Κυρώσεις- Ένδικα Μέσα

 

I. Κυρώσεις

II. Ένδικα μέσα

 


I. Κυρώσεις


Σε περίπτωση άρνησης του υποχρέου για την διενέργεια ελέγχου της ακριβείας της υποβληθείσης δηλώσεως, ως προς την επί πλέον της δηλωθείσης υπολογιζομένη επιφάνεια, αυτή προσδιορίζεται καθ' υπολογισμόν από τα αρμόδια όργανα του δήμου ή της κοινότητος. Στην περίπτωση αυτή η άρνηση για την διενέργεια του ελέγχου και το εμβαδόν της πέραν της δηλωθείσης επιφανείας, δέον να προκύπτουν εξ εκθέσεως του εντεταλμένου για τον έλεγχο οργάνου του δήμου ή της κοινότητος (
παρ.1 άρθρο 2 Ν.429/76)

 

Σε περίπτωση άρνησης του υπόχρεου σε καταβολή του τέλους, η ΔΕΗ προέρχεται σε διακοπή του ρεύματος, και δεν το επαναχορηγεί μέχρι την εξόφληση του οφειλομένου τέλους. Εφ' όσον δεν ζητηθεί η επαναχορήγηση του ηλεκτρικού ρεύματος, η ΔΕΗ το γνωστοποιεί αυτό στον δικαιούχο των τελών δήμο ή κοινότητα, μετά την διαγραφή του καταναλωτού, δια την μερίμνη αυτού και κατά την κειμένη νομοθεσία των εν λόγω οφειλών. (άρθρο 5 παρ.2 Ν.25/75)

Αν ο υπόχρεος δεν καταβάλει τα ανωτέρω συνεισπραττόμενα ποσά, ο προμηθευτής ηλεκτρικής ενέργειας προβαίνει σε διακοπή της παροχής του ηλεκτρικού ρεύματος και δεν το επανασυνδέει μέχρι να εξοφληθεί το οφειλόμενο ποσό. Αν δεν ζητηθεί από τον υπόχρεο η επανασύνδεση του ρεύματος μέσα σε τρεις μήνες από τη διακοπή του, ο προμηθευτής ηλεκτρικής ενέργειας γνωστοποιεί στον οικείο δήμο τα στοιχεία των οφειλών του, προκειμένου αυτός να προβεί στην είσπραξή τους. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι ρυθμίσεις των νόμων 25/1975, 429/1976, 1080/1980 και 2130/1993. (άρθρο 43 παρ.1β του Ν. 3979/2011)

Μετά την 31.12.1976, η κύρωση της διακοπής παροχής του ηλεκτρικού ρεύματος επιβάλλεται μόνο στους υποχρέους σε καταβολή τελών καθαριότητας και φωτισμού, οι οποίοι αρνούνται την καταβολή των οφειλομένων από αυτούς ποσών, ενώ για τις περιπτώσεις της μη υποβολής δηλώσεως ή της υποβολής ανακριβούς δηλώσεως ως προς την έκταση της ηλεκτροδοτούμενης επιφάνειας, βάσει της οποίας επιβάλλονται τα τέλη καθαριότητας και φωτισμού, προβλέπεται ως μοναδική κύρωση η επιβολή προστίμου. (ΣτΕ 331/1997 Τμ.Στ')

Σύμφωνα με την υπ' αριθ. 1972/2012 απόφαση του ΣτΕ (Ολομ.) η διακοπή του ρεύματος από τη ∆ΕΗ και τους εναλλακτικούς προμηθευτές σε περίπτωση μη καταβολής του ΕΕΤΗ∆Ε αντίκειται στο Σύνταγμα. Όμοια, οι διατάξεις των άρθ. 6 ν. 25/1975, 10 παρ. 2 ν. 1080/1980, 24 ν. 2130/1993 καθώς και του προσφάτως ψηφισθέντος άρθ. 43 ν. 3979/2011, που δίνουν τη δυνατότητα διακοπής του ρεύματος για μη καταβολή των τελών καθαριότητας και φωτισμού, του ΦΗΧ και του ΤΑΠ αντίστοιχα, είναι αντισυνταγματικές. (Ειδική Έκθεση Συνηγόρου του Πολίτη, Ιούλιος 2014)

Επί μη υποβολής δηλώσεως ή υποβολής ανακριβούς δηλώσεως ή εκπροθέσμου υποβολής τοιαύτης, οσάκις δια την βεβαίωσιν φόρων ή τελών ή δικαιωμάτων απαιτείται υποβολή δηλώσεως ή μη εκπληρώσεως άλλων νομίμως επιτασσομένων υποχρεώσεων, ο υπόχρεως υπόκειται και εις πρόστιμον, ως ακολούθως, εφ'όσον δεν ορίζεται άλλως υπό των διατάξεων του παρόντος β.δ/τος:

α) Επί μη υποβολής δηλώσεως, εις ποσόν ίσον προς τον οφειλόμενον φόρον ή τέλος ή δικαίωμα.

β) Επί υποβολής ανακριβούς δηλώσεως, εις ποσόν ίσον προς το εξήκοντα τοις εκατόν (60%) του φόρου ή τέλους ή δικαιώματος, την πληρωμήν του οποίου θα διέφυγε δια της ανακρίβειας.

γ) επί εκπροθέσμου υποβολής δηλώσεως, εις ποσόν ίσον προς το πέντε επί τοις εκατόν (5%) του οφειλομένου φόρου ή τέλους ή δικαιώματος δι' έκαστον μήνα καθυστερήσεως, μη δυνάμενον να υπερβή το πεντήκοντα επί τοις εκατόν (50%) του ποσού τούτου.

δ) Επί μη εκπληρώσεως άλλων νομίμως επιτασσομένων υποχρεώσεων ίσον προς το (50%) του οφειλομένου ποσού εις ο αφορά η παράβασις. (παρ.1 άρθρο 73 Β.Δ.24.9/20.10.1958)

Το πρόστιμον επιβάλλεται υποχρεωτικώς δι' ητιολογημένης αποφάσεως του δημάρχου ή προέδρου κοινότητος βάσει σχετικής εκθέσεως δημοτικού ή κοινοτικού οργάνου και εισπράττεται ως και τα λοιπά έσοδα. (παρ.2 άρθρο 73 Β.Δ.24.9/20.10.1958)

Η απόφασις επιβολής προστίμου μετ' αντιγράφου της εκθέσεως κοινοποιείται εις τον υπόχρεων, όστις δικαιούται εις άσκησιν κατ' αυτής των, κατά το άρθρο 72 του παρόντος Β.Δ. ως ετροποποιήθη δια του άρθρου 40 του Ν.Δ. 4260/1962 και του άρθρου 2 του Ν. 505/1976, ενδίκων μέσων. (παρ.3 άρθρο 73 Β.Δ.24.9/20.10.1958)

Η δήλωση που προβλέπεται, στην παρ 1 του άρθρου 5 του ν. 3345/2005 για τη μη ηλεκτροδότηση του ακινήτου, προκειμένου να απαλλαγεί το ακίνητο από το τέλος καθαριότητας- φωτισμού, έχει σαφές περιεχόμενο και αποσκοπεί στην απαλλαγή από τέλη και ουδόλως σχετίζεται με την υπεύθυνη δήλωση των παρ. 2 και 3 του αρ. 2 του ν. 25/1975 , η οποία αναφέρει το εμβαδόν του ακινήτου ή τις μεταβολές του, προκειμένου να επιβληθούν τα τέλη. Ως εκ τούτου δεν νοείται η εκ της μη υποβολής της επιβολή προστίμου, βάσει του αρ. 73, β.δ. 24-9/20-10-1958, το οποίο προβλέπει την επιβολή προστίμων με αιτιολογημένη απόφαση δημάρχου (παρ.2) «οσάκις δια την βεβαίωσιν φόρων ή τελών ή δικαιωμάτων απαιτείται υποβολή δηλώσεως ή (επί) μη εκπληρώσεων άλλων νομίμως επιτασσομένων υποχρεώσεων». Από το δε εδ.δ. της παρ. 1 του εν λόγω άρθρου προκύπτει σαφώς ότι ως μη εκπλήρωση άλλων νομίμως επιτασσομένων υποχρεώσεων εννοείται παράβαση που αποσκοπεί στη μη καταβολή οφειλόμενου ποσού.
Ομοίως η δήλωση που προβλέπεται στη παρ. 1 του αρ. 5 του ν. 3345/2005 δεν  μπορεί να εξομοιώνεται με τη δήλωση της παρ. 5 του άρθρου 24 του ν. 2130/1993 (ΦΕΚ 62/Α'/23-4-1993), για την επιβολή του Τ.Α.Π., της οποίας άλλωστε ο τύπος και το περιεχόμενο έχουν καθοριστεί ρητά με την υπ' αρ. 27904/1993 (ΦΕΚ 444/Β') σχετική Υπουργική Απόφαση. Ως εκ τούτου δεν είναι νόμιμη η επιβολή του προστίμου που προβλέπεται στην παρ. 12 του ιδίου άρθρου, το οποίο αναφέρεται ρητά στην περίπτωση μη εμπρόθεσμης υποβολής της δήλωσης της παρ. 5 και στην περίπτωση ανακρίβειας της δήλωσης αυτής.
Συνοψίζοντας, μόνη νόμιμη συνέπεια της μη υποβολής της δήλωσης της παρ. 1 του αρ. 5 του ν. 3345/2005, η οποία κατατίθεται στον εκάστοτε δήμο μαζί με τη βεβαίωση διακοπής ηλεκτροδότησης της Δ.Ε.Η. (ή άλλου παρόχου), είναι η μη απαλλαγή του ακινήτου από το τέλος καθαριότητας- φωτισμού και η βεβαίωση και είσπραξη της οφειλής κατά την κείμενη νομοθεσία (αρ. 6, ν 25/1975) (ΥΠ.ΕΣ. οικ. 2856/20.10.2015)

 


II. Ένδικα μέσα

Για το ποσό των τελών που αντιστοιχεί σε πέραν των χιλίων τετραγωνικών μέτρων εμβαδόν επί στεγασμένων χώρων άλλης χρήσεως και για ολόκληρο το ποσό των τελών επί μη στεγασμένων χώρων, επιτρέπεται η άσκηση των ενδίκων μέσων των προβλεπομένων από τις διατάξεις του άρθρου 72 του Β.Δ. της 24-9/20-10- 1958 ως τούτο τροποποιηθέν δια του άρθρου 40 του  Ν.Δ. 4260/62 . Η προθεσμία προς άσκηση των ενδίκων τούτων μέσων ορίζεται εις είκοσι (20) ημέρες, και αρχίζει σε περίπτωση βεβαίωσης και είσπραξης των τελών από το δήμο από της κοινοποίησης του αποσπάσματος της εγγραφής, επαγόμενη ανασταλτικό αποτέλεσμα, ενώ σε περίπτωση συνείσπραξης από τη ΔΕΗ, από τη λήξεως του χρόνου εξοφλήσεως του πρώτου λογαριασμού της ΔΕΗ μη επαγομένη ανασταλτικό αποτέλεσμα. Στην τελευταία αύτη περίπτωση, η απόδειξη του εμπροθέσμου της ασκήσεως του ενδίκου μέσου βαρύνει τον προσφεύγοντα. (άρθρο 1 παρ.6 Ν.25/75)

 

Επίσης επιτρέπεται εντός της αυτής ως άνω προθεσμίας η άσκηση των ενδίκων μέσων, σε περίπτωση αμφισβήτησης από τον υπόχρεο είτε του χαρακτηρισμού του ακινήτου ως στεγασμένου χώρου είτε προκειμένου περί στεγασμένων χώρων άλλης χρήσεως, της κατηγορίας στην οποία υπήχθη τούτο. Στην περίπτωση της συνείσπραξης από της ΔΕΗ η άσκηση του ενδίκου μέσου δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα. (άρθρο 1 παρ.7 Ν.25/75)

 

Στις περιπτώσεις των άρθρων 3 παρ. 1 (στερούμενοι ηλεκτρικής εγκαταστάσεως χώροι, ακίνητα που δεν χρησιμοποιούνται) και 5 παρ. 1 (ανακριβής υπεύθυνη δήλωση), επιτρέπεται η άσκηση των προβλεπομένων από τις διατάξεις του άρθρου 72 του Β.Δ. της 24-9/20-10-1958, όπως αυτό τροποποιήθηκε από το άρθρο 40 του Ν.Δ. 4260/62 ισχύει, ενδίκων μέσων ασκουμένων εντός είκοσι (20) ημερών από της κοινοποιήσεως του αποσπάσματος του βεβαιωτικού καταλόγου ή της αποφάσεως του δημάρχου ή προέδρου κοινότητος, επαγομένη ανασταλτικό αποτέλεσμα κατά ποσοστό 80% του όλου τέλους. (άρθρο 11 παρ.1 Ν.25/75)

 

Ο δήμος ή η κοινότητα υποχρεούται, μέσα σε ένα μήνα από την κοινοποίηση σε αυτόν της τελεσίδικης απόφασης επί των ενδίκων μέσων, να επιστρέψει τα τυχόν αχρεωστήτως εισπραχθέντα από αυτόν ποσά (άρθρο 11 παρ.2 Ν.25/75)

Κατά του επιβληθέντος προστίμου επιτρέπεται η άσκησις των προβλεπομένων υπό των διατάξεων του άρθρου 72 του Β. Δ. της 24/9-20/10/1958, όπως ισχύει, ενδίκων μέσων ασκουμένων εντός είκοσι (20) ημερών από της κοινοποιήσεως του αποσπάσματος της εγγραφής ή της αποφάσεως του δημάρχου ή προέδρου κοινότητος, επαγομένη ανασταλτικόν αποτέλεσμα. (παρ.3 άρθρο 2 Ν.429/76)

Όμως με την Ατομ.ΓνΝΣΚ 124/2015, η οποία έγινε αποδεκτή με το έγγραφο ΥΠ.ΕΣ.Δ.Α. οικ. 26463/30.07.2015 γίνεται δεκτό ότι οι διαφορές που αναφύονται μεταξύ δήμων και τρίτων και αφορούν μη υποβολή δηλώσεως, ή για υποβολή ανακριβούς δηλώσεως, ή για εκπρόθεσμη υποβολή δηλώσεως τόσο από την διατύπωση των ανωτέρω διατάξεων, όσο και από το περιεχόμενο που αναγκαίως περιέχουν οι σχετικές ατομικές διοικητικές πράξεις περί επιβολής, ευθέως, των ανωτέρω βαρών, προκύπτει ότι έχουν τον χαρακτήρα διοικητικών (φορολογικών) διαφορών και με την ως άνω ιδιότητα αντιμετωπίζονται από την νομολογία. Επομένως, σύμφωνα με το άρθρο 66 παρ. 2α του ΚΔΔ, όπως ισχύει, η προθεσμία ασκήσεως προσφυγής κατά των πράξεων αυτών, είναι 30 ημερών.

 

Κατά την έννοια της παραγράφου 2 του άρθρου 32 του Π.Δ. 18/1989, αν ο αιτών επικαλείται και αποδεικνύει την ύπαρξη συνεπειών, τις οποίες προκάλεσε η προσβαλλόμενη πράξη, καθ΄ όσον χρόνον ίσχυσε, οι οποίες δεν είναι δυνατόν να αρθούν με την άσκηση άλλων προβλεπομένων ενδίκων βοηθημάτων, παρά μόνον με την ακύρωση της εν λόγω πράξεως, η δίκη συνεχίζεται και ο ακυρωτικός έλεγχος του Συμβουλίου της Επικρατείας χωρεί και μετά την παύση της ισχύος της πράξεως αυτής....... η ακύρωση αποφάσεως Δημοτικού Συμβουλίου με απόφαση της Επιτροπής του άρθρου 7 Ν. 2839/2000 έχει ως συνέπεια την αδυναμία του Δήμου να επιβάλει τα αναπροσαρμοσθέντα τέλη καθαριότητας και φωτισμού που αφορούν το συγκεκριμένο έτος, τα οποία θα μπορούσαν να επιβληθούν τόσο κατά το έτος αυτό όσο και στο μέλλον μέσα στα χρονικά όρια της παραγραφής/ η δυσμενής δε αυτή συνέπεια δεν δύναται να αρθεί με την άσκηση άλλων προβλεπομένων ενδίκων βοηθημάτων εκ μέρους του Δήμου, παρά μόνον με την ακύρωση της εν λόγω πράξεως και επομένως, η παρούσα δίκη πρέπει να συνεχιστεί και μετά τη λήξη της ισχύος της πράξεως αυτής δια της παρόδου του χρόνου στον οποίο αναφέρεται. (ΣτΕ 405/2004 Τμ. Β΄)