ποσό των 4.875,05 ευρώ και κατόπιν όμοιας επεγγραφής το ποσό των 1.121,95 ευρώ ως Φ.Π.Α. Ενόψει, όμως του ότι το ποσό των 4.875,05 ευρώ έχει τεθεί, τόσο άνωθεν όσο και στο κάτω μέρος του τιμολογίου καθώς και ότι κατόπιν των σχετικών διαγραφών και επεγγραφών, τόσο η αιτιολογία έκδοσης του τιμολογίου, όσο και η αξία των παρεχομένων υπηρεσιών, αναγιγνώσκεται με ευχέρεια, χωρίς να καταλείπονται αμφιβολίες για το περιεχόμενό τους, δεν παραβιάζονται οι διατάξεις του άρθρου 18 τουπ.δ. 186/1992, με τις οποίος περιγράφεται ο τύπος έκδοσης των τιμολογίων. (Ελ. Συν. Κλιμ. Τμ. 7 Πράξη 273/2013)

Η διόρθωση της ημερομηνίας του επίμαχου τιμολογίου, η οποία κατά δήλωσή του έλαβε χώρα λόγω λανθασμένης αρχικής εγγραφής, εκ παραδρομής, σε κάθε περίπτωση δεν ασκεί επιρροή, δεδομένου ότι κρίσιμο, κατά το άρθρο 1 της επίμαχης σύμβασης, είναι το χρονικό σημείο υποβολής του τιμολογίου, το οποίο πρέπει να είναι μετά την ημεροχρονολογία υπογραφής και έκδοσης του πρωτοκόλλου παραλαβής, και όχι η ημεροχρονολογία έκδοσης αυτού. (Ελ.Συν.Κλιμ.Τμ.7 Πράξη 352/2015)
 


ιβ. Εικονικά τιμολόγια
Σχετικά με τις κυρώσεις για έκδοση εικονικών τιμολογίων δείτε το άρθρο 55 και το άρθρο 72 του Ν.4174/13 (ΦΕΚ 170/26.07.2013 τεύχος Α').
Σχετικές οι ΠΟΛ 1208/03.09.2013 (ΦΕΚ 2306/16.09.2013 τεύχος Β') Διαδικασία βεβαίωσης και καταβολής των ποσών που προκύπτουν μετά τον επανυπολογισμό των προστίμων με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 55 και των μεταβατικών διατάξεων των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 66 (νυν 72) του Ν. 4174/2013 (ΦΕΚ 170/Α'),
και ΠΟΛ 1249/21.11.2013 Παροχή διευκρινίσεων ως προς την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 55 και 66 (νυν 72) του ν.4174/2013.
 

Από 1.2.2016 καταργούνται οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 55 του Ν.4174/13 (άρθρο 7 παρ. 9 ν. 4337/2015, όπως τροποποιήθηκε με την παρ.1 του άρθρου 22 της ΠΝΠ (ΦΕΚ 182/24.12.2015 τεύχος Α'), η οποία κυρώθηκε με το N. 4366/16 (ΦΕΚ 18/15.02.2016 τεύχος Α')
 σε συνδυασμό με το άρθρο 51 παρ. 3 ν. 4342/2015, Α' 143), ενώ από 17.10.2015 (έναρξη ισχύος ν. 4337/2015) καταργήθηκαν οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 55 του Ν.4174/13 (άρθρο 3 παρ. 4 περ. β' ν. 4337/2015).
Συνεπώς, από την 17.10.2015 και εφεξής δεν θα επιβάλλονται τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις αυτές πρόστιμα για τις παρακάτω περιπτώσεις παραβάσεων:
α. Μη έκδοση ή ανακριβής έκδοση φορολογικών στοιχείων αξίας άνω των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ.
β. Έκδοση πλαστών φορολογικών στοιχείων.
γ. Έκδοση - Λήψη εικονικών φορολογικών στοιχείων.
δ. Νόθευση φορολογικών στοιχείων.
ε. Καταχώριση στα βιβλία αγορών ή εξόδων που δεν έχουν πραγματοποιηθεί και δεν έχει εκδοθεί φορολογικό στοιχείο. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)

Διευκρινίζεται ότι για τις εκκρεμείς υποθέσεις που αφορούν παραβάσεις για τις οποίες είχαν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 55 του Ν.4174/13 και διαπράχθηκαν από την έναρξη ισχύος της ως άνω διάταξης (ήτοι 26.7.2013, κατά περίπτωση, άλλως από 1.1.2014 κατά τα οριζόμενα στην τότε ισχύουσα παράγραφο 32 του άρθρου 66, νυν 72, του ν. 4174/2013) και μέχρι την έναρξη ισχύος του ν. 4337/2015 (17.10.2015), εφαρμόζονται οι μεταβατικές διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 7 του Ν.4337/15, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα κατωτέρω. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)

 

Μπορούν να τύχουν εφαρμογής, και μετά την κατάργηση της παρ. 2 του άρθρου 55 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ΚΦΔ), για τις παραβάσεις έκδοσης εικονικών στοιχείων, που διαπράχθηκαν μέχρι τις 26.7.2013 και εφόσον μέχρι την κατάθεση του ν. 4337/2015 (12.10.2015) δεν είχαν εκδοθεί οι οριστικές πράξεις επιβολής προστίμων, όταν η εικονικότητα του στοιχείου αφορά τον χαρακτηρισμό της αναγραφείσας συναλλαγής, οι μηδέποτε καταργηθείσες μεταβατικές διατάξεις της παρ. 35 του άρθρου 72 (πρώην 66) του Κ.Φ.Δ., υπό τις ειδικότερες προϋποθέσεις της διατάξεως αυτής, δηλαδή εφόσον το νέο καθεστώς επιλεγεί ως ευνοϊκότερο από τον ίδιο τον φορολογούμενο, για το σύνολο των παραβάσεων που περιέχονται στην ίδια πράξη ή απόφαση επιβολής προστίμου (ομόφ.). (ΓνΝΣΚ 291/2017)- έγινε αποδεκτή από τον Διοικητή ΑΑΔΕ, δείτε σχετικά την ΠΟΛ 1021/01.02.2018.



Για τις παραβάσεις των διατάξεων του Κ.Β.Σ. (π.δ. 186/1992, Α' 84) και του Κ.Φ.Α.Σ. (ν. 4093/2012, Α' 222), που διαπράχθηκαν μέχρι την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 54 (μέχρι 1.1.2014) και 55 του ν. 4174/2013 (μέχρι 26.7.2013, κατά περίπτωση, άλλως από 1.1.2014 κατά τα οριζόμενα στην τότε ισχύουσα παράγραφο 32 του άρθρου 66, νυν 72, του ν. 4174/2013) και κατά την κατάθεση του Ν.4337/15 (12.10.2015) δεν έχουν εκδοθεί οι οριστικές πράξεις επιβολής προστίμων, δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 5 του ν.2523/1997, αλλά επιβάλλονται τα κατωτέρω πρόστιμα:

α) Για παραβάσεις έκδοσης πλαστών στοιχείων ποσό ίσο με το 50% της αξίας κάθε στοιχείου.
β) Για παραβάσεις που αφορούν έκδοση εικονικών ή λήψη εικονικών στοιχείων ή νόθευση αυτών, καθώς και καταχώρηση στα βιβλία αγορών ή εξόδων χωρίς παραστατικά, ποσό ίσο με το 40% της αξίας κάθε στοιχείου. Εάν η αξία του στοιχείου είναι μερικώς εικονική ποσό ίσο με το 40% του μέρους της εικονικής αξίας.
γ) Όταν δεν δύναται να προσδιορισθεί η μερικώς εικονική αξία, ποσό ίσο με το 20% της αξίας του στοιχείου.
δ) Όταν η εικονικότητα ανάγεται αποκλειστικά στο πρόσωπο του εκδότη, ποσό ίσο με το 20% της αξίας του στοιχείου.
ε) Στην περίπτωση λήπτη εικονικού φορολογικού στοιχείου, ποσό 10% της αξίας του στοιχείου για κάθε παράβαση, εφόσον η λήψη του στοιχείου δεν είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση του φόρου εισοδήματος του οικείου φορολογικού έτους.
στ) Για παραβάσεις που αφορούν μη έκδοση ή ανακριβή έκδοση στοιχείων ή άλλες παραβάσεις που έχουν σαν αποτέλεσμα την απόκρυψη της συναλλαγής ή μέρους αυτής, η δε αποκρυβείσα αξία είναι μεγαλύτερη των χιλίων διακοσίων (1.200) ευρώ, ποσό ίσο με το 25% της αξίας της συναλλαγής ή του μέρους της αποκρυβείσας (μη εμφανισθείσας) αξίας για κάθε παράβαση.
ζ) Για τις λοιπές παραβάσεις, που δεν υπάγονται σε μια εκ των ανωτέρω περιπτώσεων ποσό ίσο με το 1/3 του οριζόμενου από τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν.2523/1997, επιβαλλόμενου προστίμου, κατά περίπτωση, για κάθε παράβαση. (παρ.3 άρθρο 7 Ν.4337/15)

Για την καλύτερη κατανόηση των ανωτέρω, δείτε την ΠΟΛ 1252/20.11.2015 στην οποία παρατίθενται σχετικά παραδείγματα.
 


ιγ. Παραστατικό καταβολής οφειλόμενων ποσών σε συνταξιούχο, εργολήπτη δημοσίων έργων
Αναφορικά με το φορολογικό στοιχείο που πρέπει να εκδοθεί για την καταβολή δικαιούμενων ποσών σε συνταξιούχο εργολήπτη δημοσίων έργων, προερχόμενων από αναθεώρηση τιμών για την κατασκευή συγκεκριμένου δημοσίου έργου, η οποία (κατασκευή) ολοκληρώθηκε πριν τη διακοπή εργασιών του ενδιαφερόμενου λόγω συνταξιοδότησης, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:

1.Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 6 του Κ.Φ.Α.Σ. (υποπαρ. Ε1 του άρθρου πρώτου του ν.4093/2012), ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών και τα πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 3 του Κ.Φ.Α.Σ. (Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ. κ.λπ.), αποδεικνύουν τις συναλλαγές με τη σύνταξη τίτλου κτήσης, εντός των προθεσμιών που προβλέπονται στις παρ. 14 και 15 του ίδιου άρθρου, στον οποίο περιλαμβάνονται τα στοιχεία των συμβαλλομένων καθώς και τα στοιχεία της συναλλαγής.

2.Επίσης, με την εγκύκλιό μας ΠΟΛ.1004/2013 διευκρινίστηκε ότι ως τίτλος κτήσης μπορεί να θεωρηθεί ενδεικτικά, κάθε έγγραφη συμφωνία (συμφωνητικό), υπεύθυνη δήλωση, ακόμα και τιμολόγιο (αγοράς), αρκεί να περιλαμβάνονται όλα τα προαπαιτούμενα δεδομένα.

3.Ενόψει των ανωτέρω, στις περιπτώσεις αγοράς αγαθών ή λήψης υπηρεσιών από πρόσωπα που δεν έχουν υποχρέωση έκδοσης τιμολογίου και όπως άλλωστε έχει γίνει δεκτό από τη Διοίκηση σε αντίστοιχες περιπτώσεις στο παρελθόν (έγγραφά μας Δ15Β 1119802 ΕΞ 30.8.2012, 1068082/521/20.9.2006), για την καταβολή δικαιούμενων ποσών λόγω αναθεώρησης τιμών σε εργολάβο δημοσίων έργων, ο οποίος, κατά το χρόνο γένεσης της σχετικής απαίτησης έχει προβεί σε διακοπή εργασιών λόγω συνταξιοδότησης, δηλαδή δεν είναι πλέον υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών του Κ.Φ.Α.Σ., εφαρμόζονται οι ανωτέρω διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 6 του Κ.Φ.Α.Σ. που προβλέπουν την έκδοση «τίτλου κτήσης» από το πρόσωπο που βαρύνεται με τη σχετική δαπάνη, το οποίο και θα καταβάλλει τη σχετική αμοιβή, μη αποκλειομένης και της δυνατότητας έκδοσης τιμολογίου (αγοράς), βάσει των όσων αναφέρθηκαν στην παρ. 2 του παρόντος. (Υπ. Οικ. Δ15Β 1039741 ΕΞ 2013/05.03.2013)


ιδ. Παραστατικό καταβολής οφειλόμενων ποσών σε νομικό πρόσωπο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα
Σε περίπτωση παροχής υπηρεσιών, που υπάγονται στο φόρo προστιθέμενης αξίας από νομικό πρόσωπο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα προς Ο.Τ.Α., το φορολογικό στοιχείο, που, κατά νόμο, απαιτείται να εκδώσει ο πάροχος των υπηρεσιών και το οποίο αποτελεί δικαιολογητικό εκκαθάρισης και ενταλματοποίησης της σχετικής δαπάνης είναι το τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών. (Ελ. Συν. Κλιμ. Τμ. 7 Πράξη 109/2014)
 




ιε. Νομιμότητα δαπάνης επί ετεροχρονισμένης έκδοσης τιμολογίου

Η εκκαθάριση ενεργείται από τη λογιστική υπηρεσία κατά τις κείμενες για κάθε δαπάνη διατάξεις, είτε αυτεπαγγέλτως εφόσον υπάρχουν στη υπηρεσία πλήρη τα αποδεικνύοντα τα δικαιώματα των δικαιούχων στοιχεία, είτε επί τη υποβολή αυτή των δικαιολογητικών στοιχείων, μετά προέλεγχο τούτων εκ μέρους των αρμοδίων υπηρεσιών του Δήμου - 3. Τα δικαιολογητικά έγγραφα εκάστης δαπάνης - προσαρτώνται στα σχετικά χρηματικά εντάλματα - (παρ.1 και 3 του άρθρου 21 του β.δ/τος της 17.5/15.6.1959 - ΦΕΚ Α΄ 114)

Σε κάθε χρηματικό ένταλμα πρέπει να επισυνάπτεται υπ' ευθύνη των επιτετραμμένων την εκκαθάριση και εντολή της δαπάνης οργάνων του δήμου κάθε δικαιολογητικό έγγραφο από το οποίο προκύπτει σαφώς το δικαίωμα του πιστωτού του δήμου κατά βάση και ποσό. (άρθρο 25 του β.δ/τος της 17.5/15.6.1959 - ΦΕΚ Α΄ 114)

Πλην των κατ' ειδικές διατάξεις Νόμων, Δ/των, κανονισμών και αποφάσεων των διοικητικών αρχών απαιτουμένων ειδικώτερα για κάθε δαπάνη δικαιολογητικών, όσα πρέπει να επισυνάπτονται στα οικεία Χρηματικά εντάλματα, ορίζονται διά του παρόντος.

Για εκτελούμενα έργα: Α) Με εργολαβία: Πιστοποίηση εις διπλούν συντασσομένη παρά του επιβλέποντος μηχανικού δια πλήρως τετελεσμένας εργασίας και προμηθείας υλικών και θεωρουμένη παρά του προϊσταμένου του αρμοδίου τμήματος της τεχνικής υπηρεσίας του δήμου και του διευθυντού αυτής. Την πρώτην πιστοποίησιν εκάστου έργου θα συνοδεύουν απαραιτήτως αντίγραφα εις διπλούν δεόντως κεκυρωμένα προϋπολογισμού τιμολογίων συμβάσεως, δημαρχιακής επιτροπής, δημοτικού συμβουλίου και των εγκριτικών τοιούτων της διοικητικής αρχής. Αποπερατουμένου εκάστου έργου, απαιτείται επιμέτρησις εις διπλούν μετά πρωτοκόλλου προσωρινής ή οριστικής παραλαβής υπό της οικείας επιτροπής και αντιγράφου της διαταγής, δι' ης συνεκροτήθη αύτη. (άρθρο 26 του β.δ/τος της 17.5/15.6.1959 - ΦΕΚ Α΄ 114)

Συμπέρασμα:
Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι τα έξοδα των Ο.Τ.Α. αναγνωρίζονται και εκκαθαρίζονται από τα αρμόδια όργανα βάσει των προβλεπομένων από τις κείμενες διατάξεις για κάθε είδος δαπάνης δικαιολογητικών, που αποδεικνύουν την κατ' αυτών απαίτηση και πληρώνονται με χρηματικά εντάλματα που εκδίδονται στο όνομα των αναγνωριζομένων ως πιστωτών τους. Η μη έκδοση ή η μη νόμιμη έκδοση των ως άνω δικαιολογητικών καθιστά την εντελλόμενη δαπάνη μη κανονική (βλ. Πράξη VIIΤμ. 13/2008, 11/2009). Σε περίπτωση δε εκτέλεσης τεχνικού έργου από κατασκευαστή προς Ο.Τ.Α., μεταξύ των δικαιολογητικών, που κατά νόμο απαιτούνται για την αναγνώριση της αξιώσεως του δικαιούχου, είναι το τιμολόγιο, το οποίο εκδίδεται μέσα σε ένα μήνα από την προσωρινή επιμέτρηση αυτού και πάντως μέσα στην ίδια φορολογική περίοδο, κατά την οποία πραγματοποιήθηκε η επιμέτρηση αυτή. Ειδικότερα, όταν κύριος του τεχνικού έργου είναι το Δημόσιο ή άλλο νομικό πρόσωπο μη επιτηδευματίας (π.χ. Δήμος), το ως άνω τιμολόγιο δύναται να εκδοθεί μέχρι το τέλος της διαχειριστικής περιόδου, μέσα στην οποία έγινε η πιστοποίηση αυτού, ήτοι μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του οικείου έτους, εφόσον ο υπόχρεος για την έκδοσή του είναι εργοληπτική επιχείρηση που έχει τη μορφή ανώνυμης εταιρίας (πρβλ. Πρ. VII Τμ.11, 147/2009). Πλην, όμως, η έκδοση τούτου σε χρόνο μεταγενέστερο της διαχειριστικής περιόδου της πιστοποίησης δεν ασκεί επιρροή στη νομιμότητα και κανονικότητα της δαπάνης, διότι δύναται μεν να επισύρει την επιβολή των προβλεπόμενων κυρώσεων εκ μέρους των αρμοδίων φορολογικών αρχών, δεν άγει όμως σε ακυρότητα του τιμολογίου, και κατά συνέπεια δεν καθιστά μη νόμιμη ή ανύπαρκτη την αξίωση του δικαιούχου επιτηδευματία, αφού το τιμολόγιο εξακολουθεί να αποτελεί νόμιμο δικαιολογητικό εκκαθάρισης και ενταλματοποίησης της σχετικής δαπάνης. (Ελ. Συν. Τμ. 7 πράξη 74/2011) (Ελ. Συν. Κλιμ. Τμ. 7 Πράξη 287/2013224/2014)

Νομίμως αναγνωρίζεται η αξίωση της Κοινωφελούς Δημοτικής Επιχείρησης, με βάση τα οικεία τιμολόγια, τα οποία, παρά την έκδοσή τους ετεροχρονισμένα, μετά τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου, εντός της οποίας έγινε η πιστοποίηση των σχετικών εργασιών, αποτελούν νόμιμα δικαιολογητικά. Η έκδοσή τους σε χρόνο μεταγενέστερο του προβλεπόμενου στη διάταξη της παραγράφου 15 του άρθρου 12του π.δ/τος 186/1992 συνιστά παράβαση της διάταξης αυτής, η οποία δύναται να επισύρει την επιβολή φορολογικών κυρώσεων από μέρους των οργάνων της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., πλην όμως δεν καθιστά μη νόμιμη την αναγνώριση της αξίωσης της φερόμενης ως δικαιούχου, καθόσον τα τιμολόγια αυτά αποτελούν νόμιμα δικαιολογητικά εκκαθάρισης και ενταλματοποίησης των ελεγχόμενων δαπανών. (Ελ.Συν. Πράξη 103/2011 Τμ.7) (Ελ.Συν. Τμ. IV Πράξη 49/2011)

Μη κανονική η δαπάνη που αφορά στην πληρωμή του 1ου και τελικού λογαριασμού του έργου «Διαμόρφωση Πλατείας», καθόσον το τιμολόγιο δεν αποτελεί νόμιμο δικαιολογητικό αυτής, αφού εκδόθηκε μετά τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου, εντός της οποίας έγινε η πιστοποίηση των σχετικών εργασιών. Θεώρηση του χρηματικού εντάλματος λόγω συγγνωστής πλάνης. (Ελ.Συν.Πράξη 180/2010 Τμ. 7, αντίθετη με τις ανωτέρω νεώτερες πράξεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου)

 



ιστ. Τιμολόγηση έπειτα από λανθασμένη εφαρμογή ΦΠΑ

Σε περίπτωση εκ παραδρομής εφαρμογής μεγαλύτερου συντελεστή ΦΠΑ, π.χ. 23% αντί 6%, σε χονδρική πώληση αγαθών, υπάρχει δυνατότητα (σύμφωνα με το άρθρο 8 του ν. 4308/2014 και την εγκύκλιο ΠΟΛ. 1003/2014) να εκδοθεί πιστωτικό σημείωμα μόνο για τη διόρθωση του ΦΠΑ. (ΠΟΛ 1244/03.11.2015)

Αντίστοιχα, σε περίπτωση χρέωσης με χαμηλότερο συντελεστή ΦΠΑ από τον αναλογούντα, οφείλεται να εκδοθεί συμπληρωματικό παραστατικό για τη χρέωση του ΦΠΑ, το οποίο ανάγεται στη φορολογική περίοδο που οφειλόταν ο φόρος. (ΠΟΛ 1244/03.11.2015)



II. Τιμολόγιο ανόργανων εσόδων

i.Από 01.01.2015
Για την είσπραξη αποζημιώσεων, επιδοτήσεων, οικονομικών ενισχύσεων, επιστροφών τόκων, εισφορών και λοιπών συναφών εσόδων, δεν προβλέπεται ή έκδοση τιμολογίου από την Οδηγία 2006/112/ΕΕ. Η συναλλαγή δύναται να τεκμηριώνεται από παραστατικό που εκδίδει ο χορηγών το σχετικό ποσό ή η τράπεζα που το καταβάλλει (π.χ. απόφαση επιχορήγησης, βεβαίωση από τον ΟΠΕΚΕΠΕ που περιλαμβάνει τα στοιχεία του δικαιούχου, το ποσό, την ημερομηνία ή άλλο ανάλογο στοιχείο). (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

ii. Από 01.01.2014 έως 31.12.2014
Ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών εκδίδει τιμολόγιο όταν εισπράττει επιδοτήσεις, οικονομικές ενισχύσεις, αποζημιώσεις, επιστροφές τόκων, εισφορές και άλλα ανόργανα έσοδα. Για την υποχρέωση έκδοσης τιμολογίου, ως είσπραξη θεωρείται και η πίστωση του λογαριασμού του δικαιούχου, εφόσον αυτός εγγράφως έλαβε γνώση της πίστωσης αυτής. (παρ.3 άρθρο 6 ΚΦΑΣ)
 


III. Απλοποιημένο τιμολόγιο

Επιτρέπεται η έκδοση απλοποιημένου τιμολογίου σε κάθε μία από τις παρακάτω δύο περιπτώσεις:

α) όταν το ποσό του τιμολογίου δεν υπερβαίνει το ποσό των 100 ευρώ, ή

β) όταν το εκδιδόμενο τιμολόγιο είναι έγγραφο της παρ. 3 του άρθρου 8, δηλ. τιμολόγιο που τροποποιεί και αναφέρεται ειδικά και αναμφισβήτητα σε ένα αρχικά εκδομένο τιμολόγιο. (παρ.1 άρθρο 10 Ν.4308/14)

Το απλοποιημένο τιμολόγιο φέρει υποχρεωτικά τις ακόλουθες ενδείξεις:

α) Την ημερομηνία έκδοσης του τιμολογίου.

β) Προσδιορισμό της οντότητας που πωλεί τα αγαθά ή τις υπηρεσίες.

γ) Τον προσδιορισμό των αγαθών ή των υπηρεσιών που προσφέρονται.

δ) Το ποσό του Φ.Π.Α. που οφείλεται ή τις απαιτούμενες πληροφορίες για τον υπολογισμό του.

ε) Στην περίπτωση έκδοσης τιμολογίου, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 8, αναφορά στο αρχικό τιμολόγιο και τις συγκεκριμένες ενδείξεις (δεδομένα) που τροποποιούνται. (παρ.2 άρθρο 10 Ν.4308/14)

Επέχουν θέση απλοποιημένου τιμολογίου και στοιχεία λιανικής πώλησης αγαθών ή υπηρεσιών, που καλύπτουν επαγγελματικές συναλλαγές και μέχρι του ορίου των εκατό (100) ευρώ, εφόσον εκδίδονται για την αγορά μη εμπορεύσιμων (για τον αγοραστή) αγαθών (αναλώσιμων) ή για τη λήψη, ομοίως, υπηρεσιών. Η ρύθμιση αυτή στοχεύει στην διευκόλυνση των συναλλαγών, χωρίς ωστόσο να ισοδυναμεί με υποκατάσταση του τιμολογίου πώλησης από τις αποδείξεις λιανικής. Δηλαδή, δεν δικαιολογείται γενικευμένη χρήση αποδείξεων λιανικής. Στις περιπτώσεις αυτές, η τεκμηρίωση της σχετικής δαπάνης από τον αγοραστή των αγαθών ή τον λήπτη των υπηρεσιών δύναται να επιτυγχάνεται με την αναγραφή του είδους των αγαθών και των υπηρεσιών επί των στοιχείων λιανικής πώλησης κατά γενική περιγραφή ή και από την περιγραφή της δραστηριότητας- επαγγέλματος του εκδότη στα στοιχεία αυτά. Σε κάθε περίπτωση, η τεκμηρίωση είναι θέμα πραγματικών περιστατικών. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)
 


IV. Συγκεντρωτικό τιμολόγιο επαναλαμβανόμενων πωλήσεων

Επιτρέπεται η έκδοση συγκεντρωτικού τιμολογίου το οποίο αναφέρεται σε διαφορετικές (επαναλαμβανόμενες) παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών. Το συγκεντρωτικό τιμολόγιο περιλαμβάνει τις ίδιες πληροφορίες όπως το τιμολόγιο ή το απλοποιημένο τιμολόγιο, κατά περίπτωση. (παρ.3 άρθρο 10 Ν.4308/14)

Ως επαναλαμβανόμενες πωλήσεις νοούνται οι πωλήσεις που παρουσιάζουν περιοδικότητα ή συχνότητα, καθημερινά ή κατά αραιότερα χρονικά διαστήματα, από τον ίδιο πωλητή προς τον ίδιο αγοραστή. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Για τη διευκόλυνση των συναλλαγών, επί επαναλαμβανόμενων παροχών υπηρεσιών, ο πωλητής δύναται να τηρεί κατάσταση κατά αγοραστή - πελάτη, στην οποία καταχωρείται για κάθε παροχή, η ημερομηνία της παροχής, το είδος και η έκταση των υπηρεσιών. Με βάση τα δεδομένα της κατάστασης αυτής, εκδίδεται συγκεντρωτικό τιμολόγιο, στο χρόνο που προβλέπεται από τις διατάξεις της περίπτωσης (δ) της παραγράφου 2 του άρθρου 11 του Ν.4308/14, το οποίο περιλαμβάνει τις πληροφορίες που απαιτούνται για την έκδοση του απλοποιημένου τιμολογίου, όπως αναφέρονται στις διατάξεις τωνπεριπτώσεων (α) έως και (δ) της παραγράφου 2 του άρθρου 10 του Ν.4308/14. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Όταν δεν εκδίδεται η προαναφερόμενη κατάσταση, το εκδιδόμενο συγκεντρωτικό τιμολόγιο περιέχει όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του Ν.4308/14, αναφορικά με το περιεχόμενό του. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)


V. Ηλεκτρονικό τιμολόγιο

Το τιμολόγιο μπορεί να εκδίδεται σε ηλεκτρονική ή σε έντυπη μορφή. (παρ.1 άρθρο 14 Ν.4308/14)

 

Ηλεκτρονικό τιμολόγιο, συμπεριλαμβανομένου του στοιχείου λιανικής πώλησης, είναι οποιοδήποτε τιμολόγιο περιέχει τις πληροφορίες που απαιτούνται από τον Ν.4308/14 και το οποίο έχει εκδοθεί και ληφθεί σε ηλεκτρονική μορφή. (παρ.2 άρθρο 14 Ν.4308/14)

 

Η χρήση ηλεκτρονικού τιμολογίου υπόκειται στην αποδοχή του, με έντυπο ή ηλεκτρονικό τρόπο, εκ μέρους του λήπτη των αγαθών ή υπηρεσιών που υπόκεινται σε τιμολόγηση. (παρ.3 άρθρο 14 Ν.4308/14)

Η αποδοχή μπορεί να είναι επίσημη ή ανεπίσημη, ή να γίνεται με σιωπηρή συμφωνία, για παράδειγμα μέσω της επεξεργασίας ή πληρωμής του παραληφθέντος τιμολογίου. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Στην περίπτωση που πλήθος ηλεκτρονικών τιμολογίων αποστέλλονται ή τίθενται συγκεντρωτικά στη διάθεση του ίδιου προσώπου που αποκτά αγαθά ή λαμβάνει υπηρεσίες, οι επαναλαμβανόμενες ενδείξεις στα διάφορα τιμολόγια είναι δυνατόν να παρατίθενται μία μόνο φορά, όταν είναι δυνατή η πρόσβαση στο σύνολο των πληροφοριών κάθε τιμολογίου. (παρ.4 άρθρο 14 Ν.4308/14)

 

Η μορφή του πρότυπου έκδοσης ηλεκτρονικού τιμολογίου ορίζεται με απόφαση Υπουργού Οικονομικών μετά από εισήγηση του Διοικητή της ΑΑΔΕ, σύμφωνα με το ευρωπαϊκό πρότυπο έκδοσης ηλεκτρονικών τιμολογίων, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 149 του ν. 4601/2019 (Α΄ 44). Με απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ καθορίζονται οι διαδικασίες παραλαβής και επεξεργασίας του ηλεκτρονικού τιμολογίου, οι απαιτήσεις διαλειτουργικότητας και διασύνδεσης αυτού με τα ολοκληρωμένα πληροφοριακά συστήματα της ΑΑΔΕ, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία τεχνική ή/και ειδική λεπτομέρεια σχετικά με το πρότυπο έκδοσης του ηλεκτρονικού τιμολογίου. Για το περιεχόμενο του ηλεκτρονικού τιμολογίου εφαρμόζονται τα οριζόμενα στις σχετικές διατάξεις του ν.4308/14. Το πρότυπο έκδοσης ηλεκτρονικού τιμολογίου χρησιμοποιείται σε όλες τις συναλλαγές των οντοτήτων, με την εξαίρεση των δημοσίων συμβάσεων, για τις οποίες ισχύουν τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 148 έως 154 του ν. 4601/2019.(παρ.5 άρθρο 14 Ν.4308/14, όπως προστέθηκε με την παρ.1 του άρθρου 45 του Ν.4646/19)

 

Κατ' εξουσιοδότηση της ανωτέρω διάταξης εκδόθηκε η απόφαση Υπ. Οικ. 1017/27.01.2020 (ΦΕΚ 457/14.02.2020 τεύχος Β’): Καθορισμός της μορφής του προτύπου έκδοσης του ηλεκτρονικού τιμολογίου, σύμφωνα με το ευρωπαϊκό πρότυπο έκδοσης ηλεκτρονικών τιμολογίων.

 

Με την απόφαση Υπ. Οικ. Α.1035/18.02.2020 (ΦΕΚ 551/20.02.2020 τεύχος Β’) καθορίζονται οι υποχρεώσεις των Παρόχων Υπηρεσιών Ηλεκτρονικής Έκδοσης Στοιχείων και οι διαδικασίες ελέγχου παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικής έκδοσης στοιχείων.

Με την Ε.2123/29.07.2020 εγκύκλιο της Α.Α.Δ.Ε.  παρέχονται διευκρινίσεις για την εφαρμογή της ανωτέρω απόφασης.



Το ηλεκτρονικό τιμολόγιο απαιτείται να έχει εκδοθεί και να έχει ληφθεί με ένα (οποιοδήποτε) ηλεκτρονικό μορφότυπο. Η επιλογή του μορφότυπου αποφασίζεται από τις υποκείμενες οντότητες. Συνήθεις μορφότυποι περιλαμβάνουν τιμολόγια ως δομημένα μηνύματα (όπως XML) ή άλλα είδη ηλεκτρονικών μορφότυπων. Παραδείγματα άλλων μορφότυπων είναι ένα μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου με συνημμένο αρχείο PDF (Portable Document Format) ή μια τηλεομοιοτυπία που λαμβάνεται σε ηλεκτρονική και όχι σε έντυπη μορφή (με δεδομένο ότι απαιτείται έκδοση και λήψη σε ηλεκτρονική μορφή). (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Είναι δυνατή η αποστολή και λήψη των ηλεκτρονικών τιμολογίων σε έναν μορφότυπο και η μετατροπή τους σε άλλον μορφότυπο στη συνέχεια. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Δεν θεωρούνται όλα τα τιμολόγια που δημιουργούνται σε ηλεκτρονική μορφή ως «ηλεκτρονικά τιμολόγια». Τα τιμολόγια που δημιουργούνται σε ηλεκτρονική μορφή, για παράδειγμα μέσω λογιστικού λογισμικού ή μέσω λογισμικού επεξεργασίας κειμένου, τα οποία αποστέλλονται και λαμβάνονται σε έντυπη μορφή δεν είναι ηλεκτρονικά τιμολόγια. Αντίθετα, τα τιμολόγια που δημιουργούνται σε έντυπη μορφή, σαρώνονται, αποστέλλονται και λαμβάνονται μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου δύναται να θεωρηθούν ως ηλεκτρονικά τιμολόγια. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Ένα τιμολόγιο πρέπει να θεωρείται ότι εκδόθηκε όταν ο προμηθευτής ή ένα τρίτο μέρος που ενεργεί εκ μέρους του ή ο πελάτης, στην περίπτωση αυτοτιμολόγησης, διαθέτει το τιμολόγιο ούτως ώστε να μπορεί να παραληφθεί από τον πελάτη. Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι το ηλεκτρονικό τιμολόγιο μεταβιβάζεται απευθείας στον πελάτη, παραδείγματος χάριν μέσω μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή ενός ασφαλούς συνδέσμου, ή έμμεσα μέσω ενός ή περισσότερων παρόχων υπηρεσιών, ή ότι διατίθεται και είναι προσβάσιμο για τον πελάτη μέσω διαδικτυακής πύλης ή οποιασδήποτε άλλης μεθόδου. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

 

Με το άρθρο 71ΣΤ του ν. 4172/2013 (Α΄ 167), όπως προστέθηκε με το άρθρο 48 του Ν.4701/20, παρέχεται σειρά κινήτρων στις οντότητες που επιλέγουν την ηλεκτρονική τιμολόγηση μέσω της χρήσης των υπηρεσιών παρόχων ηλεκτρονικής έκδοσης στοιχείων, ως αποκλειστικού τρόπου έκδοσης των παραστατικών πωλήσεών τους, αλλά και στις οντότητες-λήπτριες των αγαθών ή υπηρεσιών που αποδέχονται τη δυνατότητα ηλεκτρονικής τιμολόγησης μέσω οποιουδήποτε παρόχου για τα φορολογικά έτη μέχρι και το 2022.

 

Με την απόφαση ΑΑΔΕ A.1258/23.11.2020 (ΦΕΚ 5243/26.11.2020 τεύχος B’) καθορίζεται η διαδικασία και ο τρόπος υποβολής των δηλώσεων της αποκλειστικής χρήσης της ηλεκτρονικής τιμολόγησης μέσω Παρόχου και της αποδοχής της ηλεκτρονικής τιμολόγησης μέσω Παρόχου, καθώς και κάθε άλλο ειδικότερο θέμα συμπεριλαμβανομένης της παρακολούθησης εφαρμογής των εν λόγω υποχρεώσεων για την εφαρμογή του άρθρου 71ΣΤ’ του ν. 4172/2013 (Α’ 167)

 

Με την Απόφαση Υπ. Επικρ. 19315 ΕΞ 2022/19.05.2022 (ΦΕΚ 2563/24.05.2022 τεύχος Β’) διατίθενται οι διαδικτυακές υπηρεσίες «Διαχείριση Ηλεκτρονικών Τιμολογίων» και «Διάθεση στοιχείων και έλεγχος πεδίων e-τιμολογίου» στο πληροφοριακό σύστημα «epde_einvoicing» του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, μέσω του Κέντρου Διαλειτουργικότητας της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης, με σκοπό την παραλαβή και επεξεργασία ηλεκτρονικών τιμολογίων που αφορούν σε έργα του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ).

 



VI. Πιστωτικό τιμολόγιο


i. Από 01.01.2015
Πιστωτικό τιμολόγιο είναι το τιμολόγιο που εκδίδεται για κάθε περίπτωση εκπτώσεων, επιστροφών ή άλλων διαφορών. (παρ.6 άρθρο 8 Ν.4308/14)

Τέτοιες διαφορές μπορεί να είναι η διαπίστωση ελλειμμάτων κατά την αποστολή και παράδοση των αγαθών, λανθασμένου υπολογισμού αξίας, λανθασμένη αναγραφή επωνυμίας, εσφαλμένης χρέωσης Φ.Π.Α. επί του αρχικά εκδοθέντος τιμολογίου και τυχόν άλλες διαφορές, που έχουν σχέση και επηρεάζουν το περιεχόμενο του αρχικού τιμολογίου. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Ως εσφαλμένη χρέωση θεωρείται η επιβάρυνση της αξίας του τιμολογίου με ΦΠΑ που δεν θα έπρεπε να επιβαρυνθεί με ΦΠΑ ή που επιβαρύνθηκε με ΦΠΑ μεγαλύτερο του αναλογούντος. Εσφαλμένη χρέωση μπορεί να συμβεί κατά τη διενέργεια διαφόρων πράξεων.
Ενδεικτικά μπορεί να αφορά πράξεις που είναι:
α) φορολογητέες που έχουν επιβαρυνθεί με υψηλότερο συντελεστή από τον ορθό,
β) εκτός πεδίου εφαρμογής των διατάξεων του ΦΠΑ (π.χ. αποζημίωση), ή
γ) υπαγόμενες (εντός πεδίου εφαρμογής των διατάξεων του ΦΠΑ) και απαλλασσόμενες στο εσωτερικό της Χώρας (μικρές επιχειρήσεις - άρθρο 39 του Κώδικα ΦΠΑ, παροχή υπηρεσιών από ασφαλιστή - άρθρο 22, κλπ), ή
δ) φορολογητέες εκτός του εσωτερικού της Χώρας (π.χ. νομικές υπηρεσίες που παρέχονται από υποκείμενο εγκατεστημένο στο εσωτερικό της Χώρας σε υποκείμενο που ενεργεί με την ιδιότητά του αυτή και έχει την έδρα της οικονομικής του δραστηριότητας- ΑΦΜ/ΦΠΑ σε άλλο κράτος μέλος), ή 
ε) υπαγόμενες σε ΦΠΑ πράξεις φορολογητέες στο εσωτερικό της Χώρας, για τις οποίες υπόχρεος για την καταβολή του φόρου είναι ο λήπτης του αγαθού (π.χ. παραδόσεις ανακυκλώσιμων  απορριμμάτων). Εξαιρούνται και δεν θεωρείται ότι υφίσταται εσφαλμένη χρέωση οι περιπτώσεις όπου βάσει σχετικών αποφάσεων ο φόρος αναγράφεται στο τιμολόγιο, ωστόσο καταβάλλεται από το λήπτη (π.χ. αγορά καινούργιου μηχανολογικού εξοπλισμού από βιοτεχνική επιχείρηση βάσει της ΚΥΑ Π.2869/2389/ΠΟΛ 137/4.5.1987).
Στις ανωτέρω περιπτώσεις β, γ, δ, ε (πλην της ανωτέρω εξαίρεσης της περ. ε), το τιμολόγιο πρέπει να εκδίδεται χωρίς ΦΠΑ, επομένως εάν έχει εκδοθεί με ΦΠΑ, πρόκειται για εσφαλμένη χρέωση. (ΠΟΛ 1052/04.04.2017)

Στην περίπτωση εσφαλμένης χρέωσης του ΦΠΑ από τον εκδότη του τιμολογίου, προβλέπεται η έκδοση πιστωτικού τιμολογίου μόνο για ΦΠΑ, προκειμένου να διορθωθεί η αρχικά εσφαλμένη χρέωση και να μην επιβαρύνεται ο αποδέκτης του τιμολογίου με το ποσό αυτό.
Εάν ο λήπτης του τιμολογίου έχει ασκήσει δικαίωμα έκπτωσης βάσει του αρχικού στοιχείου, έχει υποχρέωση διόρθωσης της εσφαλμένης έκπτωσης, με το πιστωτικό τιμολόγιο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 30, 32 του Κώδικα ΦΠΑ (ν. 2859/2000) με την επιφύλαξη των διατάξεων περί παραγραφής. (ΠΟΛ 1052/04.04.2017)

Δεν υφίσταται ανάγκη έκδοσης πιστωτικού τιμολογίου εάν ο εκδότης του φορολογικού στοιχείου έχει επιβαρύνει το αρχικό στοιχείο με ΦΠΑ μεγαλύτερο του αναλογούντος για την συγκεκριμένη πράξη και στο λήπτη παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης του φόρου αυτού (π.χ. επιβάρυνση του αρχικού στοιχείου με συντελεστή 24%, αντί του ορθού 17%). Σε κάθε άλλη περίπτωση θα πρέπει να εξετάζεται από το λήπτη το δικαίωμα έκπτωσης ή μη του ΦΠΑ που αφορά σε εσφαλμένη χρέωση, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Ο υποκείμενος στο φόρο εκδότης έχει σε κάθε περίπτωση υποχρέωση απόδοσης του υπερβάλλοντος ΦΠΑ σε σχέση με τον αναλογούντα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 35.1.ι΄ και 35.2 του Κώδικα ΦΠΑ. (ΠΟΛ 1052/04.04.2017)

Επισημαίνεται ότι, όπως έχει γίνει δεκτό από τη Διοίκηση, δεν απαγορεύεται η έκδοση πιστωτικού τιμολογίου για το σύνολο της αξίας του αρχικά εκδοθέντος τιμολογίου και στη συνέχεια η έκδοση νέου τιμολογίου, στο οποίο θα αναγράφεται η διάταξη βάσει της οποίας η εν λόγω συναλλαγή απαλλάσσεται από το Φ.Π.Α. (ΠΟΛ 1052/04.04.2017)

Η δυνατότητα έκδοσης πιστωτικών τιμολογίων, σύμφωνα με τα ανωτέρω, δεν απαγορεύεται από τις διατάξεις του ν.4308/2014 για αρχικά τιμολόγια που έχουν εκδοθεί πριν την 1.1.2015  ανεξαρτήτως της χρήσης που είχαν αυτά εκδοθεί, με την επιφύλαξη των περί παραγραφής διατάξεων. (ΠΟΛ 1052/04.04.2017)

Το πιστωτικό τιμολόγιο εκδίδεται, σε κάθε περίπτωση, μεταξύ των αντισυμβαλλομένων , οι οποίοι θα πρέπει να ενεργούν με την ιδιότητα που είχαν κατά την έκδοση του αρχικού στοιχείου. Κατά συνέπεια δεν είναι δυνατή η έκδοση πιστωτικού τιμολογίου, μετά την ημερομηνία παύσης εργασιών του λήπτη του αρχικού τιμολογίου. (ΠΟΛ 1052/04.04.2017)

Για την έκδοση του πιστωτικού τιμολογίου λόγω εσφαλμένης χρέωσης λαμβάνεται υπόψη ο συντελεστής ΦΠΑ που ήταν σε ισχύ κατά το χρόνο έκδοσης του αρχικού τιμολογίου. (ΠΟΛ 1052/04.04.2017)

Στο φορολογικό στοιχείο θα πρέπει να αναγράφεται το λεκτικό «έκδοση πιστωτικού τιμολογίου λόγω αρχικά εσφαλμένης χρέωσης» ώστε να είναι σε γνώση της φορολογικής αρχής ο λόγος έκδοσης του πιστωτικού τιμολογίου. (ΠΟΛ 1052/04.04.2017)

Τα πιστωτικά τιμολόγια περιλαμβάνονται στις υποβληθείσες καταστάσεις φορολογικών στοιχείων για διασταύρωση πληροφοριών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ΑΓΓΔΕ ΠΟΛ 1022/2014,  με βάση την ημερομηνία έκδοσής τους, ανεξαρτήτως εάν εκδίδονται εμπρόθεσμα ή εκπρόθεσμα. (ΠΟΛ 1052/04.04.2017)

Στην περίπτωση που ο λήπτης του στοιχείου είναι μη εγκατεστημένος στο εσωτερικό της Χώρας υποκείμενος στο φόρο και μη υπόχρεος σε τήρηση των Ελληνικών Λογιστικών Προτύπων, ο  εκδότης του στοιχείου έχει υποχρέωση να ενημερώνει τη Διεύθυνση Εφαρμογής Έμμεσης Φορολογίας, Τμήμα Γ΄, για την έκδοση του πιστωτικού τιμολογίου, καθώς είναι πιθανό η Φορολογική Διοίκηση να έχει προβεί σε επιστροφή του σχετικού φόρου κατ' εφαρμογή των σχετικών διατάξεων (Οδηγία 9/2008 και άρθρο 34 παρ. 2  του Κώδικα ΦΠΑ). (ΠΟΛ 1052/04.04.2017)

Επισημαίνεται ότι, σε κάθε περίπτωση το πιστωτικό τιμολόγιο εκδίδεται από πωλητή των αγαθών ή παροχής υπηρεσιών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο νόμο για την έκδοση τιμολογίου. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Για το πιστωτικό τιμολόγιο, όπως και για τα παραστατικά της παραγράφου 10 του άρθρου 8 του Ν.4308/14 (λ.χ. «τίτλος κτήσης», απόδειξη δαπάνης κλπ,) που εκδίδονται για την τεκμηρίωση συναλλαγής της υποκείμενης στο νόμο οντότητας με πρόσωπα μη υπόχρεα σε έκδοση τιμολογίου, δεν ορίζεται ρητά από τις διατάξεις του Ν.4308/14 χρόνος έκδοσης αυτού. Ωστόσο, ισχύουν κατ' αναλογία τα αναφερόμενα στο χρόνο έκδοσης του τιμολογίου και ειδικότερα:
α) επί παροχής εκπτώσεων εκ των υστέρων, για πωλήσεις αγαθών ή παροχή υπηρεσιών, το (πιστωτικό) τιμολόγιο εκδίδεται μέχρι την 15η ημέρα του επόμενου μήνα, από το χρόνο που γεννάται η υποχρέωση χορήγησης της έκπτωσης,
β) στις επιστροφές πωληθέντων αγαθών, το τιμολόγιο εκδίδεται μέχρι την 15η ημέρα του επόμενου μήνα, από το χρόνο παραλαβής των επιστρεφομένων αγαθών,
γ) για άλλες διαφορές, που έχουν σχέση και επηρεάζουν την αξία ή το περιεχόμενο γενικά του αρχικού τιμολογίου, το πιστωτικό τιμολόγιο εκδίδεται μέχρι την 15η ημέρα του επόμενου μήνα, από τη διαπίστωση των διαφορών (θέμα πραγματικό). (ΠΟΛ 1003/31.12.2014, όπως τροποποιήθηκε με την ΠΟΛ 1261/03.12.2015)


ii. Πατήστε εδώ για να δείτε το καθεστώς έως 31.12.2014

Από τις διατάξεις της παρ.13 του άρθρου 12 του προϊσχύοντα Κ.Β.Σ. (Π.Δ. 186/1992), όπως ερμηνεύτηκαν με την εγκύκλιο ΠΟΛ.3/24.11.1992 του Κ.Β.Σ. (παράγραφοι 12.11.1-2.), καθώς και από αυτές της παρ.13 του άρθρου 6 του Κ.Φ.Α.Σ. (ν.4093/2012), που είναι ομοίου περιεχομένου με τις προηγούμενες, προβλέπεται η έκδοση πιστωτικού τιμολόγιου από τον εκδότη του τιμολογίου ή άλλου στοιχείου που εκδόθηκε αντί τιμολογίου, περιοριστικά στις εξής περιπτώσεις: α) για την παροχή έκπτωσης, όταν δεν αναγράφεται αυτή στο αρχικό τιμολόγιο, β) για διαφορές που επηρεάζουν την αξία του αρχικού τιμολογίου και γ) για τις επιστροφές πωληθέντων αγαθών. (Υπ. Οικ. Δ15Β 1185461 ΕΞ 2013/03.12.2013)

Από τα προαναφερόμενα προκύπτει ότι το πιστωτικό τιμολόγιο εκδίδεται αποκλειστικά και μόνο από τον εκδότη του τιμολογίου, δηλαδή από τον εκδότη του στοιχείου που αναφέρεται στην αρχική συναλλαγή, εφόσον συντρέχουν λόγοι που επηρεάζουν την αξία ή το περιεχόμενο του στοιχείου αυτού, όπως μεταξύ άλλων, επί παροχής έκπτωσης σε είσπραξη αποζημίωσης ή και ολικού αντιλογισμού της εν λόγω συναλλαγής, επί ανυπαρξίας αυτής. (Υπ. Οικ. Δ15Β 1185461 ΕΞ 2013/03.12.2013)

Τέλος, αυτονόητο είναι ότι η αναγνώριση των εκπτώσεων αυτών, τόσο του ύψους όσο και της πραγματοποίησής τους, εξαρτάται από τα πραγματικά γεγονότα και περιστατικά και σε κάθε περίπτωση τελικά αποτελούν διερεύνηση και κρίση του φορολογικού ελέγχου. (Υπ. Οικ. Δ15Β 1185461 ΕΞ 2013/03.12.2013)

 


VII. Απόδειξη λιανικής

i. Από 1.1.2015

α. Υποχρέωση έκδοσης
Για κάθε πώληση αγαθών ή υπηρεσιών σε ιδιώτες καταναλωτές, μπορεί να εκδίδεται στοιχείο λιανικής πώλησης (απόδειξη λιανικής πώλησης ή απόδειξη παροχής υπηρεσιών), αντί έκδοσης τιμολογίου του άρθρου 8 του Ν.4308/14. Αντίτυπο αυτού του εγγράφου παραδίδεται, αποστέλλεται ή τίθεται στη διάθεση του πελάτη. (παρ.1 άρθρο 12 Ν.4308/14)

β. Περιεχόμενο στοιχείου λιανικής πώλησης
Το στοιχείο λιανικής πώλησης φέρει υποχρεωτικά τις ακόλουθες ενδείξεις:
α) Την ημερομηνία έκδοσης.
β) Τον αύξοντα αριθμό για μία ή περισσότερες σειρές στοιχείων λιανικής πώλησης, ο οποίος χαρακτηρίζει το στοιχείο αυτό με μοναδικό τρόπο.
γ) Τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.), με βάση τον οποίο ο πωλητής πραγματοποίησε την παράδοση των αγαθών ή την παροχή των υπηρεσιών.
δ) Το πλήρες όνομα και την πλήρη διεύθυνση του πωλητή των αγαθών ή υπηρεσιών.
ε) Το συντελεστή Φ.Π.Α. που εφαρμόζεται και τη μικτή αξία πώλησης που αυτός αφορά. (παρ.2 άρθρο 12 Ν.4308/14)

Για σκοπούς ευχερούς ταυτοποίησης των σχετικών συναλλαγών, δύναται να καθίσταται υποχρεωτική η αναγραφή πρόσθετων στοιχείων στα εκδιδόμενα στοιχεία λιανικής πώλησης ορισμένων κατηγοριών υπηρεσιών ή αγαθών, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, ύστερα από δημοσίευση αξιολόγησης των διοικητικών βαρών για τις υποκείμενες οντότητες σε σχέση με το αναμενόμενο φορολογικό όφελος. (παρ.3 άρθρο 12 Ν.4308/14)

γ. Πιστωτικό στοιχείο λιανικής πώλησης
Στην περίπτωση εκπτώσεων ή επιστροφών εκδίδεται πιστωτικό στοιχείο λιανικής πώλησης. Για κάθε εκδιδόμενο πιστωτικό στοιχείο λιανικής πώλησης άνω των 50 ευρώ τηρείται από τον πωλητή αρχείο με το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση του πελάτη. (παρ.4 άρθρο 12 Ν.4308/14)
Αντί της τήρησης ιδιαίτερου αρχείου επιστροφών και εκπτώσεων λιανικής, ο πωλητής δύναται να αναγράφει τις πληροφορίες αυτές στα εκδιδόμενα πιστωτικά στοιχεία. Διευκρινίζεται ότι πιστωτικό στοιχείο λιανικής δύναται να εκδίδεται για κάθε πώληση λιανικής (εμπορεύματα, προϊόντα, υπηρεσίες, κλπ.). (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

δ. Στοιχεία που εξομοιώνονται με στοιχείο λιανικής πώλησης
Με στοιχείο λιανικής πώλησης εξομοιώνεται κάθε άλλο έγγραφο που περιλαμβάνει τα δεδομένα του στοιχείου λιανικής πώλησης (π.χ. συμβόλαια μεταβίβασης αγαθών, λογαριασμοί, εισιτήρια, τραπεζικά παραστατικά, ασφαλιστήρια συμβόλαια κ.λπ.) και αντίτυπο αυτού παραδίδεται, αποστέλλεται ή τίθεται στη διάθεση του πελάτη. (παρ.5 άρθρο 12 Ν.4308/14) (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Διευκρινίζεται ότι δεν απαιτείται η έκδοση ξεχωριστού στοιχείου λιανικής για την είσπραξη αμοιβής από συμβολαιογράφους, εφόσον η αμοιβή αναγράφεται στο σχετικό συμβόλαιο, δεδομένου ότι το συμβόλαιο εξομοιώνεται στην περίπτωση αυτή με στοιχείο λιανικής βάσει των στοιχείων που περιέχει. Το ίδιο ισχύει αναλογικά και με τις ίδιες προϋποθέσεις για κάθε άλλο υπόχρεο (π.χ. δικαστικοί επιμελητές). (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

ε. Ονομασίου στοιχείου λιανικής πώλησης
Το στοιχείο λιανικής πώλησης μπορεί να φέρει ανάλογη ονομασία, σύμφωνα με τις επικρατούσες συναλλακτικές πρακτικές ή τις απαιτήσεις άλλης νομοθεσίας. («Απόδειξη», «Απόδειξη λιανικής», «Απόδειξη λιανικής πώλησης», «Απόδειξη παροχής υπηρεσιών» και «Απόδειξη λιανικών συναλλαγών») (παρ.6 άρθρο 12 Ν.4308/14) (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

στ. Απαλλαγή από χρήση φορολογικών μηχανισμών
Το Δημόσιο, οι Δήμοι και τα λοιπά Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου απαλλάσσονται από το φορολογικό έτος 2015 και εφεξής, από τη χρησιμοποίηση φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών (φορολογική ταμειακή μηχανή ή μηχανισμός Ε.Α.Φ.Δ.Σ.Σ.), για τα στοιχεία που εκδίδουν. (περίπτ.ι παρ.1 άρθρο 1 ΠΟΛ 1002/31.12.2014 (ΦΕΚ 03/05.01.2015 τεύχος Β')
Οι οντότητες αυτές δύνανται να εκδίδουν τα στοιχεία λιανικής πώλησης με χειρόγραφο τρόπο ή με άλλο τεχνικό μέσο. (παρ.11 άρθρο 12 Ν.4308/14)

Για τις αποδείξεις λιανικών συναλλαγών που εκδίδονται για πωλήσεις φυσικού αερίου μέσω δικτύου, ύδατος πόσιμου μέσω δικτύου, αεριόφωτος, ηλεκτρικού ρεύματος, θερμικής ενέργειας ή παροχής τηλεπικοινωνιακών, ταχυδρομικών, τραπεζικών, χρηματιστηριακών, χρηματοδοτικών εργασιών, καθώς και στις περιπτώσεις είσπραξης ανταποδοτικών τελών και λοιπών συναφών δικαιωμάτων από το Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α., δημοτικές επιχειρήσεις και επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, παρέχεται απαλλαγή από την υποχρέωση έκδοσης των σχετικών αποδείξεων πώλησης μέσω φορολογικού ηλεκτρονικού μηχανισμού. (παρ.4 άρθρο 1 ΠΟΛ 1002/31.12.2014 (ΦΕΚ 03/05.01.2015 τεύχος Β')

Ο ασκών το επάγγελμα του δικηγόρου,απαλλάσσεται από το φορολογικό έτος 2015 και εφεξής, της υποχρέωσης χρησιμοποίησης φορολογικού ηλεκτρονικού μηχανισμού για την έκδοση των αποδείξεων λιανικών συναλλαγών με την προϋπόθεση ότι στις εκδιδόμενες αποδείξεις αναγράφεται και το ονοματεπώνυμο και η διεύθυνση του πελάτη. (ΠΟΛ 1002/31.12.2014 (ΦΕΚ 03/05.01.2015 τεύχος Β').

ζ. Χρόνος έκδοσης
Το στοιχείο λιανικής πώλησης (απόδειξη ή τιμολόγιο) εκδίδεται:

α) Σε περίπτωση πώλησης αγαθών, κατά το χρόνο παράδοσης ή την έναρξη της αποστολής. (περίπτ. α άρθρο 13 Ν.4308/14)

Διευκρινίζεται ότι στις λιανικές πωλήσεις αγαθών η έκδοση παραστατικού διακίνησης από τον πωλητή δεν μεταθέτει το χρόνο έκδοσης του παραστατικού λιανικής πώλησης. Το στοιχείο αυτό πρέπει να εκδίδεται και πάλι κατά την παράδοση ή την έναρξη της αποστολής των αγαθών. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Όταν η παράδοση των πωλούμενων αγαθών γίνεται από τρίτο, το στοιχείο λιανικής πώλησης εκδίδεται μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από την παράδοση και πάντως εντός του φορολογικού έτους που έγινε η παράδοση. (περίπτ. α άρθρο 13 Ν.4308/14, όπως τροποποιήθηκε με την περίπτ. α' της παρ. 4 του άρθρου 41 του Ν.4410/16) (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Εννοείται πως όταν εκδίδεται παραστατικό λιανικής, δεν απαιτείται έκδοση παραστατικού διακίνησης. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)
 

β) Σε περίπτωση παροχής υπηρεσιών, με την ολοκλήρωση της παροχής της υπηρεσίας. (περίπτ. β άρθρο 13 Ν.4308/14)

γ) Σε περίπτωση απόκτησης δικαιώματος λήψης υπηρεσίας, με την απόκτηση του δικαιώματος αυτού. (περίπτ. γ άρθρο 13 Ν.4308/14)

Στην περίπτωση απόκτησης δικαιώματος λήψης υπηρεσιών που θα παρασχεθούν σε μελλοντικό χρόνο για συγκεκριμένο ή μη χρονικό διάστημα, τα στοιχεία λιανικής εκδίδονται με την απόκτηση του δικαιώματος αυτού, ανεξάρτητα του τρόπου καταβολής (μετρητοίς, επιταγές, πιστωτικές κάρτες κ.λπ.). Τέτοιες περιπτώσεις είναι, μεταξύ άλλων, τα εισιτήρια θεαμάτων, τα εισιτήρια μεταφοράς προσώπων κ.λπ. Ο χρόνος αυτός μπορεί να είναι πριν από την έναρξη ή με την έναρξη της παροχής της υπηρεσίας, και η έκδοση του σχετικού παραστατικού μπορεί να τίθεται ως προϋπόθεση για να αποκτήσει και να μπορεί να ασκήσει ο πελάτης το δικαίωμα λήψης ή χρήσης των υπηρεσιών, για ορισμένο ή μη χρονικό διάστημα. Σημειώνεται ότι το πλήθος των λήψεων των υπηρεσιών μπορεί να είναι, ή να μην είναι, καθορισμένο. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

Ειδικά για τις λιανικές πωλήσεις αγαθών σε συνεχή ροή (π.χ. ηλεκτρικό ρεύμα, φυσικό αέριο κ.λπ.), κατ' αναλογία της ρύθμισης της περίπτωσης (β) της παραγράφου 2 του άρθρου 11, το στοιχείο λιανικής μπορεί να εκδοθεί μέχρι τη δέκατη πέμπτη (15η ) ημέρα του επόμενου μήνα από την περίοδο στην οποία μέρος της σχετικής αμοιβής καθίσταται απαιτητό για τα αγαθά που έχουν πωληθεί. (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

δ) Σε περίπτωση συνεχιζόμενης παροχής αγαθών, υπηρεσίας ή κατασκευής έργου (π.χ. διδασκαλία συγκεκριμένων μαθημάτων, συμπλήρωση φορολογικής δήλωσης από το φοροτέχνη-λογιστή, κλπ.), το παραστατικό της πώλησης εκδίδεται όταν μέρος της αμοιβής καθίσταται απαιτητό για το μέρος της υπηρεσίας ή του έργου που έχει ολοκληρωθεί και σε κάθε περίπτωση με την ολοκλήρωση της υπηρεσίας ή του έργου. (περίπτ. δ άρθρο 13 Ν.4308/14, όπως τροποποιήθηκε με την περίπτ. β' της παρ. 4 του άρθρου 41 του Ν.4410/16) (ΠΟΛ 1003/31.12.2014)

 
ii. Πατήστε εδώ για να δείτε το καθεστώς έως 31.12.2014
Επισημαίνεται ιδιαίτερα, ότι βάσει των νέων διατάξεων οι υπόχρεοι απεικόνισης συναλλαγών που ασκούν ελευθέριο επάγγελμα (όπως και όλοι οι υπόχρεοι απεικόνισης συναλαγών) και παρέχουν υπηρεσίες σε άλλο υπόχρεο, σε πρόσωπο της παραγράφου 1 του άρθρου 3 (μεταξύ των οποίων και το Δημόσιο) , σε αγρότες του ειδικού καθεστώτος Φ.Π.Α. ή σε πρόσωπο εκτός της χώρας, για την άσκηση του επαγγέλματος τους, εκδίδουν πλέον τιμολόγιο όπως ορίζεται στο άρθρο 6 του Κ.Φ.Α.Σ. και όχι απόδειξη παροχής υπηρεσιών (λιανικής), όπως εξέδιδαν σε περίπτωση παροχής των υπηρεσιών τους στα ως άνω πρόσωπα βάσει των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 13 του προϊσχύσαντος Κ.Β.Σ.(π.δ. 186/1992).(ΠΟΛ 1004/2013)

Εξομοιώνεται με τιμολόγιο η απόδειξη λιανικής, στην οποία αναγράφεται γενική περιγραφή του είδους των αγαθών ή υπηρεσιών ή η γενική περιγραφή του είδους που προκύπτει από το αντικείμενο εργασιών που εμφανίζεται στα στοιχεία του εκδότη για τις περιπτώσεις παροχής υπηρεσιών, καθώς και τις πωλήσεις μη εμπορεύσιμων αγαθών για τον αγοραστή υπόχρεο απεικόνισης συναλλαγών ή τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 3 (μεταξύ των οποίων και το Δημόσιο) ή αγρότες του ειδικού καθεστώτος Φ.Π.Α., αξίας κάθε συναλλαγής μέχρι εκατό (100) ευρώ. -(άρθρο 6 παρ.16γ ΚΦΑΣ)

Η έκδοση απόδειξης δαπάνης αντί τιμολογίου παροχής υπηρεσιών κατά την περίπτωση παροχής των τελευταίων σε ο.τ.α, δεν ασκεί επιρροή στη νομιμότητα και κανονικότητα της δαπάνης, διότι δύναται μεν να επισύρει την επιβολή των προβλεπόμενων κυρώσεων εκ μέρους των αρμοδίων φορολογικών αρχών, δεν άγει όμως σε ακυρότητα της απόδειξης, και κατά συνέπεια δεν καθιστά μη νόμιμη ή ανύπαρκτη την αξίωση του δικαιούχου επιτηδευματία, αφού το τιμολόγιο εξακολουθεί να αποτελεί δικαιολογητικό εκκαθάρισης και ενταλματοποίησης της σχετικής δαπάνης. (Ελ. Συν. Κλιμ. Τμ. 7 Πράξη 184/2013)


iii. Πατήστε εδώ για να δείτε το καθεστώς έως 31.12.2013
Για την απόδειξη παροχής υπηρεσιών δεν ισχύουν όσα ορίζονται στο άρθρο 12 παρ. 15 του π.δ/τος 186/1992 σχετικά με το χρόνο έκδοσης του τιμολογίου, αυτή δεν συνιστά δικαιολογητικό εκκαθάρισης, αλλά εξόφλησης της αμοιβής, προσκομιστέα στο αρμόδιο να διενεργήσει την πληρωμή όργανο του Δήμου και ως εκ τούτου εκφεύγει του ελέγχου του Επιτρόπου. Η έκδοση τιμολογίου παροχής υπηρεσιών σε χρόνο μεταγενέστερο της διαχειριστικής περιόδου παροχής των επίμαχων υπηρεσιών μπορεί να επισύρει φορολογικές κυρώσεις, πλην όμως δεν καθιστά μη νόμιμη την αναγνώριση της αξίωσης της φερόμενης ως δικαιούχου του εντάλματος εταιρείας, καθώς το τιμολόγιο αυτό, στο επίπεδο του δημοσιολογιστικού δικαίου, εξακολουθεί να αποτελεί νόμιμο δικαιολογητικό ως προς την εκκαθάριση και ενταλματοποίηση της εντελλόμενης δαπάνης. Απόδειξη είσπραξης ελεύθερων επαγγελματιών.
Περαιτέρω, οι επιτηδευματίες που ασκούν ελευθέριο επάγγελμα, (βλ. Ελ.Συν. VII Τμ. 172/2006, 1024777/475/Α0012/ 16.6.2007 έγγραφο της Διεύθυνσης Φορολογίας του Υπουργείου Οικονομικών και ΠΟΛ 1180/2008 του Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών) οφείλουν να εκδίδουν απόδειξη παροχής υπηρεσιών για κάθε επαγγελματική τους αμοιβή (πλέον τιμολόγιο υπηρεσιών με βάση τον κώδικα φορολογικής απεικόνισης). Δοθέντος όμως ότι, ειδικώς επί ελευθέρων επαγγελματιών, ως χρόνος κτήσης του εισοδήματος νοείται αυτός της (πραγματικής) είσπραξης της αμοιβής τους, η εν λόγω απόδειξη δεν αποτελεί συστατικό στοιχείο της κατά του Δημοσίου ή του ν.π.δ.δ. απαίτησης του φερομένου ως δικαιούχου, ούτως ώστε να υφίσταται υποχρέωση προσκόμισής της στον αρμόδιο για τον προληπτικό έλεγχο της οικείας δαπάνης Επίτροπο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, αλλά στοιχείο δηλωτικό (αποδεικτικό) της εξόφλησης ήδη αναγνωρισμένης και εκκαθαρισμένης δαπάνης, δηλαδή εξοφλητική απόδειξη, που εκδίδεται κατά το χρόνο είσπραξης της αμοιβής (και όχι κατά το στάδιο εκκαθάρισης αυτής) και συνεπώς, πρέπει να προσκομίζεται στο διενεργούντα την πληρωμή ταμία του δημοσίου νομικού προσώπου (πρβλ. Ολομ. Πρακτ. 35ης Γεν. Συν./29.12.1971, Ι Τμ. πρακτ. 31ης Συν./10.10.1995 και πραξ. 118/2002, IV Τμ. πράξ. 162/2003, 118/2005, απόφ. 954/2009, VΙΙ Τμ. 251/2010). Αυτός είναι και ο δικαιολογητικός λόγος, που από τις προεκτεθείσες διατάξεις εισάγεται εξαίρεση ειδικά ως προς το χρόνο έκδοσης της απόδειξης παροχής υπηρεσιών από ελεύθερο επαγγελματία, σε σχέση με τα ισχύοντα ως προς το χρόνο έκδοσης του τιμολογίου. Η θέση αυτή ενισχύεται και από τη νέα διάταξη του άρθρου 19 παρ. 22 του ν. 3842/2010, με την οποία αντικαταστάθηκε το άρθρο 13 παρ. 3 του π.δ/τος 186/1992, όπου επαναλαμβάνεται ρητά ότι σε περίπτωση παροχής υπηρεσιών από τους ασκούντες ελευθέριο επάγγελμα προς το Δημόσιο και τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, η σχετική απόδειξη εκδίδεται με κάθε επαγγελματική τους είσπραξη. (Ελ. Συν. Πράξη 171/2011 Τμ. 7)


Από τις διατάξεις του Κ.Β.Σ. προκύπτει ότι ο εκμεταλλευτής αυτοκινούμενων μηχανημάτων έργων υποχρεούται να τηρεί βιβλίο έργων, στο οποίο πρέπει να αναγράφονται η θέση του έργου, το είδος της εργασίας που συμφωνήθηκε, η χρονολογία έναρξης και λήξης αυτού, ενώ στο τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών πρέπει να αναγράφονται τα πλήρη στοιχεία της συναλλαγής, δηλαδή η θέση του έργου και το είδος της εργασίας που συμφωνήθηκε, η ποσότητα, η μονάδα μέτρησης, η τιμή μονάδας και η αξία ή το είδος των υπηρεσιών. Πλην όμως, η μη τήρηση εκ μέρους του εκμεταλλευτή αυτοκινούμενων μηχανημάτων έργων του βιβλίου έργου, το οποίο συνιστά αποκλειστικά και μόνο φορολογικό στοιχείο, δύναται μεν να επισύρει την επιβολή των προβλεπόμενων κυρώσεων εκ μέρους των αρμοδίων φορολογικών αρχών, δεν ασκεί, όμως, επιρροή στη νομιμότητα και κανονικότητα της δαπάνης, διότι δεν άγει σε ακυρότητα του τιμολογίου, το οποίο εξακολουθεί να αποτελεί νόμιμο δικαιολογητικό εκκαθάρισης και ενταλματοποίησης της σχετικής δαπάνης και κατά συνέπεια δεν καθίσταται μη νόμιμη ή ανύπαρκτη την αξίωση του δικαιούχου επιτηδευματία. Η θεώρηση του εργολαβικού συμφωνητικού από την οικεία Δ.Ο.Υ. σε μεταγενέστερο της εκτέλεσης των εργασιών χρονικό διάστημα, δύναται να επισύρει την επιβολή φορολογικών κυρώσεων σε βάρος του εκμεταλλευτή αυτοκινούμενων μηχανημάτων, πλην όμως δεν συνεπάγεται δημοσιονομικές συνέπειες. Νόμιμη δαπάνη. (Ελ. Συν. Κλιμ. Τμ. 7 Πράξη 227/2014)

 



VIII. Πρόστιμα

α. Επί παραβάσεων μη έκδοσης αποδείξεων ή επαγγελματικών στοιχείων
Μετά την κατάργηση της περίπτωσης θ' της παραγράφου 1 του άρθρου 54 του Ν.4174/13, με την περίπτωση β' της παραγράφου 3 του άρθρου 3 του ν. 4337/2015 (έναρξη ισχύος 17.10.2015), για τις παραβάσεις της μη έκδοσης ή ανακριβούς έκδοσης αποδείξεων λιανικής πώλησης ή επαγγελματικών στοιχείων που διαπράχθηκαν από τις 17.10.2015 και μετά δεν επιβάλλονται αυτοτελή πρόστιμα. Οι περιπτώσεις αυτές πλέον αντιμετωπίζονται ως μια ενιαία παράβαση, μαζί με τις λοιπές περιπτώσεις που διαπιστώνονται στα πλαίσια του ιδίου ελέγχου, ανεξάρτητα από το είδος και το πλήθος των παραβάσεων και εφαρμόζονται οι διατάξεις της περίπτωσης η' της παραγράφου 1 του άρθρου 54 του Ν.4174/13, σύμφωνα με τις οποίες στον φορολογούμενο επιβάλλεται πρόστιμο αν δεν συμμορφώνεται με τις κατά το άρθρο 13 του Ν.4174/13 υποχρεώσεις του. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Τα πρόστιμα για τις ανωτέρω παραβάσεις καθορίζονται σε δύο χιλιάδες πεντακόσια (2.500) ευρώ. (περίπτ.ε παρ.2 άρθρο 54 Ν.4174/13, όπως προστέθηκε από την υποπερίπτ. ζ' της περίπτ. 9 της υποπαρ. Δ.2 του άρθρου πρώτου του Ν. 4254/14 και τροποποιήθηκε από την παρ. 2 του άρθρου 73 του Ν. 4446/16 και την παρ. 1 του άρθρου 33 του Ν. 4465/17)

Αντίθετα, τα πρόστιμα της περίπτωσης θ' της παρ.1 του άρθρου 54 του Ν.4174/13 επιβάλλονται για παραβάσεις που διαπράχθηκαν έως και 16.10.2015, ανεξάρτητα από τον χρόνο διαπίστωσής τους. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Τα πρόστιμα αυτά ανέρχονται σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης βιβλίων και στοιχείων με βάση απλοποιημένα λογιστικά πρότυπα και σε πεντακόσια (500) ευρώ σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης βιβλίων και στοιχείων με βάση πλήρη λογιστικά πρότυπα. (περιπτ.γ και 2 παρ.2 άρθρο 54 Ν.4174/13 όπως αντικαταστάθηκαν από τις υποπερίπτ. ε' και στ' αντίστοιχα της περίπτ. 9 της υποπαρ. Δ.2 του άρθρου πρώτου του Ν. 4254/14)

Για αντίστοιχες παραβάσεις προγενέστερες της έναρξης ισχύος του ΚΦΔ εφαρμόζονται οι μεταβατικές διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 7 του ν. 4337/2015. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)

Με την παράγραφο 8 του άρθρου 3 του ν. 4337/2015 προστέθηκε νέο άρθρο 58Α στο Ν.4174/13 αναφορικά με την επιβολή προστίμων για παραβάσεις σχετικές με τον Φ.Π.Α.
Ως εκ τούτου, για κάθε παράβαση μη έκδοσης ή ανακριβούς έκδοσης αποδείξεων λιανικής πώλησης ή επαγγελματικών στοιχείων, ανεξαρτήτως αξίας, για πράξη που επιβαρύνεται με Φ.Π.Α., και η οποία (παράβαση) διαπράττεται από την 17.10.2015 (έναρξη ισχύος ν. 4337/2015) και μετά, επιβάλλεται πρόστιμο ποσοστού πενήντα τοις εκατό (50%) επί του ποσού Φ.Π.Α. που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο ή επί της διαφοράς αντίστοιχα (άρθρο 58Α παρ. 1).
Με τον τρόπο αυτό το ύψος του προστίμου συνδέεται με την αποφυγή απόδοσης του Φ.Π.Α. και όχι με τον αριθμό των μη εκδοθέντων στοιχείων.
Για την καλύτερη κατανόηση των ανωτέρω περιπτώσεων δείτε την ΠΟΛ 1252/20.11.2015 στην οποία παρατίθενται σχετικά παραδείγματα.

Για παραβάσεις που διαπιστώνονται από 25.7.2016, αντικαθίσταται η παράγραφος 1 του άρθρου 58Α του ν. 4174/2013 και προβλέπεται πλέον ένα ελάχιστο ύψος προστίμου για το σύνολο των παραβάσεων μη έκδοσης ή ανακριβούς έκδοσης ή λήψης φορολογικών στοιχείων της παραγράφου 1 του άρθρου 58 Α, ανά φορολογικό έλεγχο, ενώ σε περίπτωση υποτροπής ορίζεται η προσαύξηση των προστίμων αυτών.
Ειδικότερα,
σε περίπτωση μη έκδοσης φορολογικού στοιχείου ή έκδοσης ή λήψης ανακριβούς στοιχείου για πράξη που επιβαρύνεται με ΦΠΑ, επιβάλλεται πρόστιμο πενήντα τοις εκατό (50%) επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο ή επί της διαφοράς, αντίστοιχα.
Το πρόστιμο αυτό δεν μπορεί να είναι κατώτερο, αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο, των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και των πεντακοσίων (500) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.
Σε περίπτωση διαπίστωσης, στο πλαίσιο μεταγενέστερου ελέγχου, εκ νέου διάπραξης της ίδιας παράβασης, εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, επιβάλλεται πρόστιμο εκατό τοις εκατό (100%) επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο ή επί της διαφοράς, αντίστοιχα, το οποίο δεν μπορεί να είναι κατώτερο, αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο, των πεντακοσίων (500) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και των χιλίων (1.000) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.
Στην περίπτωση κάθε επόμενης ίδιας παράβασης στο πλαίσιο μεταγενέστερου ελέγχου εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, επιβάλλεται πρόστιμο διακόσια τοις εκατό (200%) επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο ή επί της διαφοράς, αντίστοιχα, το οποίο δεν μπορεί να είναι κατώτερο, αθροιστικά ανά φορολογικό έλεγχο, των χιλίων (1.000) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήματος και των δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήματος.(άρθρο 58Α παρ.1 Ν.4174/13, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 και παρ.3 του άρθρου 51 του Ν.4410/16) (ΠΟΛ 1112/25.07.2016)

 

Σε περίπτωση διαπίστωσης, στο πλαίσιο ελέγχου, εκ νέου διάπραξης της ίδιας παράβασης, εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, τα σύμφωνα με το παρόν άρθρο πρόστιμα επιβάλλονται στο διπλάσιο και, στην περίπτωση κάθε επόμενης ίδιας παράβασης, στο τετραπλάσιο του αρχικώς επιβληθέντος προστίμου. (παρ.3 άρθρο 54 Ν.4174/13, όπως αντικαταστάθηκε από την υποπερίπτ. θ' της περίπτ. 9 της υποπαρ. Δ.2 του άρθρου πρώτου του Ν. 4254/14 και την περίπτ. στ' της παρ. 3 του άρθρου 3 του Ν. 4337/15)

Εάν μέχρι την εκ νέου διάπραξη έχουν ισχύσει ευνοϊκότερες διατάξεις, επιβάλλεται, κατά περίπτωση, το διπλάσιο ή το τετραπλάσιο του οφειλομένου προστίμου με βάση τις ευνοϊκότερες διατάξεις. Επανάληψη της ίδιας παράβασης (και όχι απλώς παράβασης που εμπίπτει στην ίδια περίπτωση της παραγράφου 1 του άρθρου 54), για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης, θεωρείται η διαπίστωση της ίδιας παράβασης εντός πενταετίας, στο πλαίσιο διαφορετικού ελέγχου και εφόσον έχει ήδη εκδοθεί η αρχική πράξη. Έτσι ως προς τις παραβάσεις της περίπτωσης η', που αφορούν την παρ. 1 του άρθρου 13, εξετάζονται ως ενιαίο σύνολο και νοείται επανάληψη παράβασης εφόσον διαπιστώνονται σε διαφορετικό έλεγχο και για διαφορετική χρήση. Επίσης, νοείται επανάληψη παράβασης μη διαφύλαξης, σε κάθε περίπτωση, που αυτή αφορά διαφορετικό βιβλίο ή στοιχείο.
Τα πρόστιμα της παραγράφου αυτής επιβάλλονται μόνο εφόσον η αρχική παράβαση έχει διαπραχθεί μετά την έναρξη ισχύος του ΚΦΔ. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)

 

Για τις παραβάσεις των διατάξεων του Κ.Β.Σ. (π.δ. 186/1992, Α' 84) και του Κ.Φ.Α.Σ. (ν. 4093/2012, Α' 222), που διαπράχθηκαν μέχρι την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 54 (μέχρι 1.1.2014) και 55 του ν. 4174/2013 (μέχρι 26.7.2013, κατά περίπτωση, άλλως από 1.1.2014 κατά τα οριζόμενα στην τότε ισχύουσα παράγραφο 32 του άρθρου 66, νυν 72, του ν. 4174/2013) και κατά την κατάθεση του Ν.4337/15 (12.10.2015) δεν έχουν εκδοθεί οι οριστικές πράξεις επιβολής προστίμων, δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 5 του ν.2523/1997, αλλά επιβάλλονται τα κατωτέρω πρόστιμα:
α) Για παραβάσεις έκδοσης πλαστών στοιχείων ποσό ίσο με το 50% της αξίας κάθε στοιχείου.
β) Για παραβάσεις που αφορούν έκδοση εικονικών ή λήψη εικονικών στοιχείων ή νόθευση αυτών, καθώς και καταχώρηση στα βιβλία αγορών ή εξόδων χωρίς παραστατικά, ποσό ίσο με το 40% της αξίας κάθε στοιχείου. Εάν η αξία του στοιχείου είναι μερικώς εικονική ποσό ίσο με το 40% του μέρους της εικονικής αξίας.
γ) Όταν δεν δύναται να προσδιορισθεί η μερικώς εικονική αξία, ποσό ίσο με το 20% της αξίας του στοιχείου.
δ) Όταν η εικονικότητα ανάγεται αποκλειστικά στο πρόσωπο του εκδότη, ποσό ίσο με το 20% της αξίας του στοιχείου.
ε) Στην περίπτωση λήπτη εικονικού φορολογικού στοιχείου, ποσό 10% της αξίας του στοιχείου για κάθε παράβαση, εφόσον η λήψη του στοιχείου δεν είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση του φόρου εισοδήματος του οικείου φορολογικού έτους.
στ) Για παραβάσεις που αφορούν μη έκδοση ή ανακριβή έκδοση στοιχείων ή άλλες παραβάσεις που έχουν σαν αποτέλεσμα την απόκρυψη της συναλλαγής ή μέρους αυτής, η δε αποκρυβείσα αξία είναι μεγαλύτερη των χιλίων διακοσίων (1.200) ευρώ, ποσό ίσο με το 25% της αξίας της συναλλαγής ή του μέρους της αποκρυβείσας (μη εμφανισθείσας) αξίας για κάθε παράβαση.
ζ) Για τις λοιπές παραβάσεις, που δεν υπάγονται σε μια εκ των ανωτέρω περιπτώσεων ποσό ίσο με το 1/3 του οριζόμενου από τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν.2523/1997, επιβαλλόμενου προστίμου, κατά περίπτωση, για κάθε παράβαση. (παρ.3 άρθρο 7 Ν.4337/15)

 

Μπορούν να τύχουν εφαρμογής, και μετά την κατάργηση της παρ. 2 του άρθρου 55 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ΚΦΔ), για τις παραβάσεις έκδοσης εικονικών στοιχείων, που διαπράχθηκαν μέχρι τις 26.7.2013 και εφόσον μέχρι την κατάθεση του ν. 4337/2015 (12.10.2015) δεν είχαν εκδοθεί οι οριστικές πράξεις επιβολής προστίμων, όταν η εικονικότητα του στοιχείου αφορά τον χαρακτηρισμό της αναγραφείσας συναλλαγής, οι μηδέποτε καταργηθείσες μεταβατικές διατάξεις της παρ. 35 του άρθρου 72 (πρώην 66) του Κ.Φ.Δ., υπό τις ειδικότερες προϋποθέσεις της διατάξεως αυτής, δηλαδή εφόσον το νέο καθεστώς επιλεγεί ως ευνοϊκότερο από τον ίδιο τον φορολογούμενο, για το σύνολο των παραβάσεων που περιέχονται στην ίδια πράξη ή απόφαση επιβολής προστίμου (ομόφ.). (ΓνΝΣΚ 291/2017)

Για την καλύτερη κατανόηση των ανωτέρω, δείτε την ΠΟΛ 1252/20.11.2015 στην οποία παρατίθενται σχετικά παραδείγματα.


β. Επί επέμβασης στη λειτουργία ΦΗΜ ή έκδοση στοιχείων χωρίς τη χρήση ΦΗΜ

Επιβάλλεται πρόστιμο στον φορολογούμενο ή οποιοδήποτε πρόσωπο:

-παραβιάζει ή παραποιεί ή επεμβαίνει κατά οποιονδήποτε τρόπο στη λειτουργία των φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών, (περίπτ.ι παρ.1 άρθρο 54 Ν.4174/13, όπως προστέθηκε με την περίπτ. α' της παρ. 14 του άρθρου 40 του Ν.4410/16 και στη συνέχεια καταργήθηκε από την παρ. 4 του άρθρου 101 του Ν. 4714/20)

-εκδίδει στοιχεία λιανικής πώλησης χωρίς τη χρήση φορολογικού ηλεκτρονικού μηχανισμού ή από εγκεκριμένο και μη δηλωμένο φορολογικό ηλεκτρονικό μηχανισμό, (περίπτ.ια παρ.1 άρθρο 54 Ν.4174/13, όπως προστέθηκε με την περίπτ. α' της παρ. 14 του άρθρου 40 του Ν.4410/16 και συμπληρώθηκε από το άρθρο 54 του Ν. 4583/18 και τροποποιήθηκε από την παρ. 5 του άρθρου 101 του Ν. 4714/20)

-εκδίδει δελτία και αποδείξεις από το Ολοκληρωμένο Σύστημα Ελέγχου Εισροών - Εκροών, χωρίς τη χρήση εγκεκριμένου μοντέλου μηχανισμού σήμανσης (Ε.Α.Φ.Δ.Σ.Σ.) (περίπτ.ιβ παρ.1 άρθρο 54 Ν.4174/13, όπως προστέθηκε με την περίπτ. α' της παρ. 14 του άρθρου 40 του Ν.4410/16)

Τα πρόστιμα για τις παραβάσεις που αναφέρονται παραπάνω καθορίζονται ως εξής:
-Στο ύψος των προβλεπομένων προστίμων της περ. β) της παρ. 1 του άρθρου 54ΣΤ, (περίπτ.στ παρ.2 άρθρο 54 Ν.4174/13, όπως προστέθηκε με την περίπτ. β' της παρ. 14 του άρθρου 40 του Ν.4410/16 και αντικαταστάθηκε από την παρ. 6 του άρθρου 101 του Ν. 4714/20)

-πέντε, δέκα, και είκοσι χιλιάδες (5.000, 10.000, 20.000) ευρώ, για κάθε παράβαση της περίπτωσης ι' της παραγράφου 1, κατά περίπτωση και ως εξής:
πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ, όταν υπαίτιος της παράβασης είναι ο κάτοχος-χρήστης του φορολογικού ηλεκτρονικού μηχανισμού,
δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ, όταν υπαίτιος της παράβασης είναι η επιχείρηση μεταπώλησης ή τεχνικής υποστήριξης και
είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ σε περίπτωση που υπαίτιος της παράβασης είναι η επιχείρηση που έχει λάβει έγκριση λογισμικού (software) και υλισμικού (hardware) από τα αρμόδια όργανα. (περίπτ.ζ παρ.2 άρθρο 54 Ν.4174/13, όπως προστέθηκε με την περίπτ. β' της παρ. 14 του άρθρου 40 του Ν.4410/16 και στη συνέχεια καταργήθηκε από την παρ. 4 του άρθρου 101 του Ν. 4714/20)

Τα ανωτέρω πρόστιμα εφαρμόζονται για παραβάσεις που διαπιστώνονται από την 1.1.2016 και εφεξής. (περίπτ. γ' παρ. 14 του άρθρου 40 του Ν.4410/16)

 


IX. Προθεσμία εξόφλησης

Στις εμπορικές συναλλαγές, στις οποίες ο οφειλέτης είναι δημόσια αρχή, η προθεσμία πληρωμής δεν υπερβαίνει κανένα από τα ακόλουθα όρια:

α) τριάντα (30) ημερολογιακές ημέρες από την ημερομηνία παραλαβής από τον οφειλέτη του τιμολογίου ή άλλου ισοδύναμου για πληρωμή εγγράφου-

β) εφόσον η ημερομηνία παραλαβής του τιμολογίου ή ισοδύναμου για πληρωμή εγγράφου δεν είναι βέβαιη, τριάντα (30) ημερολογιακές ημέρες από την ημερομηνία παραλαβής των αγαθών ή παροχής των υπηρεσιών-

γ) εφόσον ο οφειλέτης παραλάβει το τιμολόγιο ή άλλο ισοδύναμο για πληρωμή έγγραφο πριν από τα αγαθά ή τις υπηρεσίες, τριάντα (30) ημερολογιακές ημέρες από την ημερομηνία παραλαβής των αγαθών ή την παροχή των υπηρεσιών-

δ) εφόσον προβλέπεται από το νόμο ή τη σύμβαση διαδικασία αποδοχής ή επαλήθευσης, με την οποία διαπιστώνεται η αντιστοιχία των παραλαμβανομένων αγαθών ή υπηρεσιών με τα οριζόμενα στη σύμβαση, και εάν ο οφειλέτης παραλάβει το τιμολόγιο ή άλλο ισοδύναμο για πληρωμή έγγραφο νωρίτερα από την ημερομηνία ή την ίδια ημερομηνία κατά την οποία συντελείται η αποδοχή ή η επαλήθευση, τριάντα (30) ημερολογιακές ημέρες από την ημερομηνία αυτή. (παρ. 3 της υποπαραγράφου Ζ.5 της παραγράφου Ζ΄του άρθρου πρώτου του ν. 4152/13)

 

 

 

[/post_tab][/post_tabs]