[post_tabs][post_tab title="Ισχύον καθεστώς"]
Ληξιπρόθεσμα Χρέη - Προσαυξήσεις/Τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής- Απαλλαγές
Α) Ληξιπρόθεσμα Χρέη
Β) Προσαυξήσεις/ Τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής
i. Νομοθετικό καθεστώς
ii. Προϋποθέσεις επιβολής προσαυξήσεων
iii. Αφετηρία υπολογισμού τόκων-Χρονικό σημείο υπολογισμού προσαυξήσεων
iv. Καταβολή υπερβάλλοντος ποσού φόρου
v. Ανατοκισμός
vi. Επιτόκιο υπολογισμού τόκων
vii. Πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής
viii. Χρέη από συμβάσεις
ix. Σειρά πίστωσης χρηματικών απαιτήσεων
x. Έσοδα υπέρ ΟΤΑ που συνεισπράττονται από την ΑΑΔΕ
xi. Επιβολή προσαυξήσεων έπειτα από διακανονισμό
xii. Προσαυξήσεις σε αναγκαστική εκτέλεση
xiii. Τραπεζική αργία και τόκοι
xiv. Τελεσίδικη δικαστική κρίση
Γ) Απαλλαγές
i. Απαλλαγή οφειλών από τόκους Εκπρόθεσμης Καταβολής λόγω ανωτέρας βίας
ii. Αναστολή του τίτλου βεβαίωσης
iii. Οφειλές μη υπαγόμενες σε τόκους
iv. Απαλλαγή Προσαυξήσεων Εκπρόθεσμης Καταβολής με απόφαση δημοτικού συμβουλίου
v. Απαλλαγές προβλεπόμενες από διάταξη νόμου
Α) Ληξιπρόθεσμα Χρέη
Τα χρέη προς το Δημόσιο που βεβαιώνονται ή προκύπτουν από την καταχώριση στοιχείων νόμιμων τίτλων στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της ΑΑΔΕ γίνονται ληξιπρόθεσμα ως εξής:
α) τα χρέη που καταβάλλονται εφάπαξ την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του επόμενου από τη βεβαίωση ή την καταχώριση μήνα,
β) τα χρέη που με βάση τον νόμο καταβάλλονται σε δόσεις την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του μήνα, κατά τον οποίο πρέπει να καταβληθεί κάθε δόση, σύμφωνα με τις σχετικές φορολογικές ή άλλες διατάξεις.
Αν γίνει βεβαίωση ή καταχώριση μετά την πάροδο της προθεσμίας πληρωμής της πρώτης ή οποιασδήποτε επόμενης δόσης, την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του μήνα πληρωμής της δόσης, που λήγει μετά τη βεβαίωση ή την καταχώριση,
γ) τα χρέη από συμβάσεις την ημέρα που σύμφωνα με τη σύμβαση πρέπει να καταβληθεί ολόκληρο ή μέρος του κεφαλαίου της οφειλής,
δ) τα χρέη από εισαγωγικά τέλη, για εμπορεύματα που βρίσκονται σε αποταμίευση, την ημέρα που λήγει, σύμφωνα με τους τελωνειακούς νόμους, η διάρκεια της αποταμίευσης, προκειμένου δε για χρέη από εμπορεύματα, που έχουν εισαχθεί με σκοπό την επανεξαγωγή, την ημέρα που λήγει η προθεσμία για επανεξαγωγή,
ε) τα χρέη δημόσιων υπόλογων από καταλογισμό, την ημέρα που ο υπόλογος είχε υποχρέωση για την εισαγωγή των εισπράξεων στο Δημόσιο, εφόσον ο καταλογισμός έγινε για παράλειψη εισαγωγής εισπράξεων, ενώ σε περίπτωση ελλείμματος, την ημέρα που εξακριβώθηκε ότι δημιουργήθηκε το έλλειμμα και αν η εξακρίβωση είναι αδύνατη, την ημέρα κατά την οποία έχει ανακαλυφθεί, κατά την επιθεώρηση ή την παράδοση της διαχείρισης, το έλλειμμα.
Αν η εξακρίβωση του ελλείμματος στη διαχείριση γίνει μετά τη λήξη του οικονομικού έτους και είναι αδύνατος ο προσδιορισμός της ημέρας που δημιουργήθηκε αυτό, την ημέρα λήξης του οικονομικού έτους της ελλειμματικής διαχείρισης. (άρθρο 5 ν.4978/22)
Για να γίνει ληξιπρόθεσμη (εκτελέσιμη) η χρηματική απαίτηση του Δημοσίου δεν αρκεί να είναι ληξιπρόθεσμη κατά το ουσιαστικό δίκαιο αλλά πρέπει κατά κανόνα: α) να περιέλθει στην αρμόδια ταμειακή υπηρεσία, β) να βεβαιωθεί ταμειακώς σε αυτήν και γ) να παρέλθει η προθεσμία του άρθρου 5. Με βάσηδε την προθεσμία αυτή προσδιορίζεται το χρονικό σημείο από το οποίο αρχίζουν να τρέχουν οι προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής. (ΔΕφΛαρ 131/2000)
Β) Προσαυξήσεις/ Τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής
i. Νομοθετικό καθεστώς
Για οποιοδήποτε ποσό χρέους γίνεται ληξιπρόθεσμο, ο οφειλέτης υποχρεούται να καταβάλει τόκους εκπρόθεσμης καταβολής κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 53 του Κ.Φ.Δ. (παρ.1 άρθρο 6 ν.4978/22)
Οι εν λόγω διατάξεις αφορούν βεβαιωμένα ταμειακά (με τη στενή έννοια) έσοδα, τα οποία δεν έχουν εισπραχθεί μέχρι την οριζόμενη προθεσμία και έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμα.
Ο τόκος δεν συνιστά κύρωση αλλά υπολογίζεται λόγω της καθυστέρησης στην εξόφληση των οφειλών. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Σε περίπτωση κατά την οποία οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως 6 του άρθρου 6 του ν.4978/22 δεν είναι σύμφωνες με τις διατάξεις του Κ.Φ.Δ., οι διατάξεις αυτού υπερισχύουν, για τα έσοδα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του. (παρ.7 άρθρο 6 ν.4978/22)
Για οφειλές που βεβαιώθηκαν μέχρι 31-12-2014 εφαρμόζονται, ως προς τον υπολογισμό και το ανώτατο όριο των προσαυξήσεων, οι διατάξεις του αρ. 6 του ν.δ. 356/1974 όπως ίσχυε πριν την αντικατάστασή του από την παρ. 6 του αρ.7 του ν. 4224/2013 καθώς και οι συναφείς ρυθμίσεις, ήτοι 1% για κάθε μήνα καθυστέρησης, μη δυναμένου να υπερβεί το 200% κατά τις διατάξεις του άρθρου 6 ΚΕΔΕ (ΝΔ 356/74), του άρθρου 13 παρ. 1 Ν. 3193/03 και την ΑΥΟ 1016358/800/0016/2005. (ΥΠ.ΕΣ.Δ.Α. εγκ.11/10582/27.04.2015)
Για τις οφειλές που καταχωρίζονται στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης από τη δημοσίευση του Ν.4321/15 (ημερ.δημοσ.21.03.2015), καταργούνται τα πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής του άρθρου 57 του ν. 4174/2013 (Α' 170) και του άρθρου 6 του ν.δ. 356/ 1974 (Α' 90) με την παρ.1 του άρθρου 19 του Ν.4321/15. Για περισσότερα βλ. παρακάτω στο Πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής.
Οι διατάξεις του άρθρου 6 του ν.δ. 356/1974, όπως αντικαθίστανται με την παρ.6 του άρθρου 7 του Ν.4224/13, εφαρμόζονται και για τις οφειλές σε κάθε άλλο νομικό πρόσωπο ή Αρχή, πλην της Φορολογικής Διοίκησης, οι οποίες βεβαιώνονται μετά την 31η Δεκεμβρίου 2014 και για την είσπραξη των οποίων εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν.δ. 356/1974, εκτός εάν από ειδικές διατάξεις ορίζεται διαφορετικά. (παρ.6 άρθρο 8 Ν.4224/13)
Στην ΠΟΛ 1042/2015 διευκρινίζεται ότι στην έννοια των τόκων της παρ. 1 του άρθρου 37 του ν.4172/2013 δεν περιλαμβάνονται οι τόκοι που επιβάλλονται βάσει των διατάξεων του ΚΕΔΕ και του ΚΦΔ.
Συνεπώς
1.Για απαιτήσεις που βεβαιώθηκαν μέχρι 31-12-2014 εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 6 του ΚΕΔΕ (ΝΔ 356/74), όπως ίσχυε πριν από την αντικατάστασή του (άρθρο 7 παρ. 6 Ν. 4224/13), ήτοι προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής 1% για κάθε μήνα καθυστέρησης (μη δυναμένου να υπερβεί το 200%).Εγκ. ΥΠΕΣ 11/10582/27-4-2015
2.Για απαιτήσεις που βεβαιώθηκαν από 1-1-2015 μέχρι 20-3-2015 επιβαρύνονται και με τόκο και με πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής (άρθρων 53 & 57 Ν. 4174/13, άρθρου 7 παρ. 6 Ν. 4224/13). Το πρόστιμο επιβάλλεται μόνο στην περίπτωση που η καταβολή διενεργείται μετά την παρέλευση εξαμήνου από τον χρόνο που αυτή κατέστη ληξιπρόθεσμη.
3.Για απαιτήσεις που βεβαιώθηκαν από 21-3-2015 και έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες επιβαρύνονται με τόκο εκπρόθεσμης καταβολής (άρθρου 53 ν.4987/22 και άρθρου 53 ν. 4174/13, άρθρου 7 παρ. 6 Ν. 4224/13, άρθρου 19 παρ. 1 Ν. 4321/15, άρθρου 2 Υποπαραγράφου Δ.1 περιπτ. 13β Ν. 4336/15)
ii. Προϋποθέσεις επιβολής προσαυξήσεων
Απαραίτητη προϋπόθεση για την επιβολή προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, οι οποίες συνιστούν κύρωση λόγω μη εμπρόθεσμης εξοφλήσεως βεβαιωμένου χρέους προς το Δημόσιο, είναι να έχει καταστεί το χρέος ληξιπρόθεσμο κατά την έννοια του άρθρου 5 του Κ.Ε.Δ.Ε., δηλαδή όχι μόνο να είναι ληξιπρόθεσμο και απαιτητό κατά το ουσιαστικό δίκαιο, αλλά να έχει περιέλθει στο αρμόδιο δημόσιο ταμείο, να έχει βεβαιωθεί σε αυτό ταμειακώς και να έχει παρέλθει η προβλεπόμενη στο εν λόγω άρθρο 5 προθεσμία, μετά τη συμπλήρωση της οποίας η απαίτηση αυτή μπορεί να εισπραχθεί με διοικητική εκτέλεση. (ΣτΕ 1538/2015)
iii. Αφετηρία υπολογισμού τόκων-Χρονικό σημείο υπολογισμού προσαυξήσεων
Αν οποιοδήποτε ποσό φόρου δεν καταβληθεί μέσα στη νόμιμη προθεσμία καταβολής, ο φορολογούμενος υποχρεούται να καταβάλει τόκους επί του εν λόγω ποσού φόρου για τη χρονική περίοδο από την επόμενη μέρα της λήξης της νόμιμης προθεσμίας. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης, αρχικής ή τροποποιητικής, δήλωσης καθώς και σε περίπτωση εκτιμώμενου, διορθωτικού ή προληπτικού προσδιορισμού του φόρου, ως αφετηρία υπολογισμού των τόκων λαμβάνεται η λήξη της προθεσμίας κατά την οποία θα έπρεπε να είχε αρχικά καταβληθεί, βάσει του νόμου, ο φόρος που προκύπτει από την εκπρόθεσμη, αρχική ή τροποποιητική, δήλωση ή από την πράξη προσδιορισμού. (παρ.1 άρθρο 53 ν.4987/22)
Επί χρεών καταβαλλομένων σε δόσεις αφετηρία για τον υπολογισμό του τόκου αποτελεί η επόμενη ημέρα της λήξης της προθεσμίας καταβολής της κάθε δόσης, εκτός αν η βεβαίωση ενεργηθεί μετά την πάροδο της προς πληρωμή προθεσμίας, οπότε ο τόκος των ληξιπροσθέσμων δόσεων άρχεται από της πρώτης του τρίτου από της βεβαιώσεως μηνός. (παρ.1 άρθρο 79 Β.Δ. 24.9/20.10.58 (ΦΕΚ 171/58 τεύχος Α), όπως αντικαταστάθηκε από την παρ. 4 του άρθρου 16 του Ν. 2130/1993)
Επί του ζητήματος ποιό είναι το χρονικό σημείο μέχρι το οποίο θα πρέπει να υπολογισθούν οι προσαυξήσεις εκπροθέσμου καταβολής ή άλλως ποιά είναι η ημερομηνία παύσεως των προσαυξήσεων διαμορφώθηκαν οι ακόλουθες 4 γνώμες:
Η είσπραξη – απόδοση των χρημάτων που κατατέθηκαν στους λογαριασμούς του Δημοσίου ανατρέχει σύμφωνα με τις με τις ειδικές διατάξεις του ν.4312/2014, σε συνδυασμό με όσα διέταξε και η υπ.αριθμ.1115/2017 αμετάκλητη απόφαση του Α΄ Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών στον χρόνο που οι απαιτήσεις του έγιναν εισπρακτέες, από τον χρόνο δε αυτό δεν οφείλονται τόκοι ή προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής (ψήφοι 4).
Δεν δύναται να υποστηριχθεί βασίμως ότι η παύση των προσαυξήσεων ανατρέχει στο χρόνο κατά τον οποίο οι απαιτήσεις του Ελληνικού Δημοσίου έγιναν εισπρακτέες, σύμφωνα με τις ειδικές διατάξεις του ν. 4312/2014, καθόσον είναι προφανές πως το γεγονός ότι οι απαιτήσεις του Δημοσίου γίνονται εισπρακτέες (εισπράξιμες), κατά την έννοια του ν. 4312/2014, δεν μπορεί να σημάνει και παύση αυτών, αλλά, απεναντίας την περαιτέρω παραγωγή προσαυξήσεων και τόκων, η οποία παύει μόνο με την εξόφληση των χρεών (ή με τη συνδρομή ανωτέρας βίας) (ψήφοι 4).
Η κατάθεση στο λογαριασμό εκάστης αρμόδιας υπηρεσίας επέχει θέση «καταβολής», συνιστά δηλαδή οιονεί εξόφληση και άρα αποτελεί τον κρίσιμο χρόνο είσπραξης των επίμαχων χρεών από το Δημόσιο, ώστε μέχρι την ημερομηνία αυτή λειτουργούν οι προσαυξήσεις/τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής και εφαρμόζονται οι πάσης φύσεως διατάξεις που αφορούν σε ενεργό απαίτηση του Δημοσίου (πρβλ. ΝΣΚ 671/1993), καθόσον η εφαρμογή αυτών δεν δύναται να παρακαμφθεί, ελλείψει, σχετικής διάταξης νόμου (ψήφοι 2).
Κατά το χρονικό διάστημα από την ημερομηνία δημοσίευσης της υπ’ αριθμόν 1115/2017 απόφασης του Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, έως την ημερομηνία που αποδόθηκαν στο Δημόσιο τα ποσά που ορίζονται στην απόφαση αυτή, δεν οφείλονται τόκοι (1 ψήφος).
Παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του ΝΣΚ, κατόπιν της υπ’ αριθ. 94/2021 Γνωμοδότησης του Β΄ Τμήματος ΝΣΚ. (ΓνΝΣΚ 155/2021)
iv. Καταβολή υπερβάλλοντος ποσού φόρου
Σε περίπτωση καταβολής υπερβάλλοντος ποσού φόρου (αχρεώστητη καταβολή), καταβάλλονται τόκοι στον φορολογούμενο για τη χρονική περίοδο από την ημερομηνία αίτησης επιστροφής του υπερβάλλοντος ποσού φόρου μέχρι την ημερομηνία ειδοποίησης του φορολογούμενου για την επιστροφή του, εκτός εάν η επιστροφή φόρου ολοκληρωθεί μέσα σε ενενήντα (90) ημέρες από την παραλαβή από τη Φορολογική Διοίκηση της αίτησης επιστροφής φόρου του φορολογούμενου. Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, εάν το υπερβάλλον ποσό φόρου συμψηφιστεί με άλλες οφειλές, το ποσό θεωρείται ότι επιστράφηκε κατά τον χρόνο διενέργειας του συμψηφισμού. (παρ.2 άρθρο 53 ν.4987/22)
Η παρ. 2 του άρθρου 53 του Κώδικα εφαρμόζεται για αιτήσεις επιστροφής που υποβάλλονται από την 1η.1.2014 και εφεξής. (παρ.13 άρθρο 70 ν.4987/22)
v. Ανατοκισμός
Τόκοι επί των τόκων δεν υπολογίζονται και δεν οφείλονται. (παρ.3 άρθρο 53 ν.4987/22)
vi. Επιτόκιο υπολογισμού τόκων
Μέχρι και τις 31.12.2019, ο τόκος του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 53 υπολογίζεται σε μηνιαία βάση κατά την είσπραξη για ολόκληρο το μήνα. (παρ.15 άρθρο 72 Ν.4174/13, όπως αναριθμήθηκε από το άρθρο 8 του Ν. 4337/15 και τροποποιήθηκε από την παρ. 13 του άρθρου 3 του Ν. 4337/15 και από την παρ. 2 του άρθρου 116 του Ν. 4514/18)
Μέχρι τις 31.12.2019 ο τόκος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του ΚΕΔΕ, υπολογίζεται μηνιαία κατά την είσπραξη για ολόκληρο το μήνα. (παρ.4 άρθρο 8 Ν.4224/13, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 4 του Ν. 4337/15 και την παρ.1 του άρθρου 117 του Ν.4514/18)
Ο Υπουργός Οικονομικών, με απόφασή του, ορίζει τα επιτόκια υπολογισμού τόκων, καθώς και όλες τις αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή του άρθρου 53 του ν.4987/22. (παρ.4 άρθρο 53 ν.4987/22)
Κατ' εξουσιοδότηση της προϊσχύουσας παρ.4 του άρθρου 53 του ν.4174/133 είχε εκδοθεί η Απόφαση Υπ. Οικ. ΔΠΕΙΣ 1198598ΕΞ2013/31.12.2013 (ΦΕΚ 19/10.01.2014 τεύχος Β') (η οποία κατά την παρ.2 του άρθρου 71 του ν.4987/22 συνεχίζει να ισχύει) σύμφωνα με την οποία το ύψος του επιτοκίου υπολογισμού των τόκων που καταβάλλει ο φορολογούμενος κατά τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 53 του ν. 4174/2013 (Α' 170) ορίζεται ως το επιτόκιο των πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (MRO) που ισχύει κατά την ημερομηνία καταβολής του φόρου, πλέον οκτώ και πενήντα μίας (8,51) εκατοστιαίες μονάδες, ετησίως, ενώ το ύψος του επιτοκίου υπολογισμού των τόκων της παραγράφου 2 του άρθρου 53 του ν. 4174/2013 (Α' 170) που καταβάλλονται στον φορολογούμενο ορίζεται ως το επιτόκιο πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (MRO) που ισχύει κατά την ημερομηνία ειδοποίησης του φορολογούμενου για την επιστροφή του φόρου, πλέον πέντε και εβδομήντα πέντε (5,75) εκατοστιαίες μονάδες, ετησίως. Το επιτόκιο των ανωτέρω παραγράφων δεν μεταβάλλεται κατά το μέρος που αφορά το επιτόκιο των πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (MRO) πριν την εκάστοτε σωρευτική μεταβολή αυτού κατά μία (1) εκατοστιαία μονάδα δύο (2) εκατοστιαίες μονάδες (Απόφαση Υπ. Οικ. Α.1153/02.11.2022 (ΦΕΚ 5635/02.11.2022 τεύχος Β')- Ημ/νία έναρξης ισχύος: 13.09.2022) λαμβανομένου ως βάση υπολογισμού του επιτοκίου που ισχύει κατά την έναρξη ισχύος της απόφασης Υπ. Οικ. ΔΠΕΙΣ 1198598ΕΞ2013/31.12.2013 (ημερ. έναρξης 01.01.2014)
Κατ’ εξαίρεση των οριζομένων στο άρθρο 3 της υπό στοιχεία ΔΠΕΙΣ 1198598 ΕΞ 2013/31.12.2013 (Β’ 19/2014 και Β’113/2014) απόφασης του Υπουργού Οικονομικών και για δύο (2) έτη από την ημερομηνία δημοσίευσης της απόφασης Υπ. Εθν. Οικονομίας και Οικονομικών 1121/03.08.2023 (ΦΕΚ 5009/09.08.2023 τεύχος Β'), το επιτόκιο των άρθρων 1 και 2 της υπό στοιχεία ΔΠΕΙΣ 1198598 ΕΞ 2013/31.12.2013 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών δεν μεταβάλλεται κατά το μέρος που αφορά το επιτόκιο των πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (MRO) πριν την εκάστοτε σωρευτική μεταβολή αυτού κατά πέντε (5) εκατοστιαίες μονάδες λαμβανομένου ως βάση υπολογισμού του επιτοκίου που ίσχυε κατά την 1η.1.2014. [παρ.1 άρθρο μόνο απόφαση Υπ. Εθν. Οικονομίας και Οικονομικών 1121/03.08.2023 (ΦΕΚ 5009/09.08.2023 τεύχος Β')] Οι διατάξεις της παρούσας ισχύουν από 02.08.2023. [παρ.3 άρθρο μόνο απόφαση Υπ. Εθν. Οικονομίας και Οικονομικών 1121/03.08.2023 (ΦΕΚ 5009/09.08.2023 τεύχος Β')]
Κατ’ εξαίρεση και για ένα έτος από την ημερομηνία δημοσίευσης της Απόφασης Υπ. Οικ. Α.1153/02.11.2022 (ΦΕΚ 5635/02.11.2022 τεύχος Β'), το επιτόκιο των άρθρων 1 και 2 της υπό στοιχεία ΔΠΕΙΣ 1198598 ΕΞ/ 31.12.2013 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών (Β’ 19/2014 και Β’113/2014) δεν μεταβάλλεται κατά το μέρος που αφορά το επιτόκιο των πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (MRO) πριν την εκάστοτε σωρευτική μεταβολή αυτού κατά τέσσερις (4) εκατοστιαίες μονάδες λαμβανομένου ως βάση υπολογισμού του επιτοκίου που ίσχυε κατά την 1η.1.2014. (παρ. 2 Απόφαση Υπ. Οικ. Α.1153/02.11.2022 (ΦΕΚ 5635/02.11.2022 τεύχος Β') -καταργήθηκε από την παρ.2 του άρθρου μόνου της απόφασης Υπ. Εθν. Οικονομίας και Οικονομικών 1121/03.08.2023 (ΦΕΚ 5009/09.08.2023 τεύχος Β')]
Το ύψος του επιτοκίου υπολογισμού των τόκων ανέρχεται σήμερα σε 8,76 εκατοστιαίες μονάδες ετησίως (0,73% μηνιαίως), δυνάμει της αριθμ. ΔΠΕΙΣ 1198598 ΕΞ2014/31.12.2013 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
vii. Πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής
Τα πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής του άρθρου 6 του ν.δ. 356/1974 (Α΄ 90) παύουν να υπολογίζονται μετά από την 21η.3.2015. (παρ.2 άρθρο 84 ν.4978/22)
Με την παρ.1 του άρθρου 19 του Ν.4321/15 καταργούνται τα πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής του άρθρου 57 του ν. 4174/2013 (Α' 170) και του άρθρου 6 του ν.δ. 356/ 1974 (Α' 90). Η κατάργηση των προστίμων της προηγούμενης παραγράφου καταλαμβάνει οφειλές που καταχωρίζονται στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης από τη δημοσίευση του Ν.4321/15 (ημερ.δημοσ.21.03.2015).
Το εν λόγω πρόστιμο επιβάλλεται πλέον μόνο σε περίπτωση που μία οφειλή έχει βεβαιωθεί από 1-1-2015 μέχρι 20-3-2015 και η καταβολή της γίνεται μετά την παρέλευση εξαμήνου από το χρόνο στον οποίο αυτή κατέστη ληξιπρόθεσμη.
Συνεπώς, οι οφειλές που βεβαιώνονται από 21-3-2015 και μετά επιβαρύνονται μόνο με τον τόκο εκπρόθεσμης καταβολής της παρ. 1 του αρ. 53 του ν. 4174/2013. (ΥΠ.ΕΣ.Δ.Α. εγκ.11/10582/27.04.2015) (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του Ν.4321/15 με την ανωτέρω κατάργηση επιδιώκεται η αποφυγή της υπέρμετρης επιβάρυνσης του οφειλέτη με πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής πλέον του τόκου εκπρόθεσμης καταβολής του άρθρου 53 του Κ.Φ.Δ. και του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε., κατά περίπτωση, η οποία οδηγεί αφενός σε παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας και αφετέρου σε επιβάρυνση του χαρτοφυλακίου των ληξιπροθέσμων οφειλών με υπέρογκα πρόστιμα. Επιπλέον, η επιβολή στις εκπρόθεσμα καταβαλλόμενες οφειλές, αφενός του τόκου του άρθρου 53 και του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε., και αφετέρου του προστίμου του άρθρου 57 του Κ.Φ.Δ. (10%, 20%, 30%), στο οποίο παραπέμπουν και οι διατάξεις του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε., αποτελεί κατ' ουσία διπλή χρηματική κύρωση.
viii. Χρέη από συμβάσεις
Για χρέη από συμβάσεις οι τόκοι ορίζονται ως ανωτέρω, εκτός αν προβλέπεται άλλη ρύθμιση με ρητό όρο της σύμβασης, και υπολογίζονται από την επόμενη ημέρα της προθεσμίας που πρέπει, σύμφωνα με τη σύμβαση, να καταβληθεί η οφειλή μερικά ή ολικά. (παρ.1 άρθρο 6 ν.4978/22)
ix. Σειρά πίστωσης χρηματικών απαιτήσεων
Η πίστωση χρηματικών ποσών έναντι συγκεκριμένης οφειλής αποσβένει την υποχρέωση του οφειλέτη με την ακόλουθη σειρά:
α) έξοδα είσπραξης,
β) τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής
γ) τυχόν επιβληθέν πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής και
δ) αρχικό ποσό της οφειλής. (παρ.2 άρθρο 6 ν.4978/22)
Ειδικά οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν.δ. 356/1974, όπως αντικαθίσταται με τον Ν.4224/13, ισχύουν από 1ης Ιανουαρίου 2020. Μέχρι την ημερομηνία αυτή, κατά την εκάστοτε είσπραξη του δημοσίου εσόδου, εισπράττονται υποχρεωτικά επί του καταβαλλόμενου ποσού της οφειλής, οι αναλογούντες τόκοι και το πρόστιμο λόγω εκπρόθεσμης καταβολής. (παρ.5 άρθρο 8 Ν.4224/13, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 4 του Ν. 4337/15 και την παρ.2 του άρθρου 117 του Ν.4514/18))
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του Ν.4514/18 εξαιτίας των πολλαπλών τροποποιήσεων και προσαρμογών που πρέπει να διενεργηθούν στις μηχανογραφικές εφαρμογές προκειμένου να εφαρμοστούν οι διατάξεις αναφορικά με τον υπολογισμό και τη σειρά πίστωσης των τόκων και του προστίμου εκπρόθεσμης καταβολής που προβλέπονται από τον ΚΕΔΕ και τον ΚΦΔ, παρατείνεται η ισχύς των μεταβατικών διατάξεων αναφορικά με τον υπολογισμό και τον τρόπο είσπραξης των τόκων και του προστίμου εκπρόθεσμης καταβολής έως και την 31.12.2019.
x. Έσοδα υπέρ ΟΤΑ που συνεισπράττονται από την ΑΑΔΕ
Οι τόκοι υπολογίζονται και επί των εσόδων υπέρ ΟΤΑ, ειδικών ταμείων και εν γένει νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου που συνεισπράττονται με τα δημόσια έσοδα από την ΑΑΔΕ. (παρ.3 άρθρο 6 ν.4978/22)
xi. Επιβολή προσαυξήσεων έπειτα από διακανονισμό
Κατ΄ άρθρ. 27 παρ. 2 του Ν. 1828/1989, με το οποίο παρέχεται η δυνατότητα διακανονισμού φορολογικών διαφορών που εκκρεμούν στα διοικητικά δικαστήρια κατόπιν ασκήσεως προσφυγής μεταξύ δημοτικής αρχής και φορολογουμένου με αποτέλεσμα την οριστική περαίωση της υποθέσεως δεν είναι δυνατή εκ μέρους του δήμου επιβολή προσαυξήσεως για εκπρόθεσμο καταβολή της αρχικής βεβαιωθείσης οφειλής η οποία έπαυσε να υπάρχει μετά το διακανονισμό υφισταμένου πλέον ως νέου νομίμου τίτλου της πράξεως διακανονισμού... (ΣτΕ 270/2000 Τμ. ΣΤ΄)
Κατ' άρθρ. 27 παρ. 2 του Ν. 1828/1989 δεν είναι δυνατή η εκ μέρους του δήμου επιβολή προσαυξήσεως για εκπρόθεσμη καταβολή της αρχικώς βεβαιωθείσης οφειλής, η οποία έπαυσε να υπάρχει μετά το διακανονισμό, υφισταμένου πλέον ως νέου νομίμου τίτλου της πράξεως διακανονισμού . (ΣτΕ 268/2000 Τμ. ΣΤ' )
xii. Προσαυξήσεις σε αναγκαστική εκτέλεση
O προϊστάμενος της ΔΟΥ οφείλει να εξειδικεύει και να αιτιολογεί τα κατ` ιδίαν κονδύλια των χρεών του οφειλέτη, προς είσπραξη των οποίων επισπεύδεται η εκτέλεση, κυρίως όταν αυτά αφορούν σε έξοδα προηγούμενων εκτελέσεων και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής κατά το άρθρο 6 του ΚΕΔΕ, εφόσον έχει χωρήσει στάδιο διοικητικών διαφορών ουσίας, όπως είναι οι φορολογικές διαφορές, κατά την επίλυση των οποίων έχει δικαστικώς ανασταλεί η εκτέλεση του νομίμου τίτλου για ορισμένο χρόνο. (ΔΕφΑθ 2436/2000)
xiii. Τραπεζική αργία και τόκοι
Στην Πράξη Νομοθ. Περιεχομένου (ΦΕΚ 65/28.06.2015 τεύχος Α') «Τραπεζική αργία βραχείας διάρκειας» στο άρθρο πρώτο παράγραφος 5, ορίζονται τα εξής:
«Δεν θα οφείλεται τόκος υπερημερίας για τη διάρκεια της τραπεζικής αργίας σε ό,τι αφορά απαιτήσεις που καθίστανται απαιτητές κατά τη διάρκειά της.
Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα αναστέλλονται οι προθεσμίες λήξης, εμφάνισης και πληρωμής αξιόγραφων και αναστέλλονται οι δικαστικές προθεσμίες».
Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι δεν θα επιβάλλονται τόκοι και προσαυξήσεις σε τυχόν ληξιπρόθεσμες οφειλές τρίτων προς τους ΟΤΑ, για ολόκληρο το χρονικό διάστημα που διαρκεί η τραπεζική αργία. Το ίδιο ισχύει για όλες τις περιπτώσεις τόκων υπερημερίας (δηλ. και για τις οφειλές των ΟΤΑ προς τρίτους)
xiv. Τελεσίδικη δικαστική κρίση
Σε περίπτωση τελεσίδικης ακύρωσης της ταμειακής βεβαίωσης του χρέους για λόγους αναγόμενους στο νόμιμο τίτλο και στη συνέχεια αναίρεσης της (ακυρωτικής) απόφασης και εκ νέου δικαστικής κρίσης, με την οποία κρίνεται η νομιμότητα της ταμειακής βεβαίωσης, οι προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής του χρέους υπολογίζονται από το χρόνο που διενεργήθηκε το πρώτον η ταμειακή βεβαίωση, ανεξαρτήτως εάν μεσολάβησε ή όχι πράξη διαγραφής του χρέους, κατ’ άρθρο 10 του ν. 1160/1981, το οποίο, ενόψει της παραπάνω δικαστικής εξέλιξης, θεωρείται έκτοτε ληξιπρόθεσμο (ομόφ.). (ΓνΝΣΚ 173/2019)
Σε αυτές τις προσαυξήσεις υπόκεινται και τα συνεισπραττόμενα μαζί με τα δημόσια έσοδα, από τα δημόσια ταμεία, έσοδα υπέρ Δήμων, Κοινοτήτων, Ειδικών Ταμείων και εν γένει Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου.
Το ποσοστό της προσαύξησης εκπρόθεσμης καταβολής, καθώς και το ανώτατο όριο αυτής δύνανται να αναπροσαρμόζονται αυξητικός με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η αναπροσαρμογή αυτή δύναται να γίνεται είτε γενικώς για κάθε οφειλή προς το Δημόσιο, είτε κατά κατηγορίες οφειλών.
Για τις αναπροσαρμογές του ποσοστού προσαύξησης εκπρόθεσμης καταβολής οφειλών προς το Δημόσιο βλ. αποφάσεις υπουργείου Οικονομικών
Το ποσοστό της προσαύξησης εκπρόθεσμης καταβολής ορίζεται σε 1% για κάθε μήνα καθυστέρησης και δεν μπορεί να υπερβεί το 100% του οφειλόμενου κάθε φορά χρέους.
Για χρέη από συμβάσεις, το ποσοστό της προσαύξησης εκπρόθεσμης καταβολής και το ανώτατο όριο αυτής ορίζονται ως ανωτέρω, εκτός αν προβλέπεται άλλη ρύθμιση, με ρητό όρο της σύμβασης και υπολογίζεται από την επόμενη ημέρα της προθεσμίας που πρέπει, σύμφωνα με τη σύμβαση, να καταβληθεί η οφειλή μερικά ή ολικά.
Ειδικά, για χρέη από παρακρατούμενους ή επιρριπτόμενους φόρους, το ποσοστό της προσαύξησης εκπρόθεσμης καταβολής ορίζεται σε 3% για κάθε μήνα καθυστέρησης και η προσαύξηση δεν μπορεί να υπερβεί το 120% του οφειλόμενου χρέους.
Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις εάν η καθυστέρηση καταβολής αναφέρεται σε χρονικό διάστημα μικρότερο του μήνα, υπολογίζεται προσαύξηση εκπρόθεσμης καταβολής για ολόκληρο το μήνα. Η προσαύξηση εκπρόθεσμης καταβολής χρέους δεν μπορεί να υπερβεί το τριακόσια τοις εκατό (300%) του χρέους που οφείλεται, ανεξάρτητα αν πρόκειται για χρέος από κύρια οφειλή, από τόκους ή από προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής οι οποίες βεβαιώνονται αυτοτελώς. (παρ.1 άρθρο 6 Ν.Δ. 356/74 (ΦΕΚ 90/1974 τεύχος Α') - ΚΕΔΕ)
Το ανώτατο όριο προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής που ορίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 6 του Ν.Δ. 356/1974 (ΦΕΚ 90 Α΄- Κ.Ε.Δ.Ε.) ανακαθορίζεται σε ποσοστό διακόσια στα εκατό (200%) του εισπραττόμενου κάθε φορά χρέους. (άρθρο 13 παρ.1 του Ν.3193/2003)
Επί χρεών καταβαλλομένων εις δόσεις η προσαυξήσις εκπροθέσμου καταβολής άρχεται από της λήξεως της προθεσμίας πληρωμής εκάστης δόσεως, εκτός αν η βεβαίωσις ενεργηθή μετά την πάροδον της προς πληρωμήν προθεσμίας, οπότε η προσαύξησις των ληξιπροσθέσμων δόσεων άρχεται από της πρώτης του τρίτου από της βεβαιώσεως μηνός.
Κατά την εκάστοτε είσπραξιν των εσόδων εισπράττεται υποχρεωτικώς και η επί του καταβαλλομένου ποσού του χρέους αναλογούσα προσαυξήσις λόγω εκπροθέσμου καταβολής. (παρ.1 άρθρο 79 Β.Δ. 24.9/20.10.58 (ΦΕΚ 171/58 τεύχος Α), όπως αντικαταστάθηκε από την παρ. 4 του άρθρου 16 του Ν. 2130/1993)
Εφόσον, κατά την υποβολή της αίτησης, υφίστανται στην ίδια οφειλή, για την οποία ζητείται η διευκόλυνση, και μη ληξιπρόθεσμες δόσεις αυτής, το ποσό αυτών περιλαμβάνεται υποχρεωτικά στην απόφαση της διευκόλυνσης, οπότε στις δόσεις που προκύπτουν από το άθροισμα των συντελεστών βαρύτητας των κριτηρίων του οφειλέτη προστίθεται ο αριθμός των δόσεων που δεν είναι ληξιπρόθεσμες. Αν υπάρχουν δύο ή περισσότερες οφειλές με μη ληξιπρόθεσμες δόσεις, προστίθεται ο αριθμός των δόσεων της οφειλής με τις περισσότερες μη ληξιπρόθεσμες δόσεις, πλην όμως ο συνολικός αριθμός των δόσεων της διευκόλυνσης δεν μπορεί να υπερβεί τις σαράντα οκτώ (48). Για οφειλές που η περιοδικότητα καταβολής των κατά νόμο δόσεων είναι μεγαλύτερη του μήνα, οι μη ληξιπρόθεσμες δόσεις αυτών περιλαμβάνονται στη διευκόλυνση τμηματικής καταβολής, εφόσον ζητηθεί από τον οφειλέτη
Από 01.07.2013 ,δεν επιτρέπεται η χορήγηση διευκολύνσεων - ρυθμίσεων τμηματικής καταβολής, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 13 έως και 21 του ν. 2648/1998 (Α' 238) (περίπτ.16 υποπαρ.Α.2 του Ν.4152/13 (ΦΕΚ 107/09.05.2013 τεύχος Α')
Στις περιπτώσεις που έχει χορηγηθεί διευκόλυνση τμηματικής καταβολής οφειλής, το ποσοστό προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής καθορίζεται σε ποσοστό 1% για κάθε μήνα καθυστέρησης μέχρι την ημερομηνία καταβολής τους. (Υπ.Οικον. 1072306/4143-12/0016/2001)
Αναστολαί καταβολής χρεών προς το Δημόσιον και των μετά τούτων συνεισπραττομένων, αναστολαί λήψεως αναγκαστικών μέτρων, ως και διευκολύνσεις τμηματικής καταβολής παρεχόμεναι υπό των αρμοδίων κατά νόμον οργάνων ή δικαστηρίων, δεν απαλλάσσουν τα χρέη εκ των προσαυξήσεων εκπροθέσμου καταβολής καθ` ον χρόνον διαρκεί η παρασχεθείσα αναστολή ή η διευκόλυνσις.
Το ίδιο ισχύει και για τις αναστολές είτε του νόμιμου τίτλου είτε της ταμειακής βεβαίωσης είτε των πράξεων της διοικητικής εκτέλεσης, που χορηγούνται στα πλαίσια δικαστικής αμφισβήτησης, για το ποσό που οφείλεται τελικά με βάση τη δικαστική απόφαση.
Οι ως άνω αναστολές δεν εμποδίζουν την εφαρμογή των διατάξεων του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 8 (περί εγγραφής υποθήκης), καθώς και του άρθρου 83 (περί συμψηφισμού) του Ν.Δ.356/74. (παρ.6 άρθρο 6 Ν.Δ.356/74 (ΚΕΔΕ) όπως συμπληρώθηκε με την παρ.5 του άρθρου 67 του Ν.3842/2010)
Αι πάσης φύσεως προσωπικαί οφειλαί προς το Δημόσιον και αι μετ` αυτών υπέρ τρίτων συνεισπραττόμενοι στρατευομένων, εξαιρέσει τω εξ ελλειμμάτων δημοσίας διαχειρήσεως, δεν υπόκεινται εις προσαυξήσεις εκπροθέσμου καταβολής από της πρώτης του μηνός της στρατεύσεώς των μέχρι της τριακοστής του τρίτου από της αποστρατεύσεώς των μηνός, του μηνός της αποστρατεύσεως θεωρουμένου ως πρώτου. Αι χρονολογίαι στρατεύσεως και αποστρατεύσεως αποδεικνύονται δι` επισήμων βεβαιώσεων των οικείων στρατιωτικών Αρχών. (παρ.7 άρθρο 6 Ν.Δ.356/74 (ΚΕΔΕ) όπως συμπληρώθηκε με την παρ.5 του άρθρου 67 του Ν.3842/2010)
Σχέσεις προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής με τόκους
Συνέπεια της μη εμπροθέσμου καταβολής ενός δημοσίου χρέους είναι η επιβολή προσαυξήσεων, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 6 του ΚΕΔΕ. Κατά μίαν άποψη, οι προσαυξήσεις αποτελούν ένα είδος τόκων υπερημερίας υπέρ του Δημοσίου. Η άποψη όμως αυτή δεν θεωρείται κρατούσα, καθ' όσον οι προσαυξήσεις δεν συνάπτονται με το ληξιπρόθεσμον του ουσιαστικού δικαίου ούτε με την υπαιτιότητα, ώστε να εμφανίζουν κάποια αντιστοιχία με τους τόκους υπερημερίας. Συνιστούν απλώς κυρώσεις για την μη εμπρόθεσμη καταβολή οιασδήποτε εν στενή εννοία βεβαιωμένης και προς το Δημόσιο ή άλλο ΝΠΔΔ οφειλομένης απαιτήσεως. (ΝΟΜΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ Δημ. Τομαράς, Η Αναγκαστική Είσπραξη Δημοσίων Εσόδων κατά τον ΚΕΔΕ, 2011, σελ.19)
Οι προσαυξήσεις λόγω εκπροθέσμου καταβολής είναι ειδική διοικητική κύρωση που έχει σκοπό να υποχρεώσει τους οφειλέτες των δήμων σε εμπρόθεσμη καταβολή των χρεών τους προς τους Δήμους. Συνεπώς οι προσαυξήσεις αποτελούν θεσμό διαφορετικό του τόκου και επιτελούν διαφορετική λειτουργία. (ΓνΝΣΚ 703/1981 Τμ. Α')
Γ) Απαλλαγές
i. Απαλλαγή οφειλών από τόκους και προσαυξήσεις Εκπρόθεσμης Καταβολής λόγω ανωτέρας βίας
Ο οφειλέτης μπορεί να ζητά απαλλαγή των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο και αυτών προς τους τρίτους, των οποίων η είσπραξη έχει ανατεθεί στην ΑΑΔΕ, από τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής της παρ. 1 και το πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής, εφόσον η μη εμπρόθεσμη καταβολή οφείλεται σε λόγους ανωτέρας βίας.
Απαλλαγή δεν χορηγείται, αν δεν έχουν εξοφληθεί, πριν από το αίτημα απαλλαγής, όλοι οι φόροι για τους οποίους έχουν επιβληθεί τόκοι και το τυχόν πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής.
Το αίτημα απαλλαγής απευθύνεται στον Διοικητή της ΑΑΔΕ και:
α) υποβάλλεται εγγράφως,
β) περιέχει τα στοιχεία και τον Α.Φ.Μ. του οφειλέτη,
γ) φέρει την υπογραφή του οφειλέτη ή νόμιμα εξουσιοδοτημένου προσώπου και
δ) περιγράφει όλα τα γεγονότα και περιλαμβάνει τα αποδεικτικά στοιχεία που αποδεικνύουν την ανωτέρα βία.
Ο Διοικητής της ΑΑΔΕ αποφαίνεται επί του αιτήματος εντός τριάντα (30) ημερών και κοινοποιεί την απόφαση στον οφειλέτη κατά το άρθρο 5 του Κ.Φ.Δ. Αν η ανωτέρω προθεσμία παρέλθει άπρακτη, το αίτημα θεωρείται ότι έχει απορριφθεί. (παρ.4 άρθρο 6 ν.4978/22)
Α) είναι δυνατή η χορήγηση απαλλαγής, κατά τις διατάξεις του αρθ. 6 του ΚΕΔΕ, όπως ισχύει από 01.01.2014, για οφειλές που έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων μέχρι και την 31-12-2013, από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, εφόσον συνέτρεξε κατά την κρίση της Διοίκησης, λόγος ανωτέρας βίας.
Β) η έλλειψη γνώσης της οφειλής που οφείλεται καθαρά σε υποκειμενική συμπεριφορά των οργάνων του Δημοσίου ή του οφειλέτη (παράδειγμα, μη αποστολή της ατομικής ειδοποίησης στον οφειλέτη ή ελάχιστη, έστω, αμέλεια αυτού), δεν συνιστά λόγο για την απαλλαγή της από τους τόκους και το πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε.. Αντιθέτως, η μη γνώση της οφειλής, συνιστά λόγο απαλλαγής κατά τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε., εφόσον οφείλεται σε ανυπαίτιο, έκτακτο και απρόβλεπτο γεγονός, το οποίο δεν ήταν δυνατό να προληφθεί ή να αποτραπεί ούτε με μέτρα άκρας επιμέλειας και σύνεσης (ανωτέρα βία), εξαιτίας του οποίου δεν πληρώθηκε εμπρόθεσμα η οφειλή. Επομένως, εφόσον ο οφειλέτης επικαλείται και αποδεικνύει ότι η μη εμπρόθεσμη πληρωμή της οφειλής έχει ως αιτία την έλλειψη της γνώσης της, η οποία οφείλεται σε περιστατικό ανωτέρας βίας, επιτρέπεται η χορήγηση της ως άνω απαλλαγής. (ΓνΝΣΚ 89/2015) (ΠΟΛ 1106/14.07.2016)
Δεν συντρέχει περίπτωση απαραδέκτου των αιτημάτων απαλλαγής από τόκους και πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής ή από προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής. κατά το άρθρο 61 παρ. 1 εδ. 2 Κ.Φ.Δ., λόγω της μη προηγούμενης εξόφλησης της βασικής οφειλής (πριν από την υποβολή της αίτησης). Αίτηση υποβληθείσα πριν την, κατά τα ανωτέρω, εξόφληση μπορεί να εξεταστεί, αλλά η απαλλαγή θα χορηγηθεί, όταν και εφόσον εξοφληθεί η βασική οφειλή. Η μη καταβολή των φόρων δεν θεσπίζει μεν απαράδεκτο της αίτησης και ως εκ τούτου αδυναμίας εξέτασής της, όμως αίτηση υποβληθείσα πριν από την, κατά τα ανωτέρω, εξόφληση θα εξεταστεί και θα απορριφθεί μόνον εκ του λόγου ότι δεν προηγήθηκε η εξόφληση των φόρων, όπως σαφέστατα αξιώνει το άρθρο 61 του ΚΦΔ (κατά πλειοψηφία). (ΓνΝΣΚ 155/2021)
Για τους σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων αφενός μεν του άρθρου 61 ΚΦΔ αφετέρου δε του άρθρου 6 ΚΕΔΕ περί δυνατότητας απαλλαγής του οφειλέτη από τόκους και πρόστιμα σε περίπτωση που συντρέχει στο πρόσωπό του λόγος ανωτέρας βίας:
-Δεν δύναται να θεωρηθεί ότι στοιχειοθετεί ανωτέρα βία η καθυστέρηση δημοσίευσης Απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών για τον καθορισμό διαδικασίας είσπραξης και απόδοσης του Έκτακτου Ειδικού Τέλους Ηλεκτροδοτούμενων Δομημένων Επιφανειών (ΕΕΤΗΔΕ) το πρώτον στις 6 Φεβρουαρίου 2012, ημερομηνία κατά την οποία είχε παρέλθει η προθεσμία για την απόδοση ΕΕΤΗΔΕ των μηνών Νοεμβρίου 2011 και Δεκεμβρίου 2011 η οποία ασκεί επιρροή μόνο στην επιβολή του οφειλόμενου τόκου υπερημερίας και δεν απαλλάσσει την ΔΕΗ ή τους εναλλακτικούς παρόχους από την υποχρέωσή τους να αποδώσουν στο Δημόσιο τα χρηματικά ποσά του ΕΕΤΗΔΕ που έχουν εισπράξει. Σε κάθε περίπτωση, το γεγονός της καθυστέρησης της έκδοσης της ως άνω απόφασης δεν στοιχειοθετεί κατ’ αντικειμενική κρίση, αιτιωδώς και βασίμως, τον δικαιολογητικό λόγο της μη εμπρόθεσμης καταβολής του επίμαχου τέλους, αφού αυτή δεν αποστέρησε τις οφειλέτριες της δυνατότητας να καταβάλουν το επίμαχο τέλος αμέσως μετά τη δημοσίευσή της, όπως όφειλαν (ομόφωνα). Η καθυστέρηση της έκδοσης της παραπάνω απόφασης και η συνεπεία αυτής καθυστέρηση του Ταμείου Παρακαταθηκών & Δανείων να προβεί στις δικές του ενέργειες, δεν δύναται να θεωρηθεί ότι συνιστά ανωτέρα βία, υπό την προεκτεθείσα έννοια, στα πλαίσια εφαρμογής των άρθρων 61 του ΚΦΔ και 6 ΚΕΔΕ, ικανή να οδηγήσει στην πλήρη απαλλαγή των οφειλετριών από τις σχετικές νόμιμες προσαυξήσεις, αφού, κυρίως, από μόνη της, δεν στοιχειοθετεί κατ' αντικειμενική κρίση, αιτιωδώς και βασίμως, τον δικαιολογητικό λόγο της μη εμπρόθεσμης καταβολής των χρεών (κατά πλειοψηφία).
-Δεν δύναται να θεωρηθεί ότι συνιστά ανωτέρα βία η δέσμευση / απαγόρευση κίνησης λογαριασμών που επιβλήθηκε κατ’ άρθρο 48 ν. 3691/2008 με Διατάξεις του Προέδρου της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης η οποία επιβλήθηκε ακριβώς λόγω της ενδεχόμενης παράνομης συμπεριφοράς των οφειλέτιδων εταιρειών, διότι αποτελεί εξωγενή και αντικειμενικό παράγοντα, ο οποίος θα μπορούσε να προβλεφθεί ή να αποτραπεί (ΝΣΚ 89/2015). Ο Υπουργός και ο Υφυπουργός Οικονομικών καθώς και ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου στερούνται αρμοδιότητας να αποφανθούν επί επιστολών – αναφορών - αιτήσεων φορολογουμένων με τις οποίες δηλώνεται ότι εκχωρούνται- παραχωρούνται προσφέρονται πραγματικά και άμεσα τα οφειλόμενα ποσά για πλήρη και ολοσχερή κάλυψη των απαιτήσεων του Δημοσίου για απόδοση του εισπραχθέντος ΕΕΤΗΔΕ και του καταλογισθέντος Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (ομόφωνα).
-Δεν υφίσταται έδαφος περαιτέρω κρίσης, εάν αποτελούν γεγονότα υπαγόμενα στην έννοια της ανωτέρας βίας, η υποβολή της Ανέκκλητης Έγγραφης Δήλωσης Τρίτου που προβλέπεται στη παράγραφο 2 του άρθρου 2 του ν. 4312/2014 προς το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών περί συναίνεσης σε οριστική και ολοσχερή απόδοση στο Δημόσιο και προς πλήρη ικανοποίηση αυτού για τις απαιτήσεις του Δημοσίου από τη συγκεκριμένη αιτία, όσο και η κατάθεση της ίδιας Δήλωσης ενώπιον του Α΄ Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, διότι έγιναν στα πλαίσια διαδικασίας προβλεπόμενης στις διατάξεις του ν. 4312/2014 και για τους σκοπούς του νόμου, μόνη δε η υποβολή τους είναι άνευ σημασίας δεδομένου ότι δεν επήλθαν οι επιδιωκόμενες έννομες συνέπειες για τις σχετικές οφειλές. Η επίδοση της παραπάνω Ανέκκλητης Έγγραφης Δήλωσης Τρίτου μεταξύ άλλων στην Αναπληρώτρια Υπουργό Οικονομικών, στη Γενική Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, στον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ Φ.Α.Ε. Αθηνών και στον Προϊστάμενο του Δ’ Τ.Ε.Σ. Πειραιά δεν προβλέπεται στις οικείες διατάξεις του ν. 4312/2014, ούτε άλλου νόμου, η όποια δε σχετική απόφαση αυτών θα συνιστούσε παρέμβαση της εκτελεστικής εξουσίας στην δικαστική εξουσία (ομόφωνα).
-Ο χρόνος της διάρκειας της ποινικής διαδικασίας δεν εντάσσεται στα γεγονότα εκείνα τα οποία κατά τη νομολογία και θεωρία συνιστούν λόγο ανωτέρας βίας, το ζήτημα δε αυτό αφορά τη δικαστική λειτουργία και εκφεύγει της αρμοδιότητας της Διοίκησης και του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (ομόφωνα). (ΓνΝΣΚ 155/2021)
ii. Αναστολή του τίτλου βεβαίωσης
Αναστολή είτε του νόμιμου ή εκτελεστού τίτλου βεβαίωσης ή είσπραξης είτε της ταμειακής βεβαίωσης είτε των πράξεων διοικητικής εκτέλεσης, από τον νόμο ή βάσει απόφασης δικαστηρίου ή διοικητικού οργάνου, δεν απαλλάσσει τα χρέη από τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής της παρ. 1 του άρθρου 53 του Κ.Φ.Δ., για όσο χρόνο διαρκεί η αναστολή, για το ποσό που εν τέλει οφείλεται. (παρ.5 άρθρο 6 ν.4978/22)
iii. Οφειλές μη υπαγόμενες σε τόκους
Δεν υπόκεινται στους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής οι από κάθε αιτία οφειλές:
α) των στρατευμένων με υποχρεωτική στρατιωτική θητεία, από την πρώτη ημέρα του μήνα της στράτευσής τους, μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του τρίτου μήνα από την αποστράτευσή τους, του μήνα της αποστράτευσης θεωρουμένου ως πρώτου, με εξαίρεση τα ελλείμματα της δημόσιας διαχείρισης και
β) των ανηλίκων, για όσο διάστημα στερούνται εκπροσώπησης και επί ένα εξάμηνο μετά την απόκτηση αυτής. (παρ.6 άρθρο 6 ν.4978/22)
iv. Απαλλαγή Προσαυξήσεων Εκπρόθεσμης Καταβολής με απόφαση δημοτικού συμβουλίου
Στους Δήμους και στις Κοινότητες που έχουν δική τους ταμειακή υπηρεσία, το δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο με αιτιολογημένη απόφαση, μπορεί να απαλλάσσει τους οφειλέτες από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, εφόσον η εκπρόθεσμη καταβολή οφείλεται:
α) στη μη επίδοση της ατομικής ειδοποίησης,
β) σε οικονομική αδυναμία που προήλθε από γεγονότα ανωτέρας βίας,
γ) σε υπαιτιότητα της υπηρεσίας.
- Η απόφαση του συμβουλίου εκδίδεται ύστερα από αίτηση του οφειλέτη. Στις περιπτώσεις α΄ και γ΄ απαιτείται και η γνώμη της ταμειακής υπηρεσίας. (Αρθρο 174 παρ. 3 του Ν.3463/06)
Από 09.08.2019 (ημερ. έναρξης ισχύος του Ν.4623/19) η απαλλαγή από προσαυξήσεις κατά το άρθρο 174 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων γίνεται με απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής. (περίπτ. ιε.i. παρ.1 άρθρο 72 Ν.3852/10, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ.1 του άρθρου 3 του Ν.4623/19 και την παρ.1 του άρθρου 40 του Ν. 4735/20)
Ωστόσο, από 19.01.2023 (ημερ. έναρξης ισχύος του ν.5013/23), καταργείται η περίπτ. ιε.i. παρ.1 άρθρο 72 Ν.3852/10 από το άρθρο 31 του ν.5013/23, και η αρμοδιότητα της απόφασης απαλλαγής από προσαυξήσεις κατά το άρθρο 174 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων μεταφέρεται εκ νέου στο Δημοτικό Συμβούλιο.
Στο πλαίσιο υποχρέωσης συμμόρφωσης της διοίκησης με τις δικαστικές αποφάσεις και δεδομένου ότι με την αριθμ. 2377/2022 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου Επικρατείας, κρίθηκε ως αντισυνταγματική η μεταφορά σημαντικού οικονομικού αντικειμένου αρμοδιοτήτων του δημοτικού συμβουλίου στην οικονομική επιτροπή των δήμων, βάσει των νόμων 4623/2019 (Α’ 134) και 4625/2019 (Α’ 139), οι ανωτέρω αρμοδιότητες εξετάσθηκαν εκ νέου διεξοδικά και με το ν. 5013/2023 (Α’ 12) μεγάλη πλειοψηφία αυτών μεταβιβάζεται εκ νέου στο δημοτικό συμβούλιο, στη βάση του γενικού τεκμηρίου αρμοδιότητας και αφαιρείται από τον κατάλογο αρμοδιοτήτων της οικονομικής επιτροπής. (ΥΠ.ΕΣ. εγκ.131/6383/26.01.2023)
Η απόφαση για την απαλλαγή από προσαυξήσεις λόγω οικονομικής αδυναμίας πρέπει να είναι πλήρως αιτιολογημένη για να μη θεωρηθεί ότι η απαλλαγή γίνεται χαριστικά.
Η απαλλαγή λόγω μη αποστολής ατομικής ειδοποίησης και λόγω υπαιτιότητας υπηρεσίας συνεπάγονται πειθαρχική ευθύνη του προϊσταμένου της ταμιακής υπηρεσίας.
Απόφαση Οικονομικής Επιτροπής για απαλλαγή οφειλετών από προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής (περίπτ. ιε.i. παρ.1 άρθρο 72 Ν.3852/10, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ.1 του άρθρου 3 του Ν.4623/19 και την παρ.1 του άρθρου 40 του Ν. 4735/20) (από 09.08.2019 έως 18.01.2023)
v. Απαλλαγές προβλεπόμενες από διάταξη νόμου
Απαλλαγές μπορεί να προβλέπονται και απευθείας από τους νόμους ή Κ.Υ.Α.:
π.χ άρθρο 23 παρ.2 του Ν. 3536/2007, Κ.Υ.Α. 55472/21-1-2002 όπως τροποποιήθηκε από την Κ.Υ.Α. 9726/2004, άρθρο 14 παρ.2 Ν.4483/17
[/post_tab][post_tab title="Προϊσχύον καθεστώς"]
[post_tabs]
Ληξιπρόθεσμα Χρέη - Προσαυξήσεις/Τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής- Απαλλαγές
Α) Ληξιπρόθεσμα Χρέη
Β) Προσαυξήσεις/ Τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής
i. Νομοθετικό καθεστώς
ii. Προϋποθέσεις επιβολής προσαυξήσεων
iii. Αφετηρία υπολογισμού τόκων-Χρόνος υπολογισμού προσαυξήσεων
iv. Καταβολή υπερβάλλοντος ποσού φόρου
v. Ανατοκισμός
vi. Επιτόκιο υπολογισμού τόκων
vii. Πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής
viii. Χρέη από συμβάσεις
ix. Σειρά πίστωσης χρηματικών απαιτήσεων
x. Έσοδα υπέρ ΟΤΑ που συνεισπράττονται από τη Φορολογική Διοίκηση
xi. Επιβολή προσαυξήσεων έπειτα από διακανονισμό
xii. Προσαυξήσεις σε αναγκαστική εκτέλεση
xiii. Τραπεζική αργία και τόκοι
Γ) Απαλλαγές
i. Απαλλαγή οφειλών από τόκους Εκπρόθεσμης Καταβολής λόγω ανωτέρας βίας
ii. Αναστολή του τίτλου βεβαίωσης
iii. Οφειλές μη υπαγόμενες σε τόκους
iv. Απαλλαγή Προσαυξήσεων Εκπρόθεσμης Καταβολής με απόφαση δημοτικού συμβουλίου και από 09.08.2019 με απόφαση Οικονομικής Επιτροπής
v. Απαλλαγές προβλεπόμενες από διάταξη νόμου
Α) Ληξιπρόθεσμα Χρέη
Τα χρέη προς το Δημόσιο που βεβαιώνονται στα Δημόσια Ταμεία γίνονται ληξιπρόθεσμα ως εξής:
1) Τα χρέη που καταβάλλονται εφάπαξ, την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του επόμενου από τη βεβαίωση μήνα.
2) Τα χρέη που με βάση το νόμο καταβάλλονται σε δόσεις, την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του μήνα κατά τον οποίο πρέπει να καταβληθεί κάθε δόση, σύμφωνα με τις σχετικές φορολογικές ή άλλες διατάξεις.
Αν η βεβαίωση γίνει μετά την πάροδο της προθεσμίας πληρωμής της πρώτης ή οποιασδήποτε επόμενης δόσης, την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του μήνα πληρωμής της δόσης, που λήγει μετά τη βεβαίωση.
3) Τα χρέη από συμβάσεις, την ημέρα που σύμφωνα με τη σύμβαση πρέπει να καταβληθεί ολόκληρο ή μέρος του κεφαλαίου της οφειλής.
4) Τα χρέη από εισαγωγικά τέλη, για εμπορεύματα που βρίσκονται σε αποταμίευση, την ημέρα που λήγει, σύμφωνα με τους τελωνειακούς νόμους, η διάρκεια της αποταμίευσης, προκειμένου δε για χρέη από εμπορεύματα, που έχουν εισαχθεί με σκοπό την επανεξαγωγή, την ημέρα που λήγει η προθεσμία για επανεξαγωγή.
5) Τα χρέη δημόσιων υπολόγων από καταλογισμό, την ημέρα που ο υπόλογος είχε υποχρέωση για την εισαγωγή των εισπράξεων, ενώ σε περίπτωση ελλείμματος, την ημέρα που εξακριβώθηκε ότι δημιουργήθηκε το έλλειμμα και αν η είσπραξη είναι αδύνατη, την ημέρα κατά την οποία έχει ανακαλυφθεί, κατά την επιθεώρηση ή την παράδοση της διαχείρισης, το έλλειμμα.
Αν η εξακρίβωση του ελλείμματος στη διαχείριση γίνει μετά τη λήξη του οικονομικού έτους και είναι αδύνατος ο προσδιορισμός της ημέρας που δημιουργήθηκε αυτό, την ημέρα λήξης του οικονομικού έτους της ελλειμματικής διαχείρισης. (άρθρο 5 του Κ.Ε.Δ.Ε)
Για να γίνει ληξιπρόθεσμη (εκτελέσιμη) η χρηματική απαίτηση του Δημοσίου δεν αρκεί να είναι ληξιπρόθεσμη κατά το ουσιαστικό δίκαιο αλλά πρέπει κατά κανόνα: α) να περιέλθει στην αρμόδια ταμειακή υπηρεσία, β) να βεβαιωθεί ταμειακώς σε αυτήν και γ) να παρέλθει η προθεσμία του άρθρου 5. Με βάσηδε την προθεσμία αυτή προσδιορίζεται το χρονικό σημείο από το οποίο αρχίζουν να τρέχουν οι προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής. (ΔΕφΛαρ 131/2000)
Β) Προσαυξήσεις/ Τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής
i. Νομοθετικό καθεστώς
Για οποιοδήποτε ποσό χρέους γίνεται ληξιπρόθεσμο, ο οφειλέτης υποχρεούται να καταβάλει τόκους και πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής κατ' ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 53 και 57 του Κ.Φ.Δ. (ν. 4174/2013), όπως ισχύει. (παρ.1 άρθρο 6 Ν.Δ.356/74 (ΚΕΔΕ) όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 7 του Ν. 4224/13)
Οι εν λόγω διατάξεις αφορούν βεβαιωμένα ταμειακά (με τη στενή έννοια) έσοδα, τα οποία δεν έχουν εισπραχθεί μέχρι την οριζόμενη προθεσμία και έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμα.
Ο τόκος δεν συνιστά κύρωση αλλά υπολογίζεται λόγω της καθυστέρησης στην εξόφληση των οφειλών. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Για οφειλές που βεβαιώθηκαν μέχρι 31-12-2014 εφαρμόζονται, ως προς τον υπολογισμό και το ανώτατο όριο των προσαυξήσεων, οι διατάξεις του αρ. 6 του ν.δ. 356/1974 όπως ίσχυε πριν την αντικατάστασή του από την παρ. 6 του αρ.7 του ν. 4224/2013 καθώς και οι συναφείς ρυθμίσεις, ήτοι 1% για κάθε μήνα καθυστέρησης, μη δυναμένου να υπερβεί το 200% κατά τις διατάξεις του άρθρου 6 ΚΕΔΕ (ΝΔ 356/74), του άρθρου 13 παρ. 1 Ν. 3193/03 και την ΑΥΟ 1016358/800/0016/2005. (ΥΠ.ΕΣ.Δ.Α. εγκ.11/10582/27.04.2015)
Για τις οφειλές που καταχωρίζονται στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης από τη δημοσίευση του Ν.4321/15 (ημερ.δημοσ.21.03.2015), καταργούνται τα πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής του άρθρου 57 του ν. 4174/2013 (Α' 170) και του άρθρου 6 του ν.δ. 356/ 1974 (Α' 90) με την παρ.1 του άρθρου 19 του Ν.4321/15. Για περισσότερα βλ. παρακάτω στο Πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής.
Οι διατάξεις του άρθρου 6 του ν.δ. 356/1974, όπως αντικαθίστανται με την παρ.6 του άρθρου 7 του Ν.4224/13, εφαρμόζονται και για τις οφειλές σε κάθε άλλο νομικό πρόσωπο ή Αρχή, πλην της Φορολογικής Διοίκησης, οι οποίες βεβαιώνονται μετά την 31η Δεκεμβρίου 2014 και για την είσπραξη των οποίων εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν.δ. 356/1974, εκτός εάν από ειδικές διατάξεις ορίζεται διαφορετικά. (παρ.6 άρθρο 8 Ν.4224/13)
Στην ΠΟΛ 1042/2015 διευκρινίζεται ότι στην έννοια των τόκων της παρ. 1 του άρθρου 37 του ν.4172/2013 δεν περιλαμβάνονται οι τόκοι που επιβάλλονται βάσει των διατάξεων του ΚΕΔΕ και του ΚΦΔ.
Συνεπώς
1.Για απαιτήσεις που βεβαιώθηκαν μέχρι 31-12-2014 εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 6 του ΚΕΔΕ (ΝΔ 356/74), όπως ίσχυε πριν από την αντικατάστασή του (άρθρο 7 παρ. 6 Ν. 4224/13), ήτοι προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής 1% για κάθε μήνα καθυστέρησης (μη δυναμένου να υπερβεί το 200%).Εγκ. ΥΠΕΣ 11/10582/27-4-2015
2.Για απαιτήσεις που βεβαιώθηκαν από 1-1-2015 μέχρι 20-3-2015 επιβαρύνονται και με τόκο και με πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής (άρθρων 53 & 57 Ν. 4174/13, άρθρου 7 παρ. 6 Ν. 4224/13). Το πρόστιμο επιβάλλεται μόνο στην περίπτωση που η καταβολή διενεργείται μετά την παρέλευση εξαμήνου από τον χρόνο που αυτή κατέστη ληξιπρόθεσμη.
3.Για απαιτήσεις που βεβαιώθηκαν από 21-3-2015 και έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες επιβαρύνονται με τόκο εκπρόθεσμης καταβολής (άρθρου 53 Ν. 4174/13,άρθρου 7 παρ. 6 Ν. 4224/13,άρθρου 19 παρ. 1 Ν. 4321/15, άρθρου 2 Υποπαραγράφου Δ.1 περιπτ. 13β Ν. 4336/15)
ii. Προϋποθέσεις επιβολής προσαυξήσεων
Απαραίτητη προϋπόθεση για την επιβολή προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, οι οποίες συνιστούν κύρωση λόγω μη εμπρόθεσμης εξοφλήσεως βεβαιωμένου χρέους προς το Δημόσιο, είναι να έχει καταστεί το χρέος ληξιπρόθεσμο κατά την έννοια του άρθρου 5 του Κ.Ε.Δ.Ε., δηλαδή όχι μόνο να είναι ληξιπρόθεσμο και απαιτητό κατά το ουσιαστικό δίκαιο, αλλά να έχει περιέλθει στο αρμόδιο δημόσιο ταμείο, να έχει βεβαιωθεί σε αυτό ταμειακώς και να έχει παρέλθει η προβλεπόμενη στο εν λόγω άρθρο 5 προθεσμία, μετά τη συμπλήρωση της οποίας η απαίτηση αυτή μπορεί να εισπραχθεί με διοικητική εκτέλεση. (ΣτΕ 1538/2015)
iii. Αφετηρία υπολογισμού τόκων-Χρόνος υπολογισμού προσαυξήσεων
Αν οποιοδήποτε ποσό φόρου δεν καταβληθεί εντός της νόμιμης προθεσμίας, ο φορολογούμενος υποχρεούται να καταβάλει τόκους επί του εν λόγω ποσού φόρου για τη χρονική περίοδο από τη λήξη της νόμιμης προθεσμίας έως και την ημερομηνία καταβολής του φόρου. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης ή τροποποιητικής δήλωσης καθώς και σε περίπτωση εκτιμώμενου, διορθωτικού ή προληπτικού προσδιορισμού του φόρου, ως αφετηρία υπολογισμού των τόκων λαμβάνεται η λήξη της προθεσμίας κατά την οποία θα έπρεπε να είχε αρχικά καταβληθεί, βάσει του νόμου, ο φόρος που προκύπτει από την εκπρόθεσμη ή τροποποιητική δήλωση ή από την πράξη προσδιορισμού. (παρ.1 άρθρο 53 Ν.4174/13, όπως τροποποιήθηκε από την παρ. 12 του άρθρου 7 του Ν. 4224/13) (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Επί χρεών καταβαλλομένων σε δόσεις αφετηρία για τον υπολογισμό του τόκου αποτελεί η επόμενη ημέρα της λήξης της προθεσμίας καταβολής της κάθε δόσης, εκτός αν η βεβαίωση ενεργηθεί μετά την πάροδο της προς πληρωμή προθεσμίας, οπότε ο τόκος των ληξιπροσθέσμων δόσεων άρχεται από της πρώτης του τρίτου από της βεβαιώσεως μηνός. (παρ.1 άρθρο 79 Β.Δ. 24.9/20.10.58 (ΦΕΚ 171/58 τεύχος Α), όπως αντικαταστάθηκε από την παρ. 4 του άρθρου 16 του Ν. 2130/1993)
Επί του ζητήματος ποιό είναι το χρονικό σημείο μέχρι το οποίο θα πρέπει να υπολογισθούν οι προσαυξήσεις εκπροθέσμου καταβολής ή άλλως ποιά είναι η ημερομηνία παύσεως των προσαυξήσεων διαμορφώθηκαν οι ακόλουθες 4 γνώμες:
Η είσπραξη – απόδοση των χρημάτων που κατατέθηκαν στους λογαριασμούς του Δημοσίου ανατρέχει σύμφωνα με τις με τις ειδικές διατάξεις του ν.4312/2014, σε συνδυασμό με όσα διέταξε και η υπ.αριθμ.1115/2017 αμετάκλητη απόφαση του Α΄ Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών στον χρόνο που οι απαιτήσεις του έγιναν εισπρακτέες, από τον χρόνο δε αυτό δεν οφείλονται τόκοι ή προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής (ψήφοι 4).
Δεν δύναται να υποστηριχθεί βασίμως ότι η παύση των προσαυξήσεων ανατρέχει στο χρόνο κατά τον οποίο οι απαιτήσεις του Ελληνικού Δημοσίου έγιναν εισπρακτέες, σύμφωνα με τις ειδικές διατάξεις του ν. 4312/2014, καθόσον είναι προφανές πως το γεγονός ότι οι απαιτήσεις του Δημοσίου γίνονται εισπρακτέες (εισπράξιμες), κατά την έννοια του ν. 4312/2014, δεν μπορεί να σημάνει και παύση αυτών, αλλά, απεναντίας την περαιτέρω παραγωγή προσαυξήσεων και τόκων, η οποία παύει μόνο με την εξόφληση των χρεών (ή με τη συνδρομή ανωτέρας βίας) (ψήφοι 4).
Η κατάθεση στο λογαριασμό εκάστης αρμόδιας υπηρεσίας επέχει θέση «καταβολής», συνιστά δηλαδή οιονεί εξόφληση και άρα αποτελεί τον κρίσιμο χρόνο είσπραξης των επίμαχων χρεών από το Δημόσιο, ώστε μέχρι την ημερομηνία αυτή λειτουργούν οι προσαυξήσεις/τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής και εφαρμόζονται οι πάσης φύσεως διατάξεις που αφορούν σε ενεργό απαίτηση του Δημοσίου (πρβλ. ΝΣΚ 671/1993), καθόσον η εφαρμογή αυτών δεν δύναται να παρακαμφθεί, ελλείψει, σχετικής διάταξης νόμου (ψήφοι 2).
Κατά το χρονικό διάστημα από την ημερομηνία δημοσίευσης της υπ’ αριθμόν 1115/2017 απόφασης του Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, έως την ημερομηνία που αποδόθηκαν στο Δημόσιο τα ποσά που ορίζονται στην απόφαση αυτή, δεν οφείλονται τόκοι (1 ψήφος).
Παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του ΝΣΚ, κατόπιν της υπ’ αριθ. 94/2021 Γνωμοδότησης του Β΄ Τμήματος ΝΣΚ. (ΓνΝΣΚ 155/2021)
iv. Καταβολή υπερβάλλοντος ποσού φόρου
Σε περίπτωση καταβολής υπερβάλλοντος ποσού φόρου (αχρεώστητη καταβολή), καταβάλλονται τόκοι στον φορολογούμενο για τη χρονική περίοδο από την ημερομηνία αίτησης επιστροφής του υπερβάλλοντος ποσού φόρου μέχρι την ημερομηνία επιστροφής του, εκτός εάν η επιστροφή φόρου ολοκληρωθεί εντός ενενήντα (90) ημερών από την παραλαβή από τη Φορολογική Διοίκηση της αίτησης επιστροφής φόρου του φορολογουμένου. Για τους σκοπούς του προηγούμενου εδαφίου, εάν το υπερβάλλον ποσό φόρου συμψηφιστεί με άλλες φορολογικές οφειλές, το ποσό θεωρείται ότι επιστράφηκε κατά το χρόνο διενέργειας του συμψηφισμού. (παρ.2 άρθρο 53 Ν.4174/13, όπως τροποποιήθηκε από την παρ. 12 του άρθρου 7 του Ν. 4224/13)
v. Ανατοκισμός
Τόκοι επί των τόκων δεν υπολογίζονται και δεν οφείλονται. (παρ.3 άρθρο 53 Ν.4174/13, όπως τροποποιήθηκε από την παρ. 12 του άρθρου 7 του Ν. 4224/13)
vi. Επιτόκιο υπολογισμού τόκων
Μέχρι την 31.12.2017, ο τόκος του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 53 υπολογίζεται σε μηνιαία βάση κατά την είσπραξη για ολόκληρο το μήνα. (παρ.15 άρθρο 72 Ν.4174/13, όπως αναριθμήθηκε από το άρθρο 8 του Ν. 4337/15 και τροποποιήθηκε από την παρ. 13 του άρθρου 3 του Ν. 4337/15)
Μέχρι τις 31.12.2019 ο τόκος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του ΚΕΔΕ, υπολογίζεται μηνιαία κατά την είσπραξη για ολόκληρο το μήνα. (παρ.4 άρθρο 8 Ν.4224/13, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 4 του Ν. 4337/15 και την παρ.1 του άρθρου 117 του Ν.4514/18)
Παρά ταύτα το Κωδικολόγιο του Προϋπολογισμού των Δήμων (ΚΥΑ 26945/15 Παράρτημα 1 σελ. 19572) αναφέρει στον ΚΑ 1511 «Προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής χρεών».
Νοείται ότι τα πρόστιμα και οι προσαυξήσεις που προβλέπονται από ειδικές διατάξεις νόμου, συνεχίζουν να ισχύουν κανονικά και επιβάλλονται διακριτά κατά τη σχετική πρόβλεψη (π.χ. πρόστιμα μη υποβολής ή εκπρόθεσμης ή ανακριβούς δήλωσης ΤΑΠ, κλπ) και επιβαρύνουν τους ΚΑ 1512 - 1519 (με περαιτέρω ανάπτυξη).
Ο Υπουργός Οικονομικών με απόφασή του ορίζει το επιτόκιο υπολογισμού τόκων. (παρ.4 άρθρο 53 Ν.4174/13, όπως τροποποιήθηκε από την παρ. 12 του άρθρου 7 του Ν. 4224/13)
Κατ' εξουσιοδότηση της ανωτέρω διάταξης εκδόθηκε η Απόφαση Υπ. Οικ. ΔΠΕΙΣ 1198598ΕΞ2013/31.12.2013 (ΦΕΚ 19/10.01.2014 τεύχος Β') σύμφωνα με την οποία το ύψος του επιτοκίου υπολογισμού των τόκων που καταβάλλει ο φορολογούμενος κατά τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 53 του ν. 4174/2013 (Α' 170) ορίζεται ως το επιτόκιο των πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (MRO) που ισχύει κατά την ημερομηνία καταβολής του φόρου, πλέον οκτώ και πενήντα μίας (8,51) εκατοστιαίες μονάδες, ετησίως, ενώ το ύψος του επιτοκίου υπολογισμού των τόκων της παραγράφου 2 του άρθρου 53 του ν. 4174/2013 (Α' 170) που καταβάλλονται στον φορολογούμενο ορίζεται ως το επιτόκιο πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (MRO) που ισχύει κατά την ημερομηνία ειδοποίησης του φορολογούμενου για την επιστροφή του φόρου, πλέον πέντε και εβδομήντα πέντε (5,75) εκατοστιαίες μονάδες, ετησίως. Το επιτόκιο των ανωτέρω παραγράφων δεν μεταβάλλεται κατά το μέρος που αφορά το επιτόκιο των πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (MRO) πριν την εκάστοτε σωρευτική μεταβολή αυτού κατά μία (1) εκατοστιαία μονάδα λαμβανομένου ως βάση υπολογισμού του επιτοκίου που ισχύει κατά την έναρξη ισχύος της απόφασης Υπ. Οικ. ΔΠΕΙΣ 1198598ΕΞ2013/31.12.2013 (ημερ. έναρξης 01.01.2014)
Το ύψος του επιτοκίου υπολογισμού των τόκων ανέρχεται σήμερα σε 8,76 εκατοστιαίες μονάδες ετησίως (0,73% μηνιαίως), δυνάμει της αριθμ. ΔΠΕΙΣ 1198598 ΕΞ2014/31.12.2013 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών. (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
vii. Πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής
Αν οποιοδήποτε ποσό φόρου δεν καταβληθεί το αργότερο εντός δύο (2) μηνών από την παρέλευση της νόμιμης προθεσμίας καταβολής, επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) του φόρου που δεν καταβλήθηκε εμπρόθεσμα. Αν το ποσό του φόρου καταβληθεί μετά την πάροδο ενός έτους από την εκπνοή της νόμιμης προθεσμίας καταβολής το παραπάνω πρόστιμο ανέρχεται σε είκοσι τοις εκατό (20%) του φόρου. Αν το ποσό του φόρου καταβληθεί μετά την πάροδο δύο (2) ετών από την εκπνοή της νόμιμης προθεσμίας καταβολής το παραπάνω πρόστιμο ανέρχεται σε τριάντα τοις εκατό (30%) του φόρου. (άρθρο 57 Ν.4174/13)
Προκειμένου περί δημοσίων εσόδων, που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ως άνω Κώδικα, πλην των τελωνειακών, το χρονικό διάστημα των δύο (2) μηνών από την παρέλευση της νόμιμης προθεσμίας καταβολής αυξάνεται σε έξι (6) μήνες. Πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής, σύμφωνα με τις διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων, δεν επιβάλλεται στις περιπτώσεις των οφειλών, οι οποίες προέρχονται από επιβολή προστίμων σύμφωνα με οποιαδήποτε διάταξη της κείμενης νομοθεσίας. (παρ.1 άρθρο 6 Ν.Δ.356/74 (ΚΕΔΕ) όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 7 του Ν. 4224/13)
Με την παρ.1 του άρθρου 19 του Ν.4321/15 καταργούνται τα πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής του άρθρου 57 του ν. 4174/2013 (Α' 170) και του άρθρου 6 του ν.δ. 356/ 1974 (Α' 90). Η κατάργηση των προστίμων της προηγούμενης παραγράφου καταλαμβάνει οφειλές που καταχωρίζονται στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης από τη δημοσίευση του Ν.4321/15 (ημερ.δημοσ.21.03.2015).
Το εν λόγω πρόστιμο επιβάλλεται πλέον μόνο σε περίπτωση που μία οφειλή έχει βεβαιωθεί από 1-1-2015 μέχρι 20-3-2015 και η καταβολή της γίνεται μετά την παρέλευση εξαμήνου από το χρόνο στον οποίο αυτή κατέστη ληξιπρόθεσμη.
Συνεπώς, οι οφειλές που βεβαιώνονται από 21-3-2015 και μετά επιβαρύνονται μόνο με τον τόκο εκπρόθεσμης καταβολής της παρ. 1 του αρ. 53 του ν. 4174/2013. (ΥΠ.ΕΣ.Δ.Α. εγκ.11/10582/27.04.2015) (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του Ν.4321/15 με την ανωτέρω κατάργηση επιδιώκεται η αποφυγή της υπέρμετρης επιβάρυνσης του οφειλέτη με πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής πλέον του τόκου εκπρόθεσμης καταβολής του άρθρου 53 του Κ.Φ.Δ. και του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε., κατά περίπτωση, η οποία οδηγεί αφενός σε παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας και αφετέρου σε επιβάρυνση του χαρτοφυλακίου των ληξιπροθέσμων οφειλών με υπέρογκα πρόστιμα. Επιπλέον, η επιβολή στις εκπρόθεσμα καταβαλλόμενες οφειλές, αφενός του τόκου του άρθρου 53 και του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε., και αφετέρου του προστίμου του άρθρου 57 του Κ.Φ.Δ. (10%, 20%, 30%), στο οποίο παραπέμπουν και οι διατάξεις του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε., αποτελεί κατ' ουσία διπλή χρηματική κύρωση.
viii. Χρέη από συμβάσεις
Για χρέη από συμβάσεις οι τόκοι ορίζονται ως ανωτέρω, εκτός αν προβλέπεται άλλη ρύθμιση με ρητό όρο της σύμβασης, και υπολογίζονται από την επόμενη ημέρα της προθεσμίας που πρέπει, σύμφωνα με τη σύμβαση, να καταβληθεί η οφειλή μερικά ή ολικά. (παρ.1 άρθρο 6 Ν.Δ.356/74 (ΚΕΔΕ) όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 7 του Ν. 4224/13)
ix. Σειρά πίστωσης χρηματικών απαιτήσεων
Η πίστωση χρηματικών ποσών έναντι συγκεκριμένης οφειλής αποσβένει την υποχρέωση του οφειλέτη με την ακόλουθη σειρά:
α) έξοδα είσπραξης,
β) τόκοι
γ) πρόστιμο και
δ) αρχικό ποσό της οφειλής. (παρ.2 άρθρο 6 Ν.Δ.356/74 (ΚΕΔΕ) όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 7 του Ν. 4224/13)
Ειδικά οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν.δ. 356/1974, όπως αντικαθίσταται με τον Ν.4224/13, ισχύουν από 1ης Ιανουαρίου 2020. Μέχρι την ημερομηνία αυτή, κατά την εκάστοτε είσπραξη του δημοσίου εσόδου, εισπράττονται υποχρεωτικά επί του καταβαλλόμενου ποσού της οφειλής, οι αναλογούντες τόκοι και το πρόστιμο λόγω εκπρόθεσμης καταβολής. (παρ.5 άρθρο 8 Ν.4224/13, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 4 του Ν. 4337/15 και την παρ.2 του άρθρου 117 του Ν.4514/18))
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του Ν.4514/18 εξαιτίας των πολλαπλών τροποποιήσεων και προσαρμογών που πρέπει να διενεργηθούν στις μηχανογραφικές εφαρμογές προκειμένου να εφαρμοστούν οι διατάξεις αναφορικά με τον υπολογισμό και τη σειρά πίστωσης των τόκων και του προστίμου εκπρόθεσμης καταβολής που προβλέπονται από τον ΚΕΔΕ και τον ΚΦΔ, παρατείνεται η ισχύς των μεταβατικών διατάξεων αναφορικά με τον υπολογισμό και τον τρόπο είσπραξης των τόκων και του προστίμου εκπρόθεσμης καταβολής έως και την 31.12.2019.
x. Έσοδα υπέρ ΟΤΑ που συνεισπράττονται από τη Φορολογική Διοίκηση
Οι τόκοι και το πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής υπολογίζονται και επί των εσόδων υπέρ οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.), Ειδικών Ταμείων και εν γένει νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου που συνεισπράττονται με τα δημόσια έσοδα από τη Φορολογική Διοίκηση. (παρ.3 άρθρο 6 Ν.Δ.356/74 (ΚΕΔΕ) όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 7 του Ν. 4224/13)
xi. Επιβολή προσαυξήσεων έπειτα από διακανονισμό
Κατ΄ άρθρ. 27 παρ. 2 του Ν. 1828/1989, με το οποίο παρέχεται η δυνατότητα διακανονισμού φορολογικών διαφορών που εκκρεμούν στα διοικητικά δικαστήρια κατόπιν ασκήσεως προσφυγής μεταξύ δημοτικής αρχής και φορολογουμένου με αποτέλεσμα την οριστική περαίωση της υποθέσεως δεν είναι δυνατή εκ μέρους του δήμου επιβολή προσαυξήσεως για εκπρόθεσμο καταβολή της αρχικής βεβαιωθείσης οφειλής η οποία έπαυσε να υπάρχει μετά το διακανονισμό υφισταμένου πλέον ως νέου νομίμου τίτλου της πράξεως διακανονισμού... (ΣτΕ 270/2000 Τμ. ΣΤ΄)
Κατ' άρθρ. 27 παρ. 2 του Ν. 1828/1989 δεν είναι δυνατή η εκ μέρους του δήμου επιβολή προσαυξήσεως για εκπρόθεσμη καταβολή της αρχικώς βεβαιωθείσης οφειλής, η οποία έπαυσε να υπάρχει μετά το διακανονισμό, υφισταμένου πλέον ως νέου νομίμου τίτλου της πράξεως διακανονισμού . (ΣτΕ 268/2000 Τμ. ΣΤ' )
xii. Προσαυξήσεις σε αναγκαστική εκτέλεση
O προϊστάμενος της ΔΟΥ οφείλει να εξειδικεύει και να αιτιολογεί τα κατ` ιδίαν κονδύλια των χρεών του οφειλέτη, προς είσπραξη των οποίων επισπεύδεται η εκτέλεση, κυρίως όταν αυτά αφορούν σε έξοδα προηγούμενων εκτελέσεων και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής κατά το άρθρο 6 του ΚΕΔΕ, εφόσον έχει χωρήσει στάδιο διοικητικών διαφορών ουσίας, όπως είναι οι φορολογικές διαφορές, κατά την επίλυση των οποίων έχει δικαστικώς ανασταλεί η εκτέλεση του νομίμου τίτλου για ορισμένο χρόνο. (ΔΕφΑθ 2436/2000)
xiii. Τραπεζική αργία και τόκοι
Στην Πράξη Νομοθ. Περιεχομένου (ΦΕΚ 65/28.06.2015 τεύχος Α') «Τραπεζική αργία βραχείας διάρκειας» στο άρθρο πρώτο παράγραφος 5, ορίζονται τα εξής:
«Δεν θα οφείλεται τόκος υπερημερίας για τη διάρκεια της τραπεζικής αργίας σε ό,τι αφορά απαιτήσεις που καθίστανται απαιτητές κατά τη διάρκειά της.
Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα αναστέλλονται οι προθεσμίες λήξης, εμφάνισης και πληρωμής αξιόγραφων και αναστέλλονται οι δικαστικές προθεσμίες».
Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι δεν θα επιβάλλονται τόκοι και προσαυξήσεις σε τυχόν ληξιπρόθεσμες οφειλές τρίτων προς τους ΟΤΑ, για ολόκληρο το χρονικό διάστημα που διαρκεί η τραπεζική αργία. Το ίδιο ισχύει για όλες τις περιπτώσεις τόκων υπερημερίας (δηλ. και για τις οφειλές των ΟΤΑ προς τρίτους)
xiv. Τελεσίδικη δικαστική κρίση
Σε περίπτωση τελεσίδικης ακύρωσης της ταμειακής βεβαίωσης του χρέους για λόγους αναγόμενους στο νόμιμο τίτλο και στη συνέχεια αναίρεσης της (ακυρωτικής) απόφασης και εκ νέου δικαστικής κρίσης, με την οποία κρίνεται η νομιμότητα της ταμειακής βεβαίωσης, οι προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής του χρέους υπολογίζονται από το χρόνο που διενεργήθηκε το πρώτον η ταμειακή βεβαίωση, ανεξαρτήτως εάν μεσολάβησε ή όχι πράξη διαγραφής του χρέους, κατ’ άρθρο 10 του ν. 1160/1981, το οποίο, ενόψει της παραπάνω δικαστικής εξέλιξης, θεωρείται έκτοτε ληξιπρόθεσμο (ομόφ.). (ΓνΝΣΚ 173/2019)
Σε αυτές τις προσαυξήσεις υπόκεινται και τα συνεισπραττόμενα μαζί με τα δημόσια έσοδα, από τα δημόσια ταμεία, έσοδα υπέρ Δήμων, Κοινοτήτων, Ειδικών Ταμείων και εν γένει Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου.
Το ποσοστό της προσαύξησης εκπρόθεσμης καταβολής, καθώς και το ανώτατο όριο αυτής δύνανται να αναπροσαρμόζονται αυξητικός με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η αναπροσαρμογή αυτή δύναται να γίνεται είτε γενικώς για κάθε οφειλή προς το Δημόσιο, είτε κατά κατηγορίες οφειλών.
Για τις αναπροσαρμογές του ποσοστού προσαύξησης εκπρόθεσμης καταβολής οφειλών προς το Δημόσιο βλ. αποφάσεις υπουργείου Οικονομικών
Το ποσοστό της προσαύξησης εκπρόθεσμης καταβολής ορίζεται σε 1% για κάθε μήνα καθυστέρησης και δεν μπορεί να υπερβεί το 100% του οφειλόμενου κάθε φορά χρέους.
Για χρέη από συμβάσεις, το ποσοστό της προσαύξησης εκπρόθεσμης καταβολής και το ανώτατο όριο αυτής ορίζονται ως ανωτέρω, εκτός αν προβλέπεται άλλη ρύθμιση, με ρητό όρο της σύμβασης και υπολογίζεται από την επόμενη ημέρα της προθεσμίας που πρέπει, σύμφωνα με τη σύμβαση, να καταβληθεί η οφειλή μερικά ή ολικά.
Ειδικά, για χρέη από παρακρατούμενους ή επιρριπτόμενους φόρους, το ποσοστό της προσαύξησης εκπρόθεσμης καταβολής ορίζεται σε 3% για κάθε μήνα καθυστέρησης και η προσαύξηση δεν μπορεί να υπερβεί το 120% του οφειλόμενου χρέους.
Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις εάν η καθυστέρηση καταβολής αναφέρεται σε χρονικό διάστημα μικρότερο του μήνα, υπολογίζεται προσαύξηση εκπρόθεσμης καταβολής για ολόκληρο το μήνα. Η προσαύξηση εκπρόθεσμης καταβολής χρέους δεν μπορεί να υπερβεί το τριακόσια τοις εκατό (300%) του χρέους που οφείλεται, ανεξάρτητα αν πρόκειται για χρέος από κύρια οφειλή, από τόκους ή από προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής οι οποίες βεβαιώνονται αυτοτελώς. (παρ.1 άρθρο 6 Ν.Δ. 356/74 (ΦΕΚ 90/1974 τεύχος Α') - ΚΕΔΕ)
Το ανώτατο όριο προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής που ορίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 6 του Ν.Δ. 356/1974 (ΦΕΚ 90 Α΄- Κ.Ε.Δ.Ε.) ανακαθορίζεται σε ποσοστό διακόσια στα εκατό (200%) του εισπραττόμενου κάθε φορά χρέους. (άρθρο 13 παρ.1 του Ν.3193/2003)
Επί χρεών καταβαλλομένων εις δόσεις η προσαυξήσις εκπροθέσμου καταβολής άρχεται από της λήξεως της προθεσμίας πληρωμής εκάστης δόσεως, εκτός αν η βεβαίωσις ενεργηθή μετά την πάροδον της προς πληρωμήν προθεσμίας, οπότε η προσαύξησις των ληξιπροσθέσμων δόσεων άρχεται από της πρώτης του τρίτου από της βεβαιώσεως μηνός.
Κατά την εκάστοτε είσπραξιν των εσόδων εισπράττεται υποχρεωτικώς και η επί του καταβαλλομένου ποσού του χρέους αναλογούσα προσαυξήσις λόγω εκπροθέσμου καταβολής. (παρ.1 άρθρο 79 Β.Δ. 24.9/20.10.58 (ΦΕΚ 171/58 τεύχος Α), όπως αντικαταστάθηκε από την παρ. 4 του άρθρου 16 του Ν. 2130/1993)
Εφόσον, κατά την υποβολή της αίτησης, υφίστανται στην ίδια οφειλή, για την οποία ζητείται η διευκόλυνση, και μη ληξιπρόθεσμες δόσεις αυτής, το ποσό αυτών περιλαμβάνεται υποχρεωτικά στην απόφαση της διευκόλυνσης, οπότε στις δόσεις που προκύπτουν από το άθροισμα των συντελεστών βαρύτητας των κριτηρίων του οφειλέτη προστίθεται ο αριθμός των δόσεων που δεν είναι ληξιπρόθεσμες. Αν υπάρχουν δύο ή περισσότερες οφειλές με μη ληξιπρόθεσμες δόσεις, προστίθεται ο αριθμός των δόσεων της οφειλής με τις περισσότερες μη ληξιπρόθεσμες δόσεις, πλην όμως ο συνολικός αριθμός των δόσεων της διευκόλυνσης δεν μπορεί να υπερβεί τις σαράντα οκτώ (48). Για οφειλές που η περιοδικότητα καταβολής των κατά νόμο δόσεων είναι μεγαλύτερη του μήνα, οι μη ληξιπρόθεσμες δόσεις αυτών περιλαμβάνονται στη διευκόλυνση τμηματικής καταβολής, εφόσον ζητηθεί από τον οφειλέτη
Από 01.07.2013 ,δεν επιτρέπεται η χορήγηση διευκολύνσεων - ρυθμίσεων τμηματικής καταβολής, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 13 έως και 21 του ν. 2648/1998 (Α' 238) (περίπτ.16 υποπαρ.Α.2 του Ν.4152/13 (ΦΕΚ 107/09.05.2013 τεύχος Α')
Στις περιπτώσεις που έχει χορηγηθεί διευκόλυνση τμηματικής καταβολής οφειλής, το ποσοστό προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής καθορίζεται σε ποσοστό 1% για κάθε μήνα καθυστέρησης μέχρι την ημερομηνία καταβολής τους. (Υπ.Οικον. 1072306/4143-12/0016/2001)
Αναστολαί καταβολής χρεών προς το Δημόσιον και των μετά τούτων συνεισπραττομένων, αναστολαί λήψεως αναγκαστικών μέτρων, ως και διευκολύνσεις τμηματικής καταβολής παρεχόμεναι υπό των αρμοδίων κατά νόμον οργάνων ή δικαστηρίων, δεν απαλλάσσουν τα χρέη εκ των προσαυξήσεων εκπροθέσμου καταβολής καθ` ον χρόνον διαρκεί η παρασχεθείσα αναστολή ή η διευκόλυνσις.
Το ίδιο ισχύει και για τις αναστολές είτε του νόμιμου τίτλου είτε της ταμειακής βεβαίωσης είτε των πράξεων της διοικητικής εκτέλεσης, που χορηγούνται στα πλαίσια δικαστικής αμφισβήτησης, για το ποσό που οφείλεται τελικά με βάση τη δικαστική απόφαση.
Οι ως άνω αναστολές δεν εμποδίζουν την εφαρμογή των διατάξεων του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 8 (περί εγγραφής υποθήκης), καθώς και του άρθρου 83 (περί συμψηφισμού) του Ν.Δ.356/74. (παρ.6 άρθρο 6 Ν.Δ.356/74 (ΚΕΔΕ) όπως συμπληρώθηκε με την παρ.5 του άρθρου 67 του Ν.3842/2010)
Αι πάσης φύσεως προσωπικαί οφειλαί προς το Δημόσιον και αι μετ` αυτών υπέρ τρίτων συνεισπραττόμενοι στρατευομένων, εξαιρέσει τω εξ ελλειμμάτων δημοσίας διαχειρήσεως, δεν υπόκεινται εις προσαυξήσεις εκπροθέσμου καταβολής από της πρώτης του μηνός της στρατεύσεώς των μέχρι της τριακοστής του τρίτου από της αποστρατεύσεώς των μηνός, του μηνός της αποστρατεύσεως θεωρουμένου ως πρώτου. Αι χρονολογίαι στρατεύσεως και αποστρατεύσεως αποδεικνύονται δι` επισήμων βεβαιώσεων των οικείων στρατιωτικών Αρχών. (παρ.7 άρθρο 6 Ν.Δ.356/74 (ΚΕΔΕ) όπως συμπληρώθηκε με την παρ.5 του άρθρου 67 του Ν.3842/2010)
Σχέσεις προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής με τόκους
Συνέπεια της μη εμπροθέσμου καταβολής ενός δημοσίου χρέους είναι η επιβολή προσαυξήσεων, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 6 του ΚΕΔΕ. Κατά μίαν άποψη, οι προσαυξήσεις αποτελούν ένα είδος τόκων υπερημερίας υπέρ του Δημοσίου. Η άποψη όμως αυτή δεν θεωρείται κρατούσα, καθ' όσον οι προσαυξήσεις δεν συνάπτονται με το ληξιπρόθεσμον του ουσιαστικού δικαίου ούτε με την υπαιτιότητα, ώστε να εμφανίζουν κάποια αντιστοιχία με τους τόκους υπερημερίας. Συνιστούν απλώς κυρώσεις για την μη εμπρόθεσμη καταβολή οιασδήποτε εν στενή εννοία βεβαιωμένης και προς το Δημόσιο ή άλλο ΝΠΔΔ οφειλομένης απαιτήσεως. (ΝΟΜΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ Δημ. Τομαράς, Η Αναγκαστική Είσπραξη Δημοσίων Εσόδων κατά τον ΚΕΔΕ, 2011, σελ.19)
Οι προσαυξήσεις λόγω εκπροθέσμου καταβολής είναι ειδική διοικητική κύρωση που έχει σκοπό να υποχρεώσει τους οφειλέτες των δήμων σε εμπρόθεσμη καταβολή των χρεών τους προς τους Δήμους. Συνεπώς οι προσαυξήσεις αποτελούν θεσμό διαφορετικό του τόκου και επιτελούν διαφορετική λειτουργία. (ΓνΝΣΚ 703/1981 Τμ. Α')
Γ) Απαλλαγές
i. Απαλλαγή οφειλών από τόκους και προσαυξήσεις Εκπρόθεσμης Καταβολής λόγω ανωτέρας βίας
Ο οφειλέτης δύναται να ζητά απαλλαγή των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο και αυτών προς τους τρίτους, των οποίων η είσπραξη έχει ανατεθεί στη Φορολογική Διοίκηση, από τους τόκους και το πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής της παραγράφου 1, εφόσον η μη εμπρόθεσμη καταβολή οφείλεται σε λόγους ανωτέρας βίας.
Απαλλαγή δεν χορηγείται, αν δεν έχουν εξοφληθεί, πριν από το αίτημα απαλλαγής, όλοι οι φόροι για τους οποίους επιβλήθηκαν οι τόκοι και το πρόστιμο.
Το αίτημα απαλλαγής απευθύνεται στον Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων και:
α) υποβάλλεται εγγράφως,
β) περιέχει τα στοιχεία και τον αριθμό φορολογικού μητρώου του οφειλέτη,
γ) φέρει την υπογραφή του οφειλέτη ή νόμιμα εξουσιοδοτημένου προσώπου και
δ) περιγράφει όλα τα γεγονότα και περιλαμβάνει τα αποδεικτικά στοιχεία που αποδεικνύουν την ανωτέρα βία. Ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων αποφαίνεται επί του αιτήματος εντός τριάντα (30) ημερών και κοινοποιεί την απόφαση στον οφειλέτη κατά το άρθρο 5 του ν. 4174/ 2013. Αν η ανωτέρω προθεσμία παρέλθει άπρακτη, το αίτημα θεωρείται ότι έχει απορριφθεί. (παρ.4 άρθρο 6 Ν.Δ.356/74 (ΚΕΔΕ) όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 7 του Ν. 4224/13)
Α) είναι δυνατή η χορήγηση απαλλαγής, κατά τις διατάξεις του αρθ. 6 του ΚΕΔΕ, όπως ισχύει από 01.01.2014, για οφειλές που έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων μέχρι και την 31-12-2013, από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, εφόσον συνέτρεξε κατά την κρίση της Διοίκησης, λόγος ανωτέρας βίας.
Β) η έλλειψη γνώσης της οφειλής που οφείλεται καθαρά σε υποκειμενική συμπεριφορά των οργάνων του Δημοσίου ή του οφειλέτη (παράδειγμα, μη αποστολή της ατομικής ειδοποίησης στον οφειλέτη ή ελάχιστη, έστω, αμέλεια αυτού), δεν συνιστά λόγο για την απαλλαγή της από τους τόκους και το πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε.. Αντιθέτως, η μη γνώση της οφειλής, συνιστά λόγο απαλλαγής κατά τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε., εφόσον οφείλεται σε ανυπαίτιο, έκτακτο και απρόβλεπτο γεγονός, το οποίο δεν ήταν δυνατό να προληφθεί ή να αποτραπεί ούτε με μέτρα άκρας επιμέλειας και σύνεσης (ανωτέρα βία), εξαιτίας του οποίου δεν πληρώθηκε εμπρόθεσμα η οφειλή. Επομένως, εφόσον ο οφειλέτης επικαλείται και αποδεικνύει ότι η μη εμπρόθεσμη πληρωμή της οφειλής έχει ως αιτία την έλλειψη της γνώσης της, η οποία οφείλεται σε περιστατικό ανωτέρας βίας, επιτρέπεται η χορήγηση της ως άνω απαλλαγής. (ΓνΝΣΚ 89/2015) (ΠΟΛ 1106/14.07.2016)
ii. Αναστολή του τίτλου βεβαίωσης
Αναστολή είτε του νόμιμου τίτλου βεβαίωσης ή είσπραξης είτε της ταμειακής βεβαίωσης είτε των πράξεων διοικητικής εκτέλεσης, από το νόμο ή βάσει απόφασης δικαστηρίου ή διοικητικού οργάνου, δεν απαλλάσσει τα χρέη από τους τόκους άρθρου 53 παρ. 1 του ν. 4174/ 2013, για όσο χρόνο διαρκεί η αναστολή, για το ποσό που εν τέλει οφείλεται. (παρ.5 άρθρο 6 Ν.Δ.356/74 (ΚΕΔΕ) όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 7 του Ν. 4224/13) (ΠΟΛ 1252/20.11.2015)
iii. Οφειλές μη υπαγόμενες σε τόκους
Δεν υπόκεινται στους τόκους και το πρόστιμο της παραγράφου 1 οι από κάθε αιτία οφειλές:
α) των στρατευμένων με υποχρεωτική στρατιωτική θητεία, από την πρώτη ημέρα του μήνα της στράτευσής τους, μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του τρίτου μήνα από την αποστράτευση τους, του μήνα της αποστράτευσης θεωρουμένου ως πρώτου, με εξαίρεση τα ελλείμματα της δημόσιας διαχείρισης και
β) των ανηλίκων, για όσο διάστημα στερούνται εκπροσώπησης και επί ένα εξάμηνο μετά την απόκτηση αυτής. (παρ.6 άρθρο 6 Ν.Δ.356/74 (ΚΕΔΕ) όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 7 του Ν. 4224/13)
iv. Απαλλαγή Προσαυξήσεων Εκπρόθεσμης Καταβολής με απόφαση δημοτικού συμβουλίου και από 09.08.2019 με απόφαση Οικονομικής Επιτροπής
Στους Δήμους και στις Κοινότητες που έχουν δική τους ταμειακή υπηρεσία, το δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο με αιτιολογημένη απόφαση, μπορεί να απαλλάσσει τους οφειλέτες από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, εφόσον η εκπρόθεσμη καταβολή οφείλεται:
α) στη μη επίδοση της ατομικής ειδοποίησης,
β) σε οικονομική αδυναμία που προήλθε από γεγονότα ανωτέρας βίας,
γ) σε υπαιτιότητα της υπηρεσίας.
- Η απόφαση του συμβουλίου εκδίδεται ύστερα από αίτηση του οφειλέτη. Στις περιπτώσεις α΄ και γ΄ απαιτείται και η γνώμη της ταμειακής υπηρεσίας. (Αρθρο 174 παρ. 3 του Ν.3463/06)
Από 09.08.2019 (ημερ. έναρξης ισχύος του Ν.4623/19) η απαλλαγή από προσαυξήσεις κατά το άρθρο 174 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων γίνεται με απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής. (περίπτ. ιε.i. παρ.1 άρθρο 72 Ν.3852/10, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ.1 του άρθρου 3 του Ν.4623/19 και την παρ.1 του άρθρου 40 του Ν. 4735/20)
Η απόφαση για την απαλλαγή από προσαυξήσεις λόγω οικονομικής αδυναμίας πρέπει να είναι πλήρως αιτιολογημένη για να μη θεωρηθεί ότι η απαλλαγή γίνεται χαριστικά.
Η απαλλαγή λόγω μη αποστολής ατομικής ειδοποίησης και λόγω υπαιτιότητας υπηρεσίας συνεπάγονται πειθαρχική ευθύνη του προϊσταμένου της ταμιακής υπηρεσίας.
1. Απόφαση Δημοτικού Συμβουλίου για απαλλαγή οφειλετών από προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής (Αρθρο 174 παρ. 3 του Ν.3463/06) (μέχρι 08.08.2019)
Απόφαση Οικονομικής Επιτροπής για απαλλαγή οφειλετών από προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής (περίπτ. ιε.i. παρ.1 άρθρο 72 Ν.3852/10, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ.1 του άρθρου 3 του Ν.4623/19 και την παρ.1 του άρθρου 40 του Ν. 4735/20) (από 09.08.2019)
v. Απαλλαγές προβλεπόμενες από διάταξη νόμου
Απαλλαγές μπορεί να προβλέπονται και απευθείας από τους νόμους ή Κ.Υ.Α.:
π.χ άρθρο 23 παρ.2 του Ν. 3536/2007, Κ.Υ.Α. 55472/21-1-2002 όπως τροποποιήθηκε από την Κ.Υ.Α. 9726/2004, άρθρο 14 παρ.2 Ν.4483/17
[/post_tab][/post_tabs]